Macro

Το ημερολόγιο του Ευκλείδη Τσακαλώτου: Πανδημία, μονά κερδίζω – ζυγά χάνεις

4/1/2021 Φιλελεύθερος σεβασμός για τους θεσμούς

Ο Μ. Βορίδης υπουργός εσωτερικών. Τέλεια. Είναι ο ίδιος πολιτικός που σε ανύποπτο χρόνο είχε δηλώσει ότι «ο Κ. Μητσοτάκης πρέπει να κάνει παρεμβάσεις στο κράτος και στους θεσμούς για να μην ξαναέρθει η Αριστερά στην εξουσία, γιατί οι ιδέες της είναι ελαττωματικές». Αν σε κάποια άλλη χώρα υπήρχε υπουργός εσωτερικών που είχε δηλώσει τα παραπάνω,  τότε δεν θα χρειαζόταν να παραιτηθεί, όταν αυτά αποκαλυπτόταν εκ των υστέρων, γιατί απλούστατα δεν θα είχε μπει καν στη λίστα των επικρατέστερων υποψήφιων.

8/1/2021 Πανδημία: μονά κερδίζω – ζυγά χάνεις

Ο πατέρας μου ως μηχανικός δούλεψε σε διάφορες ναυτιλιακές εταιρίες. Του άρεσε να λέει την εξής ιστορία: Υπήρχε ένας καπετάνιος που έστελνε τέλεξ (οι νεότεροι μπορούν να γκουγκλάρουν για το τι εστί τέλεξ) για τις επιτυχίες του, όπως, «κατάφερα οι επισκευές να γίνουν στις μισές ώρες που είχαμε υπολογίσει», «έφτασα με επιτυχία στην Σιγκαπούρη» κλπ. Βεβαίως μετά έστελνε τέλεξ «πέσαμε σε ξέρα». Οι επιτυχίες σε πρώτο ενικό, οι αποτυχίες σε πρώτο πληθυντικό.
Την ίδια τακτική εφαρμόζει και ο κ. Μητσοτάκης σε σχέση με την επιτροπή των λοιμωξιολόγων. Οι επιτυχημένες αποφάσεις σχετικά με τη διαχείριση της πανδημίας είναι πολιτικές αποφάσεις, ενώ οι ατυχείς οφείλονται σε εισηγήσεις της επιτροπής.

11/1/2021 Γλυκύτατος και αλληλέγγυος

Μαθαίνω για το θάνατο του Βασίλη Αλεξάκη. Με επηρεάζει περισσότερο απ’ ότι θα νόμιζα. Τον θυμάμαι σε κοινή εκδήλωση χειμωνιάτικα, έξω, στην αυλή της Υπατίας. Εκδήλωση για υποστήριξη των προσφύγων που ήταν σε απεργία πείνας και που έληξε μάλλον νικηφόρα. Μετριόφρων, γλυκύτατος, αλληλέγγυος. Καμία σχέση με το προφίλ του διανοούμενου που έχουμε συνηθίσει τα τελευταία χρόνια με τις παρεμβάσεις που διαβάζουμε στην Καθημερινή, στην Αthens Voice, στο the books journal, στο Athens Review Books.

13/1/2021 Θανατική ποινή

Διαβάζω για την εκτέλεση της Lisa Montgomery  στις ΗΠΑ – της πρώτης γυναίκας εδώ και 67 χρόνια σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Η Lisa Mongtomery διέπραξε αποδεδειγμένα ένα ειδεχθές έγκλημα: δολοφόνησε μια ετοιμόγεννη γυναίκα, της αφαίρεσε το έμβρυο από την κοιλιά (το οποίο επέζησε) και το πήρε για δικό της. Μόνο από την περιγραφή της πράξης της μπορεί να καταλάβει κανείς πόσο διαταραγμένη ήταν, ακόμα  και αν δεν γνωρίζει για τα βασανιστήρια που υπέστη ως παιδί. Σεξουαλική κακοποίηση από συγγενικά και ξένα πρόσωπα, συνεχείς εξευτελισμοί, σωματική βία που της είχε προκαλέσει μη αναστρέψιμες βλάβες στον εγκέφαλο. Οι κοινωνικές υπηρεσίες, το αμερικανικό κράτος απέτυχε να την προστατέψει ως όφειλε, αλλά αποφάσισε ότι της άξιζε να εκτελεστεί. Ενισχύοντας το ρητό ότι η Αμερική είναι μια χώρα που πέρασε από τη βαρβαρότητα στην παρακμή χωρίς το ενδιάμεσο στάδιο του πολιτισμού.

Θεωρώ τον εαυτό μου σχετικά διαλλακτικό άνθρωπο.  Αλλά όλη η διαλλακτικότητα μου εξαντλείται όταν η συζήτηση έχει να κάνει με τη θανατική ποινή. Πόσο μάλλον όταν η πιθανότητα εκτέλεσης είναι συνάρτηση της οικονομικής κατάστασης του κατηγορουμένου.

Υπάρχουν στιγμές που καταλαβαίνει κανείς ότι η πολιτική ρήξη με φίλο που κάποτε πορευόσουν μαζί στον ίδιο πολιτικό χώρο είναι αμετάκλητη. Τέτοια στιγμή θυμάμαι είχα πριν από πολλά χρόνια σε σχέση με τη θανατική ποινή στις ΗΠΑ. Ο Bryan Stevenson, καθηγητής νομικής στο πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, έχει αφιερώσει τη ζωή του στον αγώνα κατά της θανατικής ποινής, υποστηρίζοντας άτομα στο λεγόμενο Death Row που συνήθως έχουν, ιδιαίτερα αν είναι φτωχοί και έχουν το λάθος χρώμα δέρματος, πενιχρή νομική υποστήριξη. Σε ένα άρθρο του στο Guardian εξήγησε τον τρόπο με τον οποίο η ύπαρξη φοιτητικών δανείων δυσχεραίνει τον αγώνα του.

Παλιότερα πολλοί προικισμένοι απόφοιτοι από τα καλύτερα τμήματα νομικής, πριν ασκήσουν δικηγορία σε κάποια μεγάλη ιδιωτική δικηγορική εταιρία, αφιέρωναν δυο τρία χρόνια να δουλέψουν μαζί του για να βοηθήσουν αυτά τα άτομα. Με το νέο καθεστώς των δανείων αυτό έγινε πιο δύσκολο – φορτωμένοι με δάνεια οι νέοι και νέες δικηγόροι αισθάνονται ότι πρέπει γρήγορα να μπουν σε κάποια καλοπληρωμένη θέση για να αρχίσουν να ξεπληρώνουν τα δάνεια τους.
Ο φίλος το άκουσε το επιχείρημα κατά της εμπορευματοποίησης της παιδείας και δυστυχώς τον άφησε παγερά αδιάφορο. Το καθεστώς των δανείων ήταν πιο δίκαιο, πιο στοχευμένο, πιο αποτελεσματικό (η βόμβα των φοιτητικών δανείων στις ΗΠΑ και Βρετανία δεν είχε φανεί στα πρώτα χρόνια) και οι οποίες παράπλευρες συνέπειες δεν αποτελούν σοβαρό αντεπιχείρημα. Με τέτοια προσέγγιση, φεύγοντας από την Αριστερά, δεν μπορείς να μείνεις ούτε στο Κέντρο (ο συγκεκριμένος φίλος για χρόνια ήταν οπαδός του εκσυγχρονισμού του κ. Σημίτη πριν συνεχίσει την προδιαγεγραμμένη πορεία του) και η διαδρομή από το Ακραίο Κέντρο προς τη Δεξιά αποτελεί σχεδόν μονόδρομο. Για μένα η στάση δεν αποδεικνύει μόνο έλλειψη ανθρωπισμού, αλλά μη κατανόηση για το πως οι αγοραίες λύσεις περιθωριοποιούν άλλες αξίες – την αίσθηση της δημόσιας προσφοράς στην προκειμένη περίπτωση.

ΥΓ: Τα παραπάνω επιχειρήματα μάλλον δεν θα συγκινήσουν τον κ. Πισσαρίδη που δεν πέρασε καν από την Αριστερά και το Κέντρο.

14/1/2021 Το ελληνικό #metoo μόλις ξεκίνησε

Με αφορμή τις δηλώσεις της Σοφίας Μπεκατώρου, αναδεικνύεται το θέμα της κακοποίησης γυναικών από άνδρες σε θέση ισχύος. Στη συζήτηση στην αριστερά ιδιαίτερα για το γυναικείο ζήτημα, όταν σκάει κάτι τέτοιο μπαίνει το εξής δίλλημα: από τη μία πλευρά, με ενοχλεί η υποκρισία των όψιμα σοκαρισμένων ανθρώπων, που τάχα μου δεν ήξεραν τίποτα, που ξαφνιάστηκαν ή ταράχτηκαν με τις αποκαλύψεις γεγονότων που λίγο πολύ αυτοί έπρεπε να ξέρουν πως κάτι τρέχει. Από την άλλη – και αυτή την άποψη ενστερνίζομαι περισσότερο – η παραδοχή του γεγονότος και η καταδίκη του από όλο το σύστημα, το να βγουν να το πουν δημοσίως, είναι από μόνη της μια νίκη. Δεν μπορεί πλέον κανείς να κάνει εύκολα σχόλια κατά του θύματος, και αυτή η μετατόπιση της πολιτικής ορθότητας είναι πάρα πολύ σημαντική.  Είναι καιρός πια να μη φοβούνται τα θύματα το στιγματισμό που τα εμποδίζει να καταγγείλουν  και να μειωθούν επιτέλους τα περιστατικά κακοποίησης. Ένα βήμα υπέρ μιας δικαιότερης κοινωνίας.

15/1/2021 Εμβολιασμοί

Στη Βουλή  για τη συζήτηση προκάλεσε ο πρωθυπουργός για να ενημερώσει για την πανδημία.  Μπαίνει το θέμα της πατέντας του εμβολίου. Αυτή η ανικανότητα της κυβέρνησης να συζητήσει σοβαρά οποιοδήποτε σημαντικό θέμα που αφορά τη ζωή των ανθρώπων. Αντί για μια ανταλλαγή απόψεων για το ρόλο της πατέντας σε σχέση με νέα φάρμακα – τι ποσά χρειάζονται οι φαρμακευτικές για τη χρηματοδότηση έρευνας, ιδιαίτερα σε αυτή την περίπτωση, δεδομένης της μείωσης χρόνου έγκρισης και την ύπαρξη προπληρωμένων παραγγελιών – είχαμε τα γνωστά: ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ξέρει το θεσμικό πλαίσιο, θέλει να κρατικοποιήσει τη Pfizer κλπ.

Σκέφτομαι τον αγώνα που έδωσε η Ινδία και η Ν. Αφρική, που επικαλέστηκαν ανωτέρα βία με το απλό επιχείρημα ότι δεν μπορούν να πεθαίνουν άνθρωποι στην Ινδία και στη Ν. Αφρική από AIDS. Εάν δεν είναι ανωτέρα βία η νέα πανδημία τότε δεν ξέρω τι είναι. Το μεγάλο θέμα είναι πώς να αρθεί ο περιορισμός της πατέντας για να εμβολιαστούν όλοι και όλες σε όλες τις χώρες. Ψιλά γράμματα θα μου πείτε για αυτή την κυβέρνηση.

Στην ουσία η γραμμή της κυβέρνησης είναι ότι αρνείται να εμπλακεί σε οποιαδήποτε κουβέντα έχει να κάνει με πολιτικές που δεν είναι στενά εθνικές. Είναι σαν να έχουμε απεμπολήσει ως χώρα το δικαίωμα να εκφέρουμε λόγο στα ευρωπαϊκά φόρα και να λαμβάνουμε τις διεθνείς αποφάσεις για το θεσμικό πλαίσιο ως δεδομένες. Επικίνδυνη λογική που υπονομεύει τις δυνατότητες της χώρας.

18/1/2021 Για τα social media, ξανά

Στις 13/10/2020 έγραφα στο ημερολόγιο για το Social Dilemma και την επίδραση των social media στην κοινωνία και την πολιτική. Το ερώτημα που έμπαινε σχετικά με το ποιοι διαχειρίζονται αυτές τις κατ’ επίφασιν ουδέτερες τεχνολογίες έρχεται ξανά στο προσκήνιο με τον αποκλεισμό του Trump από τα social media μετά την επίθεση των ακροδεξιών και συνομοσιολόγων υποστηρικτών του στο Καπιτώλιο. Το ερώτημα είναι σαφές: ήταν σωστός ο αποκλεισμός του Trump;

Παρότι διαφωνώ μαζί του σε κάθε πιθανό θέμα που μπορεί να σκεφτεί κανείς και τον θεωρώ έναν απόλυτα επικίνδυνο άνθρωπο δεν είμαι καθόλου σίγουρος ότι θα απαντούσα θετικά σε αυτό το ερώτημα. Διότι άμεσα προκύπτουν τουλάχιστον 3 ακόμα ερωτήματα: ποιος και με βάση ποια κριτήρια αποφασίζει έναν τέτοιον αποκλεισμό; Που μπαίνουν τα όρια; Τι συνέπειες θα έχει αυτό; Ο Branko Marcetic, συγγραφέας και συντάκτης στο Jacobin magazine σωστά σημειώνει στον Guardian ότι «η λογοκρισία – αλλά και κάθε είδους καταπίεση – αρχίζει πάντα στοχεύοντας ιδιαίτερα αντιπαθείς ανθρώπους, εκείνους που κανείς δεν θα διαφωνούσε ότι πρέπει να λογοκρίνουν. Αλλά μόλις τεθεί προηγούμενο, αναπόφευκτα τα όρια του τι θεωρείται αποδεκτό να λογοκριθεί καταλήγουν πάντα να επεκτείνονται.»

Ταυτόχρονα είναι γεγονός ότι όπως τονίζει ο Ben Wizner – συνήγορος του Edward Snowden – αν ο Trump δεν είχε πρόσβαση στα social media και απευθυνόταν στο κοινό μόνο μέσω των – φιλτραρισμένων από συμβούλους και υπηρεσίες – επίσημων λογαριασμών του λευκού οίκου θα γνωρίζαμε πολύ λιγότερο το ποιος πραγματικά είναι.

Παρόλα αυτά διαβάζω με ενδιαφέρον το επιχείρημα της Joan Donovan, κοινωνιολόγου στο Harvard Kennedy School, ότι «τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης παρέχουν σε όλους και σε όλες την υποδομή για να απευθυνθούν δυνητικά σε εκατομμύρια ανθρώπους με τη μία και ότι όταν αυτή η δυνατότητα χρησιμοποιείται από ανθρώπους με τεράστια πολιτική δύναμη [για την ανατροπή των εκλογών], τότε είναι καταπίεση».

Το ερώτημα είναι σύνθετο για να απαντηθεί σε λίγες γραμμές. Όμως η Αριστερά οφείλει να συζητήσει σοβαρά για το ποιος ελέγχει το τι βλέπουμε στα social media. Η Δεξιά ήδη το κάνει και οι σκοποί της δεν είναι άγιοι…

Ευκλείδης Τσακαλώτος

Πηγή: TVXS