Macro

Μια σειρά από ατυχή γεγονότα…

Τα δεξιά ταμπλόιντ προανήγγειλαν εδώ και μέρες τη «θεαματική επιστροφή» της Τερέζα Μέι. Το συνέδριο των Τόρις στο Μάντσεστερ υποτίθεται ότι θα έδινε στη Βρετανίδα πρωθυπουργό την ευκαιρία να προσπεράσει το ατυχές εκλογικό αποτέλεσμα, τις τελματωμένες διαπραγματεύσεις για το Brexit και τις εντεινόμενες εσωκομματικές τριβές. Τα πράγματα, όμως, δεν εξελίχθηκαν ακριβώς έτσι.

Αναφερόμενοι στην εκλογική ήττα του Γκόρντον Μπράουν το 2010, οι Βρετανοί εκλογολόγοι έλεγαν ότι η ήττα των Εργατικών φαινόταν προδιαγεγραμμένη από τη στιγμή που το εκλογικό σώμα άρχισε να λυπάται αντί να αντιπαθεί τον πρώην πρωθυπουργό. Και επιστρέφοντας στο σήμερα, θα έπρεπε να είναι κανείς εξαιρετικά χαιρέκακος για να μην συμπονέσει σε ένα βαθμό την Τερέζα Μέι για τα όσα της συνέβησαν την προηγούμενη εβδομάδα στο συνέδριο των Συντηρητικών.

Αντί να δώσει την “ομιλία της ζωής της”, όπως προανήγγειλε ο βρετανικός Τύπος, η Μέι μάλλον θα αισθάνθηκε ανακούφιση όταν απλώς κατόρθωσε να φτάσει στο τέλος του κειμένου χωρίς να της έχει συμβεί κάτι ακόμη χειρότερο.

Πρώτα από όλα, η Βρετανίδα πρωθυπουργός είχε την ατυχία να εμφανιστεί στο συνέδριο με ένα γερό κρυολόγημα που έκανε τη φωνή της μόλις να ακούγεται. Αρκετές φορές αναγκάστηκε να διακόψει την ομιλία της πνιγμένη στο βήχα ενώ οι σύνεδροι κέρδιζαν χρόνο με παρατεταμένα χειροκροτήματα μέχρι η Μέι να πιει νερό ή να πιπιλίσει τις μαλακτικές παστίλιες που της προσέφερε ο εξυπηρετικός υπουργός Οικονομικών Φίλιπ Χάμοντ.

Σαν να μην έφτανε αυτό, στη μέση της ομιλίας, ένας φαρσέρ σηκώθηκε από τη θέση του και παρέδωσε ανενόχλητος στη Μέι το ειδικό έγγραφο που παίρνουν οι Βρετανοί εργαζόμενοι όταν απολύονται. “Ο Μπόρις μου είπε να σας δώσω αυτό” είπε προτού οδηγηθεί έξω από το προσωπικό ασφαλείας.

Και φυσικά ο υπουργός Εξωτερικών Μπόρις Τζόνσον -που για πολλούς πολιτικούς αναλυτές θεωρείται σήμερα ως ο επικρατέστερος υποψήφιος για την διαδοχή της Μέι- μπορεί να μην είχε σχέση με όλα αυτά αλλά τις μέρες του συνεδρίου έκανε ότι περνούσε από το χερί του για να προκαλέσει και να αμφισβητήσει τη σημερινή πρωθυπουργό δημοσιεύοντας άρθρο που περιέγραφε το δικό του ξεχωριστό “όραμα” για το Brexit.

Και κάπως έτσι η φωνή της Μέι που χανόταν πριν βγει από το στόμα της άρχιζε να μοιάζει όλο και περισσότερο με μεταφορά για τη συρρίκνωση της επιρροής των Τόρις. Την εικόνα κατάρρευσης συμπλήρωσαν άλλωστε τα γράμματα από το κεντρικό σύνθημα του συνεδρίου που άρχισαν να ξεκολλάνε ένα – ένα από τον τοίχο πίσω από τη Μέι την ώρα που εκείνη πάσχιζε να ολοκληρώσει την ομιλία της. Έτσι, στο τέλος το “Χτίζοντας μια χώρα για όλους” είχε μετατραπεί σε “Χτίζοντας μια χώρα ια όλου”.

Ήταν σαν τη διοργάνωση του συνεδρίου να είχε αναλάβει κάποιος ψηφοφόρος των Εργατικών με σαδιστικές τάσεις και αδυναμία στη σάτιρα των Μόντι Πάιθον. Και φυσικά το φιάσκο έδωσε την ευκαιρία στην εσωκομματική αντιπολίτευση να ακονίσει για τα καλά τα μαχαίρια. “Είναι όλο και πιο δύσκολο να διακρίνει κανείς πως μπορούμε να προχωρήσουμε έτσι” σχολίασε την επόμενη μέρα ο πρώην υπουργός Εντ Βέιζι αποκαλώντας το συνέδριο μια ακόμη “χαμένη ευκαιρία” για το κόμμα.

Δεν ήταν μόνο οι κακοτυχίες που οδήγησαν σε αυτή τη χαμένη ευκαιρία. Το συνέδριο απέτυχε παταγωδώς να δείξει ότι οι πρωτοστάτες του Brexit έχουν την παραμικρή ιδέα για το πώς θα είναι η Βρετανία σε δύο χρόνια από σήμερα, μετά την αποχώρηση της από την Ε.Ε. Η Μέι, που δεν περιλαμβάνεται στη σκληρότερη αντιευρωπαϊκή πτέρυγα, απέφυγε άλλωστε, στο όνομα της διαφύλαξης της ενότητας, να αναφερθεί ιδιαίτερα στο ζήτημα: Μόλις μια παράγραφος της δεκασέλιδης ομιλίας της επικεντρωνόταν εκεί.

Δεν ήταν το μοναδικό πρόβλημα. Την ώρα που οι περισσότεροι σύνεδροι κατήγγειλαν από το βήμα τον ηγέτη των Εργατικών Τζέρεμι Κόρμπιν ως “μαρξιστή”, η δική τους ιδεολογική αμηχανία γινόταν κάτι περισσότερο από εμφανής. Ο “συντηρητισμός δικαιοσύνης και ευκαιριών για όλους” που υποσχέθηκε η Μέι έδειχνε να απέχει αρκετά από την τυφλή πίστη στις δυνάμεις της αγοράς και την εχθρότητα προς το κοινωνικό κράτος που χαρακτηρίζουν το Θατσερικό δόγμα.

Μια προς μία, οι προτάσεις της Μέι για την αναβίωση του “βρετανικού ονείρου” αφορούσαν κρατικές παρεμβάσεις, με πολλές από αυτές να αποτελούν απλώς χλιαρότερες εκδοχές εκείνων που περιλαμβάνει το εκλογικό πρόγραμμα των Εργατικών: 25.000 νέες εργατικές κατοικίες αντί για το ένα εκατομμύριο που έχει υποσχεθεί ο Κόρμπιν, “πάγωμα”, αντί για κατάργηση, των πανεπιστημιακών διδάκτρων και ορισμός πλαφόν στις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος αντί για μείωσή τους.

Να έχασαν άραγε οι Βρετανοί νεοφιλελεύθεροι την ιδεολογική καθαρότητα τους; Και πού μπορεί να οφείλεται αυτό; Μια έρευνα που είδε το φως της δημοσιότητας στη Βρετανία λίγες μέρες πριν από το συνέδριο των Τόρις δίνει κάποιες πιθανές απαντήσεις.

H έρευνα του Ινστιτούτου Legatum αποκαλύπτει μια αξιοσημείωτη στροφή της βρετανικής κοινής γνώμης προς τα αριστερά, με την κοινή γνώμη να εκφράζει σαφή προτίμηση τόσο για κρατικές παρεμβάσεις στην οικονομία όσο και προς «ιδανικά που δεν συνδέονται με την ελεύθερη αγορά».

Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι οι ερωτηθέντες τάσσονται υπέρ της δημόσιας ιδιοκτησίας του νερού (83%), του ηλεκτρικού ρεύματος (77%), του φυσικού αερίου (77%) και των σιδηροδρόμων (76%). Πιστεύουν ότι οι φόροι θα έπρεπε να αυξηθούν προκειμένου να ενισχυθεί το Εθνικό Σύστημα Υγείας. Ζητούν τη μείωση των μισθών στα στελέχη των επιχειρήσεων και την κατάργηση των διαβόητων συμβάσεων «μηδενικών ωρών» που τα τελευταία χρόνια κερδίζουν όλο και περισσότερο έδαφος στη Βρετανία.

Και το χειρότερο για τους επιγόνους της Θάτσερ: η κοινή γνώμη έχει πια αρνητική γνώμη για τον καπιταλισμό κρίνοντας ότι προάγει την «απληστία», τον «εγωισμό» και τη διαφθορά. Ο σοσιαλισμός αποδεικνύεται σαφώς δημοφιλέστερος. Το βασικό συμπέρασμα από την έρευνα είναι ότι η ελεύθερη αγορά δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα των πολλών στα μάτια της κοινωνίας. Κάτι που μάλλον εξηγεί την εικόνα αδράνειας και αμηχανίας που παρουσιάζουν σήμερα οι άλλοτε πρωτοπόροι του νεοφιλελευθερισμού.

Μιχάλης Τρίκκας

Πηγή: Η Αυγή