Η κλιματική αλλαγή πυροδοτεί την ένταση των κοινωνικο-οικονομικών ανισοτήτων, τόσο ανάμεσα στις χώρες όσο και εντός κάθε χώρας, κι αυτό με τη σειρά του οδηγεί σε διάβρωση των δημοκρατικών θεσμών, λέει στην «Εφ.Συν.» ο Ντάνιελ Λίντβαλ, επικεφαλής ερευνητής στο Climate Change Leadership Initiative του Τμήματος Επιστημών της Γης στο Πανεπιστήμιο της Ουψάλα. Ο Σουηδός κοινωνιολόγος, που έχει διατελέσει στέλεχος ποικίλων κρατικών οργανισμών στη χώρα του, εστιάζει την έρευνά του στην αλληλεπίδραση μεταξύ δημοκρατίας και κλιματικής διακυβέρνησης, δίνοντας έμφαση στη λεγόμενη δίκαιη μετάβαση. Ο Ν. Λίντβαλ είναι ένας τους 50 και πλέον ομιλητές του φετινού Athens Democracy Forum, που θα πραγματοποιηθεί από τις 27 έως τις 29 Σεπτεμβρίου στη χώρα μας (στην Αθήνα και στην Πύλo, λεπτομέρειες στο Athens Democracy Forum) και με αυτή την αφορμή απάντησε στα ερωτήματα της «Εφ.Συν.».
● Η σχέση μεταξύ κλιματικής κρίσης και δημοκρατίας δεν είναι αυτονόητη για τους περισσότερους ανθρώπους. Πώς θα το εξηγούσατε σε έναν μαθητή ή έναν πολίτη που δεν είναι εξοικειωμένος με αυτές τις έννοιες;
Θα έλεγα ότι η κλιματική αλλαγή είναι η πιο σοβαρή πρόκληση που έχει αντιμετωπίσει ποτέ η παγκόσμια δημοκρατία. Η θέρμανση της Γης έχει ήδη οδηγήσει σε δραματική αύξηση των ακραίων καιρικών φαινομένων, όπως καύσωνες, πυρκαγιές και πλημμύρες, και αυτά τα γεγονότα αναμένεται να γίνουν πιο συχνά και σοβαρά στο μέλλον. Θα δούμε ανθρώπινο πόνο και απώλεια οικοσυστημάτων, αλλά και δραματικές οικονομικές επιπτώσεις –συγκρίσιμες με το κόστος του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου– και αυτό θα συμβεί επανειλημμένα.
Κατ’ αρχάς, γνωρίζουμε ότι η οικονομική παρακμή είναι επιζήμια για τη δημοκρατική σταθερότητα. Δεύτερον, το βάρος της κλιματικής κρίσης δεν κατανέμεται εξίσου μεταξύ και εντός των εθνών, καθιστώντας την κλιματική αλλαγή κινητήρια δύναμη της κοινωνικο-οικονομικής ανισότητας, ιδιαίτερα σε χώρες χαμηλού εισοδήματος. Με την αυξημένη ανισότητα, η κοινωνική και θεσμική εμπιστοσύνη και οι δημοκρατικοί κανόνες τείνουν να διαβρώνονται, ενώ εμφανίζονται ευκαιρίες για λαϊκιστικά και ολοκληρωτικά πολιτικά σχήματα.
Επιπλέον, οι τιμές των τροφίμων προβλέπεται να αυξηθούν ως αποτέλεσμα της υπερθέρμανσης του πλανήτη, και γνωρίζουμε ότι η επισιτιστική ανασφάλεια προκαλεί φτώχεια και ανισότητα και πυροδοτεί κοινωνική αναταραχή και πολιτική αστάθεια.
Επομένως, εάν δεν αντιμετωπίσουμε την κλιματική αλλαγή με μια περιεκτική και δίκαιη προσέγγιση, πολλές δημοκρατίες είναι πιθανό να υποκύψουν.
Ωστόσο, η κλιματική αλλαγή μάς φέρνει σε αχαρτογράφητα νερά και δεν γνωρίζουμε πλήρως τι είδους κοινωνικές και πολιτικές αντιδράσεις μπορεί να ενεργοποιήσει. Θα μπορούσε επίσης να είναι ένας παράγοντας που φέρνει κοντά τους ανθρώπους και εμπνέει την οικολογική ευθύνη. Τελικά, είναι πιθανό να δούμε τόσο αυξανόμενες εντάσεις όσο και νέες μορφές συνεργασίας.
● Τον τελευταίο χρόνο είχαμε πολλά ακραία καιρικά φαινόμενα που αποδίδονται στην κλιματική κρίση. Οι μαζικές πυρκαγιές στην Ελλάδα και οι καταστροφικές βροχοπτώσεις και οι πλημμύρες που ακολούθησαν συνδέθηκαν με την κλιματική αλλαγή. Μερικές φορές, όμως, αυτό παρουσιάζεται από τις κυβερνήσεις ως βολικό άλλοθι για να κρύψουν την αδυναμία τους να προστατεύσουν τους πολίτες και τις υποδομές, δηλαδή να κρύψουν μια κακή διακυβέρνηση. Μοιράζεστε αυτήν την κριτική;
Ναι, συμμερίζομαι εν μέρει αυτήν την άποψη. Τα ακραία καιρικά φαινόμενα μπορούν να αξιοποιηθούν από τις κυβερνήσεις για να αποσπάσουν την προσοχή από οικονομικές αποτυχίες και κακή συμπεριφορά, και σε ορισμένες περιπτώσεις, τα καθεστώτα έχουν χρησιμοποιήσει γεγονότα όπως οι τροπικές καταιγίδες για να περιορίσουν τα δημοκρατικά δικαιώματα και ελευθερίες. Ωστόσο, γνωρίζουμε επίσης ότι αυτά τα γεγονότα μπορούν να κινητοποιήσουν τους πολίτες ενάντια σε διεφθαρμένες κυβερνήσεις και αντιδημοκρατικούς ηγέτες, και ως εκ τούτου μπορούν επίσης να επιφέρουν μια θετική πολιτική εξέλιξη. Είναι φυσικά πρόβλημα εάν τα ακραία καιρικά φαινόμενα επαναλαμβάνονται και έτσι υπονομεύουν την οικονομική ικανότητα των κυβερνήσεων να δράσουν.
● Φαίνεται ότι ο στόχος της διεθνούς κοινότητας να επιβραδύνει την υπερθέρμανση του πλανήτη τις επόμενες δεκαετίες έχει ήδη χαθεί. Βλέπουμε τις κυβερνήσεις να έχουν ως προτεραιότητά τους να κάνουν τις υποδομές και τα κτίρια πιο ανθεκτικά στα ακραία καιρικά φαινόμενα. Πιστεύετε ότι αυτό σημαίνει υποχώρηση από τους στόχους της πράσινης μετάβασης;
Υπάρχουν παραδείγματα πολιτικών ηγετών που επικεντρώνονται στην προσαρμογή και μιλούν λιγότερο για τον μετριασμό, ωστόσο νομίζω ότι οι περισσότερες σοβαρές πολιτικές δυνάμεις, τουλάχιστον εντός της Ευρώπης, αντιλαμβάνονται ότι πρέπει να τα κάνουμε όλα αυτά: επενδύοντας σε καθαρές πηγές ενέργειας, μειώνοντας τις εκπομπές και προσαρμοζόμενοι στη ραγδαία κλιματική αλλαγή.
● Μιλάτε για ενεργειακή δημοκρατία και δικαιοσύνη. Οι πολίτες της Ε.Ε. έχουν υποφέρει τα τελευταία δύο χρόνια από μια οξεία ενεργειακή κρίση που εξελίχθηκε επίσης σε πληθωριστική κρίση. Πιστεύετε ότι η Ε.Ε., οι κυβερνήσεις, οι κεντρικές τράπεζες χειρίστηκαν αυτήν την κρίση με κοινωνική δικαιοσύνη;
Οι αντιλήψεις των ανθρώπων για τη δικαιοσύνη είναι ζωτικής σημασίας για την αποδοχή της πολιτικής για το κλίμα, και νομίζω ότι η Ε.Ε. αρχίζει σιγά σιγά να το καταλαβαίνει αυτό, αν και μου λείπει αυτή η προοπτική σε πολλές από τις πολιτικές που υιοθετήθηκαν. Η Ε.Ε. επεκτείνει το σύστημα εμπορίας εκπομπών, κάτι που είναι καλό, αλλά όταν το κάνουμε αυτό πρέπει να σκεφτόμαστε την κοινωνική δικαιοσύνη. Τα έσοδα από τους φόρους άνθρακα μπορούν, για παράδειγμα, να αναδιανεμηθούν σε ομάδες χαμηλού εισοδήματος. Αν δεν αρχίσουμε να εστιάζουμε σε πτυχές της κοινωνικής δικαιοσύνης όταν σχεδιάζουμε τις πολιτικές για το κλίμα, θα δούμε πολιτικές αντιδράσεις.
● Κατά τη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης παρατηρήσαμε ότι οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας στη Σουηδία και στις άλλες Σκανδιναβικές χώρες ήταν εντυπωσιακά χαμηλότερες. Σε τι οφείλεται η διαφορά; Τι κάνουν διαφορετικά αυτές οι κυβερνήσεις;
Στη Σουηδία η ηλεκτρική ενέργεια παράγεται ως επί το πλείστον χωρίς ορυκτά καύσιμα, από πηγές όπως η αιολική, η υδροηλεκτρική και η πυρηνική ενέργεια, και αυτό μας κάνει λιγότερο ευαίσθητους στην παγκόσμια αστάθεια των τιμών και στη χειραγώγηση αυταρχικών καθεστώτων, όπως η Ρωσία και η Σαουδική Αραβία. Επενδύοντας σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, οι χώρες, οι περιφέρειες και οι τοπικές κοινότητες μπορούν να γίνουν ενεργειακά ανεξάρτητες και αυτό τις ενδυναμώνει πολιτικά και τις προστατεύει από την ενεργειακή φτώχεια.
Ωστόσο, η Ευρώπη είναι μια ολοκληρωμένη αγορά και οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας και στη Σουηδία επηρεάστηκαν από την ενεργειακή κρίση. Δεν θα είμαστε πλήρως ανεξάρτητοι από την πίεση των αυταρχικών καθεστώτων πριν καταργήσουμε πλήρως τα ορυκτά καύσιμα. Για χάρη του κλίματος και της δημοκρατίας, ας επιταχύνουμε τη μετάβαση.
Γιάννης Κιμπουρόπουλος