Macro

Βασίλης Ρόγγας – Δημήτρης Παπανικολόπουλος: Πρόταση για τη διεύρυνση του ΣΥΡΙΖΑ

Δύο είναι τα βασικά θέματα εσωκομματικού διαλόγου εδώ και καιρό, η διεύρυνση του ΣΥΡΙΖΑ και το πρόγραμμά του. Σίγουρα είναι αλληλένδετα, αλλά στο παρόν σημείωμα θα ασχοληθούμε με το πρώτο, καθώς έχουμε ήδη τοποθετηθεί για το δεύτερο.

Σε σχέση με τη διεύρυνση, δύο είναι τα (φαινομενικώς αντικρουόμενα και σίγουρα δύσκολα συντιθέμενα) αιτήματα: διεύρυνση της βάσης και αποφυγή της «πασοκοποίησης». Ως έχουν τα πράγματα, αποφεύγονται και τα δύο. Οπότε ξεκινούμε από την παραδοχή ότι τα πράγματα δεν μπορούν να μείνουν ως έχουν, γιατί δεν ικανοποιούνται και τα δύο ισοβαρή αιτήματα. Το ερώτημα, επομένως, διαμορφώνεται ως εξής: πώς ο ΣΥΡΙΖΑ θα συνεχίσει την ένταξη στελεχών και πολιτών με κεντροαριστερό προφίλ, που έχει ξεκινήσει από το 2012, χωρίς αυτή να σημάνει ποιοτική μεταβολή; Μέχρι τώρα, η «προεδρική τάση» προσπαθεί να εξασφαλίζει τη συνέχιση της διαδικασίας και η «αριστερή πτέρυγα» του κόμματος προσπαθεί να ελέγχει τα ποιοτικά της δεδομένα. Οι μεν υποτιμούν τους κινδύνους εισροής θεσιθήρων παραγόντων, συνηθισμένων στις συναλλαγές. Οι δε παραγνωρίζουν ότι η μαζική δεξαμενή νέων μελών πιθανότατα δεν βρίσκεται μόνο στα αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ. Και οι δυο, όμως, υποτιμούν τον κίνδυνο διαρροής κόσμου προς το ΜεΡΑ25 και το ανασυγκροτούμενο κόμμα των Οικολόγων Πράσινων, όσο καθυστερεί η εφαρμογή γενναίων μέτρων διεύρυνσης.

Παρατηρούμε δε ότι η συζήτηση περί του κόμματος συχνά δεν καταλήγει σε συγκεκριμένες προτάσεις, παρόλο που οι θεωρητικές προκείμενές της είναι σημαντική προϋπόθεση για τη διατύπωση τέτοιων προτάσεων. Δεν είναι υποχρεωτικό, όμως, να οδηγούν εκεί. Και συχνά εγκαινιάζουν ταξίδια χωρίς προορισμούς. Έτσι, τα πράγματα συνεχίζουν ως έχουν. Τα προβλήματα δεν λύνονται και άνθρωποι που ζουν για την πολιτική μοιάζουν αδύνατοι να παρέμβουν ακόμα και στα του οίκου τους. Η δύναμη της συνήθειας και της αδράνειας κυριαρχεί, η εσωστρέφεια και η ανημπόρια εγκαθίσταται. Μέχρι να οδηγηθούμε σε αλλαγές, εκόντες άκοντες, από κάποιον εξωτερικό παράγοντα ή την ηγεσία. Επειδή, όμως, ο «συλλογικός διανοούμενος» είναι συνυφασμένος με τη διαδικασία συνεχών δοκιμών και διορθώσεων («trial and error»), θα θέλαμε να καταθέσουμε τρεις συγκεκριμένες προτάσεις για την αλλαγή της κομματικής δομής, ώστε να επιτραπεί η διεύρυνση σε νέα ακροατήρια.

 

Ψηφιακά τμήματα

Η ΝΔ αύξησε τα χρέη της και λόγω των συνεχών μετρήσεων κοινής γνώμης και ερευνών σε focus groups, ώστε να έχει έγκαιρη και πλέρια πληροφόρηση. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να κάνει το ίδιο, αλλά χρειάζεται εξίσου καλή ενημέρωση για τα τεκταινόμενα στην κοινωνία, καθώς και συσσώρευση κοινωνικής γνώσης και τεχνογνωσίας. Οι ψηφιακές πλατφόρμες είναι ένας κατάλληλος τρόπος για την εμπλοκή πολλών ανθρώπων, ακόμα και με μικρή διαθεσιμότητα χρόνου, και με το μικρότερο κόστος. Η πανδημία εξοικείωσε όλο τον κόσμο με παρόμοιες διαδικασίες (online εκδηλώσεις, συνεδριάσεις, συνεννοήσεις, συντακτικές επιτροπές, συλλογικές συγγραφές κειμένων), ενώ τα social media έχουν αποδείξει ότι είναι το πλέον προσφιλές μέσο της κοινωνικής αντιπολίτευσης. Θα μπορούσε, λοιπόν, ο i-syriza να εξελιχθεί σε βασικό κόμβο διαβούλευσης των μελών και των φίλων του ΣΥΡΙΖΑ για όλα τα ζητήματα (να πάψει, δηλαδή, να λειτουργεί σαν κομματικό ενημερωτικό site). Και για να μπορεί μια τέτοια διαδικασία να είναι παραγωγική και όχι χαοτική, θα μπορούσε να οργανώνεται ψηφιακά από τα υπάρχοντα Τμήματα του κόμματος, τα οποία να συντονίζουν τη διαβούλευση μεταξύ μελών και φίλων του ΣΥΡΙΖΑ που αναζητούν τρόπο συνεισφοράς και συμμετοχής στην εκπόνηση προοδευτικών ριζοσπαστικών πολιτικών. Έτσι, και ο ΣΥΡΙΖΑ θα αντλεί από τη δημοκρατική κοινωνία και η τελευταία θα αποκτά φωνή μέσω της άμεσης συμμετοχής. Έπειτα, το μέτρο αυτό, μιας και δεν αφορά την ανάδειξη εκπροσώπων στα όργανα, δεν συνιστά κίνδυνο «πασοκοποίησης».

 

Οργανώσεις μελών εν είδη δημοτικών παρατάξεων

Είναι εν πολλοίς αποδεκτό ότι οι τοπικές οργανώσεις του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ελκυστικές για τους νεότερους/ες και για πολίτες προερχόμενους από άλλους χώρους. Δεν τους ενδιαφέρουν οι ατέρμονες συζητήσεις για κεντρικοπολιτικά ζητήματα που δεν οδηγούν σε κάποια παρέμβαση με σημασία. Αντιθέτως, τους ενδιαφέρουν περισσότερο τα τοπικά ζητήματα, τα ζητήματα τοπικής ανάπτυξης, πάνω στα οποία μπορούν να έχουν πράγματι γνώμη, χρήσιμη και ισότιμη. Αν, λοιπόν, οι τοπικές οργανώσεις λειτουργούν πιο πολύ ως δημοτικές παρατάξεις και λιγότερο ως πολιτικά καφενεία, τότε θα προσελκύουν περισσότερο πολίτες με ανησυχίες και λιγότερο θεσιθήρες. Αν λειτουργούν ως πρόπλασμα θεσμών τύπου «συμμετοχικού προϋπολογισμού», τότε θα λειτουργούν ως σχολεία συμμετοχικής δημοκρατίας, διαβούλευσης και συναπόφασης, και όχι πεδίο προβολής υποψηφίων εν αναμονή. Στο πλαίσιο αυτό, η εγγραφή σε μια τοπική δεν θα έπρεπε να έχει άλλη προϋπόθεση από τη μη συμμετοχή στην ΠΑΣΚΕ, την ΠΑΣΠ ή δημοτικά σχήματα του ΠΑΣΟΚ. Κάπου εκεί, όμως, θεωρούμε ότι πρέπει να εξαντλούνται οι δικλείδες ασφαλείας απέναντι στους κινδύνους «πασοκοποίησης», γιατί μετά μπαίνουμε στην επικράτεια του αντιπαραγωγικού κομματικού face control, που δεν κατανοεί ότι απέχει ένα βήμα από το σεχταρισμό της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς ή του αναρχικού χώρου.

 

Πολιτική στελεχών

Στο θέμα αυτό η Αριστερά ιστορικά μοιράζεται με τη Σοσιαλδημοκρατία τα ίδια προβλήματα: ο σιδερένιος νόμος της ολιγαρχίας ζει και βασιλεύει στην Αριστερά και η «πασοκοποίηση» δεν θα ερχόταν να προσφέρει τίποτα στην ενδογενώς αναπτυσσόμενη παθογένεια της Αριστεράς. Δεν θα πούμε πολλά, μιας και σχετικά μέτρα έχουν προταθεί (και θεσμοθετηθεί κάποιες φορές) χωρίς το παραμικρό αποτέλεσμα. Περιορισμένες θητείες, αυξημένες ποσοστώσεις, εναλλαγή στις θέσεις, διαρκής ανανέωση πολιτικού προσωπικού. Αν δεν εφαρμόζονται αυτά τόσα χρόνια, σίγουρα κάποιοι αριστεροί/ες ευθύνονται, δεν θα έρθουν οι ΠΑΣΟΚοι να αλλοιώσουν τον πολιτισμό μας.

Δεν ξέρουμε αν οι παραπάνω προτάσεις θα τύχουν καλής αποδοχής, όμως είμαστε σίγουροι ότι η διεύρυνση πρέπει να γίνει πάση θυσία, για δύο λόγους: αφενός γιατί τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε ως κοινωνία είναι πολύ μεγάλα και επείγοντα, γι’ αυτό χρειάζεται συστράτευση όλης της δημοκρατικής κοινωνίας, και αφετέρου γιατί δεν είναι δυνατόν μια διόλου αξιοκαταφρόνητη μερίδα της εκλογικής βάσης του ΣΥΡΙΖΑ να συνδέεται επί πολλά ακόμα χρόνια μόνο μέσω του προέδρου του. Γιατί πλέον έχει γίνει σαφές ότι, αν αυτή τη στιγμή αποχωρούσε ο Τσίπρας από πρόεδρος, θα αδυνάτιζε η σύνδεση εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών με αναφορά στη σοσιαλδημοκρατία με το κόμμα εκλογικής τους προτίμησης.

Βασίλης Ρόγγας – Δημήτρης Παπανικολόπουλος
Πηγή: Η Εποχή