Macro

Για ένα ευρωπαϊκό κοινωνικό κίνημα

Ο ευρωπαϊκός συνδικαλισμός, που θα μπορούσε να αποτελέσει την κινητήρια δύναμη για την οικοδόμηση μιας κοινωνικής Ευρώπης, είναι συνεπώς υπό επινόηση και μεθόδευση, και μπορεί να επινοηθεί και να μεθοδευτεί μόνο μέσα από αλλεπάλληλες, λιγότερο ή περισσότερο ριζικές, ρήξεις: ρήξη με τις εθνικές ή και εθνικιστικές ιδιαιτερότητες των συνδικαλιστικών παραδόσεων, που απομονώνουν πάντα μέσα στα όρια του Κράτους, από το οποίο αναμένεται ένα μεγάλο μέρος των αναγκαίων για την ύπαρξη των συνδικάτων πόρων και το οποίο κάθε φορά καθορίζει και περιορίζει τα διακυβεύματα και τους χώρους των διεκδικήσεων και των δράσεών τους· ρήξη με έναν «κονκορδατικό» τρόπο προσέγγισης ο οποίος έχει την τάση να μειώνει τη σημασία της κριτικής σκέψης και της δράσης και να υπερτιμά την κοινωνική συναίνεση, σε σημείο ώστε να ενθαρρύνει τα συνδικάτα να μοιραστούν την ευθύνη μιας πολιτικής που στόχο έχει να επιβάλει στους κυριαρχούμενους την αποδοχή της ίδιας της υποταγής τους· ρήξη με την οικονομική μοιρολατρία, την οποία ενισχύουν όχι μόνο η ενημερωτικο-πολιτική ρητορική σχετικά με την αδήριτη ανάγκη της «παγκοσμιοποίησης» και την αυτοκρατορία των χρηματιστικών αγορών (λέξεις πίσω από τις οποίες αρέσει στους ιθύνοντες να κρύβουν την ελευθερία επιλογής που έχουν οι ίδιοι στην πραγματικότητα), αλλά επίσης η ίδια η στάση των σοσιαλδημοκρατικών κυβερνήσεων οι οποίες, διαιωνίζοντας ή επαναλαμβάνοντας σε βασικότατα σημεία την πολιτική των συντηρητικών κυβερνήσεων, συμβάλλουν στο γεγονός ότι η συγκεκριμένη πολιτική παρουσιάζεται ως μοναδική δυνατότητα, και οι οποίες προσπαθούν να προβάλουν τα μέτρα απορρύθμισης που παίρνουν και τα οποία συμβάλλουν στην ικανοποίηση των εργοδοτικών απαιτήσεων ως δήθεν ανεκτίμητες κατακτήσεις μιας πραγματικά κοινωνικής πολιτικής· τέλος, ρήξη με τον νεοφιλελευθερισμό, ο οποίος είναι ικανός να φορέσει στις αδιάλλακτες απαιτήσεις λεοντείων συμβάσεων εργασίας το προσωπείο της «ευελιξίας» (π.χ., με τις διαπραγματεύσεις για τη μείωση του χρόνου εργασίας και για τον νόμο του τριανταπενταώρου, οι οποίες επιστρατεύουν όλες τις δυνατές αντικειμενικές αμφισημίες ενός συσχετισμού δυνάμεων ολοένα και πιο ανισόρροπου, λόγω της γενίκευσης της προσωρινής απασχόλησης και λόγω της αδράνειας του Κράτους, το οποίο τείνει περισσότερο να τον επικυρώσει παρά να τον αλλάξει).

Ο ανανεωμένος αυτός συνδικαλισμός θα απευθυνόταν σε φορείς με δυνατότητες κινητοποίησης, οι οποίοι θα διαπνέονταν από ένα βαθιά διεθνικιστικό πνεύμα και θα ήταν ικανοί να υπερβούν τα εμπόδια που συνδέονται με τις εθνικές, νομικές και διοικητικές παραδόσεις, καθώς επίσης με τους κοινωνικούς φραγμούς στο εσωτερικό κάθε έθνους οι οποίοι διαχωρίζουν τους επαγγελματικούς κλάδους και τις επαγγελματικές κατηγορίες, όπως συμβαίνει και με τις κατηγορίες κατά φύλο, ηλικία και εθνική προέλευση.

Είναι παράδοξο, πράγματι, το γεγονός ότι οι νέοι και ειδικά οι νέοι μετανάστες -που έχουν τόσο επίμονη παρουσία στις συλλογικές φαντασιώσεις της κοινωνικής φοβίας, η οποία γεννιέται και συντηρείται εντός και μέσω της διαλεκτικής μεταξύ του πολιτικού ανταγωνισμού για τις ξενόφοβες ψήφους και του μεσοενημερωτικού ανταγωνισμού για το μεγαλύτερο δυνατό κοινό- κατέχουν στον προβληματισμό των προοδευτικών κομμάτων και συνδικάτων θέση αντιστρόφως ανάλογη με τη θέση που τους επιφυλάσσει, σε ολόκληρη την Ευρώπη, η ρητορική περί της «ασφάλειας» και η αντίστοιχη πολιτική που αυτή ενθαρρύνει.

Γιατί να μην περιμένουμε ή να μην ελπίζουμε ότι μια πραγματική διεθνής των «μεταναστών» όλων των χωρών (Τούρκοι, Καβύλιοι ή Σουριναμέζοι) μπορεί να αναλάβει, σε συνεργασία με τους αυτόχθονες εργαζόμενους όλων των ευρωπαϊκών χωρών, μια υπερεθνική δράση ενάντια στις κυρίαρχες οικονομικές δυνάμεις οι οποίες, μέσα από διάφορες διαμεσολαβήσεις, ευθύνονται και για τη μετανάστευσή τους;

Οι ευρωπαϊκές κοινωνίες θα είχαν, πράγματι, πολλά να κερδίσουν εάν, από παθητικοί στόχοι μιας υπερασφαλιστικής πολιτικής, αυτοί οι νέοι, που επιμένουμε να τους αποκαλούμε «μετανάστες» -και που δεν έχουν σήμερα άλλη διέξοδο από την καρτερική υποταγή, την οποία τους συστήνουμε συχνά κάτω από το ένδυμα της «ενσωμάτωσης», από τη μικρή ή τη σοβαρή εγκληματικότητα ή εκείνες τις μοντέρνες μορφές εξέγερσης όπως οι ταραχές στα προάστια, εάν λοιπόν όλοι αυτοί μεταμορφώνονταν σε δραστήριους φορείς ενός καινοτόμου και εποικοδομητικού κοινωνικού κινήματος. Η επανένταξη των μεταναστών στο κοινωνικό κίνημα θα πρέπει να είναι το πρώτο βήμα προς μια υπερεθνική πολιτική.

Pierre Bourdieu

Πηγή: Η Αυγή – Από το βιβλίο Αντεπίθεση πυρών, μτφρ. Καίτη Διαμαντάκου, επιμέλεια Νίκος Παναγιωτόπουλος, που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πατάκη