Νίκος Ανέστης

25
10

Οι δύο «όχθες» και το «ποτάμι» του ιδιωτικού χρέους. Μια κριτική επισκόπηση του υπό ψήφιση Πτωχευτικού Κώδικα.

Οι εργαζόμενοι, εάν οι πιστωτές δε συμφωνήσουν σε νέες συμβάσεις – με προφανώς άλλο μισθό και ωράριο – χάνουν όχι μόνο τη δουλειά τους, αλλά τους μισθούς και τις αποζημιώσεις τους, αφού δίνεται η δυνατότητα να λυθούν αζημίως όλα τα παραπάνω από την αίτηση πτώχευσης. Οι εργαζόμενοι, που υπέμειναν όλες τις κρίσεις, «βάζοντας πλάτη» στερούμενοι μισθούς και υπερωρίες, περιμένοντας την επιχείρηση να ορθοποδήσει για να μη χάσουν τη δουλειά τους, υφίστανται τώρα τα χειρότερα! Οι οφειλέτες και οι συνοφειλέτες εγγυητές στερούνται ή καλύτερα απεκδύονται των όποιων δικονομικών όπλων τους χορηγούσε ο νόμος. Ενδεικτικά, διατηρείται η δυνατότητα να χορηγηθούν προληπτικά μέτρα που συνοδεύουν την αίτηση πτώχευσης από τους πιστωτές, αλλά οι οφειλέτες δεν έχουν τα δικονομικά όπλα των αντιρρήσεων στις επαληθεύσεις των απαιτήσεων, αν πράγματι δηλαδή όσα ζητούν οι πιστωτές είναι τόσα όσα οφείλονται, και έχουν δικαίωμα μόνο για μια ανακοπή ως προς τον πίνακα κατάταξης των πιστωτών, χωρίς μάλιστα δικαίωμα έφεσης. Η πρώτη ή/και κύρια ή/και μόνη κατοικία παύει να προστατεύεται, ανήκει πλέον στην περιουσία που εκποιείται στο σύνολό της και πρέπει να αποδοθεί στο σύνδικο εντός έξι μηνών από την κήρυξη πτώχευσης, εκτός εάν οι οφειλέτες χαρακτηριστούν ευάλωτοι. Μόνο στους ευάλωτους οφειλέτες παρέχεται η δυνατότητα, είτε αιτηθούν οι ίδιοι να πτωχεύσουν είτε οι πιστωτές τους επιθυμούν να τους πτωχεύσουν, ή μάλλον ο μονόδρομος της μεταβίβασης – «μίσθωσης» – της πρώτης ή/και κύριας ή/και μόνης κατοικίας τους σε εταιρεία που θα τους το μισθώνει για δώδεκα χρόνια. Ως ευάλωτοι οφειλέτες χαρακτηρίζονται οι δικαιούχοι του Επιδόματος Στέγασης για έως και εξακόσιες χιλιάδες (600.000) νοικοκυριά που διαμένουν σε μισθωμένη κατοικία ή επιβαρύνονται με το κόστος εξυπηρέτησης στεγαστικού δανείου πρώτης κατοικίας ή αλλιώς οι δικαιούχοι του «Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης (Κ.Ε.Α.)» ή όπως σήμερα ονομάζεται το «Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα». Τα κριτήρια για να υπαχθεί κάποιος σε αυτή την κατηγορία είναι πάρα πολύ χαμηλά και στην ουσία αφήνει απ’ έξω φυσικά πρόσωπα, επιτηδευματίες, επιχειρηματίες που έχουν χτυπηθεί όσο τίποτα από την οικονομική κρίση της τελευταίας δεκαετίας και τη σύγχρονη υγειονομική κρίση εξαιτίας του COVID-19 που όχι μόνο επηρεάζει, αλλά συνεχίζει, διατηρεί και βαθαίνει την προηγούμενη. Σε ό,τι δε αφορά τη δυνατότητα επαναγοράς της κατοικίας τους, η τιμή στην οποία θα κληθούν να την αγοράσουν θα είναι η τότε εμπορική και θα προκύψει από εκτιμητή που θα διαλέγει η ίδια η εταιρεία. Ο οφειλέτης θα μπορεί να επαναγοράσει το σπίτι του μετά από 12 χρόνια, αφού ασφαλώς θα πληρώνει ενοίκιο για όλα αυτά τα χρόνια. Αν επιθυμεί να το επαναγοράσει πριν τη λήξη των δώδεκα ετών, εκτός από την εμπορική του αξία, θα υποχρεωθεί να καταβάλλει και τα υπόλοιπα ενοίκια που θα εισέπραττε η εταιρεία έως τη λήξη των δώδεκα ετών! Εάν ο οφειλέτης-ενοικιαστής δε μπορέσει να καταβάλει ενοίκια για τρεις συνεχόμενους μήνες και δεν προλάβει να τα καταβάλλει όλα μαζί εντός τους επόμενου, τότε υποχρεούται να αποδώσει το μίσθιο. Δηλαδή σε 4 μήνες θα πρέπει να παραδώσει το σπίτι του στο φορέα που πλήρωνε ενοίκιο για να το χρησιμοποιεί μέχρι να τον εκδιώξει από αυτό.