Ανακαλύπτοντας νέους δρόμους
Τα χρόνια της κρίσης, εν μέσω της πρωτοφανούς επίθεσης σε κεκτημένα δικαιώματα, η κοινωνία της χώρας μας έχει αρχίσει να ψηλαφεί νέες μορφές κοινωνικής αντίστασης. Από το Δεκέμβρη του 2008 ως τις πλατείες του 2011, παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο ένα μέρος της, που δεν μπορούσε ή δεν ήθελε να αντιπροσωπευθεί από κανένα κόμμα και κανένα συνδικαλιστικό φορέα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι τελευταίοι δεν συνέβαλαν στην εξέγερση ή στις αντιστάσεις που ακολούθησαν. Ωστόσο αναδεικνύεται ότι μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας νιώθει την ανάγκη να εκφραστεί χωρίς αντιπροσώπους και οι υπάρχουσες δομές πολιτικές και συνδικαλιστικές δεν ικανοποιούν αυτή του την ανάγκη.
Το 2011 με τις λαϊκές συνελεύσεις στις γειτονιές, αρχίζει να διαδίδεται η σκέψη της συγκρότησης κινηματικών δομών σε τοπικό επίπεδο και να αποκτά υποστηρικτές. Συνελεύσεις, στέκια γειτονιάς και δομές αλληλεγγύης αρχίζουν να εμφανίζονται σχεδόν ταυτόχρονα σε διαφορετικές περιοχές, με βασικά χαρακτηριστικά την αυτοοργάνωση και την άμεση δημοκρατία.
Στα συλλογικά προβλήματα δε χωρούν ατομικές λύσεις
Στο χώρο της εκπαίδευσης, το πρόβλημα των ταξικών φραγμών, που είναι εντοπισμένο από καιρό, εντείνεται ακόμα περισσότερο για πολλούς λόγους. Είναι κοινή παραδοχή ότι η «δωρεάν» δημόσια εκπαίδευση είναι πολύ ακριβή για μια οικογένεια, ειδικά την περίοδο της προετοιμασίας για τις πανελλαδικές εξετάσεις. Ακόμα περισσότερο κοστίζουν τα μαθήματα ξένων γλωσσών ή τα καλλιτεχνικά μαθήματα, τα οποία ουσιαστικά δεν καλύπτονται από το δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα.
Το αποτέλεσμα της όξυνσης των οικονομικών ανισοτήτων, σε συνδυασμό με τις μεταρρυθμίσεις των προηγούμενων κυβερνήσεων που έκαναν το λύκειο ακόμα πιο ανταγωνιστικό και εξετασιοκεντρικό ήταν να δυσχεράνει ακόμα περισσότερο η κατάσταση για τους μαθητές και τις οικογένειές τους. Ήδη, ακόμα και πριν την κρίση, πολλοί εκπαιδευτικοί αφιέρωναν κάποιες ώρες σε δωρεάν ιδιαίτερα. Επομένως, η απόφαση δεν ήταν δύσκολη. Έπρεπε να σταματήσουμε να κρύβουμε το πρόβλημα κάτω από το χαλί, δρώντας κατά μόνας και να διερευνήσουμε νέους δρόμους μέσα από την επανεφεύρεση της συλλογικότητας, που είναι και η βάση των νέων μορφών αντίστασης.
Έτσι, από τις αρχές του 2012 άρχισαν να δημιουργούνται τα πρώτα αλληλέγγυα σχολεία της περιόδου της οικονομικής κρίσης. Σε αντίθεση με αντίστοιχες δομές της εκκλησίας, των δήμων και των ΜΚΟ, αυτά τα σχολεία, παρότι δεν είναι πανομοιότυπα, έχουν κοινά χαρακτηριστικά το στοιχείο της αυτοοργάνωσης και της δημοκρατικής λήψης αποφάσεων. Στα σχολεία αυτά δεν υπάρχει καμία μακρινή εξουσία που οργανώνει, στελεχώνει και λύνει προβλήματα, όλα είναι αποτέλεσμα αποφάσεων συνέλευσης και πολλής προσωπικής δουλειάς των ανθρώπων που αφιερώνουν καθημερινά χρόνο σε αυτή την προσπάθεια. Διαρκής στόχος είναι η εμπλοκή όλο και περισσότερων ανθρώπων σε αυτό.
Αλληλέγγυα σχολεία υπήρχαν βέβαια και πριν την κρίση. Η εμπειρία των σχολείων μεταναστών είναι σημαντική. Το Ανοιχτό Σχολείο Μεταναστών Πειραιά, το Ανοιχτό Σχολείο Μεταναστών και Προσφύγων Αθήνας, το Κυριακάτικο Σχολείο Μεταναστών, τα Πίσω Θρανία, είναι δομές με μακρά ιστορία, με αρκετά πιο σαφή πολιτικά χαρακτηριστικά. Δομές που μετράνε πάνω από μια δεκαετία δράσης και με αφορμή το κενό της πολιτείας στην εκπαίδευση των μεταναστών, παράγουν σπουδαίο έργο, παρέχοντας επιπλέον πολύπλευρη στήριξη σε μετανάστες και πρόσφυγες και συμβάλλοντας στην κοινωνική τους ένταξη.
Καλλιεργώντας ένα νέο όραμα
To 2015, με πρωτοβουλία του Αλληλέγγυου Σχολείου της Μεσοποταμίας, μαζί με το Σχολείο Αλληλεγγύης Κερατσινίου, ξεκίνησε μια προσπάθεια καταγραφής και συντονισμού των δομών που ασχολούνται με την παιδεία στο πεδίο της αλληλεγγύης, πανελλαδικά και να σχηματοποιηθεί η συσσωρευμένη εμπειρία. Οι κοινές συζητήσεις, τροφοδότησαν μια νέα δυναμική και έδωσαν πολύ χρήσιμα συμπεράσματα.
Συνομολογούμε ότι η αξία αυτών των εκπαιδευτικών δομών ξεπερνά κατά πολύ την ανάγκη που τα δημιούργησε. Οι μεικτές συνελεύσεις μαθητών, γονιών και εκπαιδευτικών, είναι ένα πολύ βασικό στοιχείο για την οπτική της δημοκρατίας μέσα στο σχολείο. Αυτή η λειτουργία θέλει να εκπαιδεύσει τους μαθητές και τους γονείς τους σε ένα άλλο μοντέλο λήψης αποφάσεων, αντίθετο με τη λογική της ανάθεσης που καλλιεργείται, ήδη, από τα μαθητικά χρόνια, με τον περιορισμό της παρέμβασης στη σχολική κοινότητα σε μία ψήφο για το δεκαπενταμελές, το οποίο επιπλέον έχει περιορισμένο και προκαθορισμένο πεδίο στο οποίο μπορεί να γνωμοδοτήσει.
Επιπλέον, η συνύπαρξη και η σύμπραξη με δράσεις διαφορετικού περιεχομένου στο πεδίο της αλληλεγγύης και του πολιτισμού, όπως είναι δομές τροφής, ομάδες αλληλεγγύης στους πρόσφυγες, κινηματογραφικές λέσχες, λέσχες ανάγνωσης, προσφέρει ένα χώρο όπου οι νέοι άνθρωποι έρχονται σε επαφή με την έννοια του αντιρατσισμού, των αλληλέγγυων σχέσεων και της αλληλέγγυας δράσης.
Σε ότι αφορά το εκπαιδευτικό περιεχόμενο, η επιτακτικότητα της ανάγκης δεν αφήνει πολλά περιθώρια, παρ’ όλ’ αυτά γίνονται προσπάθειες εμπλουτισμού του εκπαιδευτικού περιεχομένου, όπως για παράδειγμα τα «Σεμινάρια του Μήνα» που οργανώνει το Αλληλέγγυο Σχολείο της Μεσοποταμίας, στο Μοσχάτο. Επίσης ως απόπειρες εμπλουτισμού του περιεχομένου μπορούν να θεωρηθούν και οι προβολές ταινιών και οι θεατρικές παραστάσεις που διοργανώνονται από αυτές τις δομές.
Τα Αλληλέγγυα Σχολεία θέλουν να αποτελέσουν τη μήτρα μιας εναλλακτικής εκπαίδευσης, που θα έχει στο επίκεντρο το μαθητή, που δε θα επιβάλει την ομοιομορφία, αλλά θα καλλιεργεί, αντιθέτως, τη διαφορετικότητα και για αυτό το λόγο έχουμε πολλά να κάνουμε, ακόμα και αν κάποια στιγμή το κράτος καλύψει την ανάγκη για υποστηρικτικά μαθήματα.