Ευτύχιος Φυτράκης

27
06

Η (δήθεν) ισχύς του επιεικέστερου «αποσυμφορητικού» νόμου…

Στην ομιλία του προς το υπουργικό συμβούλιο ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης παρέδωσε και ένα σύντομο «μάθημα» διαχρονικού ποινικού δικαίου. Θέλησε, συγκεκριμένα, να μας θυμίσει ότι οι «αποφυλακίσεις κρατουμένων έγιναν ευκολότερες με ρυθμίσεις της προηγούμενης κυβέρνησης. Και, βέβαια, ξέρουμε καλά ότι οι παλαιότερες ευεργετικές διατάξεις υπερισχύουν των μεταγενέστερων έστω και αν έχουν ισχύσει για μία ημέρα». Πράγματι, αν κανείς αναφέρεται στην ισχύ των Ποινικών Κωδίκων αυτό είναι αλήθεια. Ομως, εν προκειμένω, η συζήτηση αφορούσε την ισχύ των έκτακτων-αποσυμφορητικών νόμων και την κυβερνητική προπαγάνδα για τον περίφημο «νόμο Παρασκευόπουλου». Η «αρχή του επιεικέστερου νόμου» ισχύει βέβαια στο ουσιαστικό ποινικό δίκαιο και επιβάλλει την αναδρομική εφαρμογή της διάταξης που οδηγεί στην ευμενέστερη μεταχείριση του κατηγορουμένου (άρ. 2 Π.Κ.). Μάλιστα γίνεται δεκτό ότι καλύπτει και την υφ’ όρον απόλυση, αφού αυτή στην Ελλάδα θεωρείται θεσμός του ουσιαστικού ποινικού δικαίου. Ομως τα πράγματα έχουν διαφορετικά καθ’ όσον πρόκειται για νόμους με έκτακτες διατάξεις οι οποίες διαθέτουν σαφώς οριοθετημένο χρονικό πλαίσιο ισχύος. Αυτό συμβαίνει με όλους τους αποσυμφορητικούς νόμους οι οποίοι επιδίωκαν να λύσουν ένα ενεργό πρόβλημα τη στιγμή της δημοσίευσής τους και γι’ αυτό καταλάμβαναν τους κρατουμένους συγκεκριμένης περιόδου. (...) Οι αποσυμφορητικοί νόμοι ουδόλως μπορούν να εφαρμοστούν σε κρατουμένους που αποκτούν τις προϋποθέσεις τους μελλοντικά, δηλαδή μετά τη λήξη τους. Αυτή η θέση συνιστά απολύτως πάγια πρακτική της νομολογίας αλλά και της σωφρονιστικής διοίκησης καθώς ο εκάστοτε αποσυμφορητικός νόμος «περιέχει ειδικές ποινικές διατάξεις και εφαρμόζεται αυστηρά και για συγκεκριμένους λόγους σε περιορισμένη κατηγορία περιπτώσεων». Τόσο απλά! Συνεπώς, η αναφορά του κ. πρωθυπουργού σε παλαιότερες διατάξεις που εξακολουθούν να ισχύουν και μετά τη λήξη της ισχύος τους, είναι απολύτως ανακριβής, όταν πρόκειται για αποσυμφορητικούς νόμους. Επειτα απ’ όλα αυτά μπορεί κανείς να αναρωτηθεί: Η πρωθυπουργική ανακρίβεια οφείλεται σε επικίνδυνη άγνοια ή συνιστά μια προσπάθεια συνειδητής παραπλάνησης; Κανείς δεν ξέρει τι είναι χειρότερο, σε κάθε περίπτωση πάντως είναι εξαιρετικά θλιβερό. Οταν μάλιστα πρόκειται για τον πρωθυπουργό, γίνεται όχι μόνο πολιτικά ανησυχητικό αλλά και θεσμικά επικίνδυνο.