O κίνδυνος να επικριθώ από τους αναγνώστες ότι θα αφιερώθηκε μεγάλος χώρος, όπως συνηθίζεται τις μέρες αυτές στον υπόλοιπο Τύπο, στον ανασχηματισμό είναι υπαρκτός. Ωστόσο, πιστέψτε μας, η εμπλοκή του δεν είναι καθόλου συνήθης, πχ του τύπου “θέλω και εγώ υπουργείο” ή “γιατί να χάσω εγώ το υπουργείο μου”. Ούτε, βεβαίως, κρίσιμη αιτία είναι η τύχη του κ. Γιάννη Πέτσα επειδή βάλλεται πανταχόθεν, όπως σχολίαζαν αξιωματούχοι του ΣΎΡΙΖΑ. Ούτε είναι λόγος αυτό που είπε η κυβέρνηση ότι δεν είναι γνωστό ακόμη το αποτέλεσμα γύρω από το ύψος του Ταμείου Ανάκαμψης!
Προσέκρουσε σε εσωτερικά προβλήματα της ΝΔ, από διαφωνίες, ως προς την πολιτική που ακολουθεί σε καίριους τομείς, πχ ασφαλιστικό, δικαιοσύνη, εξωτερική πολιτική, προσφυγικό. Προφανώς, ήλθε αντιμέτωπη και με υπαρκτές ομαδοποιήσεις με πιο επικίνδυνη για το Μαξίμου, δηλαδή τον κ. Μητσοτάκη και το επιτελείο του, αυτή που κινητοποιεί και δυσαρεστεί τα κλασικά στελέχη της ΝΔ που ενώ έφεραν τη νίκη του κόμματος τώρα παρακολουθούν το έργο διαφόρων τεχνοκρατών στα κυβερνητικά πόστα. Θέμα χρόνου ήταν, όμως, ότι θα έμπαινε στο παιχνίδι και ο κ. Α. Σαμαράς: ως προστάτης προσώπων, με αξιώσεις στη χάραξη πολιτικής. Ουχί ήττον για να υπογραμμίσει την πικρία του για τον παραγκωνισμό του.
Τα ονόματα που αναφέρονται είναι χαρακτηριστικά. Και αυτό ανεξάρτητα αν είναι αληθή ή κατασκευάσματα του δεξιού φιλοκυβερνητικού Τύπου, διότι και το δεύτερο αποκαλύπτει εξίσου αξιώσεις, παιχνίδια, συγκρούσεις, υπονομεύσεις. Στην καλά, συνήθως, πληροφορημένη Εστία διαβάζουμε ότι ο κ. Σαμαράς “προστατεύει” τους κ. Βρούτση, Γεωργιάδη, Κεραμέως, Μηταράκη. Ρεπορτάζ αναφέρουν όχι απλώς ότι απαιτείται να μην θιχθεί η κ. Κεραμέως αλλά να αναβαθμιστεί σε υπουργό Δικαιοσύνης, τομέας που ενδιαφέρει για πολλούς λόγους τον πρώην πρωθυπουργό και που δεν εμπιστεύεται να τον ελέγχει στέλεχος της εμπιστοσύνης του νυν πρωθυπουργού.
Η συγκυρία ευνοεί τις αντιδράσεις
Όσοι στη ΝΔ οργανώνονται για να κατακτήσουν ή να προστατεύσουν θέση ή να ορίσουν πολιτικές εκτιμούν ότι στη συγκυρία αυτή, μπορούν να το κάνουν. Προοπτικά θεωρούν ότι ούτε ο Κ. Μητσοτάκης που τώρα θεωρείται πανίσχυρος, θα είναι ισχυρός. Η απόφαση, τελικά, παρά τις επίμονες εισηγήσεις, να μην πάει για εκλογές ούτε τον Ιούλιο αλλά ούτε και το φθινόπωρο είναι κυρίως έκφραση αβεβαιότητας, αδυναμίας, δυσκολιών, εντέλει. Ο ίδιος συμμετείχε στις εκτιμήσεις, αυτός ταλαντεύτηκε. Γι’ αυτό δεν αποφάσισε να προσφύγει στις κάλπες. Η κυβέρνηση, παρά τα θρυλούμενα, έβγαινε λιποβαρής και αναποτελεσματικό το “επιτελικό κράτος”. Άρα, οι εσωκομματικοί της αντίπαλοι μπορεί να διεκδικούν.
Αυτά τα ζητήματα συνήθως, στα κόμματα που κυβερνούν, λύνονται με συμβιβασμό. Θα βρεθεί και τώρα, ούτε τον κ. Σαμαρά τον “παίρνει” να επαναλάβει ό,τι έκανε το 2003, να ανατρέψει την κυβέρνηση. Ούτε η πολιτική θ’ αλλάξει ριζικά. Η ρότα της, εξάλλου, είναι προς τα δεξιά. Ο τομέας που έχει εξαιρετική δυσκολία και διαφωνίες είναι η εξωτερική πολιτική και εδώ έχει περιθώρια, με δεδομένα τα φτωχά αποτελέσματα του ταξιδιού Ν. Δένδια στην Αίγυπτο, να επηρεάσει έως ένα βαθμό η σαμαρική ομάδα. Αυτό που δεν λύνεται είναι η εμβάθυνση της ύφεσης που προοιωνίζεται ένα φθινόπωρο κοινωνικής κρίσης. Και βέβαια αυτό δεν αντιμετωπίζεται με έναν ανασχηματισμό.
Παρ’ όλα αυτά, τίποτε δεν “θα έλθει στο πιάτο”, του ΣΥΡΙΖΑ. Πρέπει να εργασθεί πάρα πολύ και στο προγραμματικό πεδίο και στο κινηματικό, για να “προλάβει τον καιρό”. Στο πλαίσιο αυτό πρέπει να ενταχθεί και όλη η διαδικασία και πορεία προς το συνέδριο. Διότι αν από την αρχή του φθινοπώρου η κυβέρνηση βρεθεί σ’ ένα “φλεγόμενο”, ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία θα βρεθεί σ’ ένα απαιτητικό τοπίο.
Η πορεία της οικονομίας
Είναι απαραίτητο να ξανά-εκτιμήσουμε την πορεία της οικονομίας. Πιο πρόσφατες είναι οι εκτιμήσεις, του αρκετά αξιόπιστου Ελληνικού Δημοσιονομικού Συμβουλίου. Εντοπίζει τέσσερις κινδύνους που ελλοχεύουν. Ο πρώτος είναι η πιθανότητα να ανακάμψει η υγειονομική κρίση. Ο δεύτερος συνδέεται με την αποτελεσματικότητα των μέτρων που παίρνονται για να φρενάρουν την ύφεση. Για μια σειρά λόγους οι πόροι δεν απορροφούνται. Ο τρίτος είναι να αποδειχθεί μη πρόσκαιρη η μείωση των αμοιβών της εργασίας. Ο τέταρτος αφορά το ενδεχόμενο να επανέλθουν οι δημοσιονομικοί περιορισμοί που ανεστάλησαν το 2020, κάτι που δεν ξεκαθαρίζεται στις Βρυξέλλες. Αν συμβεί αυτό, τότε κινδυνεύει η ανάκαμψη για το 2021. Οι συγκεκριμένες προβλέψεις του είναι οι εξής: Το πρωτογενές έλλειμμα, πλέον, όχι πλεόνασμα, θα είναι 2,3% στο θετικό σενάριο, 3,3% στο μεσαίο και 4,8% του ΑΕΠ στο δυσμενές. Το δημόσιο χρέος θα φθάσει στο 191% του ΑΕΠ, 197%, και 204% στο θετικό, μεσαίο και δυσμενές σενάριο αντίστοιχα. Η ανεργία θα αυξηθεί στο 20,5%, 21,7% ή 23,1% στο θετικό, μεσαίο και δυσμενές σενάριο αντίστοιχα.
Τώρα πλέον μπορούμε με μεγαλύτερη πειστικότητα να μιλήσουμε για το πόσο λάθος ήταν η επιλογή της κυβέρνησης να μην επικεντρώσει όλα της τα πυρά, χωρίς δισταγμό, στο να ανακόψει την ύφεση. “Ανεπαρκή και επικίνδυνη”, όπως τη χαρακτήρισε σε πρόσφατη συνέντευξή του ο Ευκλείδης Τσακαλώτος. “Χρειάζεται ένα γενναίο πακέτο στήριξης εργαζομένων και επιχειρήσεων τώρα” πρόσθεσε. “Χωρίς μια πιο ενεργητική πολιτική, όπως αυτή που προτείνουμε, η πραγματικότητα ίσως και να ξεπεράσει τις αρνητικές προβλέψεις”.
Πράγματι, εφόσον το κύριο πλήγμα θα δέχονταν τομείς όπως η εστίαση, το λιανικό εμπόριο, οι μεταφορές, η παροχή καταλύματος – μια μελέτη της ΕΤΕ εκτιμά ότι συνολικά τα 2ο και 3ο τρίμηνα αντιστοιχούν στο 27% της προστιθέμενης αξίας της οικονομίας και αναλογούν στο 40% της απασχόλησης του ιδιωτικού τομέα – τότε μέτρα που πλήττουν, είτε μέσω της συμπίεσης της αμοιβής της εργασίας, είτε μέσω της αύξησης της ανεργίας, είτε μέσω της μείωσης επιδομάτων, είτε μη στήριξης της απασχόλησης και επιχειρηματικότητας, την εγχώρια ζήτηση, δηλαδή, τον τομέα που θα αντιδρούσε θετικά δεν συνιστούν μόνο αντικοινωνική οικονομική πολιτική αλλά και ανορθολογική.
«Μένουμε σπίτι» …. άναυδοι
Ο κ. Πέτσας προφανώς πιεζόμενος από την κριτική που ασκείται για τη μη δημοσίευση της λίστας αποδεκτών διαφημιστικής δαπάνης, ακόμη και από το εσωτερικό της ΝΔ, διαβεβαίωσε ότι μόλις ολοκληρωθεί ο ποιοτικός και ποσοτικός έλεγχος και γίνουν πληρωμές η λίστα θα δημοσιευθεί. Είναι φανερό ότι η παρέμβαση του Αλέξη Τσίπρα προσωπικά είχε το αποτέλεσμά της γιατί το θέμα είναι εξόχως πολιτικό, και πλήττει την κυβέρνηση. Το να αντεπιτίθεται όμως η κυβέρνηση με την απειλή ότι θα δώσει στη δημοσιότητα και τα ποσά που επί θητείας στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δόθηκαν στα ΜΜΕ για διαφήμιση είναι παλιά συνταγή αντιπερισπασμού που υποβαθμίζει την πολιτική αντιπαράθεση, ιδιαίτερα που αναζητά υπόγειες διαδρομές κοινής στάσης αριστερών και δεξιών εντύπων. Από μία άποψη, μάλιστα, κάνει πιο φανερή την πολιτική αυθαιρεσία της κυβέρνησης.
Παύλος Κλαυδιανός
Πηγή: Η Εποχή