Macro

Το σχέδιο του εμφύλιου σπαραγμού

«Η οργάνωσις εδέχθη 82.000.000 δρχ. εκ της ιδιωτικής πρωτοβουλίας ορισμένων ευκαταστάτων Ελλήνων πολιτών»

Συνταγματάρχης Βεντήρης (αρχηγός ΡΑΝ) προς Εμμ. Τσουδερό, 4/3/1944

Τόσο η παραδοσιακή αντικομμουνιστική ιστοριογραφία όσο και η πρόσφατη αναβίωσή της τοποθετούν, ως γνωστόν, την έναρξη του Εμφυλίου όχι στο 1946 αλλά στο 1943. Το καλοκαίρι εκείνης της χρονιάς, υποστηρίζουν, η κομμουνιστική ηγεσία του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ αποφάσισε να μονοπωλήσει την Αντίσταση διαλύοντας με τα όπλα τις ανταγωνιστικές προς αυτήν εθνικόφρονες αντιστασιακές ομάδες − εγχείρημα που στη μετέπειτα αντικομμουνιστική ορολογία έμεινε γνωστό σαν «ο πρώτος γύρος» της κομμουνιστικής επιβουλής.

Οπως έχει κατά κόρον εξηγηθεί, αυτή η μετάθεση της αφετηρίας του (ενός και αδιαίρετου) Εμφυλίου στα χρόνια της Κατοχής είναι πολλαπλά προβληματική, καθώς υπονοεί την ύπαρξη ενιαίων στρατοπέδων σε όλη τη δεκαετία του 1940: ταυτίζει πλήρως τον κοινοβουλευτισμό των πρώτων μεταπολεμικών χρόνων (που, παρά τα προβλήματά του, απολάμβανε ευρεία κοινωνική νομιμοποίηση) με την κατοχική Νέα Τάξη (που στερούνταν ολοσχερώς κάτι τέτοιο)· αποκαθιστά πολιτικά τους χιτλερικούς σχηματισμούς των Ταγμάτων Ασφαλείας, σαν ιδιότυπες συνιστώσες ενός κατά βάση φιλελεύθερου χώρου· αγνοεί, τέλος, τις οφθαλμοφανείς διαφορές ανάμεσα στο κοινωνικά ηγεμονικό ΕΑΜικό κίνημα και το πολιτικά απομονωμένο μετέπειτα αντάρτικο του ΔΣΕ, από το οποίο απείχε ακόμη και η πολυπληθής οργανωμένη κομμουνιστική βάση των αστικών κέντρων.

Μοναδικό επιχείρημά της είναι η αυτονόητη διαπίστωση της ύπαρξης εμφύλιων συγκρούσεων στη διάρκεια της Κατοχής, μεταξύ ΕΑΜικών κι αντιΕΑΜικών ανταρτοομάδων − έστω κι αν οι περισσότερες απ’ αυτές ουδέποτε πήραν τον χαρακτήρα μετωπικής σύρραξης, όπως στα Δεκεμβριανά ή το 1946-1949.

Αρχείο του Τρύφωνα Τριανταφυλλάκου (ηγετικού στελέχους της οργάνωσης «Εθνική Δράσις» επί Κατοχής, υφυπουργού Προεδρίας της ΕΡΕ και υπουργού Δημοσίων Εργων της χούντας)

Τα ντοκουμέντα που δημοσιεύουμε σήμερα από το αρχείο του Τρύφωνα Τριανταφυλλάκου (ηγετικού στελέχους της οργάνωσης «Εθνική Δράσις» επί Κατοχής, υφυπουργού Προεδρίας της ΕΡΕ και υπουργού Δημοσίων Εργων της χούντας), που φυλάσσεται στο ΕΛΙΑ, αποδεικνύουν πόσο έωλο είναι το δεύτερο σκέλος του παραπάνω σχήματος: η επίρριψη στο ΕΑΜ της πρωτοβουλίας για την ένοπλη σύγκρουση με τις ανταρτοομάδες των άλλων οργανώσεων, που (υποτίθεται ότι) βγήκαν στο βουνό για να διεξαγάγουν αμιγώς αντιστασιακή, «μη πολιτική» δραστηριότητα.

Οπως διαπιστώνουμε από την ανάγνωσή τους, οι περισσότερες απ’ αυτές τις κινήσεις (με κυριότερη εξαίρεση τον πρώιμο ΕΔΕΣ, που είχε όντως αντιστασιακή στόχευση), υπήρξαν ήδη από τη γέννησή τους όχι απλά «μη ΕΑΜικές», αλλά αμιγώς αντιΕΑΜικές: συγκροτήθηκαν με σκοπό όχι την αντίσταση στον κατακτητή αλλά τη βίαιη απόσπαση της ορεινής Ελλάδας από τον έλεγχο του ΕΑΜ, ώστε ν’ αποτραπεί η μεταπολεμική κυριαρχία του τελευταίου στην πολιτική ζωή της χώρας. Στόχευση καθαρά εμφυλιοπολεμική, που εξηγεί τόσο την αστραπιαία κατάρρευση των περισσότερων «εθνικών ομάδων» μόλις χτυπήθηκαν με τον ΕΛΑΣ όσο και το συνακόλουθο πέρασμα ουκ ολίγων μελών και στελεχών τους στην υπηρεσία του κατακτητή.

Το πρώτο -και σημαντικότερο- έγγραφο είναι ο απολογισμός της ηγεσίας της Εθνικής Δράσεως προς τη σκιώδη «Οικονομική Επιτροπή» των εγχώριων καπιταλιστών (17/7/1943) σχετικά με τη διαχείριση των κονδυλίων που της είχαν χορηγηθεί για τον σχηματισμό αντιΕΑΜικών ανταρτοομάδων, τους περαιτέρω σχεδιασμούς της και τις συνακόλουθες χρηματικές ανάγκες.

Το δεύτερο έγγραφο είναι ένα σημείωμα της Ε.Δ. προς τον αυτοεξόριστο διάδοχο Παύλο, συνταγμένο αμέσως μετά την απελευθέρωση, με τη συνοπτική σκιαγράφηση ενός σχεδίου υπονόμευσης της κυβέρνησης εθνικής ενότητας και προπαρασκευής της δυναμικής αναμέτρησης που ξέσπασε τελικά τον Δεκέμβρη.

Και τα δύο ντοκουμέντα πιστοποιούν με τον σαφέστερο δυνατό τρόπο την εμπρόθετη προπαρασκευή των εμφύλιων συγκρούσεων της εποχής από τον σκληρό πυρήνα της εγχώριας Δεξιάς, που έτρεμε για τις μακροπρόθεσμες συνέπειες της ηγεμονικής παρουσίας του ΕΑΜ στην περίπτωση ειρηνικής μεταπολεμικής εξέλιξης.

Η «Οικονομική Επιτροπή»

Τρία ηγετικά στελέχη της «Εθνικής Δράσεως» και του μηχανισμού χρηματοδότησης των αντιΕΑΜικών οργανώσεων(1953). Από αριστερά: Παναγιώτης Σιφναίος, Σπύρος Μαρκεζίνης, Χρήστος Ζαλοκώστας. Μεταξύ Σιφναίου και Σπυρέτου, ο μετέπειτα σερ Βασίλειος Μαρκεζίνης
Τρία ηγετικά στελέχη της «Εθνικής Δράσεως» και του μηχανισμού χρηματοδότησης των αντιΕΑΜικών οργανώσεων(1953). Από αριστερά: Παναγιώτης Σιφναίος, Σπύρος Μαρκεζίνης, Χρήστος Ζαλοκώστας. Μεταξύ Σιφναίου και Σπυρέτου, ο μετέπειτα σερ Βασίλειος Μαρκεζίνης | ΣΠ. ΜΑΡΚΕΖΙΝΗΣ, «ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ»

Αν ο διάδοχος (μετέπειτα βασιλιάς) Παύλος δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις, δεν ισχύει το ίδιο για τον αληθινό πρωταγωνιστή της υπόθεσης: την «Οικονομική Επιτροπή» που συγκροτήθηκε στις αρχές του 1943 με επικεφαλής τον μεγαλοβιομήχανο Αντώνιο Μπενάκη, για τη συλλογική χρηματοδότηση των αντιΕΑΜικών ομάδων από τους καπιταλιστές της πρωτεύουσας.

Μολονότι ο ρόλος του στις πολιτικές εξελίξεις του 1943-44 υπήρξε κάτι παραπάνω από αποφασιστικός, το συντονιστικό αυτό όργανο παρέμεινε έκτοτε για προφανείς λόγους στη σκιά της εθνικόφρονος ιστοριογραφίας.

Εξίσου σιωπηλή υπήρξε όμως επ’ αυτού και η αριστερή ιστοριογραφία. Η σιωπή της μπορεί ν’ αποδοθεί είτε σε τεχνικούς λόγους (άγνοια των υπόγειων διεργασιών της αντίπερα όχθης) είτε σε συνειδητή (καθότι πολιτικά βολικότερη) επικέντρωση στις αγγλικές μηχανορραφίες της εποχής.

Οπως πληροφορούμαστε από έκθεση της βρετανικής SOE (14/1/1944), βασισμένη στην κατάθεση του ηγετικού στελέχους της Ε.Δ. Παναγιώτη Σιφναίου (κατοπινού υπουργού Προεδρίας του Παπάγου και Παιδείας της χούντας) που είχε διαφύγει στη Μέση Ανατολή, η Οικονομική Επιτροπή λειτουργούσε ως μηχανισμός συλλογικής ασφάλειας των καπιταλιστών, είχε δε οργανωθεί στη βάση της εκπροσώπησης επιμέρους κλαδικών επιχειρηματικών συμφερόντων.

Εκτός από τον πρόεδρό της Αντώνιο Μπενάκη και τον «εκπρόσωπο της βιομηχανίας» Χρήστο Ζαλοκώστα, ως μέλη της κατονομάζονται επίσης οι Ποταμιάνος («εκπρόσωπος των εφοπλιστικών συμφερόντων»), Λεωνίδας Λιάμπεης (βιομήχανος τεχνητής μετάξης), Κωνσταντίνος Παπαγιάννης («πλούσιος δημιουργός γυναικείων καπέλων») και Σπύρος Μαρκεζίνης (άτυπος εκπρόσωπος «των συμφερόντων της καπνοβιομηχανίας Παπαστράτου»).

Παλιότερες πληροφορίες της υπηρεσίας, διευκρινίζεται, έφεραν επίσης ως μέλη τον βιομήχανο Ιωάννη Θεοδωρακόπουλο και τον Αριστοτέλη Βαλαωρίτη (PRO/HS5/240, Periodical Intelligence Survey No.3).

Σε ταυτόχρονη έκθεση του απεσταλμένου της εξόριστης κυβέρνησης, λοχαγού Αρφάνη, προς το Κάιρο (15/1/1944), ως μέλη της Επιτροπής κατονομάζονται ο Μπενάκης, ο Παπαστράτος και κάποιος Τζιρακόπουλος («Αρχείο Εμμ. Τσουδερού», Αθήνα 1990, τ.Γ’, σ.841).

Σύμφωνα πάλι μ’ έναν από τους ηγέτες της ακροδεξιάς «Εθνικοκοινωνικής Επαναστάσεως», που επί Κατοχής κυκλοφορούσε με ταυτότητα της Ειδικής Ασφάλειας, η Επιτροπή αποτελούνταν από τους Μπενάκη, Μαρκεζίνη, Ζαλοκώστα και τον αλευροβιομήχανο Κουμάνταρο (Νίκος Αντωνακέας, «Φως εις το σκότος της Κατοχής», Αθήναι 1947, σ.203 & 306).

Το κρίσιμο ζήτημα δεν ήταν βέβαια η σύνθεση αλλά η πολιτική λειτουργία του οργάνου: συγκέντρωση εισφορών «των ενταύθα κεφαλαιούχων» και διάθεσή τους στις αντιΕΑΜικές οργανώσεις «υπό σχετικής αρμοδίας τεχνικής επιτροπής», όπως ενημέρωνε στις 16/12/1943 το Κάιρο ο αρχηγός της ΡΑΝ, συνταγματάρχης Βεντήρης («Αρχείο Τσουδερού», τ.Γ’, σ.746).

Από τη διασταύρωση διαφόρων πηγών προκύπτει πως η Επιτροπή ιδρύθηκε στις 15/1/1943, την επομένη του φόνου από τους Ιταλούς του ταγματάρχη Τσιγάντε, με πιθανότερο σκοπό τη διαχείριση των μεγάλων χρηματικών ποσών (12.000-14.000 χρυσές λίρες) που μετέφερε αυτός από το Κάιρο για τη δημιουργία ανταρτοομάδων διακριτών από (και εχθρικών προς) τον ΕΛΑΣ.

Οταν ο εναπομείνας «θησαυρός» του Τσιγάντε παρέμεινε στα χέρια κάποιων συνεργατών του, η Επιτροπή πραγματοποίησε τον πρώτο της «έρανο» τον Μάρτιο του 1943.

Τη διαχείριση δε των χρημάτων που συγκεντρώθηκαν την ανέθεσε σ’ ένα δίδυμο με πολλαπλές ιδιότητες.

«Φάσιο» α λα ελληνικά

Ο δικηγόρος και πολιτικός Σπύρος Μαρκεζίνης, «πρωθυπουργός» κατά την εξέγερση του Πολυτεχνείου το 1973, κι ο Χρήστος Ζαλοκώστας, βιομήχανος του Πειραιά με λογοτεχνικές ανησυχίες, είναι γνωστοί στους αναγνώστες μας από διάφορα επεισόδια.

Παιδικοί φίλοι και στενοί συνεργάτες, στην Κατοχή έδρασαν ως δίδυμο με τριπλή ιδιότητα: ηγετικά στελέχη της «Εθνικής Δράσεως», μέλη ενός κύκλου επιλέκτων με την εύγλωττη ονομασία «Δεσμός» (ιταλιστί: «Φάσιο») και διαχειριστές της βοήθειας της Οικονομικής Επιτροπής προς τις (λοιπές) «εθνικές οργανώσεις».

Η «Εθνική Δράσις» συγκροτήθηκε θεωρητικά τον Νοέμβριο του 1941 κι εμφανίστηκε δημόσια τον Ιούνιο του 1942. Ακραιφνώς φιλοβρετανική και χαμηλόφωνα βασιλόφρων, διέθετε στοιχειώδη μαζική βάση μεταξύ των αθηναϊκών μεσοστρωμάτων (μεταπολεμικά αναγνωρίστηκαν ως μέλη της 376 άτομα) κι ήταν η μόνη από τις «εθνικές οργανώσεις» με κάποια συνδικαλιστική δραστηριότητα.

Αν εξαιρέσουμε την τακτική παραγωγή και διακίνηση εντύπων, η αντιστασιακή δραστηριότητά της υπήρξε πάντως άκρως περιορισμένη: ο επίσημος μεταπολεμικός απολογισμός της καμαρώνει λ.χ. για την απεργοσπαστική δραστηριότητα των τραπεζικών υπαλλήλων της επί Κατοχής (ΔΙΣ, «Αρχεία Εθνικής Αντιστάσεως», Αθήνα 1998, τ.7ος, σ.398), ενώ από τα 38 πεσόντα μέλη της 5 μόνο σκοτώθηκαν από Γερμανούς, τα δε υπόλοιπα από (ή σε συγκρούσεις με) τον ΕΛΑΣ και την ΟΠΛΑ.

Ο «Δεσμός» είχε συγκροτηθεί ήδη από τους πρώτους μήνες της Κατοχής, με πρωτοβουλία του Μαρκεζίνη, ως «καθαρώς επιτελική οργάνωση» επιφορτισμένη «να παρασκευάση εγκαίρως στελέχη σε όλους τους τομείς» για τη διαχείριση της κρατικής εξουσίας μετά τον πόλεμο.

Μεταξύ των 20 όλων κι όλων μελών του συγκαταλέγονταν 4 βιομήχανοι, 3 διευθυντικά στελέχη των ιδιωτικών εταιρειών Πάουερ (ηλεκτρικό-συγκοινωνίες) και Ούλεν (νερό), 3 διπλωμάτες, 1 πρώην γενικός διοικητής Μακεδονίας, 1 ανώτατος δικαστικός και 4 δημοσιογράφοι· επικεφαλής τέθηκε ο τέως αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος, πολιτικός πάτρωνας αργότερα της «Χ» (Σπ. Μαρκεζίνης, «Σύγχρονη Πολιτική ιστορία της Ελλάδος», Αθήνα 1194, τ.Α’, σ.312-3).

Για τη δραστηριότητα της Οικονομικής Επιτροπής και ιδίως του «τεχνικού» σκέλους της, το περιεχόμενο της έκθεσης που δημοσιεύουμε είναι τόσο εύγλωττο, ώστε περιττεύει το παραμικρό σχόλιο. Επισημαίνουμε μόνο ότι τα παράπονα των συντακτών της προς τους βιομηχάνους, για ανεπαρκή προσφορά, έπιασαν τελικά τόπο: όπως διαβάζουμε σε μεταγενέστερη έκθεση της Ε.Δ. προς το Κάιρο (11/12/1943), «περί τα τέλη Σεπτεμβρίου» του 1943 ευοδώθηκε πλήρως ο «συντονισμός των προσπαθειών εξευρέσεως πόρων διά τον αγώνα (Οικονομική Επιτροπή)» («Αρχείο Τσουδερού», τ.Γ’, σ.726).

Ηταν οι μέρες που το ΕΑΜ άνοιγε με τη βία τις αποθήκες τροφίμων της Αθήνας και μοίραζε το περιεχόμενό τους στον πληθυσμό, πανικοβάλλοντας όσους είχαν λόγους να πανικοβληθούν.

Λίγο μετά, η έκθεση της SOE που συντάχθηκε βάσει της κατάθεσης Σιφναίου αποσαφηνίζει τον χαρακτήρα της όλης πρωτοβουλίας: η Οικονομική Επιτροπή, διαβάζουμε, «αρχικά σχηματίστηκε για τη χρηματοδότηση των ανταρτών αλλά τώρα έχει έναν και μόνο στόχο: τη χρηματοδότηση δυνητικών ένοπλων ομάδων στην Αθήνα εναντίον πιθανού πραξικοπήματος του ΕΑΜ».

Οι πολιτικές επιπτώσεις αυτής της παρέμβασης σκιαγραφούνται πάλι αφοπλιστικά από τον διπλωμάτη Αριστείδη Πηλαβάκη: οι συνιστώσες του εθνικόφρονος Πανελληνίου Απελευθερωτικού Συνδέσμου, ενημερώνει στις 28/6/1944 την εξόριστη κυβέρνηση, «συνδέονται από το κοινόν αντιεαμικόν αίσθημα το οποίον τας εμπνέει και ιδίως από λόγους οικονομικούς, διότι τροφοδοτούνται από το κοινόν ταμείον τής υπό τον Αντώνιον Μπενάκην διαχειριστικής επιτροπής».

«Κινητοποιήσατε την εύπορον τάξιν των Αθηνών…»

Αριστερά, αντάρτες της αντιΕΑΜικής μακεδονικής ΠΑΟ (1943). Δεξιά, τυπικό δείγμα «εθνικής οργανώσεως» παρελαύνει με τα κατάλληλα συνθήματα την επαύριο της Απελευθέρωσης
Αριστερά, αντάρτες της αντιΕΑΜικής μακεδονικής ΠΑΟ (1943). Δεξιά, τυπικό δείγμα «εθνικής οργανώσεως» παρελαύνει με τα κατάλληλα συνθήματα την επαύριο της Απελευθέρωσης | ΑΠ. ΔΑΣΚΑΛΑΚΗΣ, «ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΧΩΡΟΦΥΛΑΚΗΣ, 1936-1950»/Τ. ΣΑΚΕΛΛΑΡΟΠΟΥΛΟΣ (επιμ.), «Ο ΚΩΝ/ΝΟΣ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ ΚΑΙ Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ»

ΕΘΝΙΚΗ ΔΡΑΣΙΣ

ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΙΑ ΤΟΝ ΕΘΝΙΚΟΝ ΑΓΩΝΑ

Κύριοι

Τιμώσα τας υπηρεσίας ας επί μακρόν χρονικόν διάστημα προσφέρετε εις τον Εθνικόν Αγώνα και τον υψηλόν πατρωτισμόν υπό του οποίου εμφορείσθε, η Εθνική Δράσις θεωρεί καθήκον της και προς το Εθνος και προς Υμάς, καθ’ ην στιγμήν αντιμετωπίζει την κρισιμωτάτην καμπήν εις το έργον της, καμπήν εξ ής εξαρτάται η ευτυχής αυτού τελείωσις ή η αποτυχία, να σας καταστήση πλήρως ενημέρους της καταστάσεως, ίνα έκαστος εξ ημών αναμετρούντες τας ευθύνας και υπερβάλλοντες ει δυνατόν τας ιδίας ημών δυνάμεις καταβάλωμεν υστάτην προσπάθειαν ίνα μη, τόσον πλησίον του τέρματος, ίδωμεν το έργον ημών ματαιούμενον εξ ελλείψεως σθένους και αποφασιστικότητος κατά την τελευταίαν στιγμήν.

Ο σκοπός τον οποίον ετάξαμεν εις εαυτούς ήτο να αναλάβωμεν ημείς οι αμιγείς εθνικόφρονες πολίται την οργάνωσιν και πλαισίωσιν των εθνικών απελευθερωτικών δυνάμεων, αποτρέποντες ούτω τους κινδύνους τους οποίους εγκυμονεί διά την αγαπητήν Πατρίδα η υπό το πρόσχημα ανταρτικού αγώνος συγκρότησις ενόπλων ομάδων υπηρετουσών τα κελεύσματα και τους πολιτικούς σκοπούς του κομμουνισμού.

Οταν προ τετραμήνου, ήτοι την 15ην Μαρτίου 1943, ευρέθησαν εις την διάθεσιν ημών τα πρώτα χρήματα του εράνου όν διεξήγαγεν η Επιτροπή σας, η κατάστασις ήτο η εξής: απ’ άκρου εις άκρον της Ελλάδος επεκράτουν αι ομάδες του ΕΑΜ πλην μικράς τινος περιοχής της Ηπείρου όπου είχεν εγκατασταθή ο Ζέρβας. Αλλά και ούτος, παρά την ενίσχυσιν των Αγγλων, εστερείτο εντελώς αξιωματικών, οίτινες ηρνούντο, ως ενθυμείσθε, να ταχθώσιν υπ’ αυτόν.

Ο τετράμηνος απολογισμός του έργου μας είναι ο εξής: Οι δισταγμοί των αξιωματικών όπως αναλάβωσιν υπηρεσίαν εις την ύπαιθρον εκάμφθησαν μέχρι τοιούτου σημείου ώστε σήμερον η προσφορά αξιωματικών υπερβαίνει κατά πολύ την υλικήν και τεχνικήν δυνατότητα της αποστολής των.

Οχι μόνον ο Ζέρβας επλαισιώθη τελείως δι’ ανωτέρων και κατωτέρων αξιωματικών, αλλά και διά της ενισχύσεως ή συγκροτήσεως και άλλων ομάδων εις την Ανω και Κάτω Ηπειρον, η επαρχία αύτη, ης ο ρόλος ενδέχεται να είναι κρίσιμος διά τον απελευθερωτικόν αγώνα, ευρίσκεται ήδη απολύτως εις χείρας των Εθνικών δυνάμεων αρτίως συγκεκροτημένων.

Αμέσως μετά την Ηπειρον, η προσοχή ημών εστράφη προς την Πελοπόννσηον την οποίαν περιεβάλαμεν δι’ αληθούς δικτύου Εθνικών ομάδων, τρεις των οποίων έχουν ήδη συνδεθή μετά του Συμμαχικού Στρατηγείου και εξοπλισθή παρ’ αυτού. (Ομάδες Κυλλήνης, Ερυμάνθου, Ηλείας, Ταϋγέτου, Κυνουρίας, Λακωνίας). Ταύτας έχομεν πλήρως συνδέση μεταξύ των και μετά του Κέντρου, και θέση υπό ενιαίαν διοίκησιν. Η έναντι του ΕΑΜ υπεροχή είναι ενταύθα απόλυτος.

Ομοίαν εργασίαν έχομεν προπαρασκευάσει εν Μακεδονία, ήτις θέλει εκδηλωθή εν ευθέτω χρόνω, μη υπαρχούσης άλλωστε προς το παρόν και πιέσεως εκ μέρους του ΕΑΜ όπερ μειοψηφεί σημαντικώς εν Μακεδονία.

Τέλος το επιστέγασμα της προσπαθείας έδει να είναι η ανάκτησις της πολυπαθούς Στερεάς Ελλάδος και της Θεσσαλίας από τας χείρας των απανθρώπων Κομμουνιστικών στιφών, και η εγκατάστασις και ενταύθα τακτικού απελευθερωτικού Στρατού. Είναι αύτη ανάγκη επιτακτική, τοσούτω μάλλον καθ’ όσον το ορεινόν συγκρότημα της Ρούμελης, εκτεινόμενον μέχρι των προθύρων της Πρωτευούσης, αποτελεί την φυσικήν οδόν διά της οποίας, συμφώνως προς το κομμουνιστικόν σχέδιον, τα ένοπλα σώματά του μέλλουν να κατέλθουν εις Αθήνας και ενισχύσουν τον ενταύθα ισχυρόν κομμουνιστικόν πυρήνα προς κατάληψιν, έστω και πρόσκαιρον, της εξουσίας, εκτέλεσιν των μελετωμένων προγραφών και δημιουργίαν τετελεσμένων πολιτικών γεγονότων δήθεν υπό της λαϊκής θελήσεως επιβληθησομένων.

Αντιμετωπίζοντες και την ανάγκην ταύτην, παρεσκευάσαμεν και δύο ακόμη αποστολάς. Η πρώτη και κυριωτέρα εξ είκοσι περίπου επιλέκτων αξιωματικών υπό την ηγεσίαν ανωτάτου αξιωματικού και επιτελείου, προορίζεται διά την βαθμιαίαν κατάληψιν των ορεινών όγκων της Στερεάς ένθα θέλουσιν υποδεχθή ταύτην άλλαι ομάδες επί τόπου ήδη συγκροτούμεναι. Η δευτέρα εξ είκοσι πέντε περίπου αξιωματικών υπό ανώτερον προορίζεται διά την Θεσσαλίαν. Η αναχώρησις των ομάδων αυτών, κατά τα άλλα τελείως συγκεκροτημένων, καθυστερεί δι’ έλλειψιν χρημάτων.

Κατά το τετράμηνον διάστημα της προσπαθείας μας, εδαπανήσαμε, Κύριοι, το μέχρι τούδε τεθέν εις την διάθεσίν μας προϊόν του εράνου, συμποσοθέν εις 200 εκατομμύρια δραχμών.

Το ποσόν τούτο διετέθη ως εξής: έξοδα αποστολής δεκάδων αξιωματικών εις τας διαφόρους ομάδας, περιλαμβάνοντα τας δαπάνας εκδόσεως ταυτοτήτων και αδειών ταξειδίου, εισιτηρίων και διατροφής των αξιωματικών καθ’ οδόν επί 3-7 ημέρας. − Εξοδα διατροφής των οικογενειών των αναχωρησάντων επί τετράμηνον ήδη, προκαταβαλλομένης κατά κανόνα τριμήνου διατροφής. − Εξοδα ιματισμού και υποδήσεως (περί τα 200 ζεύγη αρβυλών). − Εξοδα αποστολής συνδέσμων εις τας επαρχίας προς οργάνωσιν των εκεί αξιωματικών. − Και το βαρύτερον όλων των κονδυλίων, έξοδα συντηρήσεως των ορεινών ομάδων από της ημέρας της εξόδου μέχρι της ημέρας καθ’ ήν επέρχεται η πλήρης σύνδεσίς των με το Στρατηγείον της Μ. Ανατολής. Πρέπει να υπολογισθή ότι συνετηρήθησαν και συντηρούνται κατ’ αυτόν τον τρόπον υπέρ τους 1.200 άνδρες επί διάστημα χρόνου κυμαινόμενον μεταξύ ενός και δύο μηνών, όσον απαιτείται διά ν’ αποκτήσουν αι ομάδες την υλικήν των ανεξαρτησίαν διά του Στρατηγείου Μ. Ανατολής.

Αι ανειλημμέναι υποχρεώσεις μας είναι ήδη κατά προσέγγισιν αι εξής:

1. Δαπάναι συντηρήσεως οικογενειών, 20 εκατομμύρια μηνιαίως.

2. Δαπάναι συντηρήσεως ομάδων Πελοποννήσου και Μακεδονίας μη συνδεθεισών ακόμη με το Στρατηγείον Μ. Ανατολής, 75 εκατομμ. μηνιαίως κατ’ ελάχιστον όριον. Αι τελευταίαι αύται δαπάναι θα εκλείψουν πιθανώτατα εντός του προσεχούς μηνός, επερχομένης της συνδέσεως με το Κάιρον.

3. Εις τας δαπάνας ταύτας δέον να προστεθή η επιβαλλομένη και απολύτως επιτακτική δαπάνη της αποστολής δυο συγκροτημάτων Στερεάς Ελλάδος και Θεσσαλίας, προϋπολογιζομένη περίπου εις 60 εκατομμύρια.

Εάν πέραν τούτων, Κύριοι, ηθέλαμεν πράγματι να φανώμεν συνεπείς προς την ληφθείσαν απόφασιν να ολοκληρώσωμεν έν αληθώς εθνικόν έργον, θα έπρεπε να προϋπολογίσωμεν την δαπάνην αποστολής εις την ορεινήν Ελλάδα όλων των αξιωματικών οίτινες ζητούν ήδη να αναχωρήσουν, ανερχομένων εις εκατοντάδας, και ους πατριωτικόν καθήκον επιβάλλει να ασφαλίσωμεν από του επιτεινομένου κινδύνου συλλήψεως και εξουδετερώσεως, σώζοντες ούτω τους ανθρώπους εις τους οποίους η Ελλάς οφείλει το πρόσφατον μεγαλείον Της και εις τους οποίους θα αναθέση αύριον την απελευθέρωσίν Της.

Θα έπρεπε ακόμη, Κύριοι, να μεριμνήσωμεν διά την οργάνωσιν της τάξεως και της ασφαλείας της Πρωτευούσης, ήτις ασφαλώς θα απειληθή κατά τας κρισίμους ώρας της απελευθερώσεως. Η οργάνωσις υπάρχει αρτία και ικανή να ασφαλίση την τάξιν, υπέρ της οποίας έχομεν οφθαλμοφανές συμφέρον ν’ αμυνθώμεν. Τα χρήματα ελλείπουν. Χρήματα όχι πολλά αλλά άνευ των οποίων η πρόθυμος θυσία της ζωής εις την οποίαν είναι πρόθυμοι να υποβληθούν οι νέοι μας χάριν της τιμής της Ελλάδος, αποβαίνει ματαία.

Γνωρίζομεν, Κύριοι, ότι προβάλλεται το παράπονον διατί η έξω Κυβέρνησις ή οι Αγγλοι να μη σπεύδουν να καλύψουν τας υλικάς ανάγκας του Αγώνος; Το παράπονον θα ήτο δικαιολογημένον αν είχομεν τουλάχιστον εκπληρώση το καθ’ ημάς το στοιχειώδες τούτο καθήκον. Η Εθνική Δράσις φρονεί ότι το καθήκον τούτο δεν έχει εκπληρώσει ολόκληρος η εύπορος τάξις των Αθηνών, διαθέσασα το αληθώς κωμικόν ποσόν των 200 εκατομμυρίων δραχμών ήτοι ολιγωτέρας των 500 Λιρών, των 500.000 προπολεμικών δραχμών, προκειμένου ουχί περί της εκπληρώσεως ελεήμονος τινός αγαθοεργίας, αλλά περί αγώνος υπάρξεως, αυτοσυντηρήσεως, ζωής ή θανάτου.

Ας γίνη ακόμη η υπόθεσις ότι η έξω Κυβέρνησις αδιαφορεί, ότι οι Αγγλοι περί άλλα ασχολούνται γενικωτέρου ενδιαφέροντος πράγματα. Είναι τούτο λόγος επαρκής, είναι αύτη απόδειξις ζωτικότητος μιας κοινωνίας, να σταυρώση τας χείρας προ του κινδύνου του απειλούντος αυτήν εις τας σάρκας της, εις αυτήν την υπόστασίν της;

Ας γίνη εν τούτοις γνωστόν ότι επράξαμεν παν ό,τι επεβάλλετο ίνα ενημερώσωμεν πλήρως και την ημετέραν Κυβέρνησιν και το Συμμαχικόν Στρατηγείον περί του διεξαγομένου αγώνος και των αναγκών του. Ουδεμίαν έχομεν αμφιβολίαν ότι εισηκούσθημεν, υπάρχουν δε σαφείς ενδείξεις ότι η συμμαχική ενίσχυσις θα παρασχεθή εν όλη τη ζητηθήση εκτάσει. Εν τω μεταξύ όμως τα πράγματα επείγουν. Δεν είναι δυνατόν να εξαρτήσωμεν την συνέχισιν του αγώνος μας από την άφιξιν της έξωθεν βοηθείας. Οταν οι έμποροι της Οδησσού και οι καραβοκύρηδες της Υδρας προσέφεραν τας περιουσίας των εις τον εθνικόν αγώνα δεν εξήρτησαν την δωρεάν των από την στάσιν των αλλοδαπών θησαυροφυλακίων.

Κύριοι,

Η “Εθνική Δράσις” απευθύνει προς Υμάς την έκκλησιν ταύτην, την υστάτην. Κινητοποιήσατε την εύπορον τάξιν των Αθηνών. Δείξατέ της την τρομεράν ευθύνην την οποίαν θα φέρη αν το έργον μας μείνη ημιτελές ή εγκαταλειφθή.

Ειπέτε τους ότι οι αξιωματικοί της Ελλάδος κινδυνεύουν να μείνουν λιμώττοντες εις τα βουνά ή να συλληφθούν εις τας πόλεις, ότι αι οικογένειαί των δεν είναι δίκαιον να επαιτήσουν ή να πορνευθούν.

Ειπέτε τους ότι η νεότης της Ελλάδος, δεχομένη ασυζητητί την επιταγήν της ιστορίας της, διακινδυνεύει καθημερινώς την ζωήν της χωρίς να έχη ούτε περιουσίας να ασφαλίση ούτε κοινωνικά αξιώματα να διασώση.

Οτι από αυτούς δεν ζητούμεν παρά χρήματα, πολλοστημόρια της περιουσίας των, χωρίς απειλάς, χωρίς φωνάς ή γρόνθους τεταμένους, αλλά και παρέχοντες εις αντάλλαγμα ελπίδα ότι θα δυνηθούν να απολαύσουν αύριον ανενόχλητοι τας ωραίας ημέρας της επερχομένης Ελευθερίας.

Είπατέ της, ό,τι σας φωτίση ο Θεός. Αλλά προ παντός βιασθήτε!

Η ΔΙΟΙΚΗΣΙΣ ΤΗΣ “ΕΘΝΙΚΗΣ ΔΡΑΣΕΩΣ”

Αθήναι, τη 17η Ιουλίου 1943

Υ.Γ. Είχον γραφή τ’ ανωτέρω ότε εξ επισήμου πηγής εγνώσθη ότι αι Αρχαί Κατοχής ζητούν ήδη τας διευθύνσεις των αξιωματικών, κυκλοφορεί δε ευρέως διάδοσις επικειμένης συλλήψεως αυτών.

Ως να μη ήρκουν ταύτα, το ΕΑΜ επωφελούμενον της ταραχής ήν εδημιούργησαν αι ειδήσεις αύται, μαντεύσαν δε την αδυναμίαν ημών των εθνικοφρόνων να στείλωμεν τους αξιωματικούς εις την ύπαιθρον, προσκαλεί ήδη αυτούς να καταταχθούν αθρόως εις τας ομάδας του διαθέτον τα προς τούτο χρήματα.

Είναι βασιμώτατος ο φόβος ότι προκειμένου να διακινδυνεύσωσιν οι αξιωματικοί την εξουδετέρωσιν υπό των δυνάμεων κατοχής θα προτιμήσουν την λύσιν την οποίαν προτείνει το ΕΑΜ, προς μεγίστην ζημίαν της εθνικής υποθέσεως.

Απαντες οι αξιωματικοί ούτοι ευρίσκονται εις τας χείρας μας.

Είναι αμαρτία να τους χάσωμε, να τους χάση η Ελλάς, δι’ έλλειψιν μερικών χαρτονομισμάτων».

«Ετσι θα φέρουμε τον από μηχανής θεό»

Χαρακτηριστικό δείγμα εθνικόφρονος λόγου από τις πρώτες μεταπολεμικές εκλογές (1946)
Χαρακτηριστικό δείγμα εθνικόφρονος λόγου από τις πρώτες μεταπολεμικές εκλογές (1946) |

Προς Διάδοχον Οκτώβριος 1944

Ι. Η Πελοπόννησος εις χείρας ΕΑΜ. Οι Αγγλοι δεν το ημπόδισαν. Το αυτό θα συνέβαινε και στας Αθήνας αν δεν υπήρχαν αι την 12ην ώραν εξοπλισθείσαι χωροφυλακή και οργανώσεις. Η δυναμική κατάστασις στας Αθήνας δεν πρέπει να περιέλθη στα χέρια του ΕΑΜ.

ΙΙ. Η δυναμική κατάστασις θα περιέλθη στα χέρια του ΕΑΜ αν παραμείνη η Κυβέρνησις ως έχει, όχι δι’ επαναστατικών βιαίων πράξεων αλλά διά της νομίμου οδού: αντικατάστασις στελεχών-διάλυσις διά νόμων Χωροφυλακής κ.λπ. Ο Παπανδρέου θα υποχωρήση, ως υπεχώρησε έως τώρα. Ο Σπηλιωτόπουλος θα πειθαρχήση στας διαταγάς Παπανδρέου.

ΙΙΙ. Εάν και αι Αθήναι περιέλθουν εις χείρας του ΕΑΜ τίποτε δεν μας εγγυάται εις το μέλλον ότι θα μεταβληθή η κατάστασις. Το ΕΑΜ είναι ολοκληρωτικόν καθεστώς. Δεν ανατρέπεται με κινήματα τύπου Κονδύλη-Μεταξά-Πλαστήρα κ.λπ. Καθώς δεν ανατρέπεται και ο Χίτλερ. Κανείς δεν θα κάμη επανάσταση στην Ελλάδα για να το ανατρέψη − διότι θα αποτύχη αιματηρώς.

Ούτε οι Αγγλοι θα κάμουν εκστρατεία εναντίον Ελλήνων (Βουλή Κοινοτήτων, Ρωσία, Αμερική κ.λπ.).

ΙV. Πρέπει η δυναμική κατάστασις στας Αθήνας να μείνη στα χέρια μας. Ο Σπηλιωτόπουλος, νομιμόφρων εξ ιδιοσυγκρασίας, θα φύγη αν του το διατάξη η Κυβέρνησις. Πρέπει να σταλή ο Βεντήρης να τον ενισχύση εις το να αρνηθή, αφού ζητηθούν εγγυήσεις από αυτόν ότι θα το πράξη (και το εγκρίνουν και οι Αγγλοι).

V. Πρέπει να ενισχυθή και η φρουρά Αθηνών δι’ Ελλήνων και Αγγλων. Μέχρις ότου έλθουν, να κερδηθή καιρός, ιδού πώς:

VI. Ο Παπανδρέου να παραμείνη μερικάς ημέρας (10-15) εκφωνών λόγους κ.λπ. Αν οι Εαμίται ζητούν τας μεταβολάς εις τον Στρατόν, να απαντά ότι αυτά θα γίνουν μετά την άφιξιν και των άλλων πολιτικών και τον ανασχηματισμόν της Κυβερνήσεως. Η άφιξις αυτή να καθυστερηθή από τους Αγγλους. Να παραμείνη η εκκρεμότης.

VII. Αφού τραβηχθή το σχοινί αρκετά, και φθάσουν οι πολιτικοί, να παραιτηθή ο Παπανδρέου και να ανατεθή εις οποιονδήποτε η εντολή ανασχηματισμού.

Αλλά να ενθαρρυνθούν από τους Αγγλους, με τρόπον, όλοι -Κομμουνισταί και άλλοι- ώστε να νομίζουν ότι σ’ αυτούς τελικώς θα ανατεθή η Πρωθυπουργία. Τότε κανείς δεν θα δέχεται να μπη ως Υπουργός σε Κυβέρνηση.

VIII. Ενόσω θα διαρκή η εκκρεμότης και η κρίσις να διοική ο Σπηλιωτόπουλος και να φθάνουν ενισχύσεις.

ΙΧ. Εν τέλει, προς λύσιν της κρίσεως και έξοδον από του χάους να φέρουν οι Αγγλοι τον Βασιλέα, ως από μηχανής θεόν. Και τότε ας δοθή η εντολή ακόμη και στον Παπανδρέου.

Χ. Ετσι θα έχωμεν αφορμήν λαμπράν επανόδου Βασιλέως, αν πράγματι η αφορμή μόνον λείπει εις τους κ.κ. Τσώρτσιλ και Ηντεν.

Και προ παντός θα έχωμεν λάβει τον καιρόν να οργανωθώμεν δυναμικώς, χωρίς να απειλούμεθα από Νόμους και Διατάγματα διαλυτικά, αφού δεν θα υπάρχη Κυβέρνησις για να τα βγάλη.

ΧΙ. Δυναμικώς ο Σπηλιωτόπουλος δεν χάνει την κατάστασιν. Πολιτικώς όμως την χάνει. Αυτό πρέπει να αποφευχθή, με την βεβαιότητα ότι κατάληψις της αρχής υπό του ΕΑΜ στην Αθήνα, δηλαδή σ’ όλην την Ελλάδα, θα είναι οριστική και ακλόνητος για πολλά χρόνια.

Τάσος Κωστόπουλος

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών