Συνεντεύξεις

Βασίλης Παπαδόπουλος: «Η ποινικοποίηση της παράνομης διαμονής εγείρει σοβαρά ζητήματα νομιμότητας»

Ο υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, Μάκης Βορίδης, παρουσίασε στο υπουργικό συμβούλιο, την Τετάρτη 28 Μαΐου, σχέδιο νόμου με νέα μέτρα, ιδιαιτέρως σκληρά, για τη μετανάστευση. Σύμφωνα με τις διαρροές, φθάνει στο σημείο, μάλιστα, να μεταχειρίζεται την παράτυπη διαμονή σαν ποινικό έγκλημα. Η «Εποχή» μιλά με τον πρόεδρο του ΕΣΠ, Βασίλη Παπαδόπουλο, για τις επιπτώσεις και τη νομιμότητα των μέτρων αυτών.

Το σχέδιο νόμου που παρουσίασε ο υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, Μ. Βορίδης, προβλέπει σκληρή αυστηροποίηση όλων των πτυχών περίπου της μετανάστευσης. Μεταξύ άλλων, φαίνεται να μετατρέπει την παράτυπη μετανάστευση σε ποινικό έγκλημα, αυξάνει τα όρια κράτησης και τα χρηματικά πρόστιμα κ.ά. Τι θα σημαίνουν πρακτικά αυτές οι διατάξεις;

Καταρχήν θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι δεν έχουμε δει το νομοσχέδιο στις ακριβείς του διατάξεις, οπότε κρίνουμε με βάση τις διαρροές από την παρουσίασή του στο υπουργικό συμβούλιο και τις επίσημες δηλώσεις του υπουργού που έχουν δει το φως της δημοσιότητας. Δεύτερη, επίσης αναγκαία, διευκρίνιση ότι το νομοσχέδιο αφορά διατάξεις ως επί το πλείστον αρμοδιότητας άλλου υπουργείου, αυτού του Προστασίας του Πολίτη, αλλά εκτιμούμε ότι μετά τις πρόσφατες δημόσιες δηλώσεις του πρωθυπουργού, η κυβέρνηση αποφάσισε να επιχειρήσει μια στροφή σύμφωνη προς τις ιδεολογικές καταβολές του σημερινού υπουργού, αντίθετη προς την εν μέρει ρεαλιστική στροφή Καιρίδη, με τη διάταξη της εν μέρει νομιμοποίησης του 2023 και τη σχετικά μετριοπαθή στάση του προηγούμενου υπουργού Παναγιωτόπουλου. Έτσι, με όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας, πράγματι ο νέος νόμος αυστηροποιεί το σύνολο των διατάξεων που αφορούν την παράτυπη είσοδο και διαμονή στη χώρα, όπως και τη διαδικασία των επιστροφών. Περιέχει από τη μία διατάξεις απλού εντυπωσιασμού, όπως η αύξηση των χρηματικών ποινών, η μείωση ευνοϊκών προθεσμιών και η αύξηση άλλων, όπως επίσης και την πρόβλεψη της ηλεκτρονικής επιτήρησης (βραχιολάκι) για όσους τους δίνεται προθεσμία να αναχωρήσουν από τη χώρα –διατάξεις που το πρακτικό τους αντίκρισμα αναμένεται μηδαμινό. Αλλά ταυτόχρονα περιέχει διατάξεις εξόχως προβληματικές, όπως την ποινικοποίηση της παράτυπης διαμονής στη χώρα, την αύξηση του ανώτατου ορίου της διοικητικής κράτησης από 18 σε 24 μήνες και την κατάργηση της άδειας διαμονής για εξαιρετικούς λόγους, ήτοι τη μοναδική πλέον δυνατότητα να νομιμοποιηθεί η παραμονή στη χώρα παράτυπα διαμένοντος αλλοδαπού επί 7 συνεχή προηγούμενα έτη.

Περιορίζονται οι διατάξεις προστασίας των προσφύγων που έρχονται στη χώρα;

Οι διατάξεις καταρχήν δεν αφορούν τους πρόσφυγες, αλλά όσους διαμένουν παράτυπα στη χώρα, ή όσους απορρίπτεται το αίτημα ασύλου τους. Είναι βέβαια σαφές ότι θα επηρεάσουν σίγουρα και τους πρόσφυγες (όπως π.χ. για όσο διάστημα εξακολουθεί η, παράνομη πλέον και με απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, πρακτική της εφαρμογής της έννοιας της ασφαλούς τρίτης χώρας Τουρκίας). Όμως αυτούς που θα επηρεάσουν περισσότερο οι διατάξεις αυτές είναι τους απλούς μετανάστες (Αλβανούς, Πακιστανούς, Μπαγκλαντέζους κλπ), που έρχονται κατά κύριο λόγο να εργασθούν στη χώρα. Και εδώ είναι το οξύμωρο. Ο αρμόδιος ως προς αυτό υπουργός φαντασιώνεται ότι μπορεί να λειτουργήσει ένα σύστημα νόμιμης μετανάστευσης, που δεν λειτούργησε ουδέποτε από το 1991 που προβλέφθηκε με τον πλέον αυστηρό τρόπο. Ακόμη και οι τελευταίες προσπάθειες των συμφωνιών μετάκλησης εργαζομένων από τρίτες χώρες ελάχιστα έχουν αποδώσει, με αποτέλεσμα –όπως γινόταν ανέκαθεν, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε όλη την Ευρώπη– τα κενά στο εργατικό δυναμικό να καλύπτονται με διατάξεις νομιμοποίησης, εξαιρετικές ή πάγιες.

Μπορούν να ισχύσουν βάσει του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου οι εν λόγω διατάξεις;

Η διάταξη της ποινικοποίησης της παράνομης διαμονής εγείρει σοβαρά ζητήματα νομιμότητας με την Οδηγία Επιστροφών, όπως αυτή πάγια ερμηνεύεται από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς είναι αντίθετη προς το σκοπό της οδηγίας για όσο διάστημα επιχειρεί ένα κράτος να επιστρέψει αλλοδαπό σε άλλη χώρα. Ο υπουργός επιχειρεί να παρακάμψει την απαγόρευση αυτή, όπως διαφαίνεται από τις δημόσιες δηλώσεις του, ποινικοποιώντας την παράτυπη διαμονή μετά την αποτυχία της διοικητικής διαδικασίας. Με βάση έτσι τις διατάξεις του νομοσχεδίου, κάποιος αλλοδαπός θα δύναται να κρατηθεί έως 24 μήνες διοικητικά, και εφόσον δεν απελαθεί, θα του απαγγέλλεται κατηγορία για παράτυπη διαμονή, η οποία δεν θα αναστέλλεται, ούτε εξαγοράζεται, παρά μόνο στην περίπτωση που συναινέσει στην επιστροφή του. Όπως αντιλαμβάνεται ο καθένας, η όλη πρόβλεψη είναι εξόχως δυσανάλογη, και δύσκολα θα γίνει αποδεκτή από τα ποινικά δικαστήρια. Ακόμη κάτι που αφορά ίσως τη μόνη διάταξη που έχει δει το φως της δημοσιότητας και είναι της αρμοδιότητας του υπουργού Μετανάστευσης. Καταργείται η δυνατότητα της νομιμοποίησης όσων διαμένουν παράνομα στη χώρα για περισσότερο από 7 χρόνια. Ο υπουργός, μάλιστα, διατυμπανίζει ότι όποιος είναι παράνομος στη χώρα, δεν θα γίνει νόμιμος ποτέ, αναπολώντας μάλλον το πάλαι ποτέ σύνθημα «Δεν θα γίνεις Έλληνας ποτέ Αλβανέ». Η διάταξη ισχύει για πολύ περισσότερο από 20 χρόνια, αποτελώντας πλέον τη μόνη δικλείδα νομιμοποίησης, ενώ ακόμη κι όταν παλαιότερα δεν υπήρχε σχετική πρόβλεψη, χορηγούνταν πάντα άδειες διαμονής για εξαιρετικούς (ή ανθρωπιστικούς λόγους). Εξάλλου, η ίδια η Ευρωπαϊκή Οδηγία επιτάσσει τη δυνατότητα της ανά πάσα στιγμή χορήγησης άδειας διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους, φιλευσπλαχνίας ή άλλους λόγους, καθώς μιλάμε για ανθρώπους.

Η κυβέρνηση στηρίζει το νομοσχέδιο στη λογική της δημιουργίας «αντικινήτρων» για τη μετανάστευση. Την ίδια ώρα, όμως, η χώρα έχει ανάγκη τους μετανάστες τόσο σε διάφορους τομείς οικονομικής παραγωγής, όσο και για τη δημογραφική της επιβίωση. Τι αντίκτυπο θα έχουν τα μέτρα της κυβέρνησης και για τον εγχώριο πληθυσμό;

Αν τα μέτρα εφαρμοσθούν, όπως προβλέπονται, κάτι εξαιρετικά δύσκολο, καθώς είναι αντίθετα στην πραγματικότητα, τότε πολύ απλά θα οδηγήσουν στην αύξηση της παράτυπης διαμονής στη χώρα αλλοδαπών, που σήμερα είναι ελάχιστη και ουδόλως αποτελεί το σημαντικό πρόβλημα της μετανάστευσης στη χώρα. Οι νεοεισερχόμενοι είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία πρόσφυγες, που δυστυχώς τέτοιες ανελαστικές και αντιμεταναστευτικές διατάξεις τους εξωθούν σε φυγή στην Ευρώπη, ενώ οι παράτυπα διαμένοντες είναι κατά κύριο λόγο παράτυπα εργαζόμενοι. Διαιωνίζουμε έτσι με αυτό τον τρόπο την παραοικονομία και την εκμετάλλευση. Αν, δε, επικρατήσει η εφαρμογή των ανελαστικών ποινικών διατάξεων, τότε απλά θα αυξηθεί ο πληθυσμός των φυλακών με καταδικασμένους για κάτι που ο μέσος κοινός νους δεν αντιμετωπίζει ως έγκλημα, την παράνομη διαμονή και εργασία. Θα προστεθούν έτσι στους πάνω από 2.000 κρατούμενους στις φυλακές μας που είναι οδηγοί μεταφορικών μέσων (κυρίως βαρκών) προσφύγων που εισέρχονται στη χώρα, όντας και οι ίδιοι πρόσφυγες που πληρώνουν με τον τρόπο αυτό τη μεταφορά τους στην Ευρώπη τους πραγματικούς διακινητές. Από δεύτερη κατηγορία, αμέσως μετά τους κρατούμενους για ναρκωτικά, θα γίνει η πρώτη κατηγορία κρατουμένων στις φυλακές μας, ανάγοντας τη μετανάστευση στο σημαντικότερο έγκλημα της κοινωνίας μας. Είναι όμως έτσι; Ας κοιτάξει ο καθένας στο σπίτι, στο χωράφι ή στο σχολείο των παιδιών του για να απαντήσει σε αυτή την ερώτηση.

Ποινική δίωξη 17 λιμενικών για το ναυάγιο της Πύλου

Την προηγούμενη Πέμπτη έγινε γνωστό ότι ασκήθηκε ποινική δίωξη και παραπέμφθηκαν σε κύρια ανάκριση από την αρμόδια εισαγγελέα του Ναυτοδικείου ο τότε αρχηγός του Λιμενικού Σώματος, καθώς και οι επιχειρησιακοί υπεύθυνοι του Ενιαίου Κέντρου Συντονισμού Έρευνας και Διάσωσης (ΕΚΣΕΔ), όσο και ο κυβερνήτης και το πλήρωμα του σκάφους του λιμενικού σώματος που ενεπλάκη στο ναυάγιο της Πύλου της 14 Ιουνίου 2023, με τις κατηγορίες της έκθεσης, της πρόσκλησης ναυαγίου και των επικίνδυνων παρεμβάσεων στη συγκοινωνία πλοίων, με κίνδυνο ζωής, η οποία είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο τουλάχιστον 82 ατόμων, καθώς και της παράλειψης προσφοράς βοήθειας από κυβερνήτη πλοίου.

Οι δικηγόροι και οι οργανώσεις που εκπροσωπούν επιζώντες και συγγενείς θυμάτων του θανατηφόρου αυτού ναυαγίου, δήλωσαν την ικανοποίησή τους για την άσκηση ποινικής δίωξης και την παραγγελία κύριας ανάκρισης για τη διερεύνηση κακουργηματικών πράξεων, που αφορά και τους ανώτερους υπηρεσιακούς υπεύθυνους του Λιμενικού Σώματος. Δήλωσαν, δε, ότι θα προσφύγουν ενώπιον του εισαγγελέα του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου κατά της εν μέρει απαλλακτικής εισαγγελικής διάταξης, ως προς τέσσερις άλλους αξιωματικούς του Λιμενικού Σώματος, μεταξύ των οποίων και ο νυν αρχηγός του Λιμενικού Σώματος, των οποίων οι ευθύνες από τη συμμετοχή τους στη διαχείριση του περιστατικού είχαν επισημανθεί και από το πόρισμα έρευνας του Συνηγόρου του Πολίτη.

Τζέλα Αλιπράντη
Η ΕΠΟΧΗ