Ο Τραμπ δεν ήταν ούτε ένας Χίτλερ ούτε ένας Νέρωνας, αλλά ένας πολύ κακός καλλιτέχνης που επιβραβεύτηκε από τους υποστηρικτές του για τις άθλιες παραστάσεις του. Η απεύθυνσή του στο μισό πληθυσμό της χώρας, στηρίχθηκε στη διαμόρφωση μιας πρακτικής ενθουσιώδους σαδισμού, απαλλαγμένου από οποιαδήποτε δέσμευση ηθικής ντροπής ή νόρμας.
Ο εξουθενωμένος πρόεδρος, ωστόσο, διακήρυξε πως έχει κερδίσει, αν και όλοι γνωρίζουν πως αυτό δεν είχε συμβεί, τουλάχιστον όταν έκανε τη δήλωσή του. Ούτε καν το δίκτυο Fox δεν αποδέχθηκε τον ισχυρισμό του, ακόμα και ο Πενς είπε πως κάθε ψήφος πρέπει να προσμετρηθεί. Ο σχεδόν έκπτωτος τύραννος ήθελε να βάλει ένα τέλος στα τεστ κορονοϊού, στην καταμέτρηση, στην επιστήμη, ακόμα και στον εκλογικό νόμο και στις μεθόδους επαλήθευσης, που καθόλου δεν τον εξυπηρετούν, προκειμένου να πει την ψεύτικη αλήθεια του για μια ακόμα φορά. Αν έπεφτε, θα προσπαθούσε να πάρει μαζί του και τη δημοκρατία.
Όταν, όμως, ο πρόεδρος αυτοανακηρύσσεται νικητής και γελοιοποιείται, αφού ακόμα και οι φίλοι του καλούν ταξί για να το πάρει να φύγει, μένει μόνος του με την ψευδαίσθηση πως είναι ένα πανίσχυρος ισοπεδωτής. Μπορεί να προσφύγει σε όσα δικαστήρια θέλει, όταν όμως οι δικηγόροι του σκορπιστούν στον άνεμο, και τα δικαστήρια, εξουθενωμένα, παύσουν να τον ακούν, θα βρεθεί μόνος του να κυβερνά το νησί που λέγεται Τραμπ, με την ψευδαίσθηση της πραγματικότητας. Φαίνεται ότι, επιτέλους, θα έχουμε την ευκαιρία να αφήσουμε τον Τραμπ να γίνει το υπερθέαμα ενός προέδρου, ο οποίος, στην προσπάθειά του να καταστρέψει τους νόμους που οικοδομούν τη δημοκρατία, έγινε η μεγαλύτερη απειλή της.