Με αφορμή τη Σύνοδο ΟΗΕ και την παρουσία των αρχηγών κρατών στη Νέα Υόρκη, είχαμε μία πλούσια εβδομάδα έντονων διπλωματικών διεργασιών. Προφανώς, τις εντυπώσεις στην Ολομέλεια έκλεψε με την παρουσία του ο πρόεδρος των ΗΠΑ , όχι μόνο γιατί πρόσφερε τη δυνατότητα στους συναδέλφους του να γελάσουν «από καρδιάς», αλλά κυρίως γιατί από το βήμα του ΟΗΕ είχε τη δυνατότητα να εκθέσει το περιεχόμενο του δόγματος «πρώτα η Αμερική», σε αντιδιαστολή με τις αρχές συνεργασίας και αλληλεγγύης που διέπουν, ή θα έπρεπε να διέπουν τη λειτουργία του ΟΗΕ. Δόγμα που πλέον κυριαρχεί και στην ευρωπαϊκή ήπειρο με την αναδίπλωση στο στενό εθνικό συμφέρον που έχουν επιβάλλει οι Όρμπαν, Σαλβίνι κλπ, με αφορμή το προσφυγικό ζήτημα.
Στον αντίποδα των παραπάνω, ο έλληνας πρωθυπουργός στις ομιλίες που έκανε στη Σύνοδο Κορυφής για την Ειρήνη «Νέλσον Μαντέλα» και στην ομιλία του στο Concordia University (η ομιλία του πρωθυπουργού στη Γενική Συνέλευση δεν είχε γίνει όσο γράφονταν αυτές οι γραμμές), μεταξύ των άλλων, επικεντρώθηκε στην προσπάθεια που γίνεται στην Ελλάδα, ώστε να επιτευχθεί η διεύρυνση των κοινωνικών-πολιτικών δικαιωμάτων, σε μία περίοδο που στην υπόλοιπη Ευρώπη διαρκώς συρρικνώνονται στην προσπάθεια της χώρας μας να αντιμετωπίσει το προσφυγικό ζήτημα με όρους αλληλεγγύης, ανθρωπισμού και στα πλαίσια μίας κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής, αλλά και στην ανάγκη η έξοδος από τα δημοσιονομικά προγράμματα να συνδυασθεί με μέτρα προστασίας του κόσμου της εργασίας και αποκατάστασης των απωλειών, που είχαν τα αδύναμα και μεσαία στρώματα στη διάρκεια της οκταετίας των μνημονιακών προγραμμάτων.
Συνάντηση Τσίπρα-Ερντογάν
Εξαιρετικά σημαντική ήταν και η συνάντηση του Α. Τσίπρα με τον πρόεδρο της Τουρκικής Δημοκρατίας, καθώς έδωσε τη δυνατότητα να τεθεί εκ μέρους της ελληνικής πλευράς η ανάγκη για τη βελτίωση των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών, η αποφυγή της έντασης στο Αιγαίο, η συνεργασία σχετικά με το προσφυγικό, η βελτίωση του κλίματος μεταξύ των δύο γειτονικών χωρών.
Με δεδομένο ότι η βελτίωση των σχέσεων και η αποφυγή της έντασης είναι επιβεβλημένη σε μία περίοδο που η χώρα μας εξέρχεται από τα δημοσιονομικά προγράμματα και επανέρχεται σε ρυθμούς οικονομικής ανάκαμψης, επανασχεδιάζοντας το μέλλον της, η δε Τουρκία αντιμετωπίζει σημαντικά οικονομικά προβλήματα και βρίσκεται στα πρόθυρα του ΔΝΤ, είναι ενθαρρυντικό το σχετικό καλό κλίμα που επικράτησε κατά την συνάντηση των δύο αντιπροσωπειών. Βεβαίως,οι διαφορές σε πολλά σημεία και επίπεδα παραμένουν δεδομένες, όπως δεδομένος παραμένει ο παράγοντας του απρόβλεπτου στην τουρκική εξωτερική πολιτική και ειδικά σε μία περίοδο που η γείτονα χώρα έχει εμπλακεί σε πολλαπλά μέτωπα.
Από την πλευρά της αριστεράς και όσον αφορά τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, η προσπάθεια θα πρέπει να είναι διαρκής και επίμονη στην κατεύθυνση της επίλυσης με διπλωματικό τρόπο όλων των εκκρεμοτήτων, ώστε να επιτευχθεί μία γόνιμη και ειρηνική σχέση μεταξύ των δύο χωρών και να επιτραπεί ο απεγκλωβισμός από το αδιέξοδο και δαπανηρό κυνήγι των εξοπλισμών.
Το Κυπριακό ζήτημα
Σύμφωνα με τις δηλώσεις των δύο ηγετών και τις δημοσιογραφικές πληροφορίες, τη συνάντηση απασχόλησε το Κυπριακό. Άλλωστε, η ατζέντα της ελληνικής και της κυπριακής αντιπροσωπείας ήταν πλούσια σε επαφές.
Το ζητούμενο είναι η επανέναρξη των συνομιλιών μεταξύ του προέδρου Αναστασιάδη και του τ/κ ηγέτη Μ. Ακιντζί. Η διαδικασία είχε παγώσει μετά το ναυάγιο στο Κραν Μοντάνα, ναυάγιο που δυστυχώς σε μεγάλο βαθμό οφείλεται και στην αδυναμία του προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας να επωμισθεί προεκλογικά το πολιτικό κόστοςμίας τελικής συμφωνίας στα πλαίσια των αποφάσεων του ΟΗΕ.
Δεν επιθυμούμε να χρεώσουμε στην ε/κ πλευρά την πλήρη ευθύνη για το αδιέξοδο, με δεδομένη την τουρκική στάση, δεν μπορούμε όμως να μην καταλογίσουμε πολιτική ατολμία στον κύπριο πρόεδρο, με δεδομένο ότι μία επίλυση του Κυπριακού θα κέντριζε τα αντανακλαστικά της εθνικιστικής, ακροδεξιάς συνιστώσας του Δημοκρατικού Συναγερμού.
Γεγονός που κόστισε πολλαπλά στην ε/κ πλευρά, πολύ περισσότερο που ακολούθησε ένα διάστημα αρκετών μηνών, όπου η ελληνοκυπριακή πλευρά ήταν εξαιρετικά άτολμη να δηλώσει την ετοιμότητα της να επανέλθει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και μόνο υπό την πίεση της πραγματικότητας και του ΑΚΕΛ. Σχετικά πρόσφατα εκφράσθηκε και με μεγαλύτερη ένταση η σχετική ετοιμότητα για επιστροφή στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με την αποδοχή των 6 σημείων του πλαισίου Γκουντιέρες. Η ζημία, όμως είχε γίνει, καθώς ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ, έχοντας προηγουμένως επιδείξει ένα ειλικρινές ενδιαφέρον για την επίλυση του κυπριακού προβλήματος, δείχνει να είναι διστακτικός στο να προχωρήσει στην επανέναρξη των συνομιλιών και αυτό σε μια περίοδο που το ζήτημα της αξιοποίησης των κοιτασμάτων στην κυπριακή ΑΟΖ μπορεί να λειτουργήσει δημιουργώντας παρενέργειες, εξαιτίας και της αντίδρασης της Τουρκίας. Η αλήθεια είναι ότι όσο παραμένει η εκκρεμότητα, όσο δεν υπάρχει μία οριστική συμφωνία στα πλαίσια του ΟΗΕ, όσο κυριαρχούν οι επιμέρους εθνικισμοί και δεν γίνονται βήματα προς έναν αμοιβαίο συμβιβασμό που θα οδηγήσει σε μία δικοινοτική διζωνική ομοσπονδία με ισχυρά κρατικά χαρακτηριστικά, τόσο μεγαλώνει ο κίνδυνος της οριστικής διχοτόμησης και της οριστικής μετατροπής του βορείου τμήματος του νησιού σε τουρκική ζώνη.
Συνεπώς, όλες οι πλευρές, και η ειδικά η ελληνική κυβέρνηση, οφείλουν να εργασθούν στην κατεύθυνση της οριστικής επίλυσης, με ρεαλισμό και επιμονή, επιδεικνύοντας αποφασιστικότητα και πολιτικό θάρρος, αντίστοιχο με αυτό που επέδειξε για την συμφωνία των Πρεσπών.
Ο Μιχάλης Υδραίος, είναι μέλος Π.Γ ΣΥΡΙΖΑ
Πηγή: Η Εποχή