Στο τελευταίο επεισόδιο τoυ Game of thrones εκλέγουν βασιλιά οι άρχοντες της φανταστικής αυτής χώρας. Εκείνος που τους πείθει για έναν συγκεκριμένο υποψήφιο λέει την εξής ατάκα: «Τι ενώνει τους ανθρώπους; Οι στρατοί; Ο χρυσός; Οι σημαίες; Είναι οι ιστορίες που τους ενώνουν. Δεν υπάρχει τίποτε πιο ισχυρό από μια καλή ιστορία».
Η προεκλογική ιστορία του ΣΥΡΙΖΑ είχε να κάνει με το τι συνέβη τα τέσσερα τελευταία χρόνια, κυρίως με όρους «αριθμητισμού» και «γραφημάτων», όπως εύστοχα έγραψε ο Σαμψών Ρακάς. Όμως τα γραφήματα δεν είναι μια ελκτική ιστορία, οι αριθμοί δεν μπορούν να ξεπεράσουν τη βιωμένη εμπειρία των ανθρώπων. Επίσης, η ιστορία δεν ειπώθηκε με τη δέουσα ταπεινότητα, ένα νοιάξιμο που να φαντάζει εντελώς αυθεντικό για τις κοινωνικές εκπροσωπήσεις, ιδιαίτερα μετά τις δυσμενείς μεταρρυθμίσεις που έφερε το τρίτο μνημόνιο. Το πολιτικό στυλ της αφήγησης, με άλλα λόγια, ήταν αναντίστοιχο με την πραγματικότητα.
Και όπως είναι γνωστό, οι αριθμοί δεν λένε πάντα την αλήθεια. Ας δώσω ένα παράδειγμα. Στη δημόσια υγεία τα πράγματα είναι καλύτερα με τις 20 χιλιάδες προσλήψεις και τα πλεονάσματα στα νοσοκομεία. Οι άνθρωποι, όμως, που πάνε να νοσηλευτούν βρίσκονται αντιμέτωποι με μια κατάσταση όχι πολύ διαφορετική από πριν. Έπειτα από την ταλαιπωρία τους, διαμορφώνουν γνώμη για το σύστημα υγείας την οποία και αφηγούνται.
Παράλληλα, υπάρχουν πράγματα που δε γίνανε και αφορούν τους πάρα πολλούς. Ο κόσμος παίρνει λεωφορεία για να πάει στις δουλειές του. Και τα λεωφορεία αργούν, δεν έρχονται, είναι παλιά, χαλάνε. Στριμωχνόμαστε εκεί, νευριάζουμε, ιδρώνουμε. Αν υπήρχαν διπλάσια λεωφορεία οι άνθρωποι, οι από κάτω, θα μπορούσαν να κάθονται, να διαβάζουν το βιβλίο τους, να ξεκουράζονται και να φτάνουν ήρεμοι στις δουλειές τους και στο σπίτι τους. Οι άνθρωποι στην Αθήνα δεν έχουν δημόσιο χώρο να ησυχάσουν. Και ο Ελαιώνας δεν έγινε πράσινο. Οι γονείς ασφυκτιούν να τα φέρουν πέρα με το μη ολοήμερο σχολείο, δεν ηρεμούν. Δεν έγινε το ολοήμερο σχολείο. Αυτές οι αλλαγές, όπως είναι σαφές, είναι ταυτόχρονα και υλιστικές και μεταϋλιστικές.
Και υπάρχουν και κάποια που γίνανε και νευρίασαν πολύ. Οι επενδύσεις των υδρογονανθράκων έφεραν κακά εκλογικά αποτελέσματα στις περιοχές όπου θα πραγματοποιηθούν. Οι πρόσφυγες που κοιμούνται στις λάσπες με κυβέρνηση της Αριστεράς είναι μια εικόνα που για τους οιωνεί ψηφοφόρους της Αριστεράς συνιστά σκάνδαλο. Η 13η σύνταξη, όταν είναι δώρο Πάσχα, ονομάζεται δώρο Πάσχα και όχι 13η σύνταξη, γιατί μοιάζει με κοροϊδία, παρόλο που δεν είναι. Κι άλλα πολλά τέτοια.
Από την άλλη, η ιστορία της ΝΔ είχε μια αόριστη υπόσχεση μείωσης των φόρων. Κι άλλη μια ιστορία: εκείνη της τιμωρίας ενός αριστερού κόμματος που ψήφισε μνημόνιο. Καμιά από τις δυο δεν ήταν ασήμαντη για το τελικό αποτέλεσμα, μιας και συνδέθηκε το τι συνέβη και τι μέλλεται να γίνει.
Οι πολίτες γνωρίζουν τι έκανε καλά ο ΣΥΡΙΖΑ και τι όχι. Μπορούν, όμως, να εξηγηθούν επαρκώς όχι τόσο οι αριθμοί, αλλά για ποιο λόγο τα θετικά κατευθύνθηκαν προς συγκεκριμένες κοινωνικές κατηγορίες. Μπορούν να τονιστούν λελογισμένα τα λάθη, οι παραλείψεις, οι αστοχίες. Τούτο, όμως, είναι παρελθόν, κάτι που συνέβη.
Η ιστορία πρέπει να δένει οργανικά με το μέλλον. Χρειάζεται μια αφήγηση για το που θα είναι η χώρα το 2023 με την ίδια κυβέρνηση. Όχι μόνο με όρους υλιστικούς, αλλά και με μεταϋλιστικούς όρους. Σε τι, δηλαδή, θα συνίσταται μια καλή, μια πλούσια ζωή, γεμάτη νόημα, στο τέλος αυτής της τετραετίας. Πώς ο χρόνος θα λειτουργήσει υπέρ περισσότερων ανθρώπων, όχι μόνο με την επιβεβλημένη αύξηση των μισθών τους, τη μείωση των βαρών για μικρούς και μεσαίους ελεύθερους επαγγελματίες, την ανάκτηση της αξιοπρεπούς εργασίας για περισσότερους. Πώς η ροή του χρόνου θα δημιουργήσει νέες ποιότητες, νέα βλέμματα, νέες νοοτροπίες.
Χρειάζεται να γίνει κατανοητό πως η πολιτική Αριστερά συνδέεται με μια αισθητική, πολιτισμική διάσταση που δεν αφορά αποκλειστικά την ικανοποίηση των αναγκών. Έχει να κάνει και με την εκπλήρωση των επιθυμιών, με την αξιοπρέπεια, με τη χαρά και με το πολιτικό στυλ αυτών που τα θέτουν αυτά. Κι αν αυτά φαίνεται να μην άπτονται της πολιτικής, τότε μάλλον δεν έγινε κατανοητό πως, όντως, «οι ιστορίες είναι ανίκητες».
Κι από την άλλη, είναι βέβαιο πως δεν επαρκεί το «αντί», το στείρο «αντί» στην αφήγηση. Ο κόσμος γνωρίζει τι πρόκειται να γίνει με τη ΝΔ, ωστόσο την επέλεξε στις ευρωεκλογές. Δεν αρκεί να αναφέρεται κανείς στον «μπαμπούλα» που έρχεται εκδικητικά, ακόμα κι αν αυτό θα κάνει. Ο κόσμος δεν φοβήθηκε ούτε τον Τράμπ ούτε τον Μπολσονάρο από τα δεξιά, ούτε τον Τσίπρα του 2015 από τα αριστερά.
Η προγραμματική αντιπαράθεση, η ιδεολογική συζήτηση, η αφήγηση της ιστορίας, πρέπει γίνεται με άλλους όρους από ένα «αντί». Και η έμπνευση αντλείται ενδογενώς, από τον τεράστιο πυρήνα των αξιών του χώρου, αλλά και από την σωστή αντίληψη περί της πραγματικότητας. Με αυτήν την έννοια, για να κερδηθούν οι καρδιές των ανθρώπων, η ειλικρίνεια είναι απαραίτητη όσο ποτέ.
Οι χιλιάδες νέοι και νέες, που δεν ψήφισαν συνειδητά γιατί δεν έβλεπαν το ΣΥΡΙΖΑ ως το μικρότερο κακό ή και γιατί τον έβλεπαν έτσι ακριβώς και δεν ήθελαν να τον στηρίξουν, είναι συχνά αυτοί που διεξήγαγαν την αντιμνημονιακή καμπάνια, αυτές που έκαναν την εξέγερση του Δεκέμβρη, συμμετέχοντες στο φοιτητικό κίνημα του 2006-7, όσοι και όσες κόπιασαν σε δομές κοινωνικής αλληλεγγύης, σε επανακτημένα πάρκα, στην αντιπληροφόρηση. Έχουν υπάρξει opinion makers, πολιτικοί επιτελεστές, άνθρωποι που ακόμα ενημερώνονται για όλα χωρίς να συμμετέχουν πια. Είναι (και) αυτοί που έδωσαν τη νίκη στο ΣΥΡΙΖΑ το Γενάρη του 2015. Θα ήταν διαθέσιμοι κάποιοι/ες από αυτούς να ξανασυμμετάσχουν σε εκλογική αναμέτρηση, αν δουν ειλικρίνεια, αξίες, έμπνευση και, φυσικά, αυτοκριτική.
Τίποτε δεν μπορεί να εξασφαλίσει το μέλλον, ούτε την αλλαγή των συντηρητικών τάσεων της ελληνικής κοινωνίας. Τίποτε δεν μπορεί να γίνει μόνο με τα συνθήματα. Όμως τα πάντα μπορούν να αλλάξουν όταν, στον κατάλληλο χρόνο, με τον κατάλληλο τρόπο, ειπωθεί αυτό «που αναβλύζει από τη ζωή και την καθιστά πραγματικότητα, καθοριστική και προσανατολισμένη».
Ο Βασίλης Ρόγγας είναι υποψήφιος διδάκτορας Κοινωνιολογίας, Πανεπιστήμιο Κρήτης
Πηγή: Η Αυγή