Μετά την τυπική ολοκλήρωση του μνημονιακού προγράμματος στις 21 Αυγούστου, την αλλαγή του γραμματέα του ΣΥΡΙΖΑ στην πρόσφατη Κεντρική Επιτροπή, τον κυβερνητικό ανασχηματισμό που ακολούθησε, τις επικείμενες εξαγγελίες του πρωθυπουργού στην Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης με τα μέτρα στήριξης των θυμάτων της μνημονιακής οκταετούς λαίλαπας, και τις επερχόμενες τρεις εκλογικές αναμετρήσεις της επόμενης χρονιάς το πολιτικό τοπίο και τα όσα πρόκειται να συμβούν, θα είναι καθοριστικής σημασίας για το μέλλον του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού.
Τα τρεισήμισι χρόνια κυβερνητικής διαχείρισης από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ, η στάση των αντίπαλων πολιτικών δυνάμεων, η παθητική αναμονή εκ μέρους του κοινωνικού σώματος για την έκβαση των μνημονιακών πολιτικών, ο ρόλος και οι καθοριστικές παρεμβάσεις των δανειστών, καθώς και οι εξελίξεις στην Ευρώπη, έχουν σε μεγάλο βαθμό καθορίσει το πλαίσιο της πολιτικής αντιπαράθεσης και οι δυνατότητες ριζικών ανατροπών από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ είναι οριακές, αλλά όχι αμελητέες. Στο χρόνο που μεσολάβησε από τις προηγούμενες εκλογές τα φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά του ΣΥΡΙΖΑ, όπως αυτά είχαν καθοριστεί στην προ μνημονική περίοδο ως το πολιτικό υποκείμενο της ριζοσπαστικής αριστεράς, αν δεν ακυρώθηκαν εντελώς έχουν τρωθεί σε μεγάλο βαθμό, αλλά σε κάθε περίπτωση αυτό θα απαντηθεί καθοριστικά από τις πολιτικές επιλογές και τον τρόπο με τον οποίον θα πορευτεί την επόμενη περίοδο μέχρι την ολοκλήρωση των τριών εκλογικών αναμετρήσεων.
Από τα δεδομένα που έχουμε μέχρι αυτή τη στιγμή οι πολιτικές επιλογές του ΣΥΡΙΖΑ για την επόμενη περίοδο, όπως αυτές αναδεικνύονται από το δημόσιο λόγο του πρωθυπουργού, αλλά και πολλών κυβερνητικών και κομματικών στελεχών σε γενικές κατευθύνσεις οργανώνονται σε τρείς άξονες:
Οικονομία και κοινωνικό κράτος
Στην οικονομία που αποτελεί το καθοριστικό πεδίο για τις σχέσεις εκπροσώπησης των κοινωνικών αιτημάτων στο πολιτικό επίπεδο, οι επιλογές της κυβέρνησης, που θα εκφραστούν όπως πιστεύω και στην ΔΕθ, θα περιλαμβάνουν μέτρα στήριξης και ανακούφισης των κοινωνικών ομάδων που ασφυκτιούν με τη διανομή του πολυδιαφημισμένου πλεονάσματος της φετινής χρονιάς, την κατάργηση του υπο- κατώτατου μισθού και τη σταδιακή του αύξηση για την επίτευξη των 751 ευρώ της αδικαίωτης εξαγγελίας της προηγούμενης ΔΕΘ του 2014. Την φορολογική ελάφρυνση και τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών για κατηγορίες ελεύθερων επαγγελματιών, παρά τις συνεχείς διαβεβαιώσεις κυβερνητικών στελεχών ότι μόνο το 20% εξ αυτών έχει επιβαρυνθεί, την μη εφαρμογή της μνημονιακής δέσμευσης για την κατάργηση της προσωπικής διαφοράς στους μισούς σχεδόν συνταξιούχους, γιατί όλοι γνωρίζουν και περισσότερο εξ αυτών ο πρωθυπουργός ότι δίχως μία τέτοια ρύθμιση η επόμενη εκλογική αναμέτρηση θα οδηγηθεί σε Βατερλό. Στα μέτρα αυτά, αν προσθέσει κανείς και τις προσπάθειες που καταβάλλονται για την ανάκτηση της εργασίας με προεξάρχουσα την επέκταση και εφαρμογή των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, που βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη, θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι αποτελούν ένα πρώτο βήμα για την επάνοδο του ΣΥΡΙΖΑ, αν όχι στις καταστατικές αρχές της ριζοσπαστικής αριστεράς τουλάχιστον στις αρχές μιας συνεπούς σοσιαλδημοκρατίας σε μνημονικά περίοδο.
Στο επίπεδο των θεσμικών αλλαγών και της διάσωσης του κοινωνικού κράτους, αποτελεί αδιαμφισβήτητο γεγονός για όποιον παρακολουθούσε συστηματικά τις νομοθετικές πρωτοβουλίες της κυβέρνησης, ότι όλο το προηγούμενο διάστημα ψηφίστηκαν και εφαρμόστηκαν αλλαγές με θετική κατεύθυνση για την καθημερινότητα του πολίτη, που πνίγηκαν όμως μέσα στον κουρνιαχτό που σήκωναν οι εκατοντάδες αντεργατικές ρυθμίσεις νεοφιλελεύθερης κοπής όπως τις υπαγόρευαν οι μνημονιακές δεσμεύσεις. Η εξασφάλιση των υπηρεσιών υγείας για δυόμισι εκατομμύρια ανασφάλιστους συμπολίτες μας, τα κοινωνικά επιδόματα για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης, η αντιμετώπιση των προσφυγικών ροών παρά τις αστοχίες μας και τις ανάλγητες πολιτικές Ευρωπαϊκών κρατών, ο νόμος Παρασκευόπουλου για την αποσυμφόρηση των φυλακών, το σύμφωνο συμβίωσης για ομόφυλα ζευγάρια, η ταυτότητα φύλου, η αναδοχή και υιοθεσία, αποτελούν σημαντικά δείγματα κοινωνικής πολιτικής, που δεν μπορούν όμως να συμψηφιστούν με παραλείψεις και λάθη σε κρίσιμους τομείς που αποτελούν προνομιακό πεδίο της αριστεράς. Στην αντίθετη κατεύθυνση για παράδειγμα, να μειώνονται οι δαπάνες για την παιδεία, ενώ παράλληλα να στερούνται τα ανώτατα ιδρύματα από την καταβολή μεγάλων ποσών που όφειλαν οι καθηγητές που ασκούσαν παράλληλα και ελεύθερο επάγγελμα.
Εάν στο παράδειγμα με τέτοια χαρακτηριστικά προσθέσει κανείς και την αδυναμία αντιμετώπισης της μικρής και μεσαίας διαφθοράς που ενδημεί σε πληθώρα κρατικών οργανισμών, που διαχειρίζονται δημόσιο χρήμα, το περίφημο ηθικό πλεονέκτημα της αριστεράς κινδυνεύει και καμία σχετική νουθεσία από την πλευρά του πρωθυπουργού στα υπουργικά συμβούλια, από μόνο του δεν αρκεί.
Η ανασυγκρότηση του κόμματος.
Η πρόσφατη Κεντρική Επιτροπή, που είχε ως κύριο αντικείμενο την εκλογή νέου γραμματέα, αποτελεί την πιο σημαντική αλλαγή στην παρούσα ιστορική στιγμή ενταγμένη στην προσπάθεια επαναπροσδιορισμού του ΣΥΡΙΖΑ με χαρακτηριστικά κόμματος ριζοσπαστικής αριστεράς. Οι επικείμενες εκλογικές αναμετρήσεις, που θα ήταν αδύνατο να διεξαχθούν επιτυχώς χωρίς την ύπαρξη ενός καλά οργανωμένου και αποτελεσματικού κομματικού οργανισμού, προσανατόλισαν τελικά την ηγεσία του κόμματος να αποδεχθεί τις επανειλημμένες κριτικές συντρόφων-σων που μιλούσαν για τις παραλυτικές και διαλυτικές λειτουργίες των κομματικών οργάνων το προηγούμενο διάστημα. Η επιλογή όμως αυτή για να αξιοποιηθεί σωστά θα πρέπει να αποτελέσει την αρχή μία σειράς αλλαγών και ανατροπών στην οργάνωση, την λειτουργία, την εσωκομματική δημοκρατία και την ενεργό συμμετοχή όλων των μελών και των ενδιάμεσων οργάνων του κόμματος με δύο βασικές στοχεύσεις. Την παραγωγή πολιτικής από την πλευρά του κόμματος με διακριτά χαρακτηριστικά από την εφαρμοζόμενη κυβερνητική πολιτική αφενός, και αφ’ ετέρου τη δημιουργία διαύλων επικοινωνίας του κόμματος με την κοινωνική αριστερά για τη διαμόρφωση και διεκδίκηση του στρατηγικού στόχου της κοινωνικής χειραφέτησης. Ο πρώτος στόχος για να επιτευχθεί θα πρέπει να εξαντλήσει τα περιθώρια για την αποκαθήλωση του ΣΥΡΙΖΑ από το κάδρο των μνημονιακών κομμάτων. Το όχημα για μία τέτοια πολιτική προφανώς θα ξεκινήσει από τις κυβερνητικές πρωτοβουλίες όπως αυτές διαμορφώνονται σήμερα για την άσκηση Κοινωνικής πολιτικής, τα μέτρα ανακούφισης των θυμάτων της κρίσης και το οριστικό τέλος των τριών μηχανισμών λιτότητας (δημοσιονομικό, χρηματιστηριακό, εργασιακό), που έχουν επιβάλλει οι μνημονιακές επιλογές.
Ο δεύτερος στόχος, η επανεμφάνιση δηλαδή της κοινωνικής αριστεράς στο προσκήνιο του ιστορικού γίγνεσθαι είναι ο δυσκολότερος. Τα 30 χρόνια νεοφιλελεύθερης ηγεμονίας με τα τελευταία 8 χρόνια της σκληρής μνημονιακής κυριαρχίας, έχουν μολύνει το κοινωνικό σώμα σε επικίνδυνο βαθμό με το μικρόβιο της εξατομίκευσης έναντι της συλλογικής διεκδίκησης. Το πρόταγμα της κυρίαρχης ιδεολογίας σήμερα, εκτός από την απεριόριστη ελευθερία των αγορών, είναι και η καλλιέργεια της “ελεύθερης βούλησης” των ατόμων στις προσωπικές επιλογές των τρόπων και των μεθόδων επιβίωσης τους. Για το λόγο αυτό η φοροδιαφυγή, το λαθρεμπόριο, οι πελατειακές σχέσεις και η εξαπάτηση των δημοσίων αρχών δεν θεωρείται αντικοινωνική στάση, αλλά εξυπνάδα για την εξαπάτηση του κράτους. Η μικρή και μεσαία διαφθορά στους οργανισμούς που διαχειρίζονται δημόσιο χρήμα δεν αποτελεί εγκληματική ενέργεια, διότι… μιας και τα πιάνουν οι μεγάλοι γιατί όχι και εμείς. Εάν δεν επαναφέρουμε στο προσκήνιο τις καταστατικές αρχές την Ιδεολογία και τα προτάγματα της αριστεράς αρχίζοντας από το πολιτικό προσωπικό σε κόμμα και κυβέρνηση των δικών μας συντρόφων θα είμαστε για την κοινωνία όλοι ίδιοι. Συμπερασματικά λοιπόν για να μπορέσει η υπόθεση της αριστεράς να γίνει ξανά ελκυστική θα πρέπει στο εσωτερικό του κόμματος να συντελεστεί μία πολιτιστική ή ηθική επανάσταση αν προτιμάτε.
Οι πολιτικές και κοινωνικές συμμαχίες στην τρέχουσα περίοδο.
Το τρίτο σημαντικό πολιτικό επίδικο της περιόδου οργανώνεται γύρω από το ερώτημα των πολιτικών συμμαχιών. Αρχής γενομένης από τις δηλώσεις αρκετών κυβερνητικών στελεχών, ότι εκτός της Χρυσής Αυγής στο ΣΥΡΙΖΑ όλοι χωράνε, μέχρι τα συγκεκριμένα πρόσωπα με τους ιδιαίτερους συμβολισμούς του το καθένα, που συμπεριέλαβε ο πρόσφατος κυβερνητικός ανασχηματισμός, η απάντηση στο ερώτημα αυτό δεν μας προδιαθέτει για ευχάριστες εκπλήξεις.
Η διαπίστωση αρκετών στελεχών του κόμματος και της κυβέρνησης πως στις σημερινές συνθήκες δεν είναι δυνατή η δημιουργία ενός πλειοψηφικού κοινωνικού ρεύματος για μία αυτοδύναμη νέα κυβερνητική θητεία του ΣΥΡΙΖΑ, είναι σωστή, αλλά η κατάληξη του αρχικού συλλογισμού για τη διεύρυνση με κεντροδεξιές και κεντροαριστερές προσωπικότητες αδιακρίτως, είναι παντελώς εσφαλμένη και αποτελεί καταφανώς ένδειξη πανικού. Στις αρχές της δεκαετίας του 21ου αιώνα είχε δημιουργηθεί ο χώρος διαλόγου και κοινής δράσης της αριστεράς, που τελικά οδήγησε στη συγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ, στη βάση ενός τριπλού πολιτικού στόχου, που περιελάμβανε την αντίθεση στο νεοφιλελευθερισμό, την κεντροαριστερά, και τον πόλεμο. Το μέτωπο ενάντια στην κεντροαριστερά στηρίζονταν στην αδιαμφισβήτητη διαπίστωση, ότι στην Ελλάδα την Ευρώπη και τον κόσμο ολόκληρο η κεντροαριστερά ήταν απόλυτα ταυτισμένη με τον νεοφιλελευθερισμό, τον οποίο διαχειρίζονταν πιο αποτελεσματικά από τη δεξιά στις περιπτώσεις που αναλάμβανε κυβερνητικές ευθύνες. Στην περίπτωση της Ελλάδας ιδιαίτερα ο μετασχηματισμός του ΠΑΣΟΚ με τα σημερινά χαρακτηριστικά του ΚΙΝΑΛ δεν αφήνει καμία αμφιβολία περί του αντιθέτου. Συνακόλουθα τίθεται το εύλογο ερώτημα πώς θα υπερασπιστούμε την αντίθεσή μας ενάντια στο νεοφιλελευθερισμό, εάν για λόγους πολιτικής επιβίωσης της αριστεράς την ανακατέψουμε με τα κεντροαριστερά μορφώματα. Ένας μόνο τρόπος υπάρχει να αποφύγουμε αυτό που κυοφορείται διάχυτο και εξαιτίας των μνημονιακών πολιτικών που εφαρμόσαμε την προηγουμένη περίοδο, τον μετασχηματισμό δηλαδή του ΣΥΡΙΖΑ από κόμμα της ριζοσπαστικής αριστεράς σε μία ιδιόμορφη σοσιαλδημοκρατία, που διαχειρίζεται έναν φτωχοποιημένο κοινωνικό σχηματισμό και εθίζει την κοινωνία να τον αποδεχτεί ως κανονικότητα. Εάν δεν οργανώσουμε το μέτωπο ενάντια στο νεοφιλελευθερισμό με κυρίαρχο στόχο την ανάκτηση της εργασίας και τη δημιουργία ευνοϊκών όρων για τη διεξαγωγή αποτελεσματικών κοινωνικών αγώνων με την επαναφορά των θεμελιωδών δικαιωμάτων της εργασίας, το πείραμα του ΣΥΡΙΖΑ θα οδηγηθεί σε τραγωδία. Εάν αυτός ο στόχος επιτευχθεί, η ιδεολογική ηγεμονία θα έχει εξασφαλιστεί και τότε η θέση του «Όσοι πιστοί προσέλθετε» δεν θα αποτελεί απειλή για τα προτάγματα και την Ιδεολογία της αριστεράς. Η απόφαση για την υλοποίηση ενός τέτοιου σχεδίου δεν παραπέμπει στο μακρινό μέλλον, μπορεί και σήμερα να εφαρμοστεί εάν με τις πολιτικές μας επιλογές, τα μέτρα για το κοινωνικό κράτος, τη διευρυμένη επέκταση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, το συνεχή πόλεμο για την ανασφάλιστη και υποδηλωμένη εργασία και την μείωση της ανεργίας καταστήσουμε σαφές στους συνομιλητές μας ότι το μέτωπο ενάντια στο νεοφιλελευθερισμό με ταξικούς όρους είναι για μας αδιαπραγμάτευτο.
Μάκης Σπαθής