Macro

«Νόμος και τάξη», το ψευδώνυμο της αταξίας

Το σαββατοκύριακο 5 και 6 Δεκεμβρίου, στην επέτειο της δολοφονίας του Αλέξη Γρηγορόπουλου, δεν είχαμε απλά μια επανάληψη του κυβερνητικού αυταρχισμού και της αστυνομικής τρομοκρατίας μετά την επέτειο του Πολυτεχνείου, όπως από κεκτημένη ταχύτητα συνηθίζουμε να λέμε. Είδαμε να πραγματοποιείται ένα ακόμη σημαντικό βήμα στον κατήφορο που έχει πάρει η κυβέρνηση της ΝΔ με τον υπερφίαλο υπουργό –κατ’ ευφημισμό– Προστασίας του Πολίτη στην πρώτη γραμμή. Μικρή σημασία έχει αν το συνειδητοποιεί ή όχι, γιατί το κακό γίνεται και με τον ένα και με τον άλλο τρόπο.

Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων είχε ήδη από την πρώτη φορά προειδοποιήσει ότι γενικευμένη άρση του δικαιώματος του συνέρχεσθαι με τόσο απόλυτο τρόπο παραβιάζει χωρίς καμιά αμφιβολία τη σχετική συνταγματική διάταξη, γεγονός που δεν μπορεί να αναιρεθεί εξ αιτίας του σκοπού που επικαλείται η κυβέρνηση, δηλαδή της προστασίας της υγείας των πολιτών. Η κυβέρνηση απλώς έκανε πως δεν άκουσε, βρέθηκαν και κάνα δυο συνταγματολόγοι να την επικουρήσουν, πολιτικά και όχι νομικά, και όλα καλά καμωμένα.

 

Το δεύτερο χτύπημα

Υπήρξε, όμως, και δεύτερη παρέμβαση από την Ένωση, πιο ηχηρή, με σχόλιο του προέδρου της αυτή τη φορά, του κ. Σεβαστίδη. Αναγκάστηκε να αντιπαρατεθεί και πάλι στην κυβερνητική πρακτική, με αφορμή τη δεύτερη και χειρότερη απαγόρευση, του περασμένου σαββατοκύριακου. Μιλάει με νομική γλώσσα, αλλά δεν κρύβει λόγια. Διαπιστώνει «διάθεση επιβολής νέου δόγματος, που επιθυμεί να προσλάβει τον χαρακτήρα μιας παγιωμένης πρακτικής», για χάρη της οποίας «η επιστημονική άποψη μεθοδευμένα διαστρεβλώνεται και απαξιώνεται με κριτήρια πολιτικής σκοπιμότητας». Και επισημαίνει τον κίνδυνο «μόνιμης διολίσθησης στο δίκαιο της ανάγκης και οριστικής υποχώρησης από συλλογικές κατακτήσεις δύο αιώνων».

Τι βαρύτερο θα μπορούσε να πει κάποιος για την κυβερνητική πρακτική της νομικής αταξίας; Υπάρχει, ωστόσο, και η πολιτική πλευρά αυτής της πρακτικής, που εγείρει ακόμα σοβαρότερα ζητήματα. Η πρώτη γενική απαγόρευση των συναθροίσεων πάνω από τρία άτομα σ’ όλη τη χώρα επιβλήθηκε με αστυνομική διαταγή, δηλαδή με την ανάληψη της ευθύνης από ένα διοικητικό στέλεχος πολύ χαμηλά στην ιεραρχία σε σύγκριση με τη σοβαρότητα του δικαιώματος που θα αναστελλόταν. Στη δεύτερη, του περασμένου σαββατοκύριακου, η απαγόρευση επεκτάθηκε και σε… μονάδες. Ακόμη και μεμονωμένα άτομα εμποδίστηκαν να καταθέσουν ένα λουλούδι στον τόπο της δολοφονίας. Σε επίμονα ερωτήματα προς τους αξιωματικούς που απαγόρευαν την πρόσβαση ακόμα και σε βουλευτές, η απάντηση ήταν ότι έχουν προφορική εντολή.

 

Πιο χαμηλά, στο «δίκαιο της ανάγκης»

Η διαφορά από την επέτειο του Πολυτεχνείου είναι πολιτικά σημαντική. Εκεί και τότε είχαν επιτραπεί οι συμβολικές ενέργειες απόδοσης τιμής, παρά το γεγονός ότι η πιθανότητα μαζικότερης προσέλευσης, σύμφωνα με την πολύχρονη παράδοση, ήταν πολύ μεγαλύτερη. Μετά από μερικές εβδομάδες, η σκλήρυνση της στάσης της κυβέρνησης είναι φανερή. Μπορεί να αποτιμηθεί και με τον τεράστιο αριθμό, σε σύγκριση με το πλήθος των κινητοποιημένων, συλλήψεων και προσαγωγών, ακόμη και παριστάμενων δικηγόρων. Στην πρώτη περίπτωση έχουμε την παράδοση μιας ευθύνης καταστρατήγησης συνταγματικού δικαιώματος σε αστυνομικές αρχές. Στη δεύτερη ανατίθεται σε όργανα καταστολής και η δυνατότητα ερμηνείας ως προς την έκταση στην οποία θα εφαρμοστεί η απαγόρευση-κατάργηση του δικαιώματος. Αυτό σημαίνει «προφορική εντολή».

Με τον τρόπο αυτό, ούτε λίγο ούτε πολύ, ολοκληρώνεται, σταδιακά αλλά με σημαντική ταχύτητα, η διαδικασία που συνδικαλιστικοί εκπρόσωποι αστυνομικών έχουν κατονομάσει σαν ανάγκη «να μας λυθούν τα χέρια». Δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία ότι η πολιτική ευθύνη γι’ αυτό ανήκει στην κυβέρνηση. Ο πολιτικός πατέρας του σημερινού πρωθυπουργού είχε υποδεχτεί κάποτε τις δυνάμεις καταστολής με τη φράση «το κράτος είστε εσείς», ο υιός αναθέτει σ’ αυτές την προστασία και την ερμηνεία του συντάγματος.

 

Με πρόσχημα τη δημόσια υγεία

Το πρόσχημα που χρησιμοποιείται για να δικαιολογηθεί αυτή η διαρκής διολίσθηση, η προστασία της δημόσιας υγείας, είναι τόσο διάτρητο που δεν χρειάζεται προσπάθεια για να αντικρουστεί. Δεν είναι μόνο η πολιτεία της κυβέρνησης στον τομέα της προστασίας της δημόσιας υγείας και της κάλυψης των αναγκών του ΕΣΥ που το καθιστούν διάτρητο. Είναι και η πολιτική της στα μέσα συγκοινωνίας που το ανατρέπουν, οι σχεδόν ανύπαρκτοι έλεγχοι και τα υποτυπώδη μέτρα προστασίας στους χώρους εργασίας και στις κλειστές δομές, όπως οι φυλακές, τα ΚΥΤ προσφύγων, αλλά και οι μονάδες φροντίδας ηλικιωμένων. Εκεί καταρρέει η επίκληση της έγνοιας της κυβέρνησης και μένει γυμνή η πρόθεσή της να επιβληθεί ένα νέο δόγμα, μια παγιωμένη πρακτική, που θα συνεχίσει να προβάλλεται σαν απαραίτητη και σωτήρια ακόμη και μετά την πανδημία.

Άλλωστε, η πανδημία δεν υπήρχε ούτε σαν υποψία, όταν αυτή η κυβέρνηση έφερε στη Βουλή και ψήφισε νόμο για το δραστικό περιορισμό των συγκεντρώσεων και των πορειών, με άλλο πρόσχημα αυτή τη φορά, την ενόχληση της κυκλοφορίας και της λειτουργίας της αγοράς. Προσχήματα και αφορμές θα βρίσκονται κάθε φορά διαφορετικά, αλλά ο στόχος θα είναι ο ίδιος, η επιβολή του νέου δόγματος και η αποδοχή της παγιωμένης πρακτικής.

Η αλήθεια είναι, βέβαια, πως όλα αυτά δεν επιχειρούνται εν κενώ. Αντιδράσεις υπήρξαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν. Μέχρι στιγμής, κανείς δεν έχει καταφέρει να στρέψει οριστικά προς τα πίσω τον τροχό της ιστορίας. Το κακό είναι πως και οι προσωρινές οπισθοδρομήσεις είναι εξίσου επώδυνες και επικίνδυνες για την εμπέδωση και την ανάπτυξη των δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών. Γι’ αυτό οφείλουμε να είμαστε όχι μόνο καχύποπτοι, αλλά και αυστηροί και αποφασισμένοι στην αντιμετώπιση της κυβερνητικής πρακτικής. Στο όνομα του «νόμου και της τάξης» επιφέρει ανατροπές σε μια νομική τάξη κερδισμένη με αγώνες αιώνων.

Χαράλαμπος Γεωργούλας
Πηγή: Η Εποχή