Απόπειρα γυναικοκτονίας καταγράφθηκε πριν λίγες μέρες στην Κρήτη, όπου ένας 36χρονος μαχαίρωσε 14 φορές τη σύντροφό του, επειδή του ζήτησε να χωρίσουν. Ευτυχώς η γυναίκα κατάφερε να ξεφύγει, πηγαίνοντας σε διπλανό σπίτι και επέζησε. Λίγες εβδομάδες πριν, είχε προηγηθεί μία ακόμα γυναικοκτονία στην Χαλκιδική, αυτή τη φορά χωρίς αίσιο τέλος, όπου σύζυγος σκότωσε τη γυναίκα του με καραμπίνα μπροστά στα μάτια του 8χρονου γιου τους. Υπενθυμίζεται δε πως έχει σημειωθεί αυτές τις μέρες μία ακόμα άλυτη δολοφονία γυναίκας στην Καβάλα, για την οποία ο αδερφός της υποψιάζεται πως πρόκειται για γυναικοκτονία, καθώς δεχόταν επί χρόνια ενδοοικογενειακή βία από τον άνδρα της.
Και ενώ το φαινόμενο των γυναικοκτονιών καλά κρατεί, δεν φαίνεται να απασχολεί σε μεγάλο βαθμό τη δημόσια σφαίρα, πέραν από την αναφορά των περιστατικών σαν μεμονωμένα γεγονότα. Για την ακρίβεια, στην περίπτωση της Κρήτης, ελάχιστα μέσα αναφέρθηκαν σε αυτή ως απόπειρα γυναικοκτονίας, ενώ σχετικό ρεπορτάζ της «Καθημερινής» έκανε λόγο στον τίτλο του για «Αιματηρό επεισόδιο μετά από καβγά ζευγαριού» και στον υπότιτλο ότι «Στο νοσοκομείο κατέληξαν τόσο η γυναίκα όσο και ο άνδρας», υπονοώντας μια «ισότητα» στη βία που ασκήθηκε, σαν να πρόκειται απλά για αγώνα πυγμαχίας. Σημειώνεται ότι ο άντρας κατέληξε στο νοσοκομείο μετά από δικό του αυτοτραυματισμό.
Και πώς να μην συνεχίζει το φαινόμενο των γυναικοκτονιών, της έμφυλης βίας και ανισότητας, όταν ακόμα και σε περιπτώσεις ανάδειξής τους, μπορεί να γίνει με επικίνδυνους τρόπους, όπως πχ συνέβη στα θέματα της Νεοελληνικής στις Πανελλήνιες, όπου το ένα κείμενο έκανε λόγο για «πάθος θυματοποίησης» των γυναικών, σαν να επιζητούν να τρώνε ξύλο, να βιάζονται και να σκοτώνονται για να έχουν να γκρινιάζουν. Το θέμα είναι ότι στις ερωτήσεις δεν ζητούταν η αποδόμηση αυτών των θέσεων, απλά να πουν πώς υπερασπίζεται το επιχείρημά της η συγγραφέας. Άλλωστε, αμφίβολο είναι και κατά πόσο συζητήθηκε ποτέ το ζήτημα της έμφυλης ισότητας μέσα στις σχολικές αίθουσες.
Παράλληλα, τόσο καιρό στον προεκλογικό αγώνα, τα ζητήματα αυτά αντιμετωπίζονται σαν ήσσονος σημασίας, που ούτε πρωταγωνιστούν στις θέσεις των κομμάτων, ούτε ερωτούνται οι εκπρόσωποί τους από τους δημοσιογράφους σχετικά με αυτά, με εξαίρεση κάποιες συνεντεύξεις πολιτικών αρχηγών σε lifestyle εκπομπές.
Άλλωστε, η ένταξη του όρου γυναικοκτονία στον ποινικό κώδικα αποτελεί προεκλογική θέση μόνο του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και του ΜέΡΑ25 από τα κοινοβουλευτικά κόμματα της προηγούμενης περιόδου, ενώ ο Κ. Μητσοτάκης επέμεινε για ακόμη μία φορά (συνέντευξη στην Lifo 17/5/23) πως συμφωνεί με τη χρήση του όρου συμβολικά, όχι νομικά.
Αντίστοιχα, για την εν γένει έμφυλη ανισότητα τα προεκλογικά προγράμματα των κομμάτων ή κάνουν λόγο με κάποια ημίμετρα, ή η στόχευση/πλαισίωση είναι αμφιλεγόμενη, ή δεν προβάλλεται ως πρωταρχικό ζήτημα. Ενώ δύο κόμματα με μισογύνικες θέσεις (Ελληνική Λύση και Νίκη) οδεύουν προς τη Βουλή.
Ενδεικτικά, στο πρόγραμμα της ΝΔ αναφέρεται η μείωση του έμφυλου μισθολογικού χάσματος, ώστε μέχρι το 2030 να έχει πέσει στο 3%. Για εξάλειψή του και πιο σύντομα, ούτε λόγος. Για τη σεξουαλική βία προτείνει το panic button, που ούτε αποτρεπτικό είναι σαν μέτρο, ενώ υπάρχει πάντα ο κίνδυνος να χρησιμοποιηθεί και σαν δείγμα αμφισβήτησης του βιασμού σε περίπτωση μη χρήσης του (λόγω μέθης, σωματικής αδυναμίας κτλ) και οι επίζησασες να βρεθούν να απαντάνε πέραν από το τι φόραγαν και γιατί δεν πάτησαν το κουμπί. Το πιο τραγελαφικό είναι ότι ακόμα και όταν κάνει λόγο για επέκταση του επιδόματος μητρότητας, το αναφέρει για «τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους αγρότες» (sic), καθώς η χρήση του θηλυκού γένους για πολίτισσες, μάλλον της φαίνεται αδιανόητη ακόμα και σε αυτή την περίπτωση.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, από την άλλη, μιλάει για επέκταση σε αγρότισσες και αυτοαπασχολούμενες και για μια σειρά άλλων μέτρων στήριξης των μητέρων, όπως για παράδειγμα η μετατροπή του επιδόματος παιδιού σε επίδομα μητέρας. Με αυτόν τον τρόπο, όμως, αναπαράγει το στερεότυπο σύνδεσης της γονεϊκότητας μόνο με τις γυναίκες, ενώ δημιουργούνται και πρακτικά προβλήματα όταν η κηδεμονία του παιδιού ανήκει σε άλλο πρόσωπο (πχ πατέρας, γιαγιά κ.ο.κ) ή όταν θα πρόκειται για γονείς ομόφυλου ζευγαριού. Ενώ δε στο αναλυτικό του πρόγραμμα προβλέπει πολλά μέτρα για την καταπολέμηση της έμφυλης ανισότητας (από σεξουαλική αγωγή στα σχολεία, δομές στήριξης θυμάτων έμφυλης βίας, μέχρι μείωση του ΦΠΑ για τα προϊόντα έμμηνου ρύσης ως είδος πρώτης ανάγκης), δυστυχώς αυτά δεν προβάλλονται στο συνοπτικό πρόγραμμα των κύριων μέτρων που προωθεί το κόμμα, στο οποίο η ενότητα «στήριξη των γυναικών» αναφέρεται μόνο στις μητέρες σαν να πρόκειται για ταυτόσημες έννοιες.
Σημαντικά μέτρα «ρήξης με την πατριαρχία» αναφέρονται στο πρόγραμμα του ΜέΡΑ25, στα οποία όμως επέλεξε να μην δώσει τόση έμφαση προεκλογικά. Ενώ στο ΚΚΕ το ζήτημα μπαίνει μόνο υπό το πρίσμα του ταξικού αγώνα και της ανάγκης ενός πιο δυνατού κοινωνικού κράτους. Το δε ΠΑΣΟΚ αναφέρεται μόνο στην ενίσχυση των μητέρων και στην επέκταση του επιδόματος μητρότητας, σαν να μην υπάρχουν άλλα έμφυλα προβλήματα.
Και αναρωτιόμαστε, πόσα ακόμα πτώματα γυναικών χρειάζονται για να αναδειχθεί η έμφυλη ισότητα σε κεντρικό πολιτικό ζήτημα;
Τζέλα Αλιπράντη