Ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν μετά την επίσκεψή του στην Ελλάδα και την ομιλία του στην Πνύκα για την επανεκκίνηση της Ευρώπης, αλλά και «κατά της λιτότητας που απογοητεύει και διώχνει τους νέους από τον τόπο τους», θα βρεθεί μπροστά στην απογοήτευση και την οργή των εργαζομένων της χώρας του, που προκαλεί –και αυτό είναι το παράδοξο– η δική του πολιτική στους συμπολίτες του. Η οργή αυτή, όπως εκτιμάται, θα γίνει έντονα φανερή στις 12 Σεπτεμβρίου, με τη μεγάλη πανεργατική κινητοποίηση με τις απεργίες και τις διαδηλώσεις στο Παρίσι και σ’ όλες τις μεγάλες πόλεις, όπως έχουν καλέσει οι κεντρικές συνδικαλιστικές οργανώσεις CGT, Αλληλεγγύη και η FSU, καθώς και η φοιτητική Unef.
Τα συνδικάτα και οι εργαζόμενοι θα βρεθούν και πάλι στους δρόμους, σχεδόν ένα χρόνο μετά τις μαζικές, μακροχρόνιες και δυναμικές διαδηλώσεις το 2016, που συγκρούστηκαν με την κυβέρνηση των Ολάντ-Βαλς κατά του εργασιακού νόμου, γνωστού ως νόμου της Ελ Κομρί.
Σήμερα ο πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας, Εμανουέλ Μακρόν, και ο πρωθυπουργός, Εντουαρντ Φιλίπ, μετά την αποτυχία των συνδικάτων να υποχρεώσουν τους Ολάντ –Βαλς να πάρουν το νόμο πίσω, επανέρχονται με ένα νομοσχέδιο που σαρώνει ό,τι είχε απομείνει με νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις, από τον Κώδικα Εργασίας, μέχρι τα δικαιώματα που έχουν κατακτηθεί με αγώνες δεκαετιών.
Με το νομοθετικό διάταγμα επιδιώκεται να περιοριστούν τα συνδικαλιστικά δικαιώματα ή και να ακυρωθούν στους εργασιακούς χώρους με έως 50 εργαζόμενους. Η εργοδοσία θα μπορεί να διαπραγματεύεται με έναν εκπρόσωπο των εργαζομένων, χωρίς την παρουσία των συνδικάτων. Να κάνει δημοψήφισμα σε επιχειρήσεις με λιγότερους από 20 εργαζόμενους για τις αμοιβές, την οργάνωση της εργασίας (π.χ. κυριακάτικη εργασία) κτλ.
Με την υποβάθμιση των συλλογικών συμβάσεων η κυβέρνηση δίνει τη δυνατότητα στην εργοδοσία να διαπραγματεύεται απευθείας με τους εργαζόμενους της επιχείρησης την αύξηση ή τη μείωση των μισθών, τις συνθήκες εργασίας, τις ώρες εργασίας κ.λπ., έτσι ώστε η επιχείρηση να γίνει πιο ανταγωνιστική.
Το μήνυμα
Το μήνυμα, συνεπώς, που έστειλαν ο πρωθυπουργός και η υπουργός Εργασίας είναι απλό, αλλά και παραπλανητικό. Θέλουν, είπαν, «να δώσουν ένα τέλος στη μαζική ανεργία, απλοποιώντας τις κοινωνικές σχέσεις στις επιχειρήσεις». Ο πρόεδρος Μακρόν σε συνέντευξή του στο περιοδικό «Point» τόνισε πως: «Η μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας θα πρέπει να είναι πολύ φιλόδοξη και αποτελεσματική για να συνεχιστεί η μείωση της μαζικής ανεργίας και να μην επανέλθουμε στην ίδια κατάσταση στη διάρκεια της 5ετίας».
Η υπουργός Εργασίας, ωστόσο, παραδέχθηκε ότι το νομοθετικό διάταγμα δεν θα είναι μια «μαγική μπαγκέτα» κατά της ανεργίας, και ο πρόεδρος του γαλλικού ΣΕΒ συμπλήρωσε πως: «πρόκειται για ένα πρώτο σπουδαίο βήμα για την οικοδόμηση του δικαιώματος της εργασίας, που λαμβάνει υπόψη του την πραγματικότητα των επιχειρήσεων. Δεν θα φέρει, όμως, ένα κύμα προσλήψεων».
Η αμφισβήτηση του κοινωνικού μοντέλου
Η εμπειρία έχει δείξει, όμως, το αντίθετο. «Η κατάργηση των συλλογικών εγγυήσεων των εργαζομένων ήταν η αιτία αύξησης της ανεργίας, όπως το είδαμε στις δυο προηγούμενες πενταετίες του Σαρκοζί και του Ολάντ, με την αύξηση των ανέργων κατά ένα εκατομμύριο», αναφέρουν οι συνδικαλιστές της CGT Πατρίκ Μπροντί και Ολιβιέ Ντεπί στο «Politis Fr.». Μετά το 2013 οι εργαζόμενοι της Γαλλίας είδαν να ψηφίζονται τέσσερις μεταρρυθμίσεις στον Κώδικα Εργασίας (από τον Σαπέν με την «ασφάλεια της εργασίας» και το νόμο Μακρόν επί υπουργίας του στην κυβέρνηση Βαλς. Και οι τέσσερις νόμοι είχαν τον ίδιο στόχο: Να περιοριστούν τα δικαιώματα των εργαζομένων με το επιχείρημα να καταστούν πιο «ευέλικτες» οι επιχειρήσεις, για να δημιουργήσουν θέσεις. Το αποτέλεσμα αυτής της ευελιξίας ήταν η Γαλλία να αριθμεί ένα εκατομμύριο ανέργους. Το ερώτημα που τίθεται σύμφωνα με τους συνδικαλιστές είναι «αν μπορεί να συνεχιστεί η ίδια πολιτική. Δηλαδή να διευκολυνθούν οι απολύσεις, να μειωθεί το κόστος εργασίας και να απαξιωθεί τελείως η εκπροσώπηση των συνδικάτων στις επιχειρήσεις». Πέρα από αυτά η βαθύτερη ουσία του νομοσχεδίου είναι η Γαλλία να ευθυγραμμιστεί με ό,τι συμβαίνει στις άλλες χώρες της Ευρώπης…
Ο αριθμός των φτωχών εργαζομένων αυξάνει
Έτσι θα αυξηθούν και στη Γαλλία, όπως και στις άλλες χώρες της ΕΕ, οι φτωχοί εργαζόμενοι. Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στο διάστημα από 2007 μέχρι το 2015, η Γαλλία λόγω του κοινωνικού της μοντέλου απέφυγε να βρεθεί στην ίδια κατάσταση, όπως η Γερμανία, όπου ο ένας στους τέσσερις εργαζόμενους είναι φτωχός, (στη Γαλλία ο ένας στους δέκα είναι φτωχός).
«Θέλουμε στη Γαλλία το κοινωνικό μοντέλο που επικρατεί αλλού με περισσότερους φτωχούς εργαζόμενους, με περισσότερη πρόσκαιρη εργασία, με κοινωνική μιζέρια, αποδυναμωμένες συνδικαλιστικές οργανώσεις;», ρωτούν οι συνδικαλιστές της CGT.
Τίποτα δεν μπορεί να αποκλειστεί με την επιμονή στην ίδια πολιτική για να ξεφύγει από την «αναποτελεσματικότητα μιας τριανταπενταετίας. Και να απελευθερώσει μια χώρα από τις μεγάλες της αδυναμίας, που ασφυκτιά από τους ανελαστικούς κανόνες», είπε στη συνέντευξή του ο πρόεδρος Μακρόν.
Η αδύνατη ενότητα της αριστεράς
Τα συνδικάτα και οι εργαζόμενοι, βλέποντας το νομοθετικό διάταγμα που επιμελώς έκρυβε η κυβέρνηση τρεις μήνες, αντέδρασαν. Ακόμα και αυτοί που περίμεναν και απέφευγαν να πάρουν θέση, όπως η συνδικαλιστική οργάνωση Εργατική Δύναμη (FO), πήραν την απόφαση συμμετοχής στις κινητοποιήσεις μαζί με την CGT την ερχόμενη Τρίτη. Για τη νομοθετική διάταξη πήραν θέση όλα τα κόμματα και οι οργανώσεις της αριστεράς, οι Οικολόγοι, το Γαλλικό ΚΚ, βουλευτές του ΣΚ. Τελικά στη διαδήλωση θα πάρει μέρος και η Ανυπότακτη Γαλλία του Ζαν Λικ Μελανσόν, ο οποίος αρχικά είχε δηλώσει ότι το κόμμα του θα διαδηλώσει στις 23 Σεπτεμβρίου κατά του «πραξικοπήματος της κυβέρνησης». Με τις δηλώσεις του αυτές ο Μελανσόν είχε αφήσει ένα κενό, αν θα μετείχε το κόμμα του στις διαδηλώσεις της CGT. Το κενό αυτό προκάλεσε αντιδράσεις και συζητήσεις, καθώς και μια συνάντηση του Φιλίπ Μαρτινέζ στη βουλή με τα κόμματα της Αριστεράς, διαδοχικά, το Γαλλικό ΚΚ και τον Μελανσόν για να επιβεβαιωθεί ότι τα συνδικάτα διατηρούν την αυτονομία τους σε κάθε περίπτωση. Έτσι έληξε το επεισόδιο ανάμεσα στη CGT και την Ανυπότακτη Γαλλία.
Ωστόσο, το επεισόδιο αυτό έφερε στο φως τις δυσκολίες που υπάρχουν για την κοινή συμπόρευση και αντιμετώπιση της κατάστασης απ’ όλες τις πολιτικές, συνδικαλιστικές και κινηματικές δυνάμεις της αριστεράς. Ο ηγεμονισμός δεν μπορεί να γίνει ανεκτός από το μαζικό κίνημα.
Πηγή: Η Εποχή