Ζει τις τέσσερις εποχές της Πόλης του Φωτός απ’ το 1984. Κι εκτός απ’ τα φύλλα που πέφτουν και τη λαϊκή αγορά που ανθεί στη γειτονιά του, στο 11ο Διαμέρισμα της Βαστίλης, μπορεί και παρακολουθεί τις στιγμές που ο παλμός δυναμώνει. Τις ημέρες που οι δρόμοι μετατρέπονται σε κοίτη, απ’ όπου περνούν τα ποτάμια του κόσμου για να καταλήξουν στις μαζικές διαδηλώσεις.
Ο Νίκος Γραικός γίνεται, επίσης, μάρτυρας όσων σημαδεύουν το Παρίσι και το στοιχειώνουν, όπως οι στιγμές των τρομοκρατικών επιθέσεων. Όλα αυτά απ’ το παράθυρό του. Σ’ ένα διαμέρισμα κάτω απ’ τη στέγη.
Μιλήσαμε τις ημέρες που το Παρίσι βρίσκεται ξανά σε αναβρασμό λόγω της επιχειρούμενης αύξησης των ορίων συνταξιοδότησης για να μας μεταφέρει στη δική του καθημερινότητα επί τέσσερις δεκαετίες. Σ’ εκείνη που βρίσκεται ανάμεσα στις σελίδες των βιβλίων και κατά την οποία όταν ξαποσταίνει, το βλέμμα του πέφτει σε μια μικρή ελιά που έχει έξω στο μπαλκόνι. «Γιατί, μην ξεχνάμε ότι πίσω απ’ την ελιά βλέπουμε το κλασικό γαλλικό κτήριο. Βλέπουμε τη διπλή πολιτιστική ένταξη και συνύπαρξη: της αρχιτεκτονικής των τελευταίων αιώνων και της ελιάς που υπήρξε πριν και θα υπάρχει και μετά απ’ αυτή την αρχιτεκτονική».
Είστε στο Παρίσι από το 1984. Από ποιες γωνιές της πόλης έχετε παρακολουθήσει την καθημερινότητα και τις εξελίξεις;
Προσπάθησα να είμαι πάντα σε γειτονιές, εκεί που βρίσκεται το λαϊκό Παρίσι ή έστω η ανάμνησή του. Προσπάθησα ν’ αποφύγω τις περιοχές που τον 19ο αιώνα με την παρέμβαση του βαρόνου Ζορζ Εζέν Οσμάν έγιναν οι μεγάλες λεωφόροι ή τα βουλεβάρτα και οι επιβλητικές πολυκατοικίες pierre de taille, μια παραδοσιακή, αρκετά τυπική αρχιτεκτονική που εκφράζει την επικράτηση της αστικής τάξης.
Η περιοχή που μένω τα τελευταία 18 χρόνια είναι κοντά στη Βαστίλη (προς τη μεριά της Rue de la Roquette). Την αγάπησα γιατί έχει ακόμη τις καμπύλες των δρόμων και διαφορετικές οπτικές. Δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια ο Δήμος Παρισιού κάνει κάποιες παρεμβάσεις με οικολογικό πρόσημο, το οποίο όμως οικολογικό πρόσημο καταστρέφει τη ρυμοτομία. Οι πλατείες διαπλατύνονται σε μεγάλα πεζοδρόμια, όπως είχαμε δει και στην Ομόνοια και στο Κολωνάκι. Η προοπτική να πεζοδρομηθεί δε το κεντρικό Παρίσι με στενοχωρεί διότι δεν είναι ένα Παρίσι που θα δοθεί στον κόσμο για να κάνει βόλτες, αλλά θα γίνει ένα κεντρικό ανοιχτό εμπορικό κέντρο, στο οποίο θα κυκλοφορούν διάφορος κόσμος και ορδές τουριστών. Δεν θα υπάρχει καμία ζωή γειτονιάς.
Ποια γεγονότα σας έχουν σημαδέψει; Γεγονότα, δηλαδή, που έχετε δει κατά κυριολεξία να συμβαίνουν έξω απ’ το παράθυρό σας.
Πάντα προσπαθούσα να έχω διαμέρισμα στην πρόσοψη της πολυκατοικίας. Στο σημερινό μου σπίτι, μ’ ενωμένα τα πρώην δωμάτια υπηρεσίας κάτω από τη στέγη (σ.σ.: ήταν δωμάτια όπου κοιμόνταν οι υπηρέτριες και τώρα συνήθως μένουν οι φοιτητές, καθότι δεν θεωρείται ρετιρέ και το ενοίκιο είναι φτηνότερο), έχω τέσσερα μικρά μπαλκονάκια απ’ τα οποία μπορώ να παρακολουθώ λίγο τι συμβαίνει. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τη βραδιά των τρομοκρατικών επιθέσεων (Μπατακλάν και Charlie Hebdo). Την αστυνομία ν’ αδειάζει τα μπαρ και τα εστιατόρια γιατί περνούσαν οι τρομοκράτες με το αυτοκίνητο και πιθανόν να είχαμε κι άλλα θύματα. Έτσι κατάλαβα ότι αυτή η νεολαία, αυτά τα εναλλακτικά στέκια ήταν ο βασικός στόχος της τρομοκρατικής επίθεσης. Γιατί δεν χτύπησαν στις ακριβές και πολύ καλές γειτονιές κι ήρθαν εδώ;
Οταν είδα την επέμβαση της αστυνομίας και την προσπάθεια να φύγει ο κόσμος, ήταν σαν να ζούσα στιγμές πολέμου. Και την επόμενη ημέρα έζησα την άδεια γειτονιά κι είδα τη λαϊκή, που γίνεται κάθε Κυριακή, να μην στήνεται αυτή τη φορά. Κατάλαβα τι θα πει νεκρή πόλη. Ακριβώς τις επόμενες ημέρες το σύνθημα που ψιθυρίστηκε παντού και γράφτηκε και στους τοίχους ήταν ότι κανένας δεν θα εγκαταλείψει τη γειτονιά μας, όλοι θα μείνουμε εδώ. Αυτή ήταν η καλύτερη αντίσταση. Θα μείνουμε εδώ, δεν θ’ αλλάξει τίποτα.
Συνεπώς, πρόκειται για μια γειτονιά με πιο πολιτικά χαρακτηριστικά;
Σ’ έναν μεγάλο βαθμό ξέρουμε ότι σχεδόν όλες οι συνδικαλιστικές και πολιτικές διαδηλώσεις γίνονται ανάμεσα στις τρεις πλατείες-σύμβολο στην Ιστορία της Γαλλίας: Place de la Nacion, Place de la Bastille και Place de la Republique. Κάποιος με ρώτησε γιατί δεν αλλάζω γειτονιά, να πάω κάπου πιο ήρεμα και πιο μακριά απ’ όλες αυτές τις κινητοποιήσεις. Το πιο όμορφο Παρίσι για μένα είναι το Παρίσι των ημερών των διαδηλώσεων, με τον κόσμο να τραγουδάει, να χορεύει, να συμμετέχει και να δείχνει ότι ένα διαφορετικό Παρίσι, για να μην πούμε μια διαφορετική ζωή, είναι ακόμη δυνατόν να υπάρξει.
Υπάρχει μια αίσθηση ότι εκεί ο κόσμος κατεβαίνει συχνότερα στον δρόμο σε σχέση με την Ελλάδα και με πιο μαζικούς όρους.
Δυστυχώς, δεν εκφράζεται και σε μια πολιτική προοπτική αυτό. Το πιο σημαντικό για μένα θα ήταν να μπορούσε να εκφραστεί η κινηματική Αριστερά και μέσα στη Βουλή. Δηλαδή, πώς αυτή η κινηματική Αριστερά θα μπορούσε ν’ αλλάξει λίγο τους συσχετισμούς και στη νομοθετική αλλά και στην εκτελεστική εξουσία. Η μαζική παρουσία του κόσμου στον δρόμο δεν μετουσιώνεται για την ώρα σε μια αποτελεσματική παρουσία σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο.
Αυτή τη στιγμή βρίσκονται σ’ εξέλιξη κινητοποιήσεις που στρέφονται ενάντια στην αύξηση του ορίου ηλικίας για τη συνταξιοδότηση. Θα έλεγε κανείς ότι δεν μας είναι άγνωστος αυτός ο τρόπος πολιτικής. Γιατί θεωρείτε ότι συνεχίζουν να επιμένουν οι δυτικές κυβερνήσεις σε μοντέλα λιτότητας, τη στιγμή που έχουν αποδοκιμαστεί πολλάκις από τον κόσμο;
Οι κυβερνήσεις εκλέγονται για ένα πρόγραμμα και να εφαρμόσουν μια πολιτική. Η διαφορά είναι ότι τις δύο τελευταίες φορές ο Μακρόν δεν εξελέγη για το πρόγραμμά του, αλλά εξελέγη ενάντια στη Λεπέν. Αυτός θα έπρεπε να πει με τη σειρά του «για να σας ευχαριστήσω που έγινε αυτό το μέτωπο της Δημοκρατίας ενάντια στην Ακροδεξιά», δεν θα εφαρμόσω ακριβώς το πρόγραμμά μου, αλλά θα προσπαθήσω να προτείνω πιο συναινετικές λύσεις. Αυτό δεν έγινε. Και γι’ αυτόν τον λόγο ο κόσμος θεωρεί ότι υποκλέπτουν την ψήφο του. Και γι’ αυτό στις τελευταίες εκλογές είχαμε κι ένα τεράστιο ρεύμα αποχής.
Παρατηρούμε, επίσης, την ίδια ρητορική που ακούμε και στην Ελλάδα. Αναφέρεται συγκεκριμένα ότι ο Μακρόν ζήτησε από τους διοργανωτές των κινητοποιήσεων να διατηρήσουν «ένα πνεύμα ευθύνης» προκειμένου «να μπορούν να εκφράζονται οι διαφωνίες, αλλά με ηρεμία, με σεβασμό προς την περιουσία και τους ανθρώπους, και με την πρόθεση να μην εμποδίζεται η ζωή της υπόλοιπης χώρας». Η τελευταία, όμως, εικόνα που μου ’ρχεται απ’ τις κινητοποιήσεις στη Γαλλία είναι εκείνη αστυνομικών που τρέχουν από το πουθενά πάνω στους διαδηλωτές για να τους διαλύσουν.
Είχε συγκινηθεί πάρα πολύ η γαλλική κοινή γνώμη από την επίθεση που δέχτηκε μία διαδηλώτρια, μίας κάποιας ηλικίας, από την αστυνομία. Η απάντηση του Μακρόν ήταν ότι μία κυρία 70 χρονών έπρεπε να είναι στο σπίτι της. Αν, όμως, σημαίνει ότι είμαστε ικανοί να δουλεύουμε ακόμη πιο πολύ, πρέπει να σημαίνει ότι έχουμε και το δικαίωμα να συμμετέχουμε στις διαμαρτυρίες και στις διαδηλώσεις. Δεν μπορούμε να λέμε, από τη μια, ότι είμαστε πολύ καλοί για να δουλεύουμε σ’ ακόμη μεγαλύτερη ηλικία και, από την άλλη, ότι πρέπει να είμαστε στο σπίτι όταν γίνεται μια κινητοποίηση.
Δεν υπάρχει διάθεση διάλυσης της κοινωνικής ζωής από τους διαμαρτυρόμενους. Ίσα-ίσα, η διάλυση γίνεται μέσω των αποφάσεων των κυβερνώντων. Τον τελευταίο μήνα έχουμε ζήσει την πτώχευση τριών μεγάλων εταιρειών στον χώρο της ένδυσης. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να γίνουν πάρα πολλές απολύσεις. Στις μικρότερες πόλεις ειδικότερα αυτές οι απολύσεις έχουν μεγάλο αντίκτυπο στην κοινωνική ζωή. Αυτή είναι η πραγματική διάλυση του κοινωνικού ιστού και της ζωής της καθημερινής των πόλεων και όχι μία διαδήλωση που κρατάει τρεις ώρες.
Πώς κυλά η ημέρα σας; Πώς είναι η ζωή μέσα από το παράθυρο;
Η εργασία μου ως μεταφραστής, ως μελετητής εκδόσεων, ως γραφιάς και τώρα με τα μαθήματα που κάνω εξ αποστάσεως ως καθηγητής Ελληνικών-Γαλλικών με υποχρεώνουν να είμαι πάρα πολλές ώρες στο σπίτι. Σ’ έναν μεγάλο βαθμό το επιλέγω κι επειδή αρνούμαι τον εξευγενισμό του Παρισιού. Προτιμώ να είμαι λίγο κοσμοκαλόγερος. Οι κοσμοκαλόγεροι είναι πολύ περισσότεροι απ’ όσο νομίζουμε. Για να μπορώ να έχω αυτή την έντονη κοινωνική ζωή σε πολιτιστικά και πολιτικά θέματα πρέπει να έχω πάρα πολλές ώρες αυτοπεριορισμού και μελέτης.
Μου δίνετε την αίσθηση ότι είστε ένας άνθρωπος που, αν έβλεπε κάποιον μπροστά του στον δρόμο να κοντοστέκεται απογοητευμένος, θα τον έπαιρνε αγκαζέ και θα του ’λεγε να προχωρήσουν. Θα του ’λεγε «θ’ αντέξουμε». Από πού αντλείτε την πίστη σας μέσα σε μια τόσο γκρίζα πραγματικότητα;
Ισως επειδή αντί να μιλώ σε αυτόν, θα μιλούσα ουσιαστικά στον εαυτό μου. Γιατί αυτή την απογοήτευση που θα ’βλεπα στα μάτια του τη βλέπω μέσα στη δική μου ψυχή. Άρα, ουσιαστικά μιλώ στον ίδιο μου τον εαυτό. Προσπαθώντας να δώσω θάρρος στον άλλο ν’ αντιμετωπίσει τη δυσκολία του, στην ουσία δίνω θάρρος σ’ εμένα. Όταν κάποιος μου λέει ότι θέλει κάποιο ευρώ, όταν μπορώ το δίνω, λέγοντάς του πάντα ότι σας το δίνω γιατί ξέρω πολύ καλά ότι στη θέση σας θα μπορούσα να ήμουνα εγώ.
Δίπλα απ’ το σπίτι μου, κάθε Πέμπτη και Κυριακή, το βλέπω κι απ’ το παράθυρο, έχει μία από τις ομορφότερες λαϊκές αγορές. Τρίτη και Πέμπτη βράδυ έχει ένα απ’ τα μεγαλύτερα συσσίτια. Έτσι μπορώ να βλέπω τις δυο πλευρές του Παρισιού και να είμαι πολύ πιο κοντά στην πραγματική ζωή.
Από την άλλη, έχετε γράψει ότι «η υποχρεωτική ευτυχία είναι βάσανο καθημερινό. Όλοι απαιτούν χαμόγελο και άνεση. Απαγορεύεται να είμαστε λυπημένοι, να νιώθουμε αποτυχημένοι ή απλά μπερδεμένοι». Πού βρίσκεται η ισορροπία;
Οταν λέω ότι δεν είμαστε υποχρεωμένοι να είμαστε ευτυχείς, εννοώ ότι η επίγνωση της δυστυχίας και των προβλημάτων δεν μας κάνει μελαγχολικούς ή σκοτεινούς ανθρώπους. Μας κάνει να ’χουμε μεγαλύτερη αγάπη μέσα μας και να μπορούμε να προχωράμε χωρίς μία επίφαση ευτυχίας.
Η αγάπη σας για τις λέξεις είναι γνωστή. Και η συνέντευξή μας θα δημοσιευτεί, όπως γνωρίζετε, σε εφημερίδα. Ποια η αξία να συνεχίσουν να έχουν σπίτι τους οι κουβέντες μας το χαρτί;
Μία από τις πιο ευτυχισμένες στιγμές της ζωής μου ήταν όταν μπόρεσα ν’ αγοράσω στην περίφημη λαϊκή της Βαστίλης τις ελληνικές κυριακάτικες εφημερίδες, που έρχονταν με το αεροπλάνο. Άλλη είναι η αίσθηση του χαρτιού και της κυριακάτικης εφημερίδας και του καφέ, και άλλη η αίσθηση της διαδικτυακής πληροφόρησης, που κι αυτή δεν την υποτιμώ. Με το χαρτί και το βιβλίο υπάρχει μια επαφή του σώματος. Μαυρίζουν λίγο τα δάχτυλα απ’ το μελάνι της εφημερίδας. Όπως έγραφε κι ο Ρίτσος, «κι οι λέξεις φλέβες είναι, μέσα τους αίμα τρέχει, όταν σμίγουν οι λέξεις, το δέρμα του χαρτιού ανάβει κόκκινο, όπως την ώρα του έρωτα, το δέρμα του άντρα και της γυναίκας». Αυτή η έννοια της υλικότητας του κειμένου περνά πολλές φορές μέσα από την εφημερίδα και μέσα απ’ το βιβλίο το τυπωμένο.
Κώστας Παπαντωνίου