«Το αίτημα του 15% αφορά στην κάλυψη των σημερινών στοιχειωδών αναγκών της Παιδείας. Επιβάλλεται ο άμεσος διπλασιασμός των δαπανών για την Παιδεία και η ετήσια αύξησή τους κατά ποσοστό 5% ανώτερο από την ετήσια αύξηση του εθνικού εισοδήματος. Έτσι μόνο θα μπορέσουμε να φτάσουμε σε ποσοστό ίσο προς το 4% του ΑΕΠ, που σύμφωνα με τον Ο.Ο.Σ.Α. επιβάλλεται.» (Από την ιστορική απόφαση του 4ου ΠΑΝΣΠΟΥΔΑΣΤΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ, που γέννησε την ΕΦΕΕ τον Απρίλιο του 1963).
Λες και ήταν χθες! Μαθητές τότε, γράφαμε στη ζούλα –γιατί έπεφταν αποβολές- πάνω στα θρανία ή στα τετράδιά μας το σύνθημα της εποχής: «Προίκα στην Παιδεία κι όχι στη Σοφία – 15% για την Παιδεία», με την κρυφή ελπίδα να καθιερωθεί η Δημόσια Δωρεάν Παιδεία, ώστε να σπουδάσουμε και «να γλιτώσουμε από τη φτώχεια ή την ξενιτιά», όπως προσδοκούσαν και οι γονείς μας.
Το κίνημα 15% στην Παιδεία
«Το κίνημα για το 15% και την προίκα στην Παιδεία πλουτίζει το κίνημα της Ελληνικής Νεολαίας με μια μακρόπνοη θεσμική προοπτική, που δεν συνοψίζει απλώς μονολεκτικά τα αιτήματα της σπουδάζουσας και μαθητικής νεολαίας, διατυπώνει τα πρώτα ψήγματα μιας άλλης δημοσιονομικής αντίληψης και προφανώς μιας άλλης επενδυτικής πολιτικής: με κέντρο τον άνθρωπο, τον πνευματικό εξοπλισμό του, την ανάπτυξη των δεξιοτήτων, την εύρυνση των οριζόντων του», υπογραμμίζει ο Στέφανος Στεφάνου, από τις εμβληματικές μορφές της Νεολαίας ΕΔΑ. Και ο Τάσος Τρίκας προσθέτει: «Το σύνθημα ‘15% στην Παιδεία’ αγκάλιασε όχι μόνον τους φοιτητές και τους μαθητές, αλλά και τους γονείς τους. Ο συμβολισμός του συνθήματος που πήγασε από τη φαντασία, την επινοητικότητα και την έμπνευση των μελών και στελεχών της Ν. ΕΔΑ, ανέδειξε τη σημασία της Παιδείας και του Πολιτισμού στο πλαίσιο του οράματος της Αριστεράς για την αναγέννηση του τόπου».
Λίγο πριν, στις 8 Φεβρουαρίου 1963, καθηγητές και δάσκαλοι, είχαν γυρίσει στα σχολεία επιστρατευμένοι μεν, αλλά με «το κεφάλι ψηλά», μετά από «αγώνα δι’ αποχής απεριορίστου διαρκείας», ζητώντας τη μισθολογική τους εξίσωση με «τον κλάδον των τεχνικών» και συγκεκριμένα των Γεωπόνων!
Η τότε κυβέρνηση Κ. Καραμανλή είχε κρίνει την απεργία των εκπαιδευτικών «αδικαιολόγητον, αντισυνταγματικήν και αντιπαιδαγωγικήν» και προχώρησε στην πολιτική τους επιστράτευση -σήμερα «επίταξη», διότι «διαταράσσεται η κρατική και κοινωνική ζωή της χώρας»! Όσο για το αίτημα του 15%, ο τότε υπουργός Παιδείας Κασιμάτης, απευθυνόμενος από το μπαλκόνι του υπουργείου στην ιστορική φοιτητική διαδήλωση της 7ης Δεκεμβρίου 1962, το απέρριψε με την «κλασική» πλέον δικαιολογία ότι «το κράτος πρέπει να κινείται εντός ωρισμένων οικονομικών πλαισίων. Δεν είναι δυνατόν αμέσως, σήμερα –όπως το απαιτείτε σεις– διότι είμεθα μία πτωχή χώρα … και δεν εξαρτάται μόνον από αυτό το υπουργείον η ικανοποίησις των αιτημάτων σας»(!)
Πέρασε από τότε πάνω από μισός αιώνας και 46 χρόνια από το αιματοβαμμένο έμβλημα του Πολυτεχνείου «ψωμί-παιδεία–ελευθερία», και όμως τα σχολεία μας ασφυκτιούν από τις ελλείψεις σε διδακτικό προσωπικό και χάνονται χιλιάδες διδακτικές ώρες τη βδομάδα, καθώς οι πλασιέ των ιδιωτικών κολεγίων που μας κυβερνούν συρρικνώνουν τις εκπαιδευτικές δαπάνες: 4,69% 2016-17, 3,95% 2017-18, 6,18% 2018-19 επί ΣΥΡΙΖΑ, μόλις 2,36% αύξηση το 2019-20.
Στο πλαίσιο αυτό, μεθοδεύεται η μείωση των δαπανών των Πανεπιστημίων κατά 20%, αφού η χρηματοδότησή τους συνδέεται με τιμωρητικά και ανταποδοτικά κριτήρια, ναρκοθετώντας έτσι το μέλλον χιλιάδων φοιτητών και νέων ερευνητών. Με το λεγόμενο «άνοιγμα της αγοράς υπηρεσιών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης» οι σχολάρχες δικαιούνται να συμμετέχουν στις χρηματοδοτήσεις του ΕΣΠΑ ή άλλων ευρωπαϊκών Ταμείων, ισότιμα προς τα δημόσια εκπαιδευτικά ιδρύματα. Η καχεκτική δημοκρατία της Δεξιάς προκαλεί αναιμία στη Δημόσια Εκπαίδευση, ενώ η Ιδιωτική Εκπαίδευση χαρακτηρίζεται: «από την «παραγωγή» χιλιάδων παράνομων τίτλων σπουδών, από εργασιακές σχέσεις που θυμίζουν Μεσαίωνα, από φοροδιαφυγή και εισφοροδιαφυγή εις βάρος του δημόσιου συμφέροντος, των κρατικών ταμείων…από την δια της βίας παρεμπόδιση της συνδικαλιστικής δραστηριότητας που προστατεύεται από το Σύνταγμα, την ελληνική νομοθεσία καθώς και από εγχώριες και διεθνείς συνθήκες», καταγγέλλει η ΟΙΕΛΕ.
Μισό και αιώνα μετά, η Δημόσια Εκπαίδευση θυμίζει την «άπορο κορασίδα» των ανεπανάληπτων σκίτσων του αείμνηστου Μποστ, αφού, σύμφωνα και με την επιστημονικά τεκμηριωμένη έκθεση του ΚΑΝΕΠ της ΓΣΕΕ, «το εκπαιδευτικό σύστημα εμφανίζεται αναποτελεσματικό, αδύναμο, φοβικό και άδικο». Αφού αδυνατεί να ανταποκριθεί ή να εκφράσει τις προσδοκίες της κοινωνίας, που καταβάλλει περίπου τα 2/5 της δημόσιας χρηματοδότησης σε φορείς εκτός εκπαιδευτικού συστήματος, ώστε να αναπληρώσει αδυναμίες και ελλείψεις της Δημόσιας Εκπαίδευσης
Μόνο ως τραγική ειρωνεία ηχούν τα πεπραγμένα του πρώτου εξαμήνου της Ν. Κεραμέως: «Για να καλύψει την πλήρη ανεπάρκεια της εκπαιδευτικής πολιτικής της κυβέρνησης η κ. Κεραμέως επιστρατεύει στον απολογισμό της φτηνές λαθροχειρίες, που νομίζει πως θα εξαπατήσουν τον ελληνικό λαό, όταν είναι πασιφανής η αδράνεια και η ανικανότητά της να αντιμετωπίσει τα καυτά προβλήματα που ταλανίζουν την εκπαίδευση και που ολοένα οξύνονται. Ένα από αυτά τα τεχνάσματα είναι η οικειοποίηση και ο σφετερισμός μέτρων που είχαν ξεκινήσει, θεμελιωθεί και δρομολογηθεί από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ», όπως σωστά επισημαίνει το Τμήμα Παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ.
Αυτό το «βαθύ κράτος» της αμάθειας, θα συνεχίσει να εγκλωβίζει το παρόν και το μέλλον της κοινωνίας στην ημιμάθεια, στο ατομικό βόλεμα και την υποταγή, χωρίς τον κοινό, συντονισμένο αγώνα των εκπαιδευτικών συνδικάτων για την ανατροπή των αντιλαϊκών μέτρων της κυβέρνησης των αγοραίων καπιταλιστών.
Τριαντάφυλλος Μηταφίδης
Πηγή: Η Εποχή