Το άλυτο ζήτημα του Παλαιστινιακού, της πολύχρονης ισραηλινής κατοχής και απαρτχάιντ ανεφλέγη ξανά, με τη Χαμάς να εξαπολύει επιθέσεις, από το Σάββατο 7/10, κατά του Ισραήλ. Πολλές είχαν σαν στόχο άμαχο ισραηλινό πληθυσμό, χαρακτηριζόμενες από τρομερά αποτρόπαιες πράξεις. Το Ισραήλ απάντησε με σφοδρά πυρά κατά της Χαμάς, αλλά και βομβαρδισμούς της Λωρίδας της Γάζας, σκοτώνοντας και τραυματίζοντας χιλιάδες άμαχους Παλαιστίνιους. Παράλληλα, έχει επιβάλλει απόλυτο αποκλεισμό της Γάζας, αφήνοντας 2 εκατ. ανθρώπους χωρίς νερό, ρεύμα, τρόφιμα και καύσιμα. Ενώ δολοφονίες Παλαιστινίων σημειώνονται και στη Δυτική Όχθη από ισραηλινούς εποίκους. Σε αυτό το αιματηρό φόντο, η «Εποχή» μιλά με την αφ. καθηγήτρια Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου Βιβή Κεφαλά για τη διεθνή σκακιέρα που διαμορφώνει και διαμορφώνεται από τη σύγκρουση.
Γιατί η Χαμάς επέλεξε να χτυπήσει το Ισραήλ τη συγκεκριμένη στιγμή και να αναλάβει μια τόσο μεγάλη επιχείρηση;
Οι λόγοι για αυτή την επίθεση είναι δύο. Ο πρώτος είναι η κατασταλτική πολιτική της υπερσυντηρητικής κυβέρνησης Νετανιάχου, στην οποία συμπεριλαμβάνονται, πλην των άλλων, επιθέσεις εναντίον ισραηλινών πολιτών αραβικής καταγωγής, εξώσεις οικογενειών Παλαιστινίων από την Ανατολική Ιερουσαλήμ, επέκταση των παράνομων ισραηλινών οικισμών στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη της Δυτικής Όχθης, κ.α. Επίσης, έχουν ήδη σκοτωθεί πάνω από 200 άμαχοι Παλαιστίνιοι στη Δυτική Όχθη, την οποία δεν ελέγχει η Χαμάς, ενώ έχουν αρχίσει να γίνονται όλο και περισσότερες επιθέσεις και εναντίον χριστιανών, πράγμα που προκάλεσε την αντίδραση του καθολικού επισκόπου στην Ιερουσαλήμ. Ο δεύτερος λόγος αφορά τις ισορροπίες στην ευρύτερη περιοχή, αλλά και αυτές μεταξύ των αραβικών κρατών. Πριν λίγο καιρό, έγινε γνωστό ότι το Ριάντ επρόκειτο να προχωρήσει σε εξομάλυνση, των σχέσεων του με το Τελ Αβίβ, επομένως η Χαμάς θέλησε να εμποδίσει αυτή την εξομάλυνση. Η ημερομηνία της επίθεσης είναι επίσης σημαντική, γιατί παραπέμπει στον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ το 1973, όταν Αίγυπτος και Συρία είχαν επιτεθεί αιφνιδιαστικά στο Ισραήλ, ένας πόλεμος που οδήγησε στις Συμφωνίες του Καμπ Ντέιβιντ το 1979, οπότε η Αίγυπτος υπέγραψε ξεχωριστή Συνθήκη ειρήνης με το Ισραήλ. Οι Συμφωνίες αυτές επέτρεψαν στο Ισραήλ να επιτεθεί το 1982 στον Νότιο Λίβανο, όπου είχαν καταφύγει οι παλαιστίνιοι μαχητές, με απόφαση της Συνόδου του Καίρου το 1969, ώστε να συνεχίσουν να αγωνίζονται εναντίον του Ισραήλ. Με την εισβολή του 1982, το Ισραήλ πέτυχε την εκδίωξη των παλαιστινίων μαχητών από τον Λίβανο, οπότε ο παλαιστινιακός λαός έχασε τη βάση εγγύτητας για ένοπλη αντίσταση.
Υπάρχει, λοιπόν, και ένας συμβολισμός στην επίθεση της Χαμάς, ωστόσο πολλοί αναλυτές την χαρακτηρίζουν αυτοκτονική, δεδομένης της ασυμμετρίας δυνάμεων.
Πράγματι, όμως ο λόγος που το κάνει αυτό η Χαμάς είναι γιατί θέλει να δραματοποιήσει την κατάσταση και να επαναφέρει το Παλαιστινιακό ακριβώς στη θέση του, δηλαδή στην καρδιά των προβλημάτων της Μέσης Ανατολής. Μπορεί οι αραβικές κυβερνήσεις να έχουν εγκαταλείψει τους Παλαιστίνιους εδώ και πάρα πολλά χρόνια, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι οι αραβικές κοινωνίες δεν εξοργίζονται με τη κατασταλτική και τιμωρητική μεταχείριση των Παλαιστινίων από το Ισραήλ. Εκτός από την εγκατάλειψη, όμως, φαίνεται ότι οι ΗΠΑ –οι οποίες έχουν επικεντρωθεί στην αναμέτρησή τους με την Ρωσία διά του πολέμου στην Ουκρανία– επιδιώκουν να διατηρήσουν τον έλεγχο της ζωτικής αυτής περιοχής, προωθώντας το σχέδιο Μπάϊντεν για μία «νέα Μέση Ανατολή». Για το σχέδιο αυτό υπάρχουν μόνον διαρροές, αλλά φαίνεται ότι ένα από τα βασικά του σημεία είναι η πλήρης εξομάλυνση των σχέσεων Σαουδικής Αραβίας – Ισραήλ. Επομένως, η δήλωση του Ριάντ ότι η Σαουδική Αραβία θα εξομαλύνει τις σχέσεις της με το Ισραήλ, ακόμα και εάν δεν υπάρξει πρόοδος στο Παλαιστινιακό, δείχνει ότι τα όσα διέρρευσαν είχαν πραγματική βάση. Κατά συνέπεια, για την Χαμάς το σχέδιο Μπάϊντεν δεν έπρεπε να προχωρήσει, διότι τότε κανείς δεν επρόκειτο πλέον να ασχοληθεί, έστω και τυπικά, με το Παλαιστινιακό. Βέβαια, ο αραβικός κόσμος αποτελεί ένα σύστημα συγκοινωνούντων δοχείων, αφού είναι ένα έθνος, αν και διασπασμένο σε πολλά κράτη, τα οποία αντιμετωπίζουν πολύ σοβαρά εσωτερικά προβλήματα, υπάρχει τεράστια πόλωση μεταξύ κοσμικών δυνάμεων και Αδελφών Μουσουλμάνων, ενώ τα αραβικά καθεστώτα έχουν χάσει σε μεγάλο βαθμό την πολιτική τους νομιμοποίηση. Αυτό σημαίνει ότι η αιματοχυσία που προβλέπεται ότι θα προκαλέσει μία ισραηλινή εισβολή στην Γάζα, μπορεί να ριζοσπαστικοποιήσει ακόμα περισσότερο τις αραβικές κοινωνίες και να ενισχύσει τρομοκρατικές οργανώσεις, που μόνο ανενεργές δεν είναι.
Η στάση των αραβικών κρατών μπορεί να είναι κλειδί για την εξέλιξη της σύγκρουσης; Το Ιράν χαιρέτισε την επίθεση, από Λίβανο έχουν εκτοξευτεί βλήματα κατά του Ισραήλ, Ιράκ και Υεμένη έχουν προειδοποιήσει πως αν εμπλακούν οι ΗΠΑ, θα παρέμβουν, 2 αεροδρόμια της Συρίας βομβαρδίστηκαν από το Ισραήλ, ενώ Αίγυπτος, Σ. Αραβία, Ιορδανία και Τουρκία καλούν σε διαπραγμάτευση για τη δημιουργία 2 κρατών. Υπάρχει κίνδυνος για ευρύτερη ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή;
Δεν είναι απίθανη η γενικότερη ανάφλεξη στην περιοχή, ανάλογα με το πόσο θα κρατήσει η σύγκρουση. Αυτή τη στιγμή, λόγω της μεταβατικής κατάστασης στην οποία βρίσκεται το διεθνές σύστημα, που επηρεάζει τα περιφερειακά υποσυστήματα και πρωτίστως τη Μέση Ανατολή, είναι πιθανόν διάφορες χώρες να εμπλακούν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Υπάρχει, όμως, πολύ μεγάλη δυσκολία στο να προβλέψει κανείς ποια χώρα θα κάνει τι, διότι οι πάντες προσεγγίζουν τους πάντες σε επιμέρους και συγκεκριμένα σημεία, ενώ σε άλλα έχουν εκ διαμέτρου αντίθετα συμφέροντα και συγκρούονται. Ένα παράδειγμα είναι οι σχέσεις Τουρκίας–Ισραήλ. Η Τουρκία είχε έρθει σε ρήξη, που είχε η ίδια προκαλέσει το 2010 με την υπόθεση του Μαβί Μαρμαρά, με το Ισραήλ. Τώρα που μπαίνει ζήτημα για το ποιος θα είναι ο ενεργειακός κόμβος στην ανατολική Μεσόγειο, η Τουρκία έχει προσεγγίσει το Ισραήλ και την Αίγυπτο και προσπαθεί να παραστήσει τον έντιμο διαμεσολαβητή –έναν ρόλο που οι ΗΠΑ έχουν χάσει εδώ και καιρό λόγω της μονόπλευρης στάσης τους υπέρ του Ισραήλ, ήδη από την προεδρία Τραμπ. Η Τουρκία ζήτησε τώρα τη δημιουργία ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους με εδαφική συνέχεια, στα σύνορα του 1967, καταγγέλλοντας την ισραηλινή κατοχή. Την ίδια ώρα, βέβαια, η Τουρκία κατέχει παρανόμως το σχεδόν 37% του κυπριακού εδάφους, όπως και ένα μέρος της βορειανατολικής Συρίας, ενώ πλήττει κατά το δοκούν κουρδικές θέσεις σε Συρία και Ιράκ και απειλεί τους πάντες. Στην περίπτωση της Παλαιστίνης, η Άγκυρα παίρνει αυτή τη θέση διότι διεκδικεί την ηγεμονία του σουνιτικού κόσμου και τον ρόλο της προστάτιδας δύναμης των Παλαιστινίων έναντι της Σαουδικής Αραβίας, προωθώντας τον νεο-οθωμανισμό της. Η Αίγυπτος, από την άλλη, βρίσκεται σε πολύ δύσκολη θέση. Ελέγχει το πέρασμα της Ράφα στα σύνορα με τη Γάζα, που όμως είναι επτασφράγιστα κλειστό. Ταυτόχρονα, η χώρα βρίσκεται σε μια τεράστια εσωτερική πόλωση, διότι υπάρχει διχασμός ανάμεσα στους υποστηρικτές του κοσμικού καθεστώτος των στρατιωτικών και αυτών των Αδελφών Μουσουλμάνων. Άρα η Αίγυπτος δεν μπορεί να διακινδυνεύσει μια σύγκρουση με το Ισραήλ και τις ΗΠΑ ή να εισπράξει τη δυσαρέσκειά τους με διακοπή της οικονομικής τους βοήθειας, αλλά δεν μπορεί να αγνοήσει και τη λαϊκή οργή για όσα υφίστανται οι Παλαιστίνιοι. Αντίστοιχα και η Ιορδανία, που έχει υπογράψει Συμφωνία ειρήνης με το Ισραήλ το 1994, βρίσκεται σε δύσκολη θέση, καθώς πάνω από το 50% του πληθυσμού της είναι παλαιστίνιοι πρόσφυγες, οπότε τίθεται ζήτημα εσωτερικής σταθερότητας. Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα είναι η δήλωση του ιορδανού μονάρχη, ο οποίος ζήτησε τη δημιουργία ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους στα προ του πολέμου του 1967 σύνορα, υπενθυμίζει δηλαδή την απόφαση 242 του Σ.Α. του ΟΗΕ του 1967, και επαναφέρει το ζήτημα της ισραηλινής κατοχής των παλαιστινιακών εδαφών. Το Ιράν, που κατηγορείται από το Ισραήλ ότι βρίσκεται πίσω από την επίθεση, την χαιρετίζει αλλά αρνείται ότι την ενορχήστρωσε. Αναφορικά με την Χεζμπολάχ, έπληξε το βόρειο Ισραήλ προειδοποιώντας ότι θα αντιδράσει σε περίπτωση χερσαίας εισβολής στην Γάζα, αλλά και αυτή αρνείται ότι βοήθησε την επίθεση της Χαμάς. Δεν γνωρίζουμε, λοιπόν, ποιος μπορεί να την βοήθησε, σημασία έχει όμως πως η Χαμάς έκανε ένα ποιοτικό άλμα με αυτή την επίθεση, καθώς είχε συγκρότηση, οργάνωση, λεπτομερές σχέδιο, προετοιμασία κτλ.
Η Χαμάς έχει την υποστήριξη του παλαιστινιακού λαού; Πρόκειται για μια νέα Ιντιφάντα ή είναι κάτι διαφορετικό, λαμβάνοντας υπόψιν αυτές τις ποιοτικές διαφορές που επισημαίνετε;
Η πρώτη Ιντιφάντα έγινε με πέτρες, η δεύτερη με αποστολές αυτοκτονίας, αυτό που συμβαίνει τώρα δεν νομίζω ότι μπορεί να χαρακτηριστεί ως Ιντιφάντα, γιατί πρόκειται για μία κανονική στρατιωτική επιχείρηση, η οποία, βεβαίως, αμαυρώνεται από τις φρικαλεότητες που διαπράχθηκαν και οι οποίες προφανώς είναι καταδικαστέες. Αυτό είναι το πρώτο επίπεδο, το δεύτερο επίπεδο είναι πως υπάρχει μια κατοχή που διαρκεί 56 χρόνια και ο κατεχόμενος λαός που υφίσταται τα πάνδεινα στην καθημερινότητά του από τους ισραηλινούς εποίκους και στρατιώτες, διατηρεί το δικαίωμα της αντίστασης, ακόμα και ένοπλης. Το Ισραήλ, βέβαια, ακόμα και ειρηνικές διαδηλώσεις, όπως στην Ημέρα της Γης οπότε σκοτώθηκαν άοπλοι Παλαιστίνιοι, τις χαρακτηρίζει τρομοκρατικές. Δεν γίνεται, όμως, με το πρόσχημα της τρομοκρατίας να ακυρώνονται θεμελιώδη δικαιώματα των λαών.
Η ΕΕ φαίνεται κάπου να το ξέχασε αυτό, καθώς στις δηλώσεις αξιωματούχων της δεν υπήρξε καμία νύξη για την ισραηλινή κατοχή. Πώς κρίνετε εν γένει τη στάση της στο ζήτημα;
Ναι, καθώς μπήκε ακριβώς το ζήτημα της τρομοκρατίας. Οι εκτελέσεις αμάχων από την Χαμάς επιτρέπουν το να μην αναφερθεί το δικαίωμα των Παλαιστινίων στην αντίσταση. Αυτή τη στιγμή υπάρχει μια κακοφωνία στην ΕΕ, με αντικρουόμενες δηλώσεις. Από τη μία, επίτροπος της Κομισιόν μίλησε για διακοπή της αναπτυξιακής βοήθειας στην Παλαιστίνη, από την άλλη ο επίτροπος για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα είπε πως δεν μπορεί να διακοπεί κάθε είδους τροφοδοσία στη Γάζα, καθώς αντίκειται σε θεμελιώδη δικαιώματα αμάχων πολιτών, που δεν έχουν οδό διαφυγής. Το Ισραήλ, όμως, δεν μπορεί να αφήσει αναπάντητη την επίθεση, που το ταπείνωσε επειδή δεν μπόρεσε να την προβλέψει, αλλά και γιατί υπάρχει οργή, οδύνη και φόβος, αφού πρώτη φορά ο πόλεμος μεταφέρεται, σε τέτοιο βαθμό, στο εσωτερικό του.
Μέχρι ποιο σημείο μπορεί να φτάσει; Ήδη έχει επιβάλει τον πλήρη αποκλεισμό της Γάζας, την έχει βομβαρδίσει και ετοιμάζει χερσαία επέμβαση.
Θεωρώ πως μια χερσαία εισβολή θα είναι πολύ αιματηρή και για τις δύο πλευρές, πολύ περισσότερο που υπάρχει ο αστάθμητος παράγοντας των τούνελ στην Γάζα. Από την άλλη, δεν μπορεί να αποφευχθεί, καθώς υπάρχει το ζήτημα των ισραηλινών ομήρων και η κυβέρνηση θα κάνει τα αδύνατα δυνατά για να τους απελευθερώσει. Όλες οι επιλογές έχουν πολύ μεγάλο κόστος. Ενδέχεται, λοιπόν, να υπάρξει μια πολύς μικρής διάρκειας εισβολή, ώστε να μπορέσει το Ισραήλ να πάρει τους ομήρους με οποιοδήποτε τίμημα. Δεν μιλάμε, όμως, για κατοχή της Γάζας, δεν υπάρχει λόγος, καθώς είναι μεγαλύτερη ανοιχτή φυλακή στον κόσμο.
Από τη μέχρι τώρα στάση των ΗΠΑ, κρίνετε ότι θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην αποκλιμάκωση ή θα ρίξουν κι άλλο λάδι στη φωτιά;
Ο ρόλος των ΗΠΑ είναι σαφής: το Ισραήλ είναι στρατηγικός τους σύμμαχος στη Μέση Ανατολή, μια περιοχή που συνηθίζω να παρομοιάζω με λαβύρινθο χτισμένο πάνω σε κινούμενη άμμο. Δεν έχουν την πολυτέλεια να μην πάρουν θέση υπέρ του. Ήδη, όπως και άλλες δυτικές χώρες, καταδίκασαν την επίθεση σαν τρομοκρατική, μη αναφερόμενες στο δικαίωμα των Παλαιστινίων στην αντίσταση. Δεν μπορούμε, λοιπόν, να περιμένουμε πολλά από τις ΗΠΑ για την εξομάλυνση της κατάστασης. Ούτως ή άλλως, με την ψυχολογία που επικρατεί στο Ισραήλ, οποιαδήποτε συμφωνία θα προκαλούσε σοβαρές αντιδράσεις. Πρώτα απ’ όλα των υπερ-ορθόδοξων θρησκευτικών κομμάτων, που θα την καταψηφίσουν, αφού επιθυμούν τον σχηματισμό του μεγάλου βιβλικού Ισραήλ και δεν περνάει από το μυαλό τους ότι και κάποιος άλλος λαός, που βρισκόταν εκεί συνεχώς –και πριν και μετά την καταστροφή του Ναού από τους Ρωμαίους– που έχει και αυτός δικαιώματα εκεί. Υπάρχει τεράστιο χάσμα. Πάντως, ιδιαίτερη σημασία έχει το γεγονός ότι ο πρόεδρος Μπάϊντεν κάλεσε το Ισραήλ να σεβαστεί το Δίκαιο του Πολέμου.
Το χάσμα αυτό, ούτε ο ΟΗΕ δεν μπορεί να γεφυρώσει; Προς το παρόν δεν κατάφερε να βγάλει ούτε κοινό ανακοινωθέν. Ποιες οι ευθύνες του για την κατάσταση;
Η Ρωσία εμπόδισε την έκθεση κοινού ανακοινωθέντος, στηλιτεύοντας την απραξία του κουαρτέτου για τη Μέση Ανατολή (ΗΠΑ, Ρωσία, ΕΕ, ΟΗΕ), που έχει μείνει ανενεργό στην ουσία μετά τη δεύτερη Ιντιφάντα. Ο ρόλος του ΟΗΕ είναι εξαιρετικά δύσκολος, διότι βρισκόμαστε σε μια γενικευμένη σύγκρουση, που ξεκινάει από αυτή των ΗΠΑ με τη Ρωσία μέσω της Ουκρανίας, που επηρεάζει όλα τα περιφερειακά υποσυστήματα. Επίσης οι ΗΠΑ δυσαρεστούνται με τη διαμεσολάβηση και την οικονομική επιρροή της Κίνας, χάρη στην οποία εξομαλύνθηκαν οι σχέσεις Ιράν και Σαουδικής Αραβίας.
Η Κίνα και η Ρωσία μίλησαν για παύση των συγκρούσεων και έναρξη διαπραγματεύσεων για τη δημιουργία 2 κρατών. Μπορούν να παίξουν τον ρόλο του διαμεσολαβητή που διεκδικούν; Βλέπουμε, επίσης, και με αυτή την αφορμή, την παγίωση δύο παγκόσμιων πόλων: «Δύσης» και ΒRICS;
Εδώ και πάλι έχουμε μια αντινομία. Οι ΗΠΑ ήταν η κυρίαρχη δύναμη στη Μέση Ανατολή μετά το τέλος του διπολισμού, αναλαμβάνοντας τον ρόλο του διαμεσολαβητή, που εξυπηρετούσε το Ισραήλ. Γι’ αυτό και το Ισραήλ δεν επιθυμεί την ανάμιξη της Κίνας και της Ρωσίας. Προς το παρόν, λοιπόν, το ποιος θα είναι ο διαμεσολαβητής και τι θέση θα έχει, δεν μπορούμε να το ξέρουμε. Το σίγουρο είναι πως, δυστυχώς, είναι πολύ νωρίς να μιλάμε για διαμεσολάβηση και διάλογο. Δεν πρόκειται να ξεκινήσει κάτι τέτοιο άμεσα, αν οι δύο πλευρές δεν επιτύχουν κάποιους στοιχειώδεις ζωτικούς τους στόχους. Κανείς δεν είναι σε θέση να πει με βεβαιότητα τι θα συμβεί, καθώς πέραν των στρατιωτικών υπολογισμών, υπάρχει και η θυμική αντίδραση. Επομένως, φοβάμαι πως η σύγκρουση θα διαρκέσει. Κανείς, βέβαια, δεν ξέρει για πόσο.
Τζέλα Αλιπράντη