Η μαθητεία δεν είναι πανάκεια ή λύση σε ευρύτερα δομικά προβλήματα δημιουργίας θέσεων εργασίας του παραγωγικού συστήματος. Πιο ισχυρές επιπτώσεις στην ανεργία μπορεί να έχει ο περιορισμός δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων, των εισοδημάτων, της καταναλωτικής ζήτησης και της παραγωγής, από την εκπαίδευση του ανθρώπινου δυναμικού. Η Ελλάδα αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα όπου ένα, υψηλών προσόντων και εκπαίδευσης, ανθρώπινο δυναμικό μετανάστευσε στο εξωτερικό με σκοπό την εξεύρεση -καλύτερα αμειβόμενων- θέσεων εργασίας (brain waste) μετά την οικονομική κρίση και τις πολιτικές λιτότητας που την ακολούθησαν (π.χ., μείωση μισθών και υποκατώτατος μισθός για νέους).
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, είναι σημαντικό οι όποιες μεταρρυθμίσεις να «χτίζουν» πάνω στις εμπειρίες του θεσμού έως τώρα, σε ό,τι λειτουργεί και είναι αποτελεσματικό, καθώς και στις κατευθύνσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Αυτό διότι τα στοιχεία σχετικά με τη μετάβαση στην εργασία των νέων είναι αποθαρρυντικά. Ενδεικτικά, η χώρα καταγράφει το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας των νέων στην Ε.Ε., 33,2% τον Οκτώβριο του 2021, το υψηλότερο ποσοστό νέων μακροχρόνια ανέργων εκτός κατάρτισης, εκπαίδευσης και απασχόλησης εντός Ε.Ε. (41%), ενώ παράλληλα διακρίνεται και από υψηλά ποσοστά μετανάστευσης νέων για εξεύρεση εργασίας.
Στην Ελλάδα οι κατευθύνσεις πολιτικής οφείλουν να συγκεντρώνονται σε ένα βασικό κείμενο πολιτικής εν είδει «στρατηγικού σχεδίου για τη μαθητεία». Αυτό το στρατηγικό σχέδιο θα μπορούσε να αναπτύσσεται σε τρεις άξονες:
* Άξονας βελτίωσης ποιότητας της εκπαίδευσης στη μαθητεία.
* Άξονας διασφάλισης εργασιακών δικαιωμάτων και ποιοτικών θέσεων εργασίας.
* Άξονας διασύνδεσης μαθητείας με την παραγωγική ανάπτυξη.