Συμβαίνει πια και στο Βερολίνο να δυσκολεύει σοβαρά ο σχηματισμός κυβέρνησης. Η αποτυχία της κ. Μέρκελ να βρει έδαφος συμφωνίας για την τρικομματική κυβέρνηση (Χριστιανιδημοκράτες και Χριστιανοκοινωνιστές με Φιλελεύθερους και Πράσινους), μπορεί να αποδοθεί στις εμμονές των Φιλελευθέρων και τη φιλοδοξία του ηγέτη τους, αλλά είναι σαφές ότι αποκαλύπτει τη μεγάλη δυσκολία που συναντούν πια οι συνασπισμοί που σχηματίζονται σε νεοφιλελεύθερη βάση και με σημαία τη λιτότητα, να εξασφαλίσουν ευρύτατη συναίνεση, ώστε να κυβερνούν χωρίς παρενοχλήσεις ή εμπόδια.
Η πίεση που ασκείται στο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα να αλλάξει την προεκλογικά διακηρυγμένη θέση του για απόρριψη του «μεγάλου συνασπισμού» με την κ. Μέρκελ, δεν αποκλείεται να αποδώσει. Είναι μάλλον βέβαιο, ωστόσο, ότι μια τέτοια εξέλιξη δύσκολα θα μπορούσε να αλλάξει τους συσχετισμούς και συνεπώς την κατευθυντήρια γραμμή του Βερολίνου, ενώ θα αποτελούσε άλλο ένα πλήγμα για τους Σοσιαλδημοκράτες, που βλέπουν συνεχώς την εκλογική δύναμή τους να μειώνεται, ακόμη κι όταν έχει σοβαρές απώλειες η κ. Μέρκελ.
Αυτή, άλλωστε, είναι και η άλλη πλευρά του γερμανικού –και όχι μόνο– προβλήματος, ότι, δηλαδή, η ισοπέδωση των διαφορών μέσα σε νεοφιλελεύθερης κατεύθυνσης κυβερνήσεις συνασπισμού, ωφελεί τελικά την ακροδεξιά, τους ούλτρα νεοφιλελεύθερους και ενισχύει τις ξενοφοβικές – ρατσιστικές τάσεις. Αξιωματική αντιπολίτευση στη Γερμανία θα είναι σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο η ακραία Εναλλακτική για τη Γερμανία.
Από την άποψη αυτή, η προτροπή του έλληνα πρωθυπουργού προς τον κ. Σουλτς, αν μπορεί να πετύχει εφικτές αλλαγές προς όφελος των πολλών, να μην προτιμήσει την καθαρότητα της αρχικής του θέσης, μπορεί να αποκαλύπτει την προτίμηση της Ελλάδας να συναντά στην ευρωπαϊκή αρένα μια γερμανική κυβέρνηση, στην οποία θα παίζουν σημαντικό ρόλο οι Σοσιαλδημοκράτες, αλλά δεν κρύβει και μια λογική μάλλον επιφανειακή και βραχυπρόθεσμη.
Πηγή: Η Εποχή