Το κάλεσμα στο Caravel, ως πρωτοβουλία ανασυγκρότησης του ΣΥΡΙΖΑ, είχε μεν ανταπόκριση πράγμα, που οφείλεται στη διάχυτη ανησυχία των μελών του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δεν έδωσε απαντήσεις, όπως φάνηκε από την γρήγορη αποχώρηση των περισσότερων που προσήλθαν. Αναζητήθηκαν οργανωτικές και τεχνικές, αλλά όχι πολιτικές απαντήσεις. Γι’ αυτό αξίζει τον κόπο μια αναδρομή στην πρόσφατη ιστορία για να καταλάβουμε το μέγεθος και την έκταση του προβλήματος.
Ήττα εσωτερική και διεθνής
Η ήττα του Ιουλίου 2015 ήταν ήττα της Αριστεράς και όχι μόνο του ΣΥΡΙΖΑ. Το 2015 ήταν μια χρονιά ορόσημο γι’ αυτή. Έχει σημασία να τονιστεί αυτό. Η ήττα δεν αφορά μόνο τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά το σύνολο της Αριστεράς και των κινημάτων τόσο στο εσωτερικό όσο και στο διεθνές πεδίο. Ο βασικός πολιτικός αντίπαλος του νεοφιλελευθερισμού, η ριζοσπαστική Αριστερά, μπαίνει σε κρίση. Οι μερικές αναγνώσεις της διεθνούς κατάστασης της ταξικής πάλης, αρχίζουν και πάλι να κυριαρχούν, ο γνωστός κατακερματισμός των δυνάμεων της Αριστεράς επανεμφανίζεται και έτσι το σημαντικότερο στοιχείο της στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ, η πολιτική και όχι η ιδεολογική ενότητα της Αριστεράς, μπαίνει σε κρίση. Δυστυχώς, αυτή η τάση δεν εμφανίζεται μόνο στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς. Εντός του ΚΕΑ οι δυνάμεις που στηρίζουν την πολιτική τους στο δικαίωμα της αυτοδιάθεσης των εθνών (και αυτό είναι μερική ανάγνωση της πραγματικότητας, διότι υποτιμά την παγκοσμιοποίηση που εδραιώθηκε με τον νεοφιλελευθερισμό) επιτίθενται στον ΣΥΡΙΖΑ και ζητούν την αποπομπή του. Δεν πέρασε κάτι τέτοιο, αλλά είναι γεγονός ότι η τάση κατακερματισμού ενισχύθηκε. Δεν είναι άμεσα ορατή η ανατροπή του νεοφιλελευθερισμού, επειδή η Αριστερά ως σύνολο έχει ηττηθεί, και επειδή η τάση κατακερματισμού δεν αντιστρέφεται προς το παρόν, άρα δεν είναι δυνατό να δημιουργηθεί αντίπαλο πολιτικό δέος, αντίπαλη στρατηγική. Αυτή η κυριαρχία τού επιτρέπει να λειτουργεί δυνάμει ηγεμονικά, επειδή όποιες τομές ή ρήξεις και αν επιχειρήσουν οι κατακερματισμένες δυνάμεις της Αριστεράς, είναι ακίνδυνες για το σύστημα εξουσίας και αναπαραγωγής του και έτσι αντεπιτίθεται. Η πτώση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ προβάλλεται ως προτεραιότητα για όλο το φάσμα των πολιτικών δυνάμεων. Η δεύτερη πιο σημαντική δύναμη της Αριστεράς (Μελανσόν) είναι ήδη σε κρίση, επειδή αντί να αναζητεί συμμάχους και συνθέσεις, προτάσσει τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στο ΚΚΓ και τον ΣΥΡΙΖΑ. Για τους Ποδέμος τα πράγματα βαίνουν προς μια συρρίκνωση της επιρροής τους κλπ. Είναι σημαντική η ενίσχυση των Εργατικών στην Βρετανία, αλλά δεν έχουμε δει ακόμη την ανάληψη της διακυβέρνησης από το εργατικό κόμμα, ούτε την επίδρασή του στην ανακοπή της ακροδεξιάς στροφής και την πιθανολογούμενη επανάκαμψη της σοσιαλδημοκρατίας και κατ’ επέκταση της Αριστεράς.
Κρίση ταυτότητας: διεκδίκηση της ταυτότητας, δημοψήφισμα
Κρίση φυσιογνωμίας του ΣΥΡΙΖΑ λόγω δυϊσμού. Το Δεκέμβρη του 2008, ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν ένα μικρό, αριστερό κόμμα διαμαρτυρίας. Όμως η στήριξή του στα κινήματα δικαιωμάτων τον μετατρέπει σε στόχο του συστήματος και σταδιακά αναδεικνύεται ως η μόνη σοβαρή αντισυστημική δύναμη. Όλο το πολιτικό σύστημα στρέφεται εναντίον του. Το ξέσπασμα της κρίσης και τα μνημόνια τον φέρνουν σε ηγεμονική θέση, ακριβώς επειδή είχε ήδη χαρακτηριστεί ως αντισυστημική δύναμη. Επομένως, η διαμόρφωση της οργανωμένης πολιτικά και προγραμματικά αντισυστημικής ταυτότητας του ΣΥΡΙΖΑ, προηγήθηκε της κρίσης. Ο ΣΥΡΙΖΑ δυνάμωσε εξαιτίας της ανάπτυξης του αντιμνημονιακού μετώπου, αλλά δεν καθορίστηκε από αυτό. Σε άλλες χώρες (π.χ. Ισπανία, Γαλλία) η λιτότητα και η πάλη εναντίον της, καθόρισε τη δημιουργία κομμάτων της Αριστεράς και γι’ αυτό, ποτέ δεν έφτασαν, ούτε θα προσεγγίσουν, το επίπεδο της καταλυτικής πολιτικής παρέμβασης που πέτυχε ο ΣΥΡΙΖΑ.
Η κρίση ταυτότητας άρχισε από την στιγμή που εξαγγέλλει ότι, αν είναι 3ο κόμμα δεν θα πετάξει την 3η εντολή μετά τις εκλογές του 2012, αλλά θα επιχειρήσει να κυβερνήσει. Η προωθητική δύναμη αυτής της διακήρυξης οφείλεται στο γεγονός ότι σαν τέτοια χαράζει μια τακτική που μοιάζει περισσότερο σε πόλεμο κινήσεων κατά Γκράμσι παρά σε πόλεμο θέσεων. Τα αντιμνημονιακά αισθήματα βρίσκουν πολιτική έκφραση και δημιουργούν ενθουσιασμό και συστράτευση. Η κίνηση αυτή ώθησε πολύ τον ΣΥΡΙΖΑ, δίνοντάς του τη δυνατότητα να διεκδικήσει την κυβέρνηση στις επαναληπτικές εκλογές και την ευκαιρία, να βρει απροετοίμαστο το διεθνές σύστημα επιβολής του νεοφιλελευθερισμού. Η μονομερής αθέτηση των συμφωνιών τότε δεν θα αφορούσε μόνο την κατάρρευση της Ελλάδας αλλά και τις τράπεζες της Γαλλίας και της Γερμανίας. Η διακήρυξη είχε, όμως, και τις δυσκολίες της, διότι ήταν προφανές ότι το επίπεδο της οργανωτικής ετοιμότητας του ΣΥΡΙΖΑ δεν αντιστοιχούσε σε κάτι τέτοιο. Στην συνέχεια επικρατεί η γραμμής τη «βίαιης ωρίμανσης», που καταλήγει στο πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, όπου αρχίζουν να κάνουν την εμφάνισή τους και θέσεις διαχείρισης του συστήματος και με αυτό το μετριοπαθές πρόγραμμα κερδίζει τις εκλογές του 2015, με μεγάλη συσπείρωση, η οποία διευρύνεται κατά τη διάρκεια της διαπραγμάτευσης.
Το δημοψήφισμα ήταν ένας δεύτερος σχετικά επιτυχημένος πόλεμος κινήσεων στο εσωτερικό πεδίο της ταξικής πάλης, αλλά δυστυχώς ανεπαρκής στο διεθνές πεδίο, όπου το ευρωπαϊκό σύστημα είχε ήδη θωρακιστεί, είχε αφαιμάξει πλήρως την ελληνική οικονομία και είχε οδηγήσει σε χρεοκοπία το τραπεζικό σύστημα. Η κρίση ταυτότητας εντάθηκε με την υπογραφή του 3ου μνημονίου, αλλά και με τα μέτρα που ψήφισε για το κλείσιμο της 2ης αξιολόγησης. Οι συνέπειες των μέτρων της 2ης αξιολόγησης δεν έχουν ακόμη καταγράψει την αρνητική τους επίδραση στην επιρροή και τη φυσιογνωμία του ΣΥΡΙΖΑ, διότι οι «θεσμοί» συμβιβάστηκαν με τη χρονική μετάθεση της εφαρμογής των μέτρων. Ο δυϊσμός αριστερό κόμμα που κυβερνά και διαχειρίζεται την εφαρμογή μνημονίων και την αναπαραγωγή του συστήματος εξουσίας του διεθνούς χρηματιστικού κεφαλαίου, ενώ ταυτόχρονα προσπαθεί να αποδείξει την αριστερή του φυσιογνωμία και ότι εκπροσωπεί την εργασία, είναι ένας γρίφος που απαιτεί απάντηση, ακριβώς επειδή είναι στην κυβέρνηση σε συνθήκες νεοφιλελεύθερης κυριαρχίας και ολικής κρίσης στρατηγικής της Αριστεράς, με ταυτόχρονη άνοδο του ακροδεξιού λαϊκισμού. Ο γρίφος αυτός θα είναι στο προσκήνιο, ακόμη και χωρίς μνημόνια, άσχετα από τη φυσιογνωμία του ΣΥΡΙΖΑ. Θα επιτρέπει μονομερείς θεωρήσεις της πραγματικότητας και φυσικά θα οδηγεί σε αποσυσπείρωση την Αριστερά. Αν η Αριστερά δεν δώσει συνολική απάντηση στο ζήτημα διαχείρισης της κυβερνητικής εξουσίας και αποδόμησης όλου του συστήματος εξουσίας του νεοφιλελευθερισμού δεν θα ξεπεράσει την κρίση της.
Ανασυγκρότηση σε συνθήκες ανάθεσης;
Σε συνθήκες ανάθεσης είναι εφικτή η ανασυγκρότηση; Η πτώση της κυβέρνησης Παπαδήμου και η προκήρυξη εκλογών συνοδεύεται από ένα αρνητικό φαινόμενο. Την κάμψη των κινημάτων ενάντια στην λιτότητα και τα μνημόνια. Φαίνεται πως το λαϊκό κίνημα «αναθέτει» στον ΣΥΡΙΖΑ την εκπροσώπησή του, και εκείνο αποσύρεται από το ενεργό πεδίο της πολιτικής. Στο εξής το αντιμνημονιακό μέτωπο θα διαμορφώνεται με πολιτική αντιπαράθεση στα βουλευτικά έδρανα και στα συστημικά ΜΜΕ, πράγμα που δίνει πλεονέκτημα στις συστημικές δυνάμεις. Έτσι, πρώτον, δεν αναπτύσσονται τα αυτοδιοικητικά κινήματα, και αναγκαστικά ο ΣΥΡΙΖΑ πάει στην επιλογή του συνθήματος «τρεις κάλπες μια επιλογή» που λειτούργησε και προωθητικά, αλλά και ανασταλτικά. Έδωσε την δυνατότητα σχηματισμού ψηφοδελτίων και παρουσίας σε περιοχές που πριν δεν μπορούσε να πλησιάσει, αλλά από την άλλη δεν δημιουργήθηκαν επαρκώς κινήματα από τα κάτω ούτε κοινωνικές συμμαχίες αλλά ούτε και συμμαχίες με άλλες όμορες αυτοδιοικητικές δυνάμεις. Η μερική αυτή επιτυχία ήταν και ο παράγοντας που έπαιξε εξέχοντα ρόλο στο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κέρδισε αυτοδυναμία στις εκλογές του 2015.
Δεύτερον, ο περιορισμός της αντιπαράθεσης από τους δρόμους και τις πλατείες, στο κοινοβουλευτικό πεδίο, μεγεθύνει τις διαφορές εντός της Αριστεράς. Η γραμμή του σχεδίου Β, έχει μεγαλύτερη επιρροή στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ απ’ ότι στην κοινωνία, η οποία αναζητώντας απαντήσεις στη λιτότητα απαιτεί τη συνεργασία και σπρώχνει συνεχώς τον ΣΥΡΙΖΑ. Προκαλείται, λοιπόν ,ένας διχασμός της φυσιογνωμίας του ΣΥΡΙΖΑ, με δυνάμεις στο εσωτερικό του να υπηρετούν άλλο πολιτικό σχέδιο και ο ΣΥΡΙΖΑ να αποκόπτεται από τις κοινωνικές του συμμαχίες. Η πλειοψηφία των συνδικαλιστικών στελεχών ήταν σε αυτή τη γραμμή και η μετέπειτα αποχώρησή τους ήταν ένα σημαντικό πλήγμα για τον ΣΥΡΙΖΑ. Σήμερα, το συνδικαλιστικό κίνημα είναι σε βαθύτερη κρίση από το ίδιο το πολιτικό σύστημα. Ελάχιστες είναι οι οργανωμένες δυνάμεις της εργασίας και στο βαθμό που είναι οργανωμένες, απέχουν αρκετά από το να υπηρετούν τα ταξικά τους συμφέροντα. Τρίτον, ευνοεί τη δημιουργία μαζικών συστημικών κομμάτων και αδύναμων μη συστημικών. Η ΝΔ διατείνεται ότι έχει 400.000 μέλη επειδή τόσοι ψήφισαν στις πρόσφατες εσωκομματικές εκλογές. Αντίθετα οι οργανωμένες δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ είναι κάτω του υποδεκαπλάσιου και η ανάθεση μεταφέρεται στο εσωτερικό του ως αδύναμη λειτουργία ΟΜ και οργάνων.
Λάθος αιτίες της κρίσης
Η πρωτοβουλία των συντρόφων που κάλεσε σε συγκέντρωση στο Caravel, πατά σε ένα υπαρκτό πρόβλημα, την κρίση ταυτότητας και φυσιογνωμίας του ΣΥΡΙΖΑ. Οι σύντροφοι βλέπουν μόνο την προβολή αυτού του προβλήματος στο πεδίο της οργανωτικής λειτουργίας του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτή η ελλιπής θεώρηση, οδηγεί και σε λάθος αιτίες της κρίσης.
Πολλοί σύντροφοι θεωρούν ότι πηγή της κρίσης είναι οι τάσεις και η λειτουργία τους ως μηχανισμοί νομής εξουσίας. Ναι, υπήρξαν στιγμές που οι τάσεις λειτούργησαν ως μηχανισμοί, δεν μπορούσε, όμως, να γίνει αλλιώς, διότι κουβαλάμε μέσα μας τη συμπεριφορά που είχαμε σε προηγούμενα κόμματα της Αριστεράς. Υπήρξαν, όμως, και πολύ περισσότερες στιγμές που λειτούργησαν προωθητικά. Ειδικότερα η τάση των 53+ αποβάλλει συνεχώς τα χαρακτηριστικά του μηχανισμού, τα κεντρικά στελέχη τους δεν είναι στο συντονιστικό, και έτσι δεν αναπαράγεται μηχανισμός, αλλά επιδιώκεται η σύνθεση απόψεων με σκοπό τη χάραξη στρατηγικής και της αναμόρφωσης του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό το χαρακτηριστικό ενισχύεται περισσότερο μετά και την τελευταία πανελλαδική συνδιάσκεψή τους. Γίνεται, λοιπόν, ουσιαστική μετατόπιση δράσης από το οργανωτικό πεδίο (άρα την ταύτισή της με μηχανισμό) στο ιδεολογικό πεδίο, που αφορά το όλον κόμμα αλλά και το όλον της Αριστεράς. Δεν απευθύνεται πλέον μόνο στο εσωτερικό της, αλλά σε όλη την Αριστερά. Επιπλέον, ούτε η ψηφιοποίηση του κόμματος είναι λύση. Δεν είναι τεχνικό, αλλά πολιτικό το πρόβλημα. Μακάρι να ήταν τόσο απλά τα πράγματα.
H λύση που προτείνουν οι σύντροφοι με πρότυπο τα αναπτυξιακά συνέδρια δεν είναι λύση. Είναι μετάλλαξη του κόμματος από ριζοσπαστικό σε συστημικό. Η κυβερνησιμότητα είναι το παν και το κόμμα είναι παρακολούθημα της αναπτυξιακής κυβερνητικής πολιτικής και της προσπάθειάς της να κερδίσει τη συναίνεση ή την ανοχή και μερίδας της αστικής τάξης (κυρίως ξενοδόχοι – tour operators), αλλά και πολιτικών παραγόντων, κυρίως της αυτοδιοίκησης. Αν αυτό είναι απαραίτητο για την κυβέρνηση (ώστε να αναδείξει θετικές πλευρές της κυβερνητικής πολιτικής), δεν μπορεί να είναι διεκδίκηση του κόμματος. Από τα αναπτυξιακά συνέδρια καταρρίπτεται το επιχείρημα των αντιπάλων ότι είναι η πιο ανίκανη κυβέρνηση, και ο ΣΥΡΙΖΑ αποδεικνύεται καλύτερος διαχειριστής του συστήματος. Όμως, πρέπει να αποδεικνύει ότι θέλει και την ανατροπή του. Τονίζω, ξανά, ότι όσο επαναναστατικό ή ριζοσπαστικό και αν είναι ένα κόμμα, από αυτή τη φάση του δυϊσμού θα περάσει, εφόσον είναι στην κυβέρνηση. Δεν μπορεί λοιπόν το κόμμα να ταυτιστεί με αυτό, ούτε το πρότυπο να είναι τα αναπτυξιακά συνέδρια.
Είναι δυνατό με ένα καταστατικό συνέδριο να αλλάξει η φυσιογνωμία του ΣΥΡΙΖΑ; Η απάντηση είναι κατηγορηματικά όχι. Το πρόβλημα αυτό δεν αφορά μόνο τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά το σύνολο της Αριστεράς. Έπειτα, το πρόβλημα της κρίσης φυσιογνωμίας του ΣΥΡΙΖΑ, έχει μεν την οργανωτική και καταστατική του απεικόνιση, αλλά δεν εξαντλείται σε αυτό. Είναι πρωτίστως πρόβλημα κρίσης στρατηγικής. Πρέπει να αναζητηθεί η νέα στρατηγική, διότι οι όποιες θετικές τομές επιχειρεί η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ ή προσπαθούν να επιβάλλουν στην κυβέρνηση τα κινήματα, αλλά και το κόμμα, δεν έχουν νόημα αν δεν συνοδεύονται από στρατηγική ανατροπής.
Η κρίση του ΣΥΡΙΖΑ είναι ταυτόχρονα και κρίση του συνόλου της εγχώριας Αριστεράς, αλλά και της διεθνούς. Δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή αντίπαλο δέος στον νεοφιλελευθερισμό, όπως φάνηκε να υπάρχει το 2012, όταν το κοινωνικό ρεύμα έσπρωχνε τον ΣΥΡΙΖΑ. Η Αριστερά και τα κινήματα δεν μπορούν χωρίς το ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί χωρίς την Αριστερά, τα κινήματα και τις κοινωνικές συμμαχίες, να υπερβεί την κρίση φυσιογνωμίας του. Αντί να αναζητάμε διαχωριστικές γραμμές, και να αποδίδουμε ευθύνες μόνο στους άλλους, πρέπει να ξαναπιάσουμε το νήμα της πολιτικής ενότητας.
Αντώνης Βασιλείου
Πηγή: Η Εποχή