Με αφορμή τη διοργάνωση μιας σειράς διαδικασιών για την περιγραφή της συμβολής των αλληλέγγυων σχολείων στο μετασχηματισμό του δημόσιου συστήματος εκπαίδευσης, συζητάμε με τον Χρήστο Κορολή, μέλος του αλληλέγγυου σχολείου της «Μεσοποταμίας» για το ρόλο και την ταυτότητα των αλληλέγγυων σχολείων στη νέα κοινωνική συνθήκη
Ενα από τα πολλά γεννήματα της σχεδόν δεκαετούς κρισιακής περιόδου που συνεχίζουμε να διανύουμε ήταν και οι δομές αλληλεγγύης, ιδίως κατά τα πρώτα χρόνια της κρίσης. Τα κοινωνικά ιατρεία και φαρμακεία, οι αγορές χωρίς μεσάζοντες και τα αλληλέγγυα σχολεία και φροντιστήρια αποτέλεσαν ίσως την υλικότερη απόδοση του συνθήματος «Κανένας μόνος του στην κρίση», στηρίζοντας ανθρώπους χτυπημένους από τα πρώτα, σοκαριστικά αποτελέσματα της εφαρμογής των μνημονίων στην ελληνική κοινωνία και δημιουργώντας παράλληλα εστίες και προϋποθέσεις αντίστασης στη νεοφιλελεύθερη ολοκλήρωση. Σήμερα, ο ρόλος όλων αυτών των δομών έχει μετασχηματιστεί. Τα κοινωνικά ιατρεία εξακολουθούν να καλύπτουν τις ανάγκες ανθρώπων που δεν μπορούν να προμηθευτούν έγκαιρα τις θεραπείες τους ή παραμένουν ακόμα αποκλεισμένοι από το καθολικό σύστημα δημόσια υγείας και οι αγορές χωρίς μεσάζοντες προσπαθούν να βρουν το βηματισμό τους μέσα σε ένα θεσμικό πλαίσιο που δεν τις ευνόησε τελικά όσο διαφημιζόταν. Στο ίδιο πλαίσιο τα αλληλέγγυα σχολεία προσπαθούν να σκιαγραφήσουν μετά την ίδρυση του πανελλαδικού συντονιστικού τους το 2016 την πορεία τους σε ένα νέο κοινωνικό τοπίο.
Συνομιλούμε σήμερα με τον Χρήστο Κορολή, μέλος του συντονιστικού και του Αλληλέγγυου Σχολείου «Μεσοποταμία», σε μια περίοδο που εντείνουν την εξωστρέφειά τους και την ενίσχυση των ταυτοτικών τους χαρακτηριστικών. Τα αλληλέγγυα σχολεία δημιουργήθηκαν για την κάλυψη μιας ανάγκης που τα πρώτα χρόνια της κρίσης είχε επείγοντα χαρακτηριστικά ανθρωπιστικής κρίσης: τη σχολική διαρροή λόγω των ταξικών φραγμών των μνημονιακών χαρακτηριστικών. Εκείνη την περίοδο στα αλληλέγγυα σχολεία στράφηκαν γονείς και παιδιά όλων των κοινωνικών τάξεων, σύμφωνα με τον Χρήστο Κορολή. «Η κρίση πλέον δεν έχει τα ίδια χαρακτηριστικά», σημειώνει το μέλος του αλληλέγγυου σχολείου· «έχει παγιωθεί η αδυναμία μια μεγάλης κοινωνικής κατηγορίας, χωρίς να έχει τα χαρακτηριστικά της ανθρωπιστικής κρίσης», συμπληρώνει.
Με στόχο το μετασχηματισμό
Η λήξη, όμως, του κατεπείγοντος της ανθρωπιστικής κρίσης έδωσε στους συμμετέχοντες στις δομές αυτές —μαθητές, καθηγητές και γονείς— το περιθώριο να σκεφτούν σχετικά με την ενίσχυση της ταυτότητάς τους στη νέα εποχή, χωρίς να φεύγει από το επίκεντρο της λειτουργίας τους η κάλυψη της ανάγκης για ενισχυτική διδασκαλία ή εκμάθηση ξένων γλωσσών για το μεγάλο πληθυσμιακό κομμάτι που αδυνατεί να την καλύψει. «Υπάρχει ένα οξύμωρο», τονίζει ο κ. Κορολής: «η κάλυψη της ανάγκης μπορεί να εμπεδώσει τη λογική της αχρήματης παραπαιδείας, στην οποία οι καθηγητές λειτουργούν εθελοντικά. Εμείς, όμως, δεν είμαστε ένα εγχείρημα ανάμεσα στην αγορά και το κράτος, ένα υβρίδιο που θα μπορούσε να αποτελέσει την κερκόπορτα της ιδιωτικοποίησης», συνεχίζει.
Επιθυμία των δομών αυτών είναι να αποτελέσουν κομμάτι ενός δημιουργικού και στην πράξη εκπαιδευτικού κινήματος που θα ισορροπεί μεταξύ της κάλυψης μια κοινωνικής ανάγκης και του μετασχηματισμού του δημόσιου σχολείου σε μια πιο πρωτοποριακή και δημοκρατική κατεύθυνση. «Θέλουμε να μιλήσουμε με όρους ενός δημιουργικού και στην πράξη εκπαιδευτικού κινήματος που θα περιλαμβάνει τους βασικούς άξονες της εκπαίδευσης», περιγράφει ο Χρήστος Κορολής. Σύμφωνα με το μέλος της «Μεσοποταμίας», τα αλληλέγγυα σχολεία επιθυμούν να ασχοληθούν με όλες τις πτυχές της εκπαίδευσης. «Συζητάμε για το δημόσιο σχολείο και την υποχρηματοδότηση, τις ανάγκες των εκπαιδευτικών —που είναι πολύ σημαντικά ζητήματα— αλλά λίγο για το πρόγραμμα σπουδών και με αφορμή, ας πούμε, τα Θρησκευτικά, χωρίς να συζητάμε αν αυτό εξυπηρετεί τις ανάγκες των παιδιών», τονίζει. Σύμφωνα με τον κ. Κορολή, τα αλληλέγγυα σχολεία μπορούν να εμπλουτίσουν το περιεχόμενο της διδασκαλίας, να εισάγουν παιδαγωγικές πρακτικές, να ασχολούνται με ζητήματα όπως το έμφυλο που στο δημόσιο σχολείο έρχονται με μεγάλη καθυστέρηση. Παράλληλα, ιεραρχούν πολύ ψηλά τη λειτουργία των σχολείων ως κοινοτήτων μάθησης, ρίχνοντας πολύ μεγάλο βάρος στο δημοκρατικό τρόπο λειτουργίας και λήψης αποφάσεων: «Μας ενδιαφέρει η αντίληψή του σχολείου ως μιας σχολικής κοινότητας, ενός ευρύτερου κοινωνικού χώρους εντός και εκτός τάξης, και η δημοκρατία του. Ψάχνουμε τρόπους με τους οποίους μπορούν να βελτιωθούν τα 15μελή και οι σύλλογοι γονέων που έχουν μια ιστορία πολλών χρόνων, ώστε να συμβάλλουν στη δημοκρατική λειτουργία του σχολείου με έναν τρόπο που δεν είναι ιεραρχικός. Αυτό θέλουμε να προωθήσουμε κυρίως, για να γίνει αντιληπτός ο μετασχηματισμός που θέλουμε».
Το μέλος της Μεσοποταμίας μάς περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο η αλληλεπίδραση με το γειτονικό 2ο Γυμνάσιο του Μοσχάτου έχει επηρεάσει τη λειτουργία του σχολείου, καθώς ο σύλλογος γονέων έχει αρχίσει να κάνει συνέργειες με τοπικούς φορείς, ενώ έχουν υιοθετηθεί μέθοδοι εκτίμησης των ποιοτικών χαρακτηριστικών με ερωτηματολόγια, όπως συμβαίνει στο αλληλέγγυο σχολείο. Ωστόσο, όπως επισημαίνει ο κ. Κορολής, «αυτό γίνεται στην πράξη, εμείς δεν μπορούνε να προτείνουμε κάτι και να επιβληθεί ή να ενσωματωθεί από τα πάνω». Αυτός είναι και ο λόγος που τα αλληλέγγυα σχολεία προτείνουν για τους εαυτούς τους οραματικά μια θέσμιση σε δημοτικό επίπεδο που θα αφορά την ασφάλεια και τους χώρους λειτουργίας τους, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να λειτουργούν σε ένα μη ιεραρχικό πλαίσιο που θα αλληλοτροφοδοτεί και θα στηρίζει το δημόσιο σχολείο, δίπλα και σε εργατικούς θεσμούς. «Προτιμούμε με τις δικές μας δυνάμεις και με τους δικούς μας όρους να συμπράξουμε στην ανάδειξη ενός δίκαιου αιτήματος που υποστηρίζουμε αμφότεροι», τονίζει χαρακτηριστικά.
Η πορεία των αλληλέγγυων σχολείων στην ελληνική κοινωνία δεν βρίσκει αντιστοιχίες σε εγχειρήματα του εξωτερικού, κι αυτό γιατί εκτός Ελλάδας δεν νοείται η παραπαιδεία και η κάλυψη μιας ανάγκης με τους όρους που γίνεται εδώ, μας επισημαίνει ο Χρήστος Κορολής.
Για τον εμπλουτισμό των εγχειρημάτων
«Δεν μπορούμε να βρούμε ομοιότητες με την Ευρώπη ή πολύ περισσότερο με τη Λατινική Αμερική —θα ήταν λάθος, εξάλλου—, αλλά μπορούμε να αντλήσουμε στοιχεία και εμπειρία που μπορεί να μας εμπλουτίσει». Στο εξωτερικό οι πρωτοβουλίες της κοινωνίας των πολιτών προστατεύονται εξ αρχής από το κοινωνικό κράτος, επομένως «δεν μπορούμε να βρούμε κοινό τόπο, αλλά μπορεί να υπάρξει ένας κοινός στόχος, σε ότι αφορά την ταξικότητα της εκπαίδευσης, το περιεχόμενο της και την αντίληψη περί σχολικής κοινότητας· εκεί μπορούμε να κερδίσουμε πολλά από διάφορα εγχειρήματα με τα οποία είμαστε σε επικοινωνία», τονίζει το μέλος του συντονιστικού.
Όλα τα παραπάνω αποτελούν αυτή την περίοδο αντικείμενο συζήτησης τόσο μεταξύ των αλληλέγγυων σχολείων όσο και μεταξύ δημόσιου σχολείου και αυτοοργανωμένων δομών. Την Παρασκευή που μας πέρασε διοργανώθηκε στη δημοτική βιβλιοθήκη Κερατσινίου με τίτλο «Κοινότητες εκπαίδευσης, συμμετοχής, αλληλεγγύης». Στη εκδήλωση πήραν μέρος καθηγητές σε δημόσιο σχολείο, μαθητές και μαθήτριες που συμμετέχουν και στις δύο δομές εκπαίδευσης και καθηγητές αλληλέγγυων δομών σε μια προσπάθεια να περιγραφούν τα βιώματα των μαθητών και να ψηλαφηθούν οι ταυτίσεις και διαφορές στο κατά πόσο τα αλληλέγγυα σχολεία με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους μπορούν να εμπλουτίσουν τη λειτουργία του δημόσιου σχολείου. Παράλληλα, στα μέσα του Ιουνίου (16, 17) διοργανώνεται διεθνής συνάντηση αλληλέγγυων σχολείων, με στόχο να ενισχυθούν τα ταυτοτικά χαρακτηριστικά των εγχειρημάτων και να εξετασθεί η σχέση τους με το δημόσιο σχολείο μέσω θεματικών όπως η ενσωμάτωση πρακτικών κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας και κοινών στα σχολεία και η ανάδειξη της δημοκρατικής λειτουργίας των σχολικών κοινοτήτων σε μια προσπάθεια συμβολής του δημόσιο σχολείου σε επίπεδο συνείδησης και λειτουργίας.
Πέτρος Κοντές
Πηγή: Η Εποχή