Μόλις η πληροφορία –έγκυρη ή μη δεν έχει σημασία– ότι επίκειται συμφωνία για το μακεδονικό έκανε το γύρο των δημοσιογραφικών γραφείων, τέθηκε για μια ακόμη φορά σε κίνηση ο γνωστός μηχανισμός των υπερασπιστών της Μακεδονίας από τους επίδοξους ξεπουλητές της. Πλημμύρισαν τα κανάλια από παντός είδους εκπροσώπους παμμακεδονικών οργανώσεων, πρώην πρακτόρων της ΚΥΠ που επαγγέλλονται τους στρατηγικούς αναλυτές, ακραίους εθνικιστές και αρχαιολάτρες, συστηματικούς καταστροφολόγους, αλλά και κάθε είδους πολιτικούς, που στηρίζουν την καριέρα τους ή την αμφίβολη αναπαραγωγή τους στην εθνοκαπηλεία
Η ευθύνη της ΝΔ
Το έργο το έχουμε ξαναδεί, αλλά η τρέχουσα εκδοχή του έχει ένα πολύ σημαντικό, ιδιαίτερο χαρακτηριστικό: η μεταστροφή της στάσης της ηγεσίας της ΝΔ, από την επιφύλαξη για το περιεχόμενο της επιδιωκόμενης συμφωνίας στην απόρριψη οποιασδήποτε συμφωνίας και οποιασδήποτε ονομασίας με ίχνη μακεδονικότητας στα συνθετικά της, κατέρριψε κάθε φραγμό που θα μπορούσε να συγκρατήσει μέσα σε κάποια πλαίσια τις σχετικές πρωτοβουλίες, κινήσεις, συμπεριφορές και δηλώσεις. Τώρα, την υπόμνηση ότι η έσχατη προδοσία τιμωρείται με θανατική ποινή, αντικατέστησε η μηνυτήρια αναφορά εναντίον του υπουργού Εξωτερικών επί εσχάτη προδοσία. Τα δύο μεγάλα συλλαλητήρια μετατρέπονται σε πολλά μικρά στην περιφέρεια με την απροκάλυπτη βοήθεια αυτοδιοικητικών παραγόντων της ΝΔ, με επικεφαλής τον κ. Πατούλη. Τώρα, δεν ζητούν να ακουστεί και η δική τους φωνή, απαιτούν να επιβάλουν την άποψή τους, γιατί, όπως λένε χωρίς να νιώθει κανείς την ανάγκη να τους αποστομώσει, κάθε άλλη εξέλιξη θα προκαλέσει εκτροπή! Εδώ ακριβώς ο πολλά βαρύς εθνικισμός συναντάει την γνωστή απέχθειά του προς την… υπερβολική δημοκρατία. Και οι οπαδοί της ΝΔ μάταια ψάχνουν να βρουν τι ακριβώς τους διαχωρίζει από τους, με το αζημίωτο, υπερεθνικιστές.
Στο φαύλο κύκλο του εθνικισμού
Η ηγεσία της ΝΔ, μπλεγμένη πια σε έναν αυτοανατροφοδοτούμενο φαύλο κύκλο, μεταφράζει τον πολιτικό φόβο της μήπως και δει να υπογράφεται συμφωνία με την ΠΓΔΜ από την παρούσα κυβέρνηση, σε απόρριψη οποιασδήποτε εφικτής λύσης. Και την απόρριψη αυτή τη μετατρέπει σε ασπίδα απέναντι στον κίνδυνο να σημειωθούν, με μια πιο εφεκτική στάση, απώλειες στο δεξιό κέρας της. Μ΄ αυτή την τακτική, όμως, υποχρεώνεται να μετατοπίζεται όλο και περισσότερο σε εθνικιστικές θέσεις, τροφοδοτώντας έτσι και η ίδια τις πιθανότητες εμφάνισης πολιτικών σχημάτων στα δεξιά της, εξέλιξη που, υποτίθεται τουλάχιστον, επιδιώκει να αποφύγει για λόγους αυτοσυντήρησης. Το αποτέλεσμα είναι ότι συμπαρασύρει έτσι ένα σημαντικό τμήμα του πολιτικού σκηνικού σε ακραίες εθνικιστικές τοποθετήσεις και, συνεπώς, επηρεάζει δυσμενέστατα το πολιτικό κλίμα, με τρόπο που θα ζήλευε όχι μόνο ο Σαμαράς, αλλά και ο Καρατζαφέρης.
Η συνταγή αυτή δημιουργεί την ψευδαίσθηση της πετυχημένης συνταγής, όσο δεν υπογράφεται συμφωνία. Κάθε φορά, όμως, που φαίνεται να πλησιάζουμε στο ενδεχόμενο της υπογραφής, αναγκάζει τους εμπνευστές της να τη χρησιμοποιούν σαν αυτοεκπληρούμενη προφητεία, γεγονός που αποκαλύπτει τις ιδιοτελείς προθέσεις της ηγεσίας της ΝΔ και προκαλεί ανεπιθύμητες παρενέργειες.
Νέες διαχωριστικές γραμμές
Το επί μήνες καλλιεργούμενο έδαφος για τη δημιουργία, μετώπου των φιλευρωπαϊκών αντιλαϊκιστικών δυνάμεων υπό την υποτιθέμενη φιλελεύθερη κεντροδεξιά ηγεσία του κ. Μητσοτάκη, μοιάζει να υποχωρεί κάτω από τα πόδια των εμπνευστών του και να δίνει τη θέση του σε μια εν δυνάμει αντιεθνικιστική συμπόρευση με την κυβερνητική προσπάθεια για εξεύρεση λύσης τώρα.
Η τοποθέτηση του Στ. Θεοδωράκη και του Ποταμιού επ΄ αυτού είναι γνωστή από καιρό. Σ΄ αυτήν πρέπει να προσθέσουμε πια και τη δημόσια γνωστοποίηση της δυσαρέσκειας της ΔΗΜΑΡ διά στόματος Θεοχαρόπουλου. Η οποία συνοδεύτηκε ήδη από τη δήλωση δυσαρέσκειας για τις κινήσεις της ηγεσίας του ΚΙΝΑΛ εκ μέρους του Γ. Ραγκούση. Αμφιβάλλει κανείς για τις τοποθετήσεις επί του θέματος του Γ. Παπανδρέου και του ΚΙΔΗΣΟ;
Αν οι συλλογισμοί αυτοί έχουν βάση, τότε υπάρχει έδαφος όχι μόνο για την ad hoc στήριξη στη Βουλή μιας συμφωνίας με την ΠΓΔΜ, αλλά και για την προώθηση συμμαχιών σε αντιεθνικιστική, αντιρατσιστική βάση, με στόχο την αποδυνάμωση της επιχείρησης μετατόπισης του συνόλου του πολιτικού σκηνικού προς τα δεξιά, και μάλιστα υπό την ηγεμονία του νεοφιλελεύθερου προτάγματος, από το οποίο δεν έχει καμιά διάθεση να αποστεί ο κ. Μητσοτάκης, όπως απέδειξε στην πρόσφατη ομιλία του στον ΣΕΒ –μνημείο νεοφιλελεύθερου δογματισμού.
Καλή σκέψη, άστοχη πράξη
Από αυτή την άποψη, ήταν ορθή η σκέψη να στηριχθεί η υποψηφιότητα Μπουτάρη στη Θεσσαλονίκη, και όχι μόνο για συμβολικούς λόγους. Υλοποιήθηκε, όμως, με το χειρότερο τρόπο.
Πρώτον, γιατί αγνοήθηκε παντελώς η γνώμη και ο ρόλος μιας υπαρκτής αυτοδιοικητικής κίνησης σε μια τέτοια, ιδιαίτερης σημασίας πολιτική πρωτοβουλία. Γεγονός που προδίδει αδιαφορία για την τύχη της, παρά τα κατά καιρούς λεγόμενα για τη σημασία συγκρότησης και ανάπτυξης τέτοιων πρωτοβουλιών. Αυτό, επιπλέον, προδίδει ελλιπή γνώση για τον τρόπο με τον οποίο ριζώνεις και αποκτάς αποφασιστικό ρόλο στις τοπικές κοινωνίες πραγματοποιώντας σταθερές συμμαχίες σε κοινωνική βάση και όχι ευκαιριακές και εφήμερες. Θα μπορούσαμε να προσθέσουμε και άλλα, καθώς φαίνεται ότι χρειάζεται πολύ μεγάλη προσπάθεια, για να αποσπαστούμε από την αντίληψη ότι η αυτοδιοίκηση δεν είναι παρά προέκταση της κεντρικής διοίκησης και της κεντρικής πολιτικής σκηνής.
Δεύτερον, γιατί τέτοιου είδους συγκλίσεις σημαίνουν πολύ περισσότερα και σημαντικότερα πράγματα από μια θεαματική κίνηση πυροτεχνηματικού χαρακτήρα. Οφείλουν να επιδιώκονται σε μονιμότερη και προγραμματική βάση, ώστε να αποκτούν ουσιαστικότερο πολιτικό χαρακτήρα και να εντάσσονται σε μια στρατηγική θετικού μετασχηματισμού του τοπίου και αλλαγής των συσχετισμών προς όφελος της κοινωνικής και πολιτικής αριστεράς τόσο στο τοπικό όσο και στο κεντρικό πολιτικό πεδίο. Και να συνοδεύονται από πρωτοβουλίες δημόσιου διαλόγου, σοβαρής και δεσμευτικής συζήτησης για τα θέματα όπου μπορούν ή δεν μπορούν να υπάρξουν συμπτώσεις, συμπορεύσεις ή συμπράξεις.
Η αρνητική εμπειρία του πρόσφατου παρελθόντος θα έπρεπε να είχε διδάξει και το Μαξίμου και την Κουμουνδούρου. Τόσο για τις άμεσες αρνητικές συνέπειες που έχουν οι ασάφειες, ηθελημένες και μη, ως προς το πολιτικό έδαφος πάνω στο οποίο οικοδομούνται οι συγκλίσεις και συναντήσεις, όσο και για την κατάληξη που συχνά έχουν επιλογές προσώπων, τα οποία εισάγονται σαν κελεπούρια και γρήγορα αποδεικνύονται βαρίδια. Είναι ίσως άδικο να τα επισημαίνουμε αυτά με αφορμή τη στήριξη στον κ. Μπουτάρη, γιατί ελάχιστα τον αφορούν, αλλά, αν είναι να τα πει κανείς, τώρα πρέπει να ακουστούν. Εκ των υστέρων δεν έχουν αξία.
Χαράλαμπος Γεωργούλας
Πηγή: Η Εποχή