Συνεχείς διαρροές και συνεντεύξεις του τρίτου ορόφου του υπουργείου Παιδείας (π.χ. «αυθόρμητο» άρθρο Μπαμπινιώτη στο Βήμα, συνέντευξη Πιερρακάκη στα Παραπολιτικά κ.λπ.) προετοιμάζουν το έδαφος για τις σχεδιαζόμενες κυβερνητικές αλλαγές στο σύστημα πρόσβασης στα ΑΕΙ . Η νέα «μεγάλη ιδέα» είναι το επονομαζόμενο Εθνικό Απολυτήριο. Μια ιδέα, στην πραγματικότητα πολύ παλιά αφού, 60 χρόνια πριν, εθνικό απολυτήριο προέβλεπε η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση που εξάγγελε η τότε κυβέρνηση Γεωργίου Παπανδρέου, τα ίδια επαναλάμβανε ο Γεώργιος Παπανδρέου, ο εγγονός αυτή τη φορά, στα μέσα της δεκαετίας του ’90, ο Γεράσιμος Αρσένης το 1998/99, η Άννα Διαμαντοπούλου το 2010/11, ο Κώστας Γαβρόγλου (με διαφορετική προοπτική) το 2018/19 αλλά και η Νίκη Κεραμέως τα 4 προηγούμενα χρόνια, σχεδόν κάθε εξάμηνο.
Φυσικά η εκάστοτε εξαγγελία του Εθνικού Απολυτηρίου δεν ανταποκρινόταν στα ίδια κοινωνικά επίδικα, κάθε φορά. Η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1964 ήρθε ως απάντηση στους οξύτατους, και κάποτε αιματηρούς, αγώνες που επί μια (μετεμφυλιακή) δεκαπενταετία αναπτύσσονταν γύρω από το λαϊκό αίτημα της «κοινωνικής ανόδου», που μόνο μέσα από την εκπαίδευση φαινόταν εφικτό για τις ασθενέστερες οικονομικά τάξεις. Αντίθετα, εν έτει 2024, επί «νεοφιλελευθερισμού» δηλαδή, το αίτημα της κοινωνικής κινητικότητας επιδιώκεται να αντικατασταθεί από το αίτημα της «αριστείας». Οι κυβερνώντες και το επικοινωνιακό τους επιτελείο, συστηματικά επιδιώκουν την ιδεολογική επικράτηση της άποψης που σχηματικά υποστηρίζει ότι δεν έχει σημασία να σπουδάζουν (ή αν σπουδάζουν) οι «φτωχοί», σημασία έχει να σπουδάζουν οι «άριστοι», οι υπόλοιποι ας γίνουν φθηνό εργατικό δυναμικό, εκτός βέβαια κι αν αντέχουν τα δίδακτρα των ιδιωτικών πανεπιστημίων – εκεί τα περί πνευματικής αριστείας μυστηριωδώς ακυρώνονται. Φυσικά τα περί καλλιέργειας της κριτικής σκέψης, ακονίσματος των πολιτιστικών προσλαμβάνουσων, συγκρότησης του ιδεώδους του πολίτη που υπερασπίζεται τη δημοκρατική λειτουργία του πολιτεύματος, αυτά και άλλα ανάλογα, ακούγονται ως δημαγωγική ρητορική από τα κυβερνητικά χείλη, εξυπηρετούν όμως μόνο έναν ρόλο φύλου συκής, ώστε να αποκρύβονται οι πραγματικές προθέσεις. Που δεν είναι άλλες από την αναπαραγωγή και τη διατήρηση των κοινωνικών – οικονομικών προνομιών για λογαριασμό των «αρίστων» (και μόνο). Πράγματι, και το κυοφορούμενο Εθνικό Απολυτήριο αυτόν τον σκοπό εξυπηρετεί ή όλα αυτά είναι «παρωχημένες ιδέες μιας θνήσκουσας αριστεράς»; (όπως μας διαβεβαιώνει ο σημερινός στρογγυλοκαθήμενος στον υπουργικό θώκο της Δικαιοσύνης, αυτός που επί των ημερών του το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο καταδίκασε με ψήφισμά του, το μη κράτος δικαίου της χώρας).
Για να απαντήσουμε στο ερώτημα οφείλουμε αρχικά να διαπιστώσουμε πως βεβαιώνονται οι «άριστοι». Μέσω των «αντικειμενικών» και «αξιοκρατικών» πανελληνίων εξετάσεων μας απαντούν. Τι προβλέπει το κρυμμένο στο συρτάρι κυβερνητικό νομοσχέδιο; Πανελλήνιες εξετάσεις επί 3! Στο τέλος κάθε λυκειακής τάξης, και ο βαθμός σε κάθε εξέταση, επί διαφορετικό συντελεστή αθροιζόμενος να οδηγεί στη συνέχεια στη δημόσια και πρωτίστως στην ιδιωτική τριτοβάθμια εκπαίδευση. Και στο εξής εξετάσεις με τράπεζα θεμάτων όχι σε 4 αλλά σε όλα τα σχολικά μαθήματα!
Τι σημασία έχει αν η παιδαγωγική επιστήμη και οι κοινωνιολόγοι της εκπαίδευσης έχουν καταγγείλει το άνισο «πολιτισμικό κεφάλαιο» με το οποίο έρχονται οι μαθητές στο σχολείο, εξαιτίας της οικογενειακής και κοινωνικής τους προέλευσης, ως βασικό παράγοντα αποκλεισμού των μαθητ(ρι)ών από το εκπαιδευτικό αγαθό; Τι σημασία έχει αν παιδαγωγοί και κοινωνιολόγοι έχουν τεκμηριώσει εδώ και δεκαετίες, θεωρητικά αλλά και με πλήθος στατιστικά στοιχεία, ότι οι αλλεπάλληλες εξεταστικές διαδικασίες λειτουργούν ως διαδοχικοί εκπαιδευτικοί ταξικοί φραγμοί, ότι σε αυτές τις εξετάσεις επιτυγχάνουν οι προερχόμενοι από προνομιούχες κοινωνικές ομάδες και αποτυγχάνουν οι προερχόμενοι από τα μη προνομιούχα κοινωνικά στρώματα – με τις ολιγάριθμες εξαιρέσεις να επιβεβαιώνουν τον κανόνα; Τι σημασία έχει ότι όλες οι ανθρωπιστικές επιστήμες, η κάθε μία με το οπλοστάσιο της, έχουν τεκμηριώσει ότι ακόμα κι αν η εκπαίδευση, από μόνη της, δεν μπορεί να επανορθώσει την κοινωνική ανισότητα, έχει, παρόλα αυτά τη δυνατότητα, να αμβλύνει ή να οξύνει την ανισότητα αυτή, ανάλογα με το περιεχόμενο της και σε συνάρτηση των εκπαιδευτικών διαδικασιών που υιοθετούνται – και οι επιπλέον εξετάσεις παντού, πάντα οξύνουν την ανισότητα.
Για την κυβέρνηση καμία σημασία δεν έχουν βέβαια τα παραπάνω. Αντιπαθεί κάθε συζήτηση για ανισότητες – τις θεωρεί, ως γνωστόν, φυσιολογικές, αρκεί να είναι οι «δικοί» της από πάνω. Αντί να συζητήσουμε για τα αναλυτικά προγράμματα, για το περιεχόμενο των βιβλίων, για το ωρολόγιο σχολικό πρόγραμμα, για το πόσες ώρες αφιερώνουν στη μελέτη οι μαθητές -μακράν οι πιο σκληρά εργαζόμενοι της χώρας-, για το αν αυξήθηκε, μετά την Τράπεζα Θεμάτων, ο αριθμός και ο χρόνος των μαθητ(ρι)ών σε φροντιστήρια και σε ιδιαίτερα μαθήματα, για τους όρους υπό τους οποίους επιθυμούμε τη μαζικοποίηση της πρόσβασης στα γνωσιακά αγαθά, αντί να ξεσκονίζουμε τον Απλ, τον Μπουρντιέ, τον Πουλαντζά, την Φραγκουδάκη, εμείς, για άλλη μια φορά, καλούμαστε να αντιταχθούμε στη μετατροπή των Λυκείων σε ακόμα πιο αυστηρά εξεταστικά στρατόπεδα, σε παρατεταγμένες αίθουσες αποσιώπησης της σκέψης, όπου το μόνο που θα ενδιαφέρει θα είναι αν η επόμενη άσκηση είναι sos για το διαγώνισμα.
Οι παραπάνω γραμμές δεν υπερασπίζονται την υφιστάμενη κατάσταση στα Λύκεια. Αντίθετα, αναγνωρίζουν ότι τα σχολεία μας βιώνουν τεράστιες δυσκολίες και ελάχιστα ανταποκρίνονται στον ρόλο που τους αξίζει. Είναι αδιαμφισβήτητο ότι χρειάζονται ρηξικέλευθες αλλαγές. Όμως ο πολλαπλασιασμός της αξιολόγησης και η λαγνεία των εξετάσεων που υπόσχεται το εθνικό απολυτήριο κανένα από τα υπάρχοντα προβλήματα δεν θα επιλύσει. Αντίθετα, θα τα χειροτερέψει. Οι μαθητές και οι μαθήτριες χρειάζονται ένα εκπαιδευτικό σύστημα που να αφουγκράζεται τις ανάγκες τους, που θέλει να τους βοηθήσει, να τους βελτιώσει ατομικά αλλά και στην υπηρεσία του συλλογικού συμφέροντος, μια εκπαιδευτική θάλασσα που τα κύματα της θα ταξιδεύουν το εφηβικό πνεύμα, την εφηβική ψυχή σε παραλίες χειραφέτησης και όχι πάνω σε κοφτερά βράχια. Φυσικά. τέτοιες θάλασσες δεν έχουν καμία θέση στους χάρτες της ΝΔ. Στα δικά τους πέλαγα υπάρχουν αποκλειστικά Συμπληγάδες, η Σκύλα και η Χάρυβδη και οι Σειρήνες που ψέλνουν υπέρ της Αριστείας.
Δημήτρης Σκλάβος