Ο Γιάννης Πρετεντέρης, που όπως μας πληροφορεί στο άρθρο του διαβάζει την «Εποχή», αναρωτιέται δίνοντας γραμμή στον πρωθυπουργό, που ανέφερε στη συνέντευξή του τον τίτλο του παρόντος άρθρου: «Ποια είναι η ματιά της κοινωνίας; Είναι η ματιά του φιλήσυχου πολίτη που επιζητεί την προστασία και την ασφάλειά του; Ή είναι η ματιά του μαφιόζου, του παραβατικού και του εγκληματία»; Εδώ έχουμε μια συνηθισμένη κατηγορία λογικών σφαλμάτων, τα επιχειρήματα αντιπερισπασμού (λατινικά ignoratio elenchi). Από τα πιο συχνά σε αυτή την κατηγορία είναι το επιχείρημα του αχυρανθρώπου (no offence Γιάννη, δεν λέει για σένα), όπου ο συζητητής παρουσιάζει μια παραλλαγμένη εκδοχή μιας άλλης θέσης και μετά επιτίθεται εναντίον της, για να καταλήξει πως εφόσον η παραλλαγμένη θέση είναι λανθασμένη, το επιχείρημα της αρχικής άλλης θέσης πάλι είναι λανθασμένο. Εδώ, στο δικό μας ζήτημα, προφανώς κανένας δεν είναι με τον διαρρήκτη, τον μαφιόζο, τον εγκληματία. Εντάξει, όχι ακριβώς κανένας, αλλά τέλος πάντων το κοντραμπάντο δύο τόνων ηρωίνης δεν σε κάνει κακό άνθρωπο.
Πέρα όμως από τις πολιτικάντικες διαζευκτικές πλάνες των δεξιών δημοσιογράφων και πολιτικών, το αίτημα της ασφάλειας των πολιτών δεν εκπληρώνεται. Έτσι, η αντίπαλη παράταξη αυξάνει την τιμή πώλησης του φόβου, του προϊόντος με το οποίο θέλει να διαμορφώνει τη συναισθηματική δομή της κοινωνίας, γιατί αυτό τη συμφέρει πολιτικά. Με αυτόν τον τρόπο και τα προβλήματα αστυνόμευσης δεν επιλύονται και η κοινωνία τσιμπάει στο αισχρό και επικίνδυνο αφήγημα για «νόμο και τάξη». Να μερικά πρόσφατα και διαχρονικά παραδείγματα του τι δημιουργεί ή τι δεν αντιμετωπίζει επί της ουσίας το δόγμα αυτό:
Ο δράστης της πρόσφατης γυναικοκτονίας στην Ιεράπετρα κακοποιούσε συστηματικά τα μέλη της οικογένειάς του, πράγμα για το οποίο είχε μηνυθεί από τη μία του κόρη, ενώ και η –νεκρή πλέον– σύζυγός του είχε καταφύγει δύο φορές στην αστυνομία για να ζητήσει βοήθεια για τις απειλές που δεχόταν. Δεν είναι η πρώτη φορά που έπειτα από μία γυναικοκτονία διαπιστώνουμε την αδράνεια των αστυνομικών αρχών σε τόσο επείγοντα ζητήματα.
Μες τη βδομάδα που πέρασε, δεκάδες μηχανές συνέλαβαν δύο αφισοκολλητές(!), οδηγήθηκαν στο τμήμα, κρατήθηκαν για ώρες, τους ζητήθηκε να γδυθούν και τελικά αφέθηκαν χωρίς κατηγορίες. Ο μύθος της εξαρχειώτικης παρανομίας κατασπαταλά δημόσιους πόρους.
Πέρα από την πλάκα, δέκα μάρτυρες του Noor1 είναι νεκροί, τρεις ανακριτές έχουν παραιτηθεί, ενώ άλλοι τρεις έχουν εξαρχής αρνηθεί να αναλάβουν την υπόθεση επειδή ξέρουν ότι η αστυνομία δεν θα τους προστατεύσει.
Η εμπλοκή αστυνομικών στην προστασία των καταστημάτων εστίασης και των μπαρ σε όλες τις μεγάλες πόλεις της χώρας και στο τράφικινγκ είναι γνωστή σε κάθε άνθρωπο. Κι ωστόσο δεν αλλάζει τίποτα.
Τα ΑΤ παραμένουν υποστελεχωμένα (στο δυτικό Πειραιά και τη δυτική Αθήνα τουλάχιστον κατά 50%), διότι πολλοί αστυνομικοί παίρνουν αποσπάσεις (γίνονται, δηλαδή, αργομισθίες), φυλάνε VIP και γιατί η κυβέρνηση προσλαμβάνει αστυνομικούς μόνο για τα σώματα καταστολής ή φιγούρας.
Βραδυκίνητοι νεαροί ρόμποκοπ, με 45 μέρες εκπαίδευση, πάνω σε μηχανάκια προβαίνουν διαρκώς σε παρανομίες του ΚΟΚ, ελέγχουν νεαρούς με «περίεργη» εμφάνιση κι «όποιον δεν λέει καλά τα ελληνικά». Ενίοτε πυροβολούν και Τσιγγάνους και τη βγάζουν καθαρή και με εύγε από την κυβέρνηση.
Το δόγμα «νόμος και τάξη» για να είναι σημαιοφόρος της προσπάθειας για δεξιά ηγεμονία χρειάζεται και ισχυρούς δικαϊκούς παραστάτες: τον νομικό λαϊκισμό (λόγου χάρη οι αλλαγές στον ποινικό κώδικα) και το θεσμικό ρατσισμό. Και η κυβέρνηση τα παρέχει και τα δυο.
Ενώ αυξάνουν την ποσότητα των πόρων αστυνόμευσης (οχήματα, προσλήψεις, όπλα κ.ο.κ.) δεν ενδιαφέρονται για την ποιότητα της εκπαίδευσης και την κατεύθυνση τους εκεί που πραγματικά υπάρχει ανάγκη.
ΕΔΕ, αυτή η μάστιγα, που έχει αποδώσει τίποτα και ποτέ.
Προκύπτει εύκολα πως η ασφάλεια των πολιτών στον τομέα της αστυνόμευσης εδράζεται αλλού. Λύσεις υπάρχουν και μάλιστα διόλου επαναστατικές, βρίσκονται στο επίπεδο της αστικής μεταρρύθμισης και έχουν προταθεί εδώ και χρόνια.
Πόσο παράλογη φαντάζει η ενίσχυση της οικονομικής αστυνομίας ως εξαιρετικά σημαντική σε μια χώρα με τόση διαφθορά; Γιατί δεν αντιμετωπίζουμε την ατιμωρησία των ΕΔΕ και με εξωτερικό έλεγχο από κληρωτούς πολίτες ή ένα Ανεξάρτητο Συμβούλιο Αστυνόμευσης; Γιατί δεν καταργούνται οι παραστρατιωτικές μονάδες της αστυνομίας για να ενισχύσουν την πραγματική, καθημερινή αστυνόμευση; Γιατί η καριέρα των αστυνομικών να έχει συχνά να κάνει είτε με την επίτευξη αργομισθίας, είτε με τον διαγκωνισμό για αξιώματα κύρους στην υπηρεσία; Πότε, δηλαδή, το esprit de corps των αξιωματικών θα αποδράσει από αυτά και θα αφορά την υπηρεσία στις κοινότητές μας; Δεν πρέπει να είναι πλήρης η εκπαίδευση των αστυνομικών κι όχι μόνο 45 ημέρες; Δεν πρέπει, επίσης, να είναι διαρκής, να έχει αντιρατσιστικό προσανατολισμό, κοινοτική διάσταση, ΛΟΑΤΚΙ μέριμνες συμπερίληψης; Πέρα από τις αλλαγές στο οργανόγραμμα, τους καταμερισμούς και τα συστήματα εργασίας, δεν πρέπει να καλυτερέψουν και οι χώροι και οι συνθήκες εργασίας των αστυνομικών;
Εκδημοκρατισμός της αστυνομίας, αυτό είναι το σύνθημα που θα μετριάσει τα αισθήματα ανασφάλειας των πολιτών κι όχι oι αχαλίνωτoι πόθοι για αστυνομικούς τύπου Die hard. Όποιος φαντασιώνεται Τζον Μακλέιν, να τους βλέπει στην οθόνη του, όχι να τους επιβάλει στη σύγχρονη κοινωνία.
Βασίλης Ρόγγας
Πηγή: Η Εποχή