Macro

Τζένη Κριθαρά «Είμαι γυναίκα, γι’ αυτό με σκοτώνεις», εκδόσεις ΚΨΜ, 2022

«Όλες οι γυναίκες, όλες οι θηλυκότητες και όλα τα μέλη της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας έχουμε τις ίδιες πιθανότητες, τον ίδιο βαθμό ευαλωτότητας απέναντι στην έμφυλη βία. Και ο λόγος είναι πολύ απλός. Έχουμε τον ρόλο του ανίσχυρου σε ένα πατριαρχικά δομημένο σύστημα…»
 
Η άνωθεν αποστροφή της συγγραφέως, Τζένης Κριθαρά, στο εισαγωγικό σημείωμα, προετοιμάζει τ@ αναγνώστριες/ες για την οπτική που ακολουθεί. Με «έρευνα και μαρτυρίες για τη γυναικοκτονία και την έμφυλη βία», όπως είναι και ο υπότιτλος του συγγράμματος, γίνεται προφανές πως η γυναικοκτονία δεν είναι παρά η απόληξη του διαρκούς εγκλήματος εναντίον των γυναικών. Ενός εγκλήματος που ξεκινάει από τις ενσωματωμένες, στο σύνολο της κοινωνίας, πολλαπλές και, συχνά, αδιόρατες καταπιέσεις, αυτής της τοξικής αρρενωπότητας και του ενσωματωμένου μισογυνισμού, του αφηγήματος της ανδρικής υπεροχής και της, από αυτήν εκπορευόμενης, βίας. Τα «εξόφθαλμα καλούπια στα όποια βάζει η πατριαρχία τις γυναίκες είναι η τρόπον τινά υποχρεωτικότητα της μητρότητας», όπως τονίζει η συγγραφέας, καθώς και η επιτακτικότητα της αντιγραφής εκμεταλλευτικών συμπεριφορών οι οποίες βαφτίζονται «αντρικές». Το πρόβλημα της πατριαρχίας εκλαμβάνεται, και σωστά, συμπεριληπτικά, για όλες τις θηλυκότητες, και ταυτόχρονα εντός του πλαισίου του καπιταλισμού: η βιαιότητα των ανισοτήτων που διαρκώς αναπαράγονται, η διαρκής εκμετάλλευση, η βαναυσότητα της εξουσίας της δύναμης, όπως αυτή προσμετράται με τους στυγνούς, ζωώδεις συστημικούς όρους, είναι η συνθήκη – αίτιο που προκαλεί τις γυναικοκτονίες. Η συνθήκη που απανθρωποποιεί και σκοτώνει τη γυναίκα ακριβώς επειδή είναι γυναίκα, κατώτερο, δηλαδή, είδος.
 
Οι μαρτυρίες είναι σοκαριστικές. Τις τραγικές τους ιστορίες αφηγούνται: «Εκείνη που κακοποιήθηκε από ένα υπεράνω πάσης υποψίας περιβάλλον». «Εκείνη που δεν πίστευε κανείς». «Εκείνη που δεν είναι πια εδώ». «Εκείνη που μεγάλωσε απότομα». «Εκείνη που υπήρξε παράπλευρη απώλεια». «Εκείνη που κατηγορεί ακόμη τον εαυτό της». «Εκείνη που δεν εμπιστεύεται πια κανέναν». «Εκείνη που έσωσε μια άλλη». «Εκείνη που θα μπορούσε να μην είναι εδώ». «Εκείνη που υπέστη ανεπανόρθωτη ζημιά», είναι οι δέκα άνθρωποι θύματα εξαιτίας του φύλου τους. Θύματα εκ γενετής, επειδή γεννήθηκαν σε έναν κόσμο πολλαπλών ανισοτήτων και έμφυλων διακρίσεων, σε έναν κόσμο κατεξοχήν βίαιο.
 
Το βιβλίο της Τζένης Κριθαρά γράφτηκε και εκδόθηκε σε μια κρίσιμη συγκυρία, όταν το metoo βρέθηκε, μονοπωλώντας την σχεδόν, στην εν Ελλάδι επικαιρότητα. Και σε μια συγκυρία όταν ο όρος γυναικοκτονία εξακολουθεί να αμφισβητείται από τους κύκλους της συντήρησης. Αλλά, όπως τονίζει και η ίδια η Τ.Κ., «η νομική αναγνώριση του όρου δεν συνεπάγεται και την αυτόματη ή ταυτόχρονη κοινωνική αποδοχή του». Όπως ακριβώς «η συνταγματική αναγνώριση της έμφυλης ισότητας δεν αρκεί για την ουσιαστική και πρακτική επίτευξη της κοινωνικής ισότητας. Σε τελευταία ανάλυση, οι γυναίκες είναι αυτές που κινδυνεύουν να τις βιάσουν, όταν περπατούν μόνες το βράδυ σε έναν σκοτεινό δρόμο (…) Κι όχι απλώς κινδυνεύουν, φταίνε κιόλας…».
 
Ο δρόμος των αγώνων για την έμφυλη ισότητα είναι μπροστά. Ένας μακρύς, βαθιά πολιτικός δρόμος, πολλαπλών ανατροπών, δρόμος ταυτόχρονων αγώνων ενάντια στην πατριαρχία και στο καπιταλιστικό σύστημα. Διότι όπως τονίζει, προλογίζοντας το βιβλίο, ο Νίκος Μπογιόπουλος, «το ζητούμενο (…) είναι, μέσα από τον αγώνα σε όλα τα επίπεδα για μια αξιοπρεπή ζωή, χωρίς εκμεταλλευτές και καταπιεσμένους, με αδιαμφισβήτητα τα δικαιώματα και τις ελευθερίες, η οικοδόμηση των ισότιμων σχέσεων συντροφικότητας για όλες και όλους».
 
Κατέ Καζάντη