Η πείρα μάς έχει διδάξει, όταν ακούμε μεγάλες κουβέντες για «εθνικά ζητήματα», να ψάχνουμε λίγο πιο κάτω από την επιφάνεια, για να βρούμε τα μικροκομματικά συμφέροντα. Αυτό χρειάζεται να κάνουμε και με την πρόσφατη «εθνική αγανάκτηση» της ηγεσίας τής ΝΔ για την «πρόκληση Ζάεφ», αλλά και για την «ενδοτικότητα» της κυβέρνησης, που αποθρασύνει τους «Σκοπιανούς».
Όλοι γνωρίζουμε πως η ηγεσία της ΝΔ σκλήρυνε τη στάση της στο μακεδονικό, όταν είδε την κοσμοσυρροή στα συλλαλητήρια. Έκτοτε δεν αφήνει ευκαιρία που μπορεί να της δοθεί, για να σηκώσει στο έπακρο τους τόνους, μέχρι του σημείου να λέει στη Βουλή ο ηγέτης της λόγια που μόνο στα καφενεία μπορεί να ακούσει κανείς, όπως εκείνη η απαράδεκτη αποστροφή περί συναλλαγής: πάρτε τη μη περικοπή των συντάξεων και «παραδώστε» μας τη Μακεδονία (αποστροφή που δεν έχουν αντιληφθεί ακόμα πόσο θα τους κοστίσει – στο εσωτερικό και όχι έξω)*.
Αυτά είναι λίγο-πολύ γνωστά και εξηγούνται όσο κι αν δεν δικαιολογούνται: η επιβολή στο εσωτερικό της ΝΔ της ακροδεξιάς της πτέρυγας και η ανάγκη της να συσπειρώσει τμήματα του εκλογικού σώματος που επηρεάζονται από ακραίες εθνικιστικές ιδέες (αντί να τα αναδιαπαιδαγωγήσει), αλλά και η ανάγκης της να αποτρέψει τη δημιουργία νέου κόμματος στα δεξιά της, την οδηγούν στη μεταμόρφωσή της από μεταρρυθμιστικό, φιλελεύθερο κόμμα τής κεντροδεξιάς, που ισχυρίζεται ότι θέλει να είναι, σε δεξιόστροφο εθνικιστικό σχηματισμό.
Η αιτία του παροξυσμού
Εκείνο που οδηγεί την ηγεσία τής ΝΔ σε παροξυσμούς με ανεπιθύμητες και για την ίδια παρενέργειες, είναι το γεγονός ότι, παρά την υπαρκτή και γνωστή διαφωνία τών ΑΝΕΛ και παρά τη δική της ασύμμετρη πολεμική, η κύρωση της συμφωνίας από την ελληνική Βουλή φαίνεται ότι δεν απειλείται, τουλάχιστον από την έλλειψη πλειοψηφίας. Αντίθετα, ψήφοι από περισσότερες πλευρές (Ποτάμι, ανεξάρτητοι, διαφοροποιούμενοι βουλευτές άλλων κομμάτων…) έρχονται να προστεθούν στα «υπέρ» της συμφωνίας, όταν έρθει στη Βουλή, διευρύνοντας έτσι το πολιτικό φάσμα τής υποστήριξης.
Η πρόσφατη πρόκληση τεχνητής όξυνσης, όπως φαίνεται από την εξέλιξη των γεγονότων, αποσκοπούσε στον καταναγκασμό των δυνάμεων αυτών με αλλαγή στάσης και στην αποτροπή νέων προσχωρήσεων στα «ναι». Άλλες ευαισθησίες, και όχι εθνικές, υπέκρυπτε. Γιατί άλλος ένας ανέφικτος στόχος της ηγεσίας της ΝΔ είναι ο συνδυασμός των πρόωρων εκλογών με την αδυναμία κύρωσης της συμφωνίας των Πρεσπών. Μ΄ αυτό τον τρόπο, η κυβέρνηση θα υποχρεωνόταν να πάει στις εκλογές με δύο σοβαρότατα πλήγματα στο παθητικό της. Το κακό για τη ΝΔ είναι ότι διατρέχει πια τον ορατό κίνδυνο και να εξαντληθεί η τετραετία, και η συμφωνία να κυρωθεί. Γιατί οι τελικές τροποποιήσεις τών άρθρων του συντάγματος που κατατέθηκαν από τον Ζάεφ, ικανοποιούν τους όρους της συμφωνίας, την ελληνική κυβέρνηση, αλλά και όσους επιπλέον προσανατολίζονται στην υπερψήφισή της.
Εν τω μεταξύ, η ηγεσία τής ΝΔ βρίσκεται μπλεγμένη στα δίχτυα ενός απίστευτου παραλογισμού: έχει καταγγείλει για αθέμιτη συναλλαγή ακριβώς εκείνους, από τους οποίους θα ζητούσε πολιτική υποστήριξη, σε περίπτωση που θα προχωρούσε ως –υποτιθέμενη– επόμενη κυβέρνηση σε αναθεώρηση της συμφωνίας των Πρεσπών. Γιατί συναλλαγή χωρίς δύο τουλάχιστον συναλλασσόμενες πλευρές δεν γίνεται. Είναι να απορεί κανείς με το επίπεδο των ανθρώπων που συμβουλεύουν τον κ. Μητσοτάκη…
Σενάρια
Φαίνεται, όμως, ότι η νόσος του μικροκομματισμού μπορεί να μεταδοθεί. Τις ημέρες τής πρόσφατης τεχνητής κρίσης, στη δημόσια συζήτηση ρίχτηκαν ιδέες που συνιστούσαν, κατά κάποιο τρόπο, την ανταπόδοση των χτυπημάτων της ΝΔ με τα ίδια όπλα. Γιατί να μην απαντήσει η κυβέρνηση στην πρόκληση της ΝΔ με πρόωρες εκλογές, πριν να έρθει η συμφωνία των Πρεσπών στη Βουλή για κύρωση; Έτσι, και το κρίσιμο αυτό θέμα θα γινόταν αντικείμενο της εκλογικής μάχης, και, σε περίπτωση νίκης τής ΝΔ, η καυτή πατάτα θα έμενε στα χέρια της.
Καλό σενάριο για πολιτικό μυθιστόρημα, αλλά αντέχει ελάχιστα στην πολιτική βάσανο. Μια κυβέρνηση που δεν πιστεύει στην ορθότητα των επιλογών της και εξαρτά την επιμονή της σ΄ αυτές κυρίως τις επιπτώσεις που θα έχουν στο εκλογικό αποτέλεσμα, τοποθετεί η ίδια τον εαυτό της, πριν από τη λαϊκή ετυμηγορία, στη θέση τής αντιπολίτευσης. Μη κυρώνοντας τη συμφωνία που θεώρησε καλή ώστε να την υπογράψει στις Πρέσπες, αναιρεί την ίδια της την επιλογή. Τι θα κάνουν οι ψηφοφόροι που θα τη δουν να συμπεριφέρεται μ΄ αυτό τον τρόπο;
Αλλά και από την άποψη της εξωτερικής πολιτικής και ειδικότερα της πολιτικής συνεργασιών στα Βαλκάνια και της άρσης των εμποδίων για μια τέτοια πολιτική, δεν ξέρουμε σε πόσα ακόμα χρόνια θα ξαναβρεθεί μια ευνοϊκή συγκυρία για τέτοια βήματα, αν χαθεί η σημερινή δυνατότητα. Είναι γνωστό, άλλωστε, ότι οι συντηρητικές πολιτικές δυνάμεις, εσχάτως και το ΚΙΝΑΛ, δείχνουν ότι δεν έχουν ιδιαίτερους λόγους να μη διατηρούνται ανοιχτά θέματα, που ευνοούν την καλλιέργεια τάσεων εθνικιστικής αναδίπλωσης και πνεύματος εθνικής περικύκλωσης.
Το ορθό είναι το ωφέλιμο
Η ορθή πολιτική επιλογή είναι η επιμονή στη λύση του προβλήματος τώρα και με την καλύτερη δυνατή συμφωνία που θα μπορούσε να επιτευχθεί. Αυτή η επιλογή είναι βέβαιο ότι θα αποδώσει (και εκλογικά) όχι μόνο μεσομακροπρόθεσμα, αλλά και βραχυπρόθεσμα. Αν η ΝΔ ενδιαφέρεται τι θα γίνει στα δεξιά της, και γι΄ αυτό κάνει ό,τι κάνει, ο ΣΥΡΙΖΑ, οφείλει να ενδιαφερθεί για την επιρροή που μπορεί και πρέπει να ασκήσει στη μετατόπιση του κέντρου. Και μ΄ αυτή την πολιτική, μπορεί να καταγράψει μεγαλύτερη επιρροή από όση ελπίζει η ΝΔ ότι μπορεί να διεκδικήσει στα δεξιά της. Αν αναδειχθεί ο ΣΥΡΙΖΑ σ΄ αυτό το πεδίο δύναμη που οι ιδέες και οι θέσεις της διεκδικούν ηγεμονικό ρόλο, αυτό δεν μπορεί παρά να εκφραστεί και πολιτικά, ακόμα και εκλογικά.
Χαράλαμπος Γεωργούλας
* Είναι χαρακτηριστικό ότι, από τη θέση του βοηθού τού κ. Μητσοτάκη, ο κ. Πρετεντέρης διαθέτει μισή σελίδα στα «Νέα» όχι για να υποστηρίξει με επιχειρήματα την άποψη περί «ξεπουλήματος», αλλά για να πει πως αυτό που έκανε ήταν πολύ έξυπνο, γιατί, ό,τι και να γίνει, «ο Τσίπρας θα κουβαλάει στις εκλογές τη ρετσινιά ότι πούλησε το μακεδονικό»! Δεν τον ενοχλεί καθόλου που είναι ρετσινιά, το… αποτέλεσμα μετράει.
Πηγή: Η Εποχή