Όλη η υπόθεση Λιγνάδη, από την πολύ πολύ αρχή της (θέλω να πω, πολύ πριν το ελληνικό #metoo, τις φήμες, τις καταγγελίες, τη σύλληψη και την προφυλάκιση και εν συνεχεία τη δίκη του πρώην καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού, που ολοκληρώθηκε σε πρώτο βαθμό σήμερα) αποτελεί ένα case study για τους τρόπους με τους οποίους η βία ενδημεί και στους πιο απρόσμενους χώρους και το πώς η κάθε είδους ελίτ προστατεύει τα μέλη της και τρομοκρατεί εκείνους που θα μπορούσαν να τα απειλήσουν. Πώς αλλιώς να εξηγήσει κανείς την επί τόσα χρόνια “απρόσκοπτη” δράση του πρώην καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού; Πώς να εξηγήσει ότι παρά τις φήμες που κυκλοφορούσαν γι’ αυτόν στον χώρο του θεάτρου, ή μάλλον τις όχι και τόσο φήμες, αφού πολλοί γνώριζαν/γνωρίζαμε πολλά, αν και όχι όλα όσα αποκαλύφθηκαν τον τελευταίο ενάμιση χρόνο, όλα αυτά εντάσσονταν σε μια αφήγηση “περί ιδιαιτερότητας”, “σκοτεινού καλλιτέχνη” και άλλα παρόμοια; Με ποιους τρόπους η ομοφοβία και τα στερεότυπα για τους ομοφυλόφιλους άφησαν απροστάτευτα τόσα παιδιά και νέους άντρες (ή και γυναίκες) στη χειραγώγηση και τη βία του καταδικασμένου πλέον Δ. Λιγνάδη, του “γύπα” όπως ο ίδιος χαρακτήρισε τον εαυτό του; Γιατί δεν μίλησαν οι άνθρωποι του θεάτρου ή έστω μίλησαν ελάχιστοι, ποιοι μηχανισμοί έμμεσης ή άμεσης τρομοκράτησης περιόρισαν τους καταγγέλλοντες σε προσφυγόπουλα και ανήλικους μετανάστες που δεν είχαν και πολλά να χάσουν, και που εντέλει υπέστησαν κάθε είδους εξευτελισμό κατά τη διάρκεια της δικαστικής διαδικασίας; Πώς “στήθηκε” τελικά η απόφαση και πώς δικαιολογείται ο κατηγορούμενος για βιασμό να θεωρείται επικίνδυνος και προφυλακιστέος, ενώ ο καταδικασμένος πλέον να μπορεί να επιστρέψει σπίτι του με περιοριστικούς όρους; Μήπως δόθηκε η πρωτόδικη καταδίκη ως τυράκι στο “κοινό περί δικαίου αίσθημα”, ελπίζοντας ότι θα καταπιεί μαζί με αυτό και τον ανασταλτικό χαρακτήρα της ποινής μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης στον δεύτερο βαθμό; Ποιοι μπαίνουν και ποιοι δεν μπαίνουν τελικά στη φυλακή και για ποια αδικήματα; Άλλωστε και η προφυλάκιση έγινε σε μια στιγμή που το πολιτικό σύστημα απειλούνταν πολύ σοβαρά από αυτή την υπόθεση, έπρεπε να θυσιαστούν κάποιοι μήνες από τη ζωή του εκλεκτού του… Στον αντίποδα τόσων άλλων που μένουν στη φυλακή για μήνες και χρόνια, χωρίς στοιχεία, αλλά αυτοί είναι φτωχοί, ξένοι, αναρχικοί, αριστεριστές ή ποιος ξέρει τι άλλο…
Όλη η υπόθεση Λιγνάδη είναι μια ιστορία για την εξουσία, όπως εξάλλου και ο βιασμός και η σεξουαλική παρενόχληση είναι ένα ζήτημα εξουσίας, και η χειραγώγηση ανθρώπων και η ψυχολογική τους διάλυση, παιχνίδια ιδιαίτερα αγαπητά σε αυτόν που σήμερα καταδικάστηκε, και που δεν έφτασαν και πιθανότατα δεν θα μπορούσαν ποτέ να φτάσουν στην αίθουσα του δικαστηρίου. Μια ιστορία εξουσίας που ξεπερνά μία κυβέρνηση, ακόμη κι αυτήν που είχε την αλαζονεία να τοποθετήσει έναν τέτοιον άνθρωπο σε μια τόσο σημαντική θέση. Σκέφτομαι σήμερα όλους εκείνους που λοιδωρήθηκαν και εξευτελίστηκαν στην αίθουσα του δικαστηρίου, όσους συκοφαντήθηκαν και στοχοποιήθηκαν, αλλά κι εκείνους που σιωπηλά περίμεναν από αυτή τη δίκη μια δικαίωση για κάποια ανομολόγητη οδύνη, αυτούς που αύριο μπορεί να συναντήσουν κάπου στο δρόμο τους εκείνον που τους κακοποίησε…
Και με τρομάζει το γεγονός πως η Δικαιοσύνη δεν επέλεξε να απλώσει ένα δίχτυ προστασίας πάνω από όλους αυτούς και όλους τους άλλους που μπορεί να βρεθούν στη θέση τους…
Έφη Γιαννοπούλου
Ανάρτησή της στο Facebook