Macro

Πόσο επικίνδυνη είναι η απλή αναλογική;

Με δεδομένη την κοινοβουλευτική πλειοψηφία και την αμέριστη βοήθεια της ακροδεξιάς Ελληνικής Λύσης προς την κυβέρνηση της ΝΔ, θα περίμενε κάποιος ότι η συζήτηση στη Βουλή για την επαναφορά της υπερενισχυμένης με το μπόνους των 50 εδρών θα ήταν μια ανιαρή διεκπεραίωση μιας προειλημμένης απόφασης: ψεκάστε, ψηφίστε, τελειώσαμε…
Δυστυχώς, εξελίχθηκε σε κάτι πολύ χειρότερο, σε μια λυσσαλέα ιδεολογική επίθεση κατά της απλής αναλογικής. Τον τόνο αυτό έδωσε, προφανώς εκ προθέσεως, ο υπουργός Επικρατείας κ. Γιεραπετρίτης, ο οποίος ανέλαβε να απαντήσει στον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ απόντος του κ. Μητσοτάκη. Ο αντ’ αυτού, λοιπόν, ελάχιστα έως καθόλου ασχολήθηκε με την υποστήριξη της κυβερνητικής νομοθετικής πρότασης. Εκφώνησε μια παθιασμένη ομιλία κατά της απλής αναλογικής φορτώνοντας στο πιο δίκαιο εκλογικό σύστημα την ευθύνη για όλα τα κακά επί της Γης τα τελευταία εκατό τουλάχιστον χρόνια.

Ένα απειλητικό «απολίθωμα»

Αφού τη χαρακτήρισε «θεωρητικό απολίθωμα» και αφού αντέστρεψε την απλή αλήθεια της απλής αναλογικής, την αντιστοιχία ποσοστού ψήφων στις εκλογές με το ποσοστό εδρών στο κοινοβούλιο θεωρώντας τη αδιανόητη προϋπόθεση (δεν είναι δυνατόν, είπε, το εκλογικό ποσοστό να καθορίζει τον αριθμό των εδρών!), τόλμησε να της φορτώσει ακόμα και την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, λες και το εκλογικό σύστημα έφερε τον φασισμό… Αναφερόμενος δε στα εγχώρια πολιτικά πράγματα, απέδωσε και τον εμφύλιο πόλεμο στο…καταραμένο εκλογικό σύστημα.
Γιατί, άραγε, δίνει τόσο μεγάλη σημασία στην κατασυκοφάντηση της απλής αναλογικής η ΝΔ για χάρη ενός από τα πιο άδικα και πιο καλπονοθευτικά συστήματα; Για δύο τουλάχιστον λόγους. Ο ένας είναι διαχρονικός, αφορά τον έρωτα της δεξιάς για τα συστήματα που δίνουν απόλυτη πλειοψηφία εδρών χωρίς πλειοψηφία ψήφων στις εκλογές. Είναι τα συστήματα που ιστορικά την εγκαθιστούν στην κυβέρνηση στο διηνεκές, επιτρέποντας το πολύ πολύ την εμφάνιση ενός ακίνδυνου αντιπάλου σε ένα δικομματικό παιχνίδι ανώδυνης εναλλαγής στην κυβέρνηση. Το σύστημα αυτό ευνοεί το σχηματισμό δύο ισχυρών διεκδικητών της κυβέρνησης δυσκολεύοντας στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό την ανάδειξη άλλων σε ισότιμη βάση, όπως θα μπορούσε να γίνει με την απλή αναλογική, και αποκλείοντας τις προγραμματικές συγκλίσεις και συμφωνίες, αφού το ζήτημα είναι το κυνήγι της πρωτιάς.

Κυβερνησιμότητα για την πάρτη μας

Είναι χαρακτηριστικό ότι στο νόμο που ψηφίζεται, απαγορεύεται ουσιαστικά η κάθοδος στις εκλογές συνασπισμού κομμάτων, καθώς οι συνασπισμοί αποκλείονται στην πραγματικότητα από το μπόνους. Όταν, λοιπόν, μιλούν αδιάκοπα για την κυβερνησιμότητα και αποκλείουν από το « παιχνίδι» τους συνασπισμούς, είναι φανερό ότι εννοούν τη δική τους αποκλειστικά δυνατότητα σχηματισμού κυβέρνησης και τον αποκλεισμό των άλλων. Αυτό είναι το μυστικό του έρωτα της δεξιάς με τις υπερενισχυμένες και τα πλειοψηφικά ενίοτε, και όχι ο πόνος μήπως μείνει ακυβέρνητος ο τόπος. Άλλωστε, γιατί ν’ αλλάξει τροπάριο, μια χαρά της πήγε ως τώρα, αν μετρήσουμε πόσες δεξιές «πλειοψηφίες» είχαμε τα τελευταία εβδομήντα χρόνια. Τώρα, αν στραβώνει καμιά φορά το πράγμα και βγαίνει ένα αουτσάιντερ, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ το 2015, ε, δεν θα το φορτώσουμε στην υπερενισχυμένη, είναι οι κίνδυνοι του επαγγέλματος – διότι περί επαγγέλματος πρόκειται.
Ο δεύτερος λόγος είναι συγκυριακός. Η απλή αναλογική πρέπει να κατασυκοφαντηθεί ως ο ίδιος ο διάβολος μεταμορφωμένος, που καταστρέφει χώρες και λαούς, γιατί ακόμα και πριν εφαρμοστεί στην πράξη, αρχίζει να παράγει πολιτικά αποτελέσματα επικίνδυνα για την παντοκρατορία της δεξιάς . Είναι και ένας από τους λόγους που κάνουν τη ΝΔ να βιάζεται να αλλάξει τον εκλογικό νόμο, πριν καλά καλά κλείσει εξάμηνο από τις πρόσφατες εκλογές.

Η αναλογική δίνει κυβερνήσεις

Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αρχίσει ήδη να διακηρύσσει ότι οι επόμενες εκλογές, που αναγκαστικά θα γίνουν με την απλή αναλογική, μπορούν να δώσουν κυβέρνηση, χωρίς να χρειαστεί η διπλή κάλπη που σχεδιάζει ο κ. Μητσοτάκης ως υπόσχεση και απειλή. Και το κακό για τη ΝΔ είναι ότι τα νούμερα δείχνουν να βγαίνουν για ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Αναλογιστείτε μια Βουλή προερχόμενη από απλή αναλογική με τα σημερινά ποσοστά των κομμάτων.
Το ΚΙΝΑΛ φαίνεται ότι ήδη έχει αρχίσει να το συζητάει, όχι μόνο σαν απειλή προς τη ΝΔ, και δεν είναι τυχαίο που δεν συναινεί σε έναν εκλογικό νόμο κομμένο και ραμμένο για την κυβέρνηση, αν και θα μπορούσε να μπει σε μια διαδικασία παζαρέματος. Οι δηλώσεις Πρωτόπαπα, αλλά και Γεννηματά είναι χαρακτηριστικές. Από τη μεριά του, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ρίξει τους τόνους της κριτικής προς το ΚΙΝΑΛ, αν και αυτό προφανώς δεν είναι αρκετό, χρειάζεται σχέδιο και συγκεκριμένες πρωτοβουλίες, ώστε να γίνουν οι δυνατότητες πραγματικότητα.
Και τα άλλα εξ αριστερών κόμματα τι θα κάνουν; Το ΜΕΡΑ25 θ’ αφήσει τη δυνατότητα εφαρμογής των πλεονεκτημάτων της απλής αναλογικής για χάρη μιας νέας εκλογικής αναμέτρησης με το σύστημα της υπερενισχυμένης; Οσα κι αν το χωρίζουν από τον ΣΥΡΙΖΑ, δεν θα χρειαστεί να επιλέξει; Οσο για το ΚΚΕ, μπορεί σήμερα, όπως έκανε και προχθές στη Βουλή, να αντιμετωπίζει την απλή αναλογική απλώς σαν ένα δίκαιο σύστημα που καταγράφει με ακρίβεια την κοινοβουλευτική δύναμη των κομμάτων, αλλά αυτή τη δύναμη το εκλογικό σώμα δεν την προσφέρει σαν προίκα, τη δίνει για να αξιοποιηθεί πολιτικά. Και, προφανώς, δεν πρόκειται να αξιολογηθεί κατά οποιοδήποτε τρόπο ως αξιοποίηση η απλή καταμέτρηση στο κομματικό ταμείο ενός εκλογικού ποσοστού, όταν αυτό που θα κρίνεται μπορεί να είναι ο σχηματισμός ή η ανοχή μιας κυβέρνησης ουσιαστικά διαφορετικής από την κυβέρνηση της ΝΔ, μιας κυβέρνησης προγραμματικής συνεργασίας αριστεράς και κέντρου με σαφή προοδευτικά χαρακτηριστικά. Και όχι βέβαια μια κυβέρνηση «μεγάλου συνασπισμού», όπως συχνά βαυκαλίζεται η ηγεσία του , για να βγαίνει από τη δύσκολη θέση.
Αυτά ψυχανεμίζονται τα επιτελεία της οδού Πειραιώς και κάνουν ό,τι μπορούν και όσο πιο γρήγορα μπορούν όχι μόνο για να καταργήσουν νομοθετικά την απλή αναλογική, αλλά να την εξουδετερώσουν πολιτικά και ιδεολογικά σαν εγκληματικό για τη χώρα σύστημα, ενώ στην πραγματικότητα οι ίδιοι την απεχθάνονται, γιατί μπορεί να δώσει ρόλο στην αριστερά και, βγάζοντάς τη από τη γωνία για την οποία την προορίζουν, να αλλάξει τα πολιτικά πρόσημα των συνεργασιών.

Χαράλαμπος Γεωργούλας

Πηγή: Η Εποχή