«Οι απελευθερωτικές δυνάμεις παραλάμβαναν τις συνοικίες και το κέντρο της πόλης, ενώ παντού ξεχύνονταν κόσμος χαρούμενος, ευτυχισμένος. Μας σκέπαζαν με λουλούδια, μας γέμιζαν με τρόφιμα και φρούτα... Οι δρόμοι της αγοράς πλημμύρισαν από κόσμο. Ένα αυθόρμητο πανηγύρι που δεν περιγράφεται με λόγια».
ΕΛΑΣ και ΕΑΜ εκδίωξαν τους κατακτητές και ματαίωσαν τα σχέδια των ταγματασφαλιτών που είχαν λάβει εντολή από τον Αθ. Χρυσοχόου, Γενικό Διοικητή Μακεδονίας, «να σπεύσωσι προς απελευθέρωσιν της πόλεως από την κομμουνιστικήν τυραννίαν»(!). Προχώρησαν στην ανασυγκρότησή της και την παρέδωσαν μετά τη Βάρκιζα στις «νόμιμες αρχές». Πρόκειται για μια έμπρακτη απάντηση σε όσους κινδυνολογούσαν -και εξακολουθούν να κινδυνολογούν- για την περίπτωση που οι ΕΛΑΣίτες θα απελευθέρωναν την Αθήνα, γλιτώνοντάς την από τη σφαγή των Δεκεμβριανών.
Συμφωνώντας με τη διαπίστωση του Μ. Χαραλαμπίδη (Τι θυμόμαστε από το παρελθόν μας και πώς το γιορτάζουμε;, Η ΑΥΓΗ 27/10/2019) ότι «οι αναφορές στα ιστορικά γεγονότα δεν γίνονται με χειρουργικές τομές», θα τόνιζα μαζί του πως: «Αν θέλουμε να κατανοήσουμε το παρελθόν, να γιορτάσουμε και να τιμήσουμε ουσιαστικά τη μνήμη των ανθρώπων που έδωσαν τη ζωή τους στον αγώνα ενάντια στον φασισμό, πρέπει να δούμε την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου – και της 30ης Οκτωβρίου 1944 θα συμπλήρωνα - μέσα από τις ρήξεις και τις συνέχειες σε εθνικό και διεθνές πλαίσιο. Η επιστημονική έρευνα μας έχει δώσει πλούσιο υλικό. Λείπει όμως η διάδοσή του στο ευρύ κοινό και οι εθνικές επέτειοι είναι μια πολύ καλή ευκαιρία για να το πράξουμε αυτό εμπλουτίζοντας τον επίσημο λόγο με τα ευρήματα της επιστημονικής έρευνας.»
Προπαντός «να αλλάξει η διδασκαλία της Ιστορίας, έτσι ώστε να μπορούν οι μαθητές-τριες να διαχειρίζονται θέματα συγκρουσιακά, τραυματικά και επίμαχα. Τα συγκρουσιακά θέματα πρέπει να συμπεριληφθούν στη διδασκαλία του μαθήματος της ιστορίας, λόγω της χρησιμότητάς τους στη διαμόρφωση των μελλοντικών πολιτών που καλούνται να ζήσουν σε έναν πολύπλοκο κόσμο. Η διδασκαλία της Ιστορίας στην Ελλάδα πρέπει, λοιπόν, να σταματήσει να χαρακτηρίζεται από εθνοκεντρικά και μονολιθικά στοιχεία που υπηρετούν την κυρίαρχη ιδεολογία και αποσκοπούν στη λεγόμενη εθνοπολιτισμική ομοιογένεια και να συνδεθεί με τη δημοκρατική εκπαίδευση και την πολιτική αγωγή», όπως σωστά προτείνει η Ξένια Ελευθερίου στο βιβλίο της «Η δημόσια ιστορία ως συγκρουσιακό θέμα», εκδ. ΝΕΦΕΛΗ, 2019.