Σύμφωνα με τα στοιχεία του UNEP (Περιβαλλοντικό Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών), το 2017 οι βιομηχανοποιημένες χώρες επένδυσαν 103 δισ. δολάρια στις ανανεώσιμες πηγές σε σχέση με τα 177 δισ. των μη βιομηχανοποιημένων χωρών
Ο Τζιάνι Σιλβεστρίνι έχει να επιδείξει πείρα δεκαετιών στον τομέα της ενεργειακής πολιτικής και της τεχνολογίας που σχετίζεται με την ηλιακή ενέργεια. Έχει διατελέσει γενικός διευθυντής του υπουργείου Περιβάλλοντος της Ιταλίας, όντας υπεύθυνος για την υλοποίηση των προγραμμάτων «10.000 ηλιακές στέγες», «Κυριακές χωρίς αυτοκίνητο» και «Διαμοιρασμός αυτοκινήτων» τα οποία τότε σχετίζονταν με τις οδηγίες του Πρωτοκόλλου του Κιότο. Είναι ο επιστημονικός διευθυντής του «Kyoto Club», ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού που συσπειρώνει εκπροσώπους 230 οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, ιταλικών επιχειρήσεων και χρηματοπιστωτικών οργανισμών που προωθούν πολιτικές και δράσεις υπέρ της κλιματικής αλλαγής. Είναι επίσης επιστημονικός διευθυντής του διμηνιαίου ενεργειακού περιοδικού «Qualenergia», διευθυντής του Συμβουλίου Πράσινων Κτηρίων της Ιταλίας και του FREE, ενός οργανισμού 27 ιταλικών ενώσεων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και ενεργειακής αποδοτικότητας. Με την πολύτιμη βοήθεια των συνεργατών μας, Ιωσήφ Σινιγάλια και Στάθη Λουκά, συζητάμε μαζί του για τον ενεργειακό μετασχηματισμό που επιτάσσει η κλιματική αλλαγή και για τις ευκαιρίες που αυτός δημιουργεί οικονομικά και κοινωνικά.
Τη συνέντευξη πήραν οι Ιωσήφ Σινιγάλιας και Στάθης Λουκάς
Από τη αρχή της βιομηχανικής επανάστασης, το πέρασμα από μια φάση στην επόμενη προσδιορίζεται από τις τάσεις της αγοράς, τις υποδομές, τον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό κλπ. Χαρακτηριστική η μετάβαση από τον άνθρακα στους υδρογονάνθρακες. Σήμερα, σε συνέχεια μιας συζήτησης που διαρκεί περισσότερο από 25 χρόνια, ένας νέος παράγοντας επιδρά καθοριστικά σ’ αυτή τη μετάβαση: το κλίμα.
Σίγουρα, η κλιματική αλλαγή έστρεψε εκ νέου την προσοχή σε λύσεις ικανές να μειώσουν τις εκπομπές των αέριων θερμοκηπίου, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για μια έκρηξη νέων τεχνολογιών (disruptive technologies, ανατρεπτικές, ρηξικέλευθες τεχνολογίες), που είναι σε θέση να επιβληθούν σε παγκόσμιο επίπεδο, με κόστη όλο και πιο ανταγωνιστικά. Η δεσμευτική πολιτική που υιοθέτησε η Ευρώπη δημιούργησε μια διευρυμένη αγορά για τις ηλιακές και αιολικές εγκαταστάσεις, με αποτέλεσμα τη δραστική μείωση των τιμών και συνέπεια τη διάχυση τους σε όλο τον πλανήτη. Είναι πάνω από 6 χρόνια που οι επενδύσεις σε νέες μονάδες ΑΠΕ, ξεπερνούν τις αντίστοιχες στα υδροηλεκτρικά σε πολλές χώρες (Χιλή, Μεξικό, Βραζιλία, Σαουδική Αραβία, Ινδία, Πορτογαλία, Γερμάνια). Όλο και συχνότερα στις δημοπρασίες οι ανανεώσιμες προκύπτουν πιο ανταγωνιστικές σε σχέση με τις μονάδες άνθρακα και φυσικού αεριού. Λαμβάνοντας υπ’ όψη ότι η κλιματική αλλαγή θα γίνεται όλο και πιο αισθητή, αυτή η τάση θα συνεχιστεί, επιφέροντας ριζικές αλλαγές όχι μόνο στο ενεργειακό πεδίο, αλλά και σε εκείνο των μεταφορών με την ανάδειξη της ηλεκτρικής κινητικότητας, επιδρώντας τόσο στις παρεμβάσεις στη βιομηχανία όσο και στη γεωργία.
Ας μιλήσουμε για τις ηλεκτροκίνητες μετακινήσεις. Ποιες εξελίξεις μπορούμε να αναμένουμε και σε τι χρονικό ορίζοντα;
Η διαφορά κόστους μεταξύ συμβατικού και ηλεκτροκίνητου αυτοκίνητου έχει σχέση με τα συστήματα συσσώρευσης (μπαταρίες), των οποίων οι τιμές είναι υψηλές, αλλά διαφοροποιούνται με ταχύ ρυθμό. Υπολογίζεται ότι η τιμή των μπαταριών λιθίου έχει μειωθεί κατά 80% συγκριτικά με το 2010 και προβλέπεται περαιτέρω μείωση της τάξης του 67% για την επόμενη δεκαετία. Έτσι, διαμορφώνονται προϋποθέσεις περιορισμού της εξάρτησης από το πετρέλαιο και της μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, προσφέροντας στους πολίτες οικονομικότερες λύσεις σε σχέση με τις υφιστάμενες. Είναι προφανές ότι αυτή η ανατροπή που θα συμβεί αναπόφευκτα, προκειμένου να επιδράσει επωφελώς, πρέπει να τύχει της δέουσας προσοχής και ευφυούς προετοιμασίας και διαχείρισης εκ μέρους των κυβερνήσεων. Μια προσέγγιση επ’ αυτού θα έβλεπε τη δρομολόγηση και στην Ελλάδα μιας περιορισμένης παραγωγής ηλεκτρικών οχημάτων, σε συνεργασία με κινέζικες εταιρίες που αυτή τη στιγμή ηγούνται αυτής της τεχνολογίας.
Παράλληλα με την τεχνολογική καινοτομία, εμφανίζονται και σημαντικές διαχειριστικές καινοτομίες. Τον τελευταίο καιρό καταγράφεται μια αυξητική τάση στη μετάβαση από τη χρήση ιδιόκτητων αυτοκινήτων στην αξιοποίηση των υπηρεσιών διαμοιρασμού που προσφέρουν ομάδες ιδιωτών και μεταφορικές εταιρίες. Είναι τα πακέτα διαμοιρασμού αυτοκινήτων (car sharing), τα οποία απαντώνται με όλο και μεγαλύτερη συχνότητα σε όλο και περισσότερες χώρες με θετικά αποτελέσματα. Στην Ιταλία ο αριθμός των ατόμων που κάνει χρήση αυτής της υπηρεσίας ανέρχεται στο 1.οοο.οοο. Πρόκειται για μια πολιτιστική ανατροπή, η οποία επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι οι νέοι εκδηλώνουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον στη χρήση του αυτοκίνητου μέσω της υπηρεσίας διαμοιρασμού, παρά στην απόκτηση του. Η τάση αυτή επιβεβαιώνεται και από τη μείωση του δείκτη αυτοκίνησης των Ιταλών στο ηλικιακό φάσμα 18-45, ο οποίος από το 53% το 2005 πέρασε στο 37% το 2016. Μια ευφυής στρατηγική, η οποία βασίζεται στην αντίληψη των δημόσιων μέσων μεταφοράς, θα μπορούσε να εξασφαλίσει την καθημερινή μετακίνηση με παράλληλη μείωση έως και 82% του αριθμού των κυκλοφορούντων οχημάτων.
Τι σημαίνει αυτή η επιλογή στην ενεργειακή κατανάλωση όσον αφορά τις σχέσεις των αναπτυγμένων χωρών (Ocse) με τις υπόλοιπες χώρες του κόσμου;
Η επανάσταση ξεκίνησε από τη Δύση, αλλά σε αυτή τη φάση το κέντρο βάρους των επενδύσεων έχει μετακινηθεί στις αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες χώρες. Σύμφωνα με τα στοιχεία του UNEP (Περιβαλλοντικό Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών), το 2017 οι βιομηχανοποιημένες χώρες επένδυσαν 103 δισ. δολάρια στις ανανεώσιμες πηγές σε σχέση με τα 177 δισ. των μη βιομηχανοποιημένων χωρών. Η ίδια δυναμική παρατηρείται και σε άλλους τομείς. Η ηλεκτρική κινητικότητα παρουσιάζει μεγάλη ανάπτυξη με την Κίνα να κατέχει πρωταγωνιστικό ρόλο. Το Πεκίνο πούλησε πέρυσι 777.000 ηλεκτρικά αυτοκίνητα, που αντιπροσωπεύει πάνω από το 50% της παγκόσμιας αγοράς.
Η ενεργειακή πολιτική του Τραμπ αποτυγχάνει
Πώς προχωρά η COP21 και οι μετεξελίξεις της;
Η συμφωνία του Παρισιού επέφερε μια επιτάχυνση των πολιτικών, ενεργοποιώντας πολλές νέες επιχειρήσεις, πόλεις, περιφέρειες, που προσδιόρισαν νέους φιλόδοξους στόχους. Σε επίπεδο κυβερνήσεων, υπάρχουν χώρες που αντελήφθησαν τις προκλήσεις, και άλλες που έκριναν ότι δεν απαιτείται να επιταχύνουν το βηματισμό τους. Είναι γεγονός, όμως, ότι μεγάλα επενδυτικά και συνταξιοδοτικά funds μετακινούν σημαντικούς πόρους σε πρωτοβουλίες που στοχεύουν στην ενεργειακή αποδοτικότητα, τις ανανεώσιμες, τη βιώσιμη κινητικότητα, αποεπενδύοντας από τα ορυκτά καύσιμα.
Γίνανε βήματα μπροστά, παρά το σαμποτάρισμα του Τραμπ, ειδικά στην ανάπτυξη των ΑΠΕ;
Η προσπάθεια επαναπροώθησης του άνθρακα στις ΗΠΑ απέτυχε. Και τη φετινή χρονιά θα κλείσουν περισσότερες από 10 μεγάλες εγκαταστάσεις. Οι ανανεώσιμες έφτασαν να έχουν καλύψει το 2017 πάνω από το 95% της μεταβολής της εγκατεστημένης ηλεκτρικής ισχύος (υπολογίζοντας το κλείσιμο των εγκαταστάσεων άνθρακα ). Στις ΗΠΑ, ανέρχεται σε εκατοντάδες ο αριθμός των πόλεων και των επιχειρήσεων που υιοθέτησαν τη στόχευση κάλυψης κατά 100% των ενεργειακών αναγκών τους από ανανεώσιμες, σαν πράξη αναμέτρησης με την πολιτική Τραμπ, επωφελούμενες και από την πτώση του κόστους των εγκαταστάσεων από ΑΠΕ.
Γενικότερα, το «πράσινο κύμα» φαίνεται να μην σταματά με τίποτα. Η τελευταία αναφορά του Bloomberg εκτιμά ότι το 73% των 11,5 τρισ. δολαρίων που θα επενδυθούν σε νέες μονάδες παραγωγής ηλεκτρισμού μέχρι το 2050, θα προέρχονται από τον ήλιο και τον άνεμο, με τεχνολογίες που θα καλύπτουν το 48% της παγκόσμιας ζήτησης σε ηλεκτρισμό.
Απασχόληση και κοινωνική δικαιοσύνη
Ποιες είναι οι επιπτώσεις της ενεργειακής μετεξέλιξης στην απασχόληση σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο;
Σύμφωνα με τα στοιχεία της IRENA (Διεθνής Υπηρεσία Ανανεώσιμης Ενέργειας), οι ΑΠΕ εξασφαλίζουν θέσεις εργασίας σε περισσοτέρους από 10 εκ. εργαζόμενους, αριθμός που θα μπορούσε να τριπλασιαστεί στα μέσα του αιώνα που διανύουμε. Στην Ευρώπη οι θέσεις εργασίας σε αυτό τον τομέα ξεπερνούν το ένα εκατομμύριο. Θα πρέπει να αναφερθεί ότι η υιοθέτηση μιας απρόσεκτης διαχείρισης των επιδοτήσεων είχε σαν αποτέλεσμα τη μείωση του αριθμού των απασχολούμενων, τάση η οποία ανατρέπεται εξ αιτίας των νέων στόχων για το 2030 και τη συνεχιζόμενη έντονη πτώση των τιμών.
Κατά πόσο αληθεύει η άποψη ότι η υφιστάμενη ενεργειακή μετάβαση εμπεριέχει την αντίληψη της κοινωνικής δικαιοσύνης;
Η δυνατότητα που παρέχεται από τον πολλαπλασιασμό των ενεργειακών πηγών μέσω των ΑΠΕ διασφαλίζει όλο και περισσότερο τον έλεγχο από τα κάτω της χρησιμοποιούμενης ενέργειας, εδραιώνοντας την αντίληψη της ενεργειακής δημοκρατίας. Οι πρόσφατες ευρωπαϊκές κατευθύνσεις αποσκοπούν στο να ευνοήσουν τις ενεργειακές κοινότητες. Ένας μεγάλος αριθμός οικογενειών και κοινοτήτων στον κόσμο, μπορεί πλέον να έχει πρόσβαση στον ηλεκτρισμό λόγω της μείωσης του κόστους και της εφαρμογής των ανωτέρω προγραμμάτων. Η επιδείνωση της κλιματικής αλλαγής θα επιβαρύνει κύρια τις ασθενέστερες κοινωνικές τάξεις και την πλειοψηφία των πληθυσμών των χωρών, που κάποτε ονομαζόταν «Τρίτος Κόσμος». Ως εκ τούτου, όλες οι προληπτικές δράσεις για την αντιμετώπιση της περιβαλλοντικής κρίσης κινούνται σε ένα πλαίσιο κοινωνικής δικαιοσύνης.
Απροετοίμαστες οι ευρωπαϊκές εταιρείες ηλεκτρισμού
Ποιο είναι το μέλλον, για τις παλιές καθετοποιημένες εταιρίες ηλεκτρισμού, σε συνέχεια της απόφασης της ΕΕ να στοχοθετήσει για το 2030 το επίπεδο του 32% από τις ΑΠΕ στην συνολική κατανάλωση;
Οι μεγάλες ευρωπαϊκές εταιρίες ηλεκτρισμού βρέθηκαν απροετοίμαστες στην έλευση των ΑΠΕ και αντιμετώπισαν σοβαρές οικονομικές ζημιές. Αρκετές, όμως, από αυτές μπόρεσαν να προσαρμοστούν και άρχισαν να επενδύουν στις ΑΠΕ. Στην Ιταλία η Enel (η αντίστοιχη ΔΕΗ) υποστήριξε την πολιτική αύξησης του ορίου συμμετοχής των ΑΠΕ στο 35% για το τέλος της επομένης δεκαετίας, που πρότεινε το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο. Για να είναι σαφές ακριβώς τι σημαίνει αυτή η πρόκληση φτάνει να σκεφτούμε ότι ο στόχος του 32% από ΑΠΕ στην τελική κατανάλωση, που αποφασίστηκε στο τέλος του περασμένου Ιούνη, μεταφράζεται σε ένα ποσοστό 60% στον ηλεκτρισμό από πράσινη ενέργεια!
Είναι δυνατόν σήμερα, για οποιαδήποτε χώρα, να οργανώνει την ενεργειακή της μετάβαση χωρίς να λαμβάνει υπόψη τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις και να υιοθετεί πολιτικές χωρίς την ενεργή παρουσία του περιβαλλοντικού παράγοντα;
Θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι έχει ξεκινήσει η οικολογική μετατροπή της οικονομίας που θα επιφέρει επαναστατικές αλλαγές σε ολόκληρους κλάδους. Δεν αφορά μόνο την ανάγκη της περιβαλλοντική προστασίας, αλλά τις απαιτήσεις του πλανήτη, τη φροντίδα για το κλίμα, τη σωστή χρήση των πόρων. Όλα αυτά θα επιφέρουν γιγάντιες μετατροπές, προσφέροντας σημαντικές ευκαιρίες στις κυβερνήσεις και στις επιχειρήσεις που θα μπορέσουν να προστρέξουν και να διαχειριστούν αυτές τις αλλαγές.
Πηγή: Η Εποχή