Macro

Δημήτρης Παπανικολόπουλος: Οι κινηματικές αντιστάσεις στην Ελλάδα, το 2022

Στο πλαίσιο της προσπάθειας ηλικιακής ανανέωσης αυτής της στήλης, με δημοσίευση άρθρων νέων αριστερών επιστημόνων και ακτιβιστών, φιλοξενούμε αυτή την βδομάδα ένα κείμενο του τακτικού αρθρογράφου της εφημερίδας μας, Δημήτρη Παπανικολόπουλου, τα συνεκτικά και με άποψη άρθρα του οποίου όχι μόνο δεν περνούν απαρατήρητα, αλλά αντίθετα γεννούν θερμές συζητήσεις και αντιπαραθέσεις. Το κείμενο που δημοσιεύουμε σήμερα είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα προδημοσίευση αποσπάσματος της μελέτης του συγγραφέα με τίτλο «Κοινωνικά κινήματα στην Ελλάδα του 1922», η οποία εκπονήθηκε για λογαριασμό του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς και θα κυκλοφορήσει τις αμέσως επόμενες ημέρες. Ο Παπανικολόπουλος είναι διδάκτορας πολιτικής επιστήμης και ερευνητής των κοινωνικών κινημάτων, συνεργαζόμενος εκτός από το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς, με το Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ και το Ινστιτούτο Ερευνών της ΓΣΕΕ. Τα στοιχεία της συγκεκριμένης έρευνας αντλήθηκαν από την συστηματική αποδελτίωση κειμένων που δημοσιεύτηκαν στον «Ριζοσπάστη», την «Εφημερίδα των Συντακτών» και το Kinitorama.net.
Χ.Γο.
Βασικός τρόπος μελέτης των κοινωνικών κινημάτων είναι η μελέτη των κινητοποιήσεων που πραγματοποιούν. Η καλύτερη μέθοδος έρευνας αυτών των κινητοποιήσεων είναι η καταγραφή των γεγονότων διαμαρτυρίας και των χαρακτηριστικών τους, όπως αυτές καταγράφονται στις εφημερίδες και τους ηλεκτρονικούς ιστότοπους. Στο κείμενο που ακολουθεί παρουσιάζουμε και αναλύουμε τα χαρακτηριστικά των κινητοποιήσεων που πραγματοποιήθηκαν στη χώρα μας το 2022. Σύμφωνα με την έρευνά μας, το συγκεκριμένο έτος εκδηλώθηκαν στην ελληνική επικράτεια 1.678 γεγονότα διαμαρτυρίας.
 
 
Συλλογικοί δρώντες
Σχετικά με τους συλλογικούς δρώντες που πρωταγωνίστησαν στην κινηματική δράση κατά το 2022 στη χώρα μας, μια ματιά στο Γράφημα μπορεί να μας δώσει μια πρώτη ιδέα. Οι πολιτικοί δρώντες που τοποθετούνται στο αριστερό άκρο της πολιτικής ζωής (αναρχικοί, αριστεροί) και οι εργαζόμενοι του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα εμφανίζονται ως οι πιο δραστήριοι συλλογικοί δρώντες, επιβεβαιώνοντας τόσο προηγούμενες έρευνες όσο και την κοινή αντίληψη. Μαζί με τους φοιτητές, είναι οι μόνοι δρώντες που συμμετείχαν σε πάνω από 10% των συνολικών κινητοποιήσεων. Πρόκειται για μαζικούς χώρους με σημαντικούς οργανωτικούς και ιδεολογικούς πόρους, που τους επιτρέπουν να κινητοποιούνται ενάντια σε ό,τι εκλαμβάνουν ως απειλή.
 
Ενώ, όμως, κυριάρχησαν οι παραδοσιακοί δρώντες, ειδικά αν συνυπολογίσουμε αγρότες, γονείς, συνταξιούχους, μαθητές, ελεύθερους επαγγελματίες, βιοτέχνες κ.ά, οι φορείς των «νέων κοινωνικών κινημάτων» έκαναν πάνω από αισθητή την παρουσία τους. Μπορεί, λοιπόν, το παραδοσιακό εργατικό κίνημα και οι αριστερόστροφες πολιτικές δυνάμεις να αποτελούν ακόμα τους μεγαλύτερους στυλοβάτες της κινηματικής δράσης στη χώρα μας (όπως ίσως σε κάθε χώρα), αλλά και κάτοικοι που κινητοποιούνται για περιβαλλοντικούς λόγους, φεμινίστριες και ΛΟΑΤΚΙ+, φιλομεταναστευτικές ομάδες και μειονοτικά υποκείμενα, όπως οι μετανάστες/πρόσφυγες και οι Ρομά, και εσχάτως οι αντισπισιστές, συγκροτούν μια διακριτή ομάδα συλλογικών δρώντων που κινητοποιούνται στη βάση μιας σύγχρονης κινηματικής ατζέντας.
 
Αιτήματα κινητοποιήσεων
 
Όπως παρατηρούμε στον Πίνακα που ακολουθεί, τα αιτήματα των κινητοποιήσεων καλύπτουν μια πολύ μεγάλη γκάμα.
 
Το γεγονός ότι τα αντικατασταλτικά αιτήματα (413), που αφορούν συνήθως σε παρεμβάσεις της αστυνομίας, έρχονται πρώτα σε συχνότητα (24.61% των περιπτώσεων), είναι πολύ δηλωτικό για τη μεταχείριση που επιφύλαξε η κυβέρνηση Μητσοτάκη στις διαμαρτυρόμενες κοινωνικές ομάδες. Η αστυνομία χρησιμοποιήθηκε ως βασικό εργαλείο διακυβέρνησης, με αποτέλεσμα σχεδόν στο 1/4 των κινητοποιήσεων οι συλλογικοί δρώντες να διαμαρτύρονται ενάντια στη βίαιη καταστολή, τις συλλήψεις και τις προσαγωγές, τις αυθαιρεσίες και τον περιορισμό των πολιτικών ελευθεριών.
 
Τα εργασιακά (346) και τα οικονομικά αιτήματα (307) ακολουθούν (20.61% και 18.29%), προδίδοντας τα συσσωρευμένα προβλήματα των εργαζομένων, αλλά και άλλων κοινωνικών κατηγοριών που αντιμετώπισαν οξυμμένα προβλήματα επιβίωσης ή φτωχοποίησης εξαιτίας της ακρίβειας. Η εργασιακή απορρύθμιση την οποία ενέτεινε η νεοφιλελεύθερη πολιτική της ΝΔ έχει φέρει το ζήτημα των απολύσεων, της εργασιακής επισφάλειας και των κακών εργασιακών συνθηκών στο προσκήνιο. Ομοίως, η συχνή καθυστέρηση των δεδουλευμένων, η ανάγκη αύξησης των μισθών και των συντάξεων, καθώς και η ανάγκη αντιμετώπισης των συνεχών ανατιμήσεων και των φουσκωμένων λογαριασμών, διαμόρφωσε μια διαταξική οικονομική ατζέντα.
 
Είναι εντυπωσιακό ότι 193 κινητοποιήσεις (11.50%) αφορούν στην υπεράσπιση των δικαιωμάτων των κρατουμένων. Τόσο οι δικαστικές «περιπέτειες» αναρχικών που βρέθηκαν στη φυλακή με βαριές κατηγορίες για ένοπλη δράση (κάποιοι εκ των οποίων ξεκίνησαν απεργία πείνας) όσο και περιπτώσεις αλλοδαπών που διώκονταν για ανάλογη δράση από το ελληνικό κράτος (η περίπτωση 11 Τούρκων και Κούρδων αγωνιστών) ή από άλλα κράτη, τροφοδότησαν κύματα αλληλεγγύης κυρίως από τον αναρχικό χώρο, αλλά και από αριστερές ομάδες. Ο μεγάλος αριθμός των κινητοποιήσεων αλληλεγγύης στους κρατουμένους αποτυπώνει το αίσθημα αλληλεγγύης που διέπει τους συγκεκριμένους χώρους και την προσπάθειά τους να μείνουν οι συγκεκριμένες υποθέσεις στη δημοσιότητα, ώστε να υπάρξει πίεση για «δικαίωση».
 
Στη συνέχεια, οι 115 κινητοποιήσεις για ζητήματα της παιδείας (6.85%) αποτυπώνουν τα αυξημένα προβλήματα που αντιμετώπισαν φοιτητές και καθηγητές λόγω της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης που προώθησε η κυβέρνηση της ΝΔ, η οποία στόχευε στην περικοπή των εισακτέων και της κρατικής χρηματοδότησης, στην περιστολή του αυτοδιοίκητου, στη σύνδεση του πανεπιστημίου με την ιδιωτική πρωτοβουλία και τη λειτουργία του σύμφωνα με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια.
 
Πολύ ψηλά στη λίστα των αιτημάτων βρίσκονται τα αιτήματα υπέρ των δικαιωμάτων των γυναικών, της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας και των κακοποιημένων παιδιών, η ομαδοποίηση των οποίων ενέχει σαφώς μία δόση αυθαιρεσίας. Η έμφυλη καταπίεση, βέβαια, μπορεί να ενοποιήσει τα δύο πρώτα, ενώ η καταγγελία των βιασμών μπορεί να φέρει στην ίδια κατηγορία τα πρώτα και τα τελευταία. Οι 114 κινητοποιήσεις (6.79%), λοιπόν, που εμπίπτουν σε αυτή την κατηγορία οργανώθηκαν ως επί το πλείστον με σκοπό την καταγγελία γυναικοκτονιών, έμφυλης βίας και έμφυλων διακρίσεων, αλλά και σε ένδειξη αλληλεγγύης σε θύματα κακοποίησης, γυναικών και παιδιών.
 
Επόμενη κατηγορία αιτημάτων αποτελούν τα αιτήματα υπέρ της προάσπισης της δημόσιας υγείας (6.19%). Καθώς η πανδημία covid-19 δεν είχε τελειώσει ακόμα, εργαζόμενοι, συνταξιούχοι, κάτοικοι, αλλά και πολιτικοί φορείς ζητούσαν επίμονα μέτρα για την προστασία της υγείας, αλλά και ενίσχυση του Εθνικού Συστήματος Υγείας.
 
Με ένα διεθνές πρόβλημα έχει να κάνει και η επόμενη πιο δημοφιλής κατηγορία αιτημάτων. Το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία δημιούργησε μεγάλες ανησυχίες και στην Ελλάδα, γεγονός που τροφοδότησε 100 κινητοποιήσεις (5.95%), οργανωμένες βασικά από αριστερούς και αναρχικούς.
 
Τα δικαιώματα των μειονοτικών πληθυσμών, ήτοι των μεταναστών/προσφύγων και των Ρομά τροφοδότησαν 98 κινητοποιήσεις (5.84%). Η υπεράσπιση των μεταναστών/προσφύγων απέναντι στην αντιμεταναστευτική πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη, που αφορούσε τόσο την παρεμπόδιση εισόδου στη χώρα όσο και την παραβίαση των δικαιωμάτων τους στη συνέχεια, ενεργοποίησε αφενός τους μετανάστες και τις φιλομεταναστευτικές ομάδες και αφετέρου αναρχικές και αριστερές κοινωνικο-πολιτικές δυνάμεις. Ομοίως, ο θάνατος ενός Ρομά κινητοποίησε ενάντια στην αστυνομική αυθαιρεσία τόσο τους ίδιους τους Ρομά όσο και πολιτικούς χώρους δραστήριους στην υπεράσπιση των δικαιωμάτων.
 
Ιδιαίτερα σημαντικά πλέον είναι τα αιτήματα που σχετίζονται με το περιβάλλον και τη χρήση του αστικού χώρου. Οι 86 κινητοποιήσεις (5.12%) που έλαβαν χώρα το 2022 πιστοποιούν του λόγου το αληθές. Τόσο οι αντι-οικολογικές επενδύσεις στην άγρια φύση, τα νησιά και τις περιοχές Natura όσο και η υπεράσπιση των αστικών χώρων πρασίνου και των κοινόχρηστων χώρων βρήκαν απέναντί τους ιδίως πρωτοβουλίες κατοίκων, οι οποίοι υπερασπίστηκαν την ποιότητα ζωής τους απέναντι σε ιδιωτικά συμφέροντα και κρατικούς σχεδιασμούς. Εμβληματική της πρώτης ομάδας ήταν η αντίσταση των κατοίκων της Καρδίτσας ενάντια στην τοποθέτηση ανεμογεννητριών στα Άγραφα, ενώ εμβληματική της δεύτερης ήταν η υπεράσπιση της πλατείας Εξαρχείων και του λόφου Στρέφη ενάντια στους σχεδιασμούς της κυβέρνησης Μητσοτάκη για περαιτέρω «εξευγενισμό» της περιοχής και αλλαγή του χαρακτήρα της.
 
Τα αιτήματα που αφορούν στην υπεράσπιση ή την ενίσχυση των δημόσιων υποδομών/περιουσίας/επενδύσεων (3.39%) και του κοινωνικού κράτους (0.65%) είναι στην πραγματικότητα πολύ περισσότερα από 57 και 11 αντίστοιχα. Απλώς όσα σχετίζονται με την παιδεία και την υγεία τοποθετήθηκαν σε ξεχωριστές κατηγορίες, όπως είδαμε παραπάνω. Στην κατηγορία των δημοσίων υποδομών/περιουσίας/επενδύσεων τοποθετήθηκαν βασικά τα αιτήματα κατά των ιδιωτικοποιήσεων και υπέρ της αύξησης του προϋπολογισμού για τη στήριξη της κοινωνίας. Ομοίως, στην κατηγορία του κοινωνικού κράτους τοποθετήθηκαν κυρίως όσα αιτήματα σχετίζονται με τα προνοιακά επιδόματα. Ως εκ τούτου, το αίτημα για δημόσια παρέμβαση και στήριξη του κοινωνικού κράτους είναι πολύ ευρύτερο από ό,τι αποτυπώνεται στον Πίνακα.
 
Ερμηνεία
Περνώντας τώρα στην ερμηνεία της κινηματικής δυναμικής που αναπτύχθηκε το 2022, θα προσπαθήσουμε με τη βοήθεια του εννοιολογικού οπλοστασίου της σύγχρονης θεωρίας των κοινωνικών κινημάτων να παραθέσουμε μια σειρά από ερμηνευτικούς παράγοντες. Καθώς όμως δεν διαθέτουμε ακόμα συγκριτικά στοιχεία από προηγούμενα χρόνια, είναι δύσκολο να μιλήσουμε για επίταση ή απομείωση της κινηματικής δραστηριότητας. Ακολουθώντας ένα κλασικό για τη μελέτη των κοινωνικών κινημάτων ερευνητικό σχήμα, θα αναφερθούμε σε απειλές και ευκαιρίες, οργανωτικούς πόρους, αξιακές πλαισιώσεις/ερμηνευτικά σχήματα και ταυτότητες, καθώς και σε ρεπερτόρια δράσης.
 
Η ανάλυση των αιτημάτων, η οποία προηγήθηκε, μας αποκαλύπτει το εύρος των απειλών που τροφοδότησαν τις κινητοποιήσεις των κοινωνικών και πολιτικών δρώντων. Εργασιακές και οικονομικές απειλές, κατασταλτικές απειλές και απειλές κατά των δικαιωμάτων κάθε είδους, απειλές υποβάθμισης της δημόσιας υγείας και παιδείας και του κοινωνικού κράτους γενικά, απειλές κατά του περιβάλλοντος και των πράσινων και ελεύθερων χώρων, η απειλή του πολέμου, η απειλή των ιδιωτικοποιήσεων, καθώς και η απειλή της αστεγίας, συγκροτούν ένα ευρύτατο πλέγμα κινδύνων που άγγιζαν κάθε πτυχή της ζωής και κάθε κοινωνική ομάδα. Το κόστος αδράνειας σε όλες αυτές τις περιπτώσεις λογίζονταν από τους κινητοποιούμενους ως μεγαλύτερο από το κόστος δράσης.
 
Οι κινητοποιήσεις αυτές επωφελούνταν και από εξωγενείς παράγοντες, κυρίως όμως από την ύπαρξη ενδογενών πόρων. Μιλώντας για εξωγενείς παράγοντες, αναφερόμαστε κυρίως στην παρουσία σύμμαχων κομμάτων, κυρίως των αριστερών, τα οποία πρόσφεραν στους κινητοποιούμενους την πολιτική στήριξή τους και τους όχι ευκαταφρόνητους πόρους τους. Η παρουσία τους εντός και εκτός του Κοινοβουλίου συνιστά ενός είδους πολιτική ευκαιρία. Εκτός όμως από πολιτικές ευκαιρίες, σε πολλές περιπτώσεις οι κινητοποιήσεις λάμβαναν χώρα εν μέσω μιας πολιτισμικής όπου, όπως γράφει ο καθηγητής κοινωνιολογίας στο πανεπιστήμιο του Στάνφορντ, Νταγκ Μακ Άνταμ στο άρθρο του “Conceptual origins, problems, future directions”1 , η «δραματοποίηση μιας κατάφορης αντίφασης ανάμεσα σε μια υψηλή πολιτισμική αξία και σε συνηθισμένες κοινωνικές πρακτικές», καθώς και «αιφνίδια επιβεβλημένα αιτήματα» διαμόρφωναν ένα πλαίσιο στήριξης των κινητοποιήσεων από μεγάλη μερίδα της κοινής γνώμης. Μια τέτοια πολιτισμική ευκαιρία συνιστούσε η προφανής ανάγκη στήριξης του ΕΣΥ και η αντίστοιχη ανάγκη συγκράτησης της ακρίβειας, από τη μια, και η πλημμελής μέριμνα της κυβέρνησης Μητσοτάκη, από την άλλη.
 
Η κινηματική δραστηριότητα, όμως, στηρίχθηκε κυρίως στους οργανωτικούς πόρους που διέθεταν τα εδραιωμένα κινηματικά δίκτυα των συνδικαλιστικών οργανώσεων, του αντιεξουσιαστικού χώρου, του ΚΚΕ, της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, και του ΣΥΡΙΖΑ-αν και σε πολύ μικρότερο βαθμό σε σχέση με την περίοδο πριν την ανάληψη της εξουσίας το 2015. Η συνδικαλιστική δικτύωση καλύπτει μεγάλα κομμάτια των εργαζομένων στον ιδιωτικό και το δημόσιο τομέα, των συνταξιούχων, των ελεύθερων επαγγελματιών, ακόμα και των βιοτεχνών/εμπόρων/καταστηματαρχών. Το αντιεξουσιαστικό δίκτυο είναι πλέον πανελλαδικό και συγκροτεί αναπόσπαστο μέρος όλων των δικαιωματικών χώρων. Το δίκτυο του ΚΚΕ διακλαδώνεται, εκτός από το εργατικό κίνημα, στους αγρότες, τους μαθητές, τους φοιτητές και τους γονείς.
 
Το δίκτυο της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, σε μερική αναδόμηση την τελευταία δεκαετία, ύστερα από την αποχώρηση δυνάμεων από τον ΣΥΡΙΖΑ-κυρίως από τον χώρο της νεολαίας-και την αλλαγή των συμμαχιών στο εσωτερικό της, εξακολουθεί να είναι υπολογίσιμη δύναμη στο φοιτητικό κίνημα και στο χώρο του δικαιωματισμού. Ο ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει να κομίζει κρίσιμους πόρους (κυρίως ανθρώπινους) στις κινητοποιήσεις, αλλά δεν διαθέτει πλέον τις προ της κυβερνητικής του θητείας καλές σχέσεις με τους κινηματικούς χώρους ούτε και τους ίδιους διαθέσιμους πόρους. Σε σχέση με τα κινηματικά δίκτυα που αποτέλεσαν τους βασικούς ιμάντες της αντιμνημονιακής καμπάνιας του 2010-2012, στα χρόνια που μεσολάβησαν υπήρξε μια σημαντική προσθήκη: το δίκτυο των φεμινιστικών και ΛΟΑΤΚΙ+ οργανώσεων και ομάδων. Πρόκειται για ένα δίκτυο που πλέον καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος της χώρας και αποτελείται από οργανώσεις και ομάδες με χαλαρή σχέση μεταξύ τους, οι οποίες όμως συνεργάζονται τόσο για την προώθηση των αιτημάτων τους όσο και για την οργάνωση κινητοποιήσεων, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι λείπουν οι αντιπαραθέσεις μεταξύ τους. Τα κινηματικά αυτά επιμέρους δίκτυα συγκροτούν ένα «πολυκέφαλο» δίκτυο, ενώ διατηρούν εν πολλοίς τα χαρακτηριστικά που είχαν και μια δεκαετία πριν: άτυπες συμμαχικές σχέσεις μεταξύ τους, διαρκείς αντιπαραθέσεις, απουσία κεντρικού δρώντα, παρουσία αριστερών κομμάτων που εξασκούν «κομματικό κινηματισμό».
 
Όλα τα παραπάνω δίκτυα, τα οποία στήριξαν οργανωτικά τις κινητοποιήσεις του 2022, διατύπωναν αριστερόστροφες αξιακές πλαισιώσεις και ερμηνευτικά σχήματα, καθότι αντλούσαν σε κρίσιμο βαθμό τη δύναμή τους από αριστερές ιδεολογίες και ταυτότητες (σε αυτές συμπεριλαμβάνουμε και τις αντίστοιχες αντιεξουσιαστικές), ακόμα και αν οφείλουμε να υπενθυμίσουμε ότι στην περίπτωση του συνδικαλιστικού κινήματος και οι δεξιές δυνάμεις έχουν σημαντική παρουσία, ενώ στην περίπτωση του φεμινιστικού κινήματος η προτιμώμενη «διαθεματική» ανάλυση διαμορφώθηκε σε κάποιο βαθμό σε αντιπαράθεση με παραδοσιακές αριστερές ιδεολογικές επεξεργασίες. Η ικανότητα των κινητοποιούμενων να πλαισιώνουν και να ερμηνεύουν την πραγματικότητα με αυτοδύναμο τρόπο υπήρξε σημαντική προϋπόθεση για τη δράση τους, αν λάβει κανείς υπόψη την εχθρική στάση των περισσότερων mainstream Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης απέναντι στις κινητοποιήσεις, και την άτυπη υποστήριξη του εκάστοτε κυβερνητικού αφηγήματος.
 
Η ιδεολογική εγγύτητα και η μερική οργανωτική αλληλοεπικάλυψη μάς επιτρέπει να μιλήσουμε για μια «οικογένεια κοινωνικών κινημάτων», η οποία στον πυρήνα της έχει μια «κινηματική κοινότητα». Αυτό με τη σειρά του μας επιτρέπει να ερμηνεύσουμε τις διαδικασίες διάχυσης των κινητοποιήσεων, αν και αυτές παρατηρήθηκαν κυρίως εντός των διαφόρων δικτύων. Στις περιπτώσεις κινητοποιήσεων α) υπέρ των δικαιωμάτων συγκεκριμένων κρατουμένων, όπως οι Δημήτρης Χατζηβασιλειάδης και Βαγγέλης Σταθόπουλος ή ο Γιάννης Μιχαηλίδης, β) υπεράσπισης του πανεπιστημιακού ασύλου, γ) υπεράσπισης των ελεύθερων χώρων της περιοχής των Εξαρχείων, δ) αλληλεγγύης σε επιζήσασες έμφυλης βίας, ε) υπέρ των αιτημάτων των αγροτών, και στ) διαμαρτυρίας για τον 16χρονο Ρομά Κώστα Φραγκούλη που δολοφονήθηκε από αστυνομικό, η διάχυση πραγματοποιήθηκε βασικά εντός των δικτύων αναφοράς και δευτερευόντως εκτός αυτών. Η διάχυση εντός των δικτύων φαίνεται να ήταν άμεση και να πραγματοποιήθηκε κυρίως μέσω δικτύωσης, ενώ η διάχυση εκτός των δικτύων φαίνεται να ήταν έμμεση και να πραγματοποιήθηκε μέσω ενός αισθήματος ταύτισης μεταξύ των δρώντων και μιας κοινής απάντησης σε γεγονότα που είδαν το φως της δημοσιότητας.
 
 
Επιμέλεια: Χάρης Γολέμης
 
 
Σημείωση:
 
1. Mc Adam Doug (1996), “Conceptual origins, problems, future directions”, στο Doug Mc Adam, John Mc Carthy, and Mayer Zald (eds.), Comparative perspectives on social movements, CUP.
 
Ο Δημήτρης Παπανικολόπουλος είναι διδάκτορας Πολιτικής Επιστήμης και ερευνητής στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου.