Το τελευταίο διάστημα γίνεται ολοένα πιο φανερό ότι το κυρίαρχο μπλοκ εξουσίας, η κυβέρνηση, η γαλάζια Αυτοδιοίκηση σε δήμους της Αθήνας και η Περιφέρεια Αττικής, σε συνεργασία με ένα πλέγμα οικονομικών συμφερόντων, υλοποιούν ένα σχέδιο μετασχηματισμού του αστικού χώρου στο Λεκανοπέδιο της Αθήνας.
Από τη μια, παρακολουθούμε την υλοποίηση «μεγάλων επενδυτικών projects» όπως είναι το Ελληνικό, η μεταφορά των υπουργείων στην ΠΥΡΚΑΛ και η διπλή ανάπλαση Λεωφόρου Αλεξάνδρας – Βοτανικού. Από την άλλη, είναι σε εξέλιξη ο πολλαπλασιασμός δημιουργίας μεγάλων τουριστικών μονάδων κυρίως σε εγκαταλελειμμένα κτήρια – ορόσημα του κέντρου της πόλης. Παράλληλα, παρατηρείται μια αλματώδης αύξηση των τιμών των ακινήτων σε συνδυασμό με αύξηση του ποσοστού ιδιοκτησίας τους από νομικά πρόσωπα, ένα φαινόμενο το οποίο η κυβέρνηση απλώς παρατηρεί ως στοιχείο κανονικότητας της αγοράς, χωρίς να επιδιώκει κανενός είδους παρέμβαση.
Σε ό,τι αφορά ειδικότερα τον Δήμο Αθηναίων, είναι πλέον ξεκάθαρη η πολιτική βούληση κυβέρνησης και δημοτικής αρχής για την προώθηση ενός σχεδίου τουριστικοποίησης της πόλης. Αυτό είναι φανερό από την υλοποίηση έργων βιτρίνας στο κέντρο της Αθήνας (Μεγάλος Περίπατος), την ταχεία αλλαγή χρήσεων γης και τη «μονοκαλλιέργεια» συγκεκριμένων δραστηριοτήτων -που έχουν κυρίως σχέση με τον τουρισμό-, την απουσία οποιουδήποτε ελέγχου στη βραχυχρόνια μίσθωση, αλλά και με fast track διαδικασίες εξευγενισμού των γειτονιών της πόλης (gentrification) που ο σχεδιασμός τους έχει παραδοθεί σε χορηγούς.
Όμως και ο τρόπος που υλοποιείται αυτό το σχέδιο για τον αστικό χώρο στην Αθήνα έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Δίνει έμφαση στο «μεγάλο» και το φαραωνικό, χωρίς να αφορά μοριακές παρεμβάσεις στον αστικό ιστό. Προχωρά συνήθως με έλλειμμα διαφάνειας, χωρίς αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς, με φωτογραφικές νομοθετικές παρεμβάσεις της τελευταίας στιγμής και με τις εξαιρέσεις να γίνονται κανόνας. Υλοποιείται μέσω νομικών προσώπων – εταιρειών του δήμου, όπου παρακάμπτονται το Δημοτικό Συμβούλιο και οι υπηρεσίες του δήμου. Ο σχεδιασμός καθοδηγείται από το βραχυπρόθεσμο κέρδος, βάζοντας στην άκρη τοπικές κοινωνικές ανάγκες και περιβαλλοντικές αρχές. Επίσης, το σχέδιο αυτό συχνά αφορά «το προσωπικό όραμα» κυβερνητικών και αυτοδιοικητικών στελεχών και υλοποιείται χωρίς διαβούλευση με την τοπική κοινωνία και τους επιστημονικούς φορείς, γεγονός που το φέρνει σε σύγκρουση με τις προτεραιότητες των τελευταίων.
Ως αποτέλεσμα, συντελείται μια ευρεία αναδιάρθρωση του αστικού χώρου και της καθημερινότητας των Αθηναίων, με σαφή ταξικά χαρακτηριστικά. Η κατοικία πετιέται εκτός πόλης, μαζί με τις ανάγκες των κατοίκων, όπως ο αθλητισμός, η εκπαίδευση, το αστικό πράσινο και το μικροεμπόριο. Η πόλη χάνει την πολυλειτουργικότητά της και καθίσταται ευάλωτη σε κρίσεις (οικονομικές, κλιματικές, υγειονομικές) – χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το πλήγμα που δέχτηκε ο τουρισμός από την πανδημία. Φυσικά, από τη σπατάλη -ή και τη διασπάθιση- σημαντικών δημόσιων πόρων στα «μεγα-πρότζεκτ» ζημιώνεται εντέλει η κοινωνική πλειοψηφία.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία καλείται να απορρίψει τη συνολική φιλοσοφία ενός τέτοιου σχεδίου, να αναδείξει τα ταξικά χαρακτηριστικά του και να οικοδομήσει μια στρατηγική σε αντιπαράθεση με αυτό το σχέδιο, σε κεντρικό επίπεδο αλλά και σε επίπεδο τοπικής κοινωνικής παρέμβασης και κινημάτων. Αναγκαία προϋπόθεση όμως για κάτι τέτοιο είναι να μην αντιμάχεται απλώς και μόνο τις επιμέρους πτυχές του σχεδίου του αντιπάλου κάθε φορά που αυτές ξεδιπλώνονται, αλλά να προτάξει ένα δικό του συνολικό σχέδιο για την αστική ανασυγκρότηση στην Αθήνα.
Σίγουρα η πόλη έχει πλούσια παράδοση αντιστάσεων και κινημάτων, τα οποία έχουν καταφέρει πολλά μέχρι και στο πρόσφατο παρελθόν. Από το κίνημα για τη διαφύλαξη του δημόσιου και κοινόχρηστου χαρακτήρα αστικών χώρων πρασίνου, όπως του Φιλοπάππου, μέχρι τα κινήματα που διεκδίκησαν και μερικές φορές κατάφεραν να δημιουργήσουν νέους χώρους πρασίνου, όπως το πάρκο Ναυαρίνου. Αυτή η παράδοση μπορεί να αποτελέσει παρακαταθήκη για τη συγκρότηση ενός ολιστικού σχεδίου που θα βάζει μπροστά τις ανάγκες των γειτονιών.
Το σχέδιο αυτό πρέπει να βασίζεται στις αρχές του δημοκρατικού ελέγχου και της συμμετοχής, χρησιμοποιώντας εργαλεία όπως ο συμμετοχικός σχεδιασμός, στη βάση του οποίου η ίδια η γειτονιά προτεραιοποιεί τα έργα προς υλοποίηση. Να έχει ως προμετωπίδα την καταπολέμηση της κλιματικής κρίσης, κάνοντας μια «πράσινη επανάσταση» στην πόλη, με σημαντικές παρεμβάσεις σε πάρκα, μετακίνηση, κτήρια και διαχείριση απορριμμάτων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι δημοτικές ενεργειακές κοινότητες που μπορούν να μειώσουν το ενεργειακό κόστος και να συμβάλουν στην πράσινη μετάβαση σε τοπικό επίπεδο. Στο επίκεντρο αυτού του σχεδίου πρέπει να βρίσκονται οι ανάγκες των κατοίκων για άθληση, κατοικία, εκπαίδευση, περίθαλψη, πολιτισμό, με παροχή των ανάλογων προσιτών και προσβάσιμων υποδομών και υπηρεσιών σε κάθε γειτονιά της πόλης. Τέλος, ένα από τα πιο βασικά χαρακτηριστικά της πόλης, η πολυλειτουργικότητά της και οι μεικτές χρήσεις, οφείλει να βρίσκεται στον πυρήνα του σχεδιασμού, ώστε να διασφαλίζονται η ανθεκτικότητα αλλά και η ιδιαίτερη φυσιογνωμία της πόλης.
Έχουμε τα εργαλεία και το ανθρώπινο δυναμικό για να φτιάξουμε ένα τέτοιο σχέδιο. Η πόλη σίγουρα το έχει ανάγκη. Είναι καιρός να αρχίσουμε να δουλεύουμε ένα συνολικό σχέδιο για την Αθήνα, που θα έχει εμάς και τις ανάγκες μας στο επίκεντρο.
Βασίλης Δελής – Γιώργος Διάκος
Πηγή: Η Αυγή