Είναι η Ελλάδα αναθεωρητική δύναμη στο Αιγαίο;
Συμπέρασμα του συγγραφέα είναι ότι «υπάρχουν προφανείς και λογικές λύσεις» στις ανοιχτές διαφορές, οι οποίες δε χρειάζονται καν υπέρμετρες θυσίες και συμβιβασμούς για καμία από τις δύο χώρες. Ο λόγος για τον οποίο δεν προχωρεί το αισιόδοξο αυτό σενάριο είναι, για τον Ηρακλείδη, η έλλειψη αμοιβαίας εμπιστοσύνης, οι εκατέρωθεν φόβοι, σε συνδυασμό με τη δαιμονοποίηση του Άλλου, ο οποίος θεωρείται ο ιστορικός εχθρός. Στη βάση αυτή, σκιαγραφεί τις πιο πιθανές λύσεις οι οποίες μπορεί να είναι βιώσιμες και αποδεκτές για όλα τα διμερή ζητήματα στο Αιγαίο.
Ποιες λοιπόν μπορεί να είναι οι λύσεις; Ο Ηρακλείδης εξετάζει εναλλακτικά σενάρια, από την προσφυγή στο διεθνές δικαστήριο της Χάγης έως τις διμερείς διαπραγματεύσεις. Η όποια λύση όμως έχει τις εξής προϋποθέσεις: να κατανοήσουν και τα δύο μέρη πόσο ειλικρινείς και αμοιβαίες είναι οι φοβίες της άλλης πλευράς και η εκατέρωθεν αίσθηση απειλής. Επίσης, ότι η επίλυση των διαφορών μπορεί να αποβεί αμοιβαία επικερδής, χωρίς να σημαίνει ότι πρέπει να είναι μόνο ο ένας ή ο άλλος νικητής. Και οι δύο πλευρές πρέπει να συμβιβαστούν, περιορίζοντας τις υπέρμετρες διεκδικήσεις τους, προς όφελος όμως τελικά όλων. Άλλωστε, όπως τεκμηριωμένα δείχνει ο Ηρακλείδης, δεν έχουμε σε όλα δίκιο. Ίσως ήρθε λοιπόν η ώρα να το αναγνωρίσουμε.
Είναι όμως εύκολο; Ένα στρατιωτικοπολιτικό σύμπλεγμα συμφερόντων και στις δύο περιοχές του Αιγαίου, που συνδέεται κυρίως με εξοπλισμούς και πιο πρόσφατα με αγωγούς, σε συνδυασμό με κατεστημένες εθνοκεντρικές αντιλήψεις του παρελθόντος, όχι μόνο στην κοινή γνώμη αλλά και στην πολιτική, την ακαδημία και τα ΜΜΕ, δημιουργούν ένα μπλοκ που δεν είναι εύκολο να σπάσει.