Αντισταθείτε
σ΄ αυτόν που χαιρετάει απ’ την εξέδρα
ώρες ατέλειωτες τις παρελάσεις…
(Μ. Κατσαρός)
«Τι όνειρο ήταν χθες και σήμερα! -Χθες στο πεδίον του Άρεως με την Εθνική Νεολαία. Το έργον μου! Εργον που ενίκησε μέσα σε τόσες αντιδράσεις! Σχεδόν 18 χιλιάδες παιδιά από Αθήνας και Πειραιά, περίχωρα και από πολλές επαρχίες. Φάλαγξ “Ι. Μεταξά” Πατρών! (…) -Σήμερα. Τελετή. Ενθουσιασμός. Αποθέωσις. Παρέλασις στρατού θαυμασία. Απόγευμα παρέλασις Σχολείων Προσκόπων κτλ. και Εθνικής Νεολαίας με τα Τάγματα εις την ουράν. Αι φάλαγγες της ΕΟΝ ατέλειωτοι! Ολοι ντυμένοι! Περίπου 12-14 χιλιάδες! Εντύπωσις εις τον κόσμον καταπληκτική!»
Αυτά τα ενθουσιαστικά σχόλια έγραφε ο δικτάτορας Ι. Μεταξάς στο Ημερολόγιό του στις 25 Μαρτίου 1938, αυτοθαυμαζόμενος για το «εθνοσωτήριον έργον του», που είχε εγκαινιάσει με την αιματηρή καταστολή της εργατικής εξέγερσης το Μάη του ’36 στη Θεσσαλονίκη. Μόνο που «ξέχασε» να σημειώσει ότι για τις παρελάσεις το φασιστικής κοπής καθεστώς της 4ης Αυγούστου είχε σπαταλήσει 22.000.000 δραχμές, ενώ διέθεσε μόλις 5.000.000 για την καταπολέμηση του αναλφαβητισμού! «Ξέχασε» φυσικά να αναφέρει ότι οι 50.000 μαθητές που υποχρεώθηκαν να παρελάσουν ή να «εκδηλώσουν τον ανυπόκριτον εθνικόν ενθουσιασμόν» έγιναν μουσκίδι από την καταιγίδα που ξέσπασε την ίδια ώρα – γεγονός που έκρυψαν τα λογοκριμένα τότε κινηματογραφικά Επίκαιρα.
Ηταν η βασιλο-μεταξική δικτατορία του πάγου και του ρετσινόλαδου που μας κληροδότησε το μιλιταριστικό θεσμό των μαθητικών παρελάσεων ως «συμπλήρωμα των στρατιωτικών τοιούτων» και στο πλαίσιο της «εθνικής Γυμναστικής»(!) για την οικοδόμηση του «Τρίτου Ελληνικού Πολιτισμού» και όχι φυσικά για να αναπτυχθεί ο ιστορικός προβληματισμός στη νέα γενιά, που είχε μπουχτίσει «από τα λόγια τα τριμμένα, τα μάταια λόγια όποιου Έπους», όπως φώναζε αγανακτισμένος ο Σικελιανός.
Eίναι στη φύση των επετείων να ερεθίζουν τη μνήμη, ιστορική ή χαλκευμένη. Οι «εθνικές», μάλιστα, τα πάσης φύσεως «πατριωτικά» ανακλαστικά, προκαταλήψεις, μίση και πάθη κατά «των προαιώνιων εχθρών του Γένους» ή όσων «απειλούν την εθνική μας καθαρότητα» ή θέλουν να μας «αρπάξουν το εθνικό μας σύμβολο» – κατά τους σημαιοφόρους της διαιρετικής ιδεολογίας του εθνικισμού. Φαίνεται πως είχε δίκαιο ο Ερνέστ Ρενάν όταν όριζε το έθνος ως «μια ομάδα ανθρώπων που τους ενώνει μια εσφαλμένη άποψη για το παρελθόν και το μίσος για τους γείτονες τους»!
Οι δικτατορίες πέφτουνε, οι παρελάσεις…
Καθώς, λοιπόν, ακούω κάθε φορά τις δηλώσεις-κονσέρβες των επισήμων στο τέλος της παρέλασης, σκέφτομαι με μελαγχολία και οργή ότι οι δικτατορίες πέφτουνε, αλλά οι παρελάσεις τους ζουν και βασιλεύουν, προς δόξαν της αβασίλευτης δημοκρατίας μας! Σκέφτομαι τις παράτες της 4ης Αυγούστου στο Παναθηναϊκό Στάδιο για την επέτειο του ’21, όταν ο Ι. Μεταξάς, απευθυνόμενος στον Γεώργιο Γλίξμπουργκ, αναφωνούσε: «Μεγαλειότατε, ιδού ο στρατός σας εις τον οποίον και μόνον πρέπει να στηρίζεσθε». Δεν επρόκειτο, βέβαια, για τα γνωστά αγήματα των στρατιωτικών παρελάσεων, αλλά για τους μαθητές – φαλαγγίτες της ΕΟΝ, τους Προσκόπους και τους μαθητές των σχολείων, που από τον Μάρτιο του 1936 θα υποχρεωθούν να παρελαύνουν «ενώπιον των επισήμων». Επρόκειτο, φυσικά, για την ελληνική απομίμηση του φασιστικού – ναζιστικού μοντέλου οργάνωσης της νεολαίας που περιλάμβανε «γυμναστικάς επιδείξεις, λαμπαδηφορίας και εθνικήν ηθικήν Αγωγήν».
Από τότε η αποχή των μαθητών από την παρέλαση επέσυρε αποβολή από το σχολείο και μουντζούρωμα του «πιστοποιητικού κοινωνικών φρονημάτων», εφόσον κρίνονταν μη «νομιμόφρονες».
Η Χούντα, ως κληρονόμος των παραδόσεων της 4ης Αυγούστου και γέννημα – θρέμμα του εμφυλιοπολεμικού καθεστώτος, δια στόματος του πραξικοπηματία στρατηγού Σπαντιδάκη, εξέφραζε, κατά την πρώτη παρέλαση της εφτάχρονης τυραννίας, «απόλυτον ικανοποίησιν από την εν γένει εμφάνισιν των παρελασάντων τμημάτων της μαθητιώσης νεολαίας Θεσσαλονίκης, όπερ καταδεικνύει ότι οι εκπαιδευτικοί λειτουργοί έχουν ενστερνισθεί τας αρχάς της επαναστάσεως της 21ης Απριλίου»!
Οι κλειστοφοβικοί «της μητρός πατρίδος»
Αν και οι κυβερνήσεις της μεταπολίτευσης δεν κατέφυγαν σε χουντικές ακρότητες, άφησαν όμως άθικτο το μιλιταριστικό θεσμό των παρελάσεων, με την ανοιχτή ή σιωπηλή συναίνεση και της επίσημης Αριστεράς, που, με την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης, νομιμοποιήθηκε η συμμετοχή των Αντιστασιακών Οργανώσεων στις παρελάσεις.
Αλλά και τα συνδικάτα των εκπαιδευτικών, είτε γιατί τα έλεγχαν «πατριωτικές» πλειοψηφίες είτε από υπερβολικό σεβασμό προς τον «πατριωτισμό» των μελών τους, απέφυγαν να καταγγείλουν αυτόν τον ολοκληρωτικής έμπνευσης θεσμό, που καλλιεργεί στη νέα γενιά ψυχολογία μαζικής πειθαρχίας και εμποδίζει τη διαμόρφωση ελεύθερων συνειδήσεων.
Καθώς τα σχολεία μας έχουν γεμίσει από «παρείσακτους», από προσφυγόπουλα που είναι πρώτα στα μαθήματα και στον αγώνα της ζωής, οι κλειστοφοβικοί «της μητρός πατρίδος» έχουν μετατρέψει τις μαθητικές παρελάσεις σε νέα «Μεγάλη Ιδέα του Έθνους», σε νέο «Αλβανικό έπος»! Μόνο που «ο εχθρός» είναι πια στη δική μας χώρα… «οι Αλβανοί που τους πολεμήσαμε το ’40», όπως είπε σε σχετική εκπομπή αριστούχος «γηγενής» μαθήτρια, αφήνοντάς μας εμβρόντητους!
Σήμερα επιχειρούν να μετατρέψουν τις παρελάσεις σε εφαλτήριο εθνικιστικής αντι-ΣΥΡΙΖΑ προπαγάνδας, γιατί με την ιστορική Συμφωνία των Πρεσπών τράβηξε το χαλί κάτω από τα πόδια των πατριδοκάπηλων εθνικιστών ένθεν-κακείθεν των συνόρων.
Η εθνοκεντρική, μονοπολιτισμική, μονοθρησκευτική εκπαίδευσή μας καλλιεργεί στα παιδιά έναν μυωπικό εθνικισμό, που τα ωθεί να κάνουν ακόμα και αποχή ή κατάληψη –όπως συνέβη το 1996 στη Θεσσαλονίκη– εις βάρος των αλλοδαπών συμμαθητών τους! Το πιο επικίνδυνο, στρώνει το έδαφος για να ξαναφυτρώσει «η σπορά των ηττημένων του 1945», οι ναζιστικές συμμορίες.
Κριτικές νεανικές συνειδήσεις δεν μπορούν να αναπτυχθούν με τα εθνικά στερεότυπα ή, το χειρότερο, με την επιλεκτική μνήμη. Και οι εκπαιδευτικοί δεν μπορούν πια να υποδύονται τον άχαρο ρόλο του διεκπεραιωτή μιας «εξεταζόμενης ιστορικής ύλης». Το «σχολείο χωρίς σύνορα» από διακήρυξη του εκπαιδευτικού κινήματος πρέπει να γίνει καθημερινή διεκδίκηση και πράξη, γιατί οι «ξένοι» αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μας. Η αυτοδίκαιη απόδοση της ελληνικής ιθαγένειας σε όλους τους μαθητές, ανεξάρτητα αν γεννήθηκαν στη χώρα μας ή ξεκίνησαν εδώ τις σπουδές τους όσο ήταν ανήλικοι, αποτελεί στοιχειώδη προϋπόθεση για ένα σχολείο ίσων τουλάχιστον αφετηριών-ευκαιριών. Για μια χώρα και ένα κράτος των πολιτών.
Τριαντάφυλλος Μηταφίδης
Πηγή: Η Εποχή