Ήταν σίγουρα μια εικόνα που προκάλεσε συζητήσεις. Ο λόγος για την προβολή, στην πρόσοψη του Κοινοβουλίου στις 21 Νοεμβρίου –ανήμερα της γιορτής των ενόπλων δυνάμεων και των εισοδίων της Παναγίας– ενός βίντεο αφιερωμένου στην ιστορία των ενόπλων δυνάμεων και διανθισμένου με εικόνες από την ελληνορθόδοξη πίστη. Τα πληκτρολόγια «πήραν φωτιά», οι αντικρουόμενες απόψεις εμφανίστηκαν ευθύς εξαρχής και η δημόσια σφαίρα κατακλύστηκε από επιχειρήματα ένθεν κακείθεν.
Να ξεκαθαριστεί, καταρχάς, πως ο υποκειμενισμός καθορίζει την όποια προσέγγιση του θέματος. Δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς, άλλωστε… Τούτου δοθέντος, ας ξεκινήσουμε από τη βασική παραδοχή πως το κτήριο όπου στεγάζεται η Βουλή, φέρει ένα βαθύτατο συμβολισμό: αυτόν της Δημοκρατίας. Κυρίαρχο συστατικό στοιχείο της οποίας είναι ο κοινοβουλευτισμός. Κι αυτός ο συμβολισμός φέρεται να αγνοήθηκε. Συνειδητά ή ασυνείδητα; «Διαβάζοντας» και αποκωδικοποιώντας τα μέχρι σήμερα δείγματα γραφής της κυβέρνησης, καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως αυτή ήταν μια απολύτως συνειδητή ενέργεια.
Ας ξεπεράσουμε την κιτς αισθητική, αν και η αισθητική της όποιας εξουσίας αντιστοιχεί στην πολιτική που ακολουθεί. Ας ξεπεράσουμε ακόμα και τους, αλήστου μνήμης, συνειρμούς του δόγματος «πατρίς, θρησκεία» που η προβολή τέτοιων σκηνών, δημιουργεί. Πώς μπορεί όμως να αγνοηθεί το γεγονός ότι καλύφθηκε από τέτοιου είδους εικόνες το κτίριο του κορυφαίου θεσμού της Δημοκρατίας; Πώς να παραβλεφθεί το τι σηματοδοτεί η προβολή στρατιωτικών ασκήσεων στην κεντρική πρόσοψη του Κοινοβουλίού λίγες, μάλιστα, μέρες μετά την απόπειρα της κυβέρνησης να εμποδίσει με τη βία και να αμαυρώσει τον εορτασμό του Πολυτεχνείου, ακόμα και με τον συμβολικό τρόπο που αυτός, λόγω συνθηκών, έγινε; Πώς να ξεπεραστεί το ότι αγνοείται επιδεικτικά το γεγονός ότι στη Βουλή υπάρχουν εκλεγμένοι εκπρόσωποι άλλων δογμάτων ή ακόμα και δηλωμένοι άθεοι και το ότι η ανάδειξη ορθόδοξων συμβόλων (ακόμα και αν η ορθοδοξία είναι η επικρατούσα θρησκεία), δεν συνάδει με το άρθρο 13 του Συντάγματος περί θρησκευτικής ελευθερίας;
Αγωνία
Η κυβέρνηση της ΝΔ, υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη, έχει πλήρη επίγνωση και συναίσθηση της αποτυχίας της στη διαχείριση του δεύτερου κύματος της πανδημίας. Τα στοιχεία και η πραγματικότητα που αυτά διαμορφώνουν –όσο και αν οι κυβερνώντες απολαμβάνουν της πλήρους ασυλίας της συντριπτικής πλειονότητας των ΜΜΕ τα οποία εξακολουθούν να πριμοδοτούν αδρά– είναι αμείλικτα: το Εθνικό Σύστημα Υγείας καταρρέει αποκαλύπτοντας την εγκληματική αδράνεια και ολιγωρία όλων των προηγούμενων μηνών. Οι δείκτες της οικονομίας πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο. Η εργασιακή ανασφάλεια χτυπάει «κόκκινο». Και τα κάθε είδους δικαιώματα καταπατώνται απροκάλυπτα.
Σε αυτό, λοιπόν, το περιβάλλον –και γνωρίζοντας πως η λαϊκή δυσαρέσκεια, προερχόμενη και από τμήμα του δικού της εκλογικού ακροατηρίου, υποβόσκει, με άγνωστο το πότε αυτή θα εκδηλωθεί– αγωνιά. Αγωνιά για το πώς θα κινηθούν οι ετερόκλητες δυνάμεις που συνυπάρχουν στο εσωτερικό της ΝΔ. Για την αντοχή και τη συνοχή των συνιστωσών της: Δεξιά, «σοβαρή» Ακροδεξιά, νεοφιλελεύθερο Κέντρο. Αγωνιά για το αν, και πώς, θα μπορέσει να ενσωματώσει το ακροατήριο των ναζιστών της Χρυσής Αυγής, που τώρα αναζητά στέγη. Αγωνιά για φυγόκεντρες εσωκομματικές τάσεις που η αποτυχία στη διαχείριση της πανδημίας ενδεχομένως δημιουργήσει.
Και τι κάνει; Επιλέγει να «μπετονάρει» το κοινό της με τον τρόπο που ξέρει καλά. Αναβαπτίζοντάς το με ιδεολογικούς/ταυτοτικούς όρους: ταύτιση του στρατού με την εκκλησία, ψυχροπολεμικό αντικομμουνιστικό λεξιλόγιο της δεκαετίας του ’50, εθνικοφροσύνη, αυταρχισμός, καταστολή. Επιλέγει την επιστροφή στην «παλαιάς κοπής» Δεξιά – με επίκληση των θείων και τόνωση του εθνικού φρονήματος, σε μια στιγμή μάλιστα που ο απολύτως δικαιολογημένος φόβος για τη ζωή και την υγεία έχει «μουδιάσει» τον κόσμο – προκειμένου να προλάβει εξελίξεις. Το έκανε, άλλωστε, και την περίοδο της συμφωνίας των Πρεσπών με τα διαβόητα συλλαλητήρια στα οποία πρωτοστατούσαν κορυφαία στελέχη της ΝΔ τα οποία δεν είδαν με καθόλου καλό μάτι τη στροφή 180 μοιρών στο συγκεκριμένο θέμα.
Με σχέδιο
Είναι, λοιπόν, τόσο σημαντικά τα προσδοκώμενα εκλογικά οφέλη ώστε ο Κυριάκος Μητσοτάκης να αποφασίσει να εγκαταλείψει – στην πράξη – τις φιλελεύθερες κεντροδεξιές ιδρυτικές αρχές της ΝΔ; Ή όντας δέσμιος της ακροδεξιάς συνιστώσας του κόμματός του, τη χρησιμοποιεί και ως πρόσχημα για την άσκηση πολιτικών που διαφορετικά θα ήταν δύσκολο να εφαρμόσει; Αν είναι όμως έτσι, πώς θα μπορέσει να υποστηρίξει την εικόνα του ηγέτη ενός σύγχρονου, ευρωπαϊκού, κοσμικού κράτους – την οποία το πολυπληθές επικοινωνιακό του επιτελείο έχει εντολή να φιλοτεχνήσει – όταν κάλλιστα οι επιλογές του θα μπορούσαν να τον κατατάξουν στην…καινοφανή κατηγορία του «φιλελεύθερου ακροδεξιού»;
Δυστυχώς για τη χώρα, και η υπόθεση της φωταγώγησης της Βουλής με εικόνες των ενόπλων δυνάμεων και της Παναγίας, εδραιώνει την πεποίθηση πως η Δεξιά στην Ελλάδα του 2020, παρά τον μανδύα του φιλελευθερισμού που ενίοτε ενδύεται, είναι μια βαθύτατα συντηρητική παράταξη. Ή, για να είμαστε ακριβείς, μια παράταξη κατά το δοκούν φιλελεύθερη μόνο σε ό,τι αφορά την οικονομία και καθόλου φιλελεύθερη σε ό,τι αφορά την κοινωνία, τους θεσμούς και το πολίτευμα. Οι εικόνες άγριας καταστολής ανήμερα της επετείου του Πολυτεχνείου, η εισαγγελική έρευνα για Τσίπρα, Κουτσούμπα, Βαρουφάκη ή οι αναίτιες προσαγωγές φεμινιστριών ανήμερα (!) της Παγκόσμιας Ημέρας για την εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών, για να θυμηθούμε μερικά μόνο από τα συμβάντα των τελευταίων ημερών, επιβεβαιώνουν πως η σημερινή κυβέρνηση και σχέδιο έχει και πώς ακριβώς να το υλοποιήσει ξέρει. Χωρίς να κρύβει τα συμφέροντα ποιων εξυπηρετεί.