9/2/2020 Παρακολουθώντας τη διένεξη μεταξύ Γεωργιάδη και Κατρίνη στην εκπομπή του Γιώργου Αυτιά με αφορμή την κριτική που άσκησε ο δεύτερος για την κατάργηση της προστασίας της πρώτης κατοικίας, κρατάω την εξής φράση του κυρίου Γεωργιάδη: «…Εγώ κάθε φορά που στη Βουλή θα μου μιλάτε απρεπώς θα δείχνω το χαρτί του διορισμού σας από εμένα. Από εμένα από εδώ και εμπρός να ξέρετε θα μιλάτε πολιτικά και με σεβασμό…»
Σε ελεύθερη μετάφραση: «Εγώ είμαι φυσικά ανώτερος σου αφού εγώ σε διόρισα και εσύ οφείλεις να συμφωνείς απολύτως μαζί μου στο διηνεκές, και οποιαδήποτε απόκλιση από τις θέσεις μου σημαίνει απρέπεια και έλλειψη σεβασμού. Δεν έχει καμία σημασία το θέμα για το οποίο συζητάμε ή τα επιχειρήματα που διαθέτεις, το μόνο σχετικό με τη συζήτηση είναι η σχέση εξουσίας μεταξύ μας, όπως την αντιλαμβάνομαι εγώ».
Τα λεγόμενα του κυρίου Γεωργιάδη κλείνουν μέσα τους όλο το δημοκρατικό πνεύμα που διακατέχει τη ΝΔ.
10/2/20
Δευτέρα διαβάζω για τα αποτελέσματα των Ιρλανδικών εκλογών και την εντυπωσιακή άνοδο του Sinn Fein, από 14% (2016) σε 24% των πρώτων προτιμήσεων.
Το δεξιό κόμμα Fina Gael, που κυβερνάει για εννιά χρόνια, δεν έπεισε. Το αφήγημα του πρωθυπουργού Leo Varadkar ότι είναι σε θέση να διαχειριστεί τη διαπραγμάτευση μετά το Brexit φάνηκε εκτός τόπου και χρόνου. Το exit poll την ημέρα των εκλογών ανέδειξε ότι μόνο 1% το θεωρούσαν το πιο σημαντικό ζήτημα που επηρέασε την ψήφο τους. Το exit poll είχε και ένα άλλο ενδιαφέρον εύρημα. Παρά το γεγονός ότι η οικονομία είχε ανάπτυξη 6% το 2019, η ανεργία είναι κοντά στο 5%, και το δημόσιο χρέος προσεγγίζει το 50% του ΑΕΠ, πάνω από δύο τρίτα των ερωτηθέντων απάντησαν ότι δεν αισθάνονται αυτή τη βελτίωση.
Αυτό το εύρημα έχει πολλαπλά μηνύματα για τα κόμματα της δεξιάς στην Ευρώπη. Δεν είναι θέμα μόνο ρυθμού ανάπτυξης, αλλά πως αντιμετωπίζει κανείς το κοινωνικό ζήτημα με την οποία ανάπτυξη. Στη χώρα μας ούτε η υπόσχεση του 4%, που έτσι κι αλλιώς δε φαίνεται ακριβώς προ των πυλών, δεν αρκεί για να δημιουργήσει τις συνθήκες για να καλυτερέψει τη ζωή, έστω την προσδοκία για καλύτερες μέρες στο μέλλον, σε σημαντικά τμήματα του πληθυσμού.
Με λίγα λόγια, ούτε στην Ελλάδα, ούτε στην υπόλοιπη Ευρώπη προκύπτει ότι δεξιές, ακόμα και κεντρώες, λύσεις μπορούν να αντιμετωπίσουν το κοινωνικό ζήτημα. Έχουμε, δηλαδή, σχεδόν παντού την επιστροφή έντονων ταξικών αντιθέσεων και της διαχωριστικής γραμμής Αριστεράς – Δεξιάς.
11/2/20
Στην ΠΓ για το τον απολογισμό που συνέταξαν ο Γιάννης Δραγασάκης, ο Αριστείδης Μπαλτάς και ο Θοδωρής Δρίτσας. Καιρό είχα να αισθανθώ τόσο περήφανος για ένα κείμενο του κόμματος μου. Ίσως η τελευταία φορά ήταν στο προγραμματικό συνέδριο το 2009 όπου ο τότε Συνασπισμός έκανε μια σοβαρή δουλειά πάνω στην ιδέα της οικονομίας των αναγκών ως συμβολή στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ. Ότι η τότε ανανεωτική πτέρυγα το θεώρησε την αρχή του τέλους του Συνασπισμού ήταν για μένα ένδειξη ότι ήμασταν σε καλό δρόμο.
Δεν μπορώ να σκεφτώ τέτοιο κείμενο απολογισμού παγκοσμίως που ένα κόμμα κάνει μια τέτοια αποτύπωση για μια τόσο συγκλονιστική εμπειρία. Ούτε το Εργατικό Κόμμα στη Βρετανία ούτε το γαλλικό ΚΚ και σοσιαλιστικό κόμμα στην Γαλλία μετά την εμπειρία του «Κοινού Προγράμματος της Αριστεράς» τόλμησαν ένα παρόμοιο εγχείρημα. Κάποιοι μπορεί να το ήθελαν πιο κριτικό, άλλοι να το ήθελαν πιο στρογγυλεμένο. Τέτοια σχόλια αποτελούν τα δένδρα, το δάσος είναι η ύπαρξη ενός τόσο σοβαρού κειμένου, που επιτρέπει μια συγκροτημένη συζήτηση για τις επιτυχίες και τα λάθη μας (και στην αντιπολίτευση και στην κυβέρνηση) και αποτελεί αναγκαία γέφυρα για την προγραμματική μας δουλειά προς το συνέδριο του Μαΐου και άρα για το μέλλον.
13/2/20
Ο Γιάνης Βαρουφάκης αντιδρά στο κείμενο απολογισμού. Αυτή η απόλυτη ανάγκη αυτοεπιβεβαίωσης. Ισχυριζόμενος ότι υιοθετούμε τα επιχειρήματα των πιστωτών και των θεσμών, το μόνο λάθος που αναγνωρίζει είναι ότι εμπιστεύτηκε εμάς τους Συριζαίους – παλιά αριστερή αρρώστια όπου όλες οι αποτυχίες μπορούν να εξηγηθούν από κάποια προδοσία της ηγεσίας.
Επίσης μας λέει ότι δεν μπορέσαμε να τα βρούμε με τους Ντράγκι και Μέρκελ που ήταν οι μόνοι σοβαροί άνθρωποι. Βέβαια τότε μας έλεγε ότι οι σοβαροί ήταν οι Λαγκάρντ και ο Σόιμπλε. Ας είναι. Το σοβαρό είναι ότι ακόμα δεν έχει καταλάβει την συνθετότητα της διαπραγμάτευσης, τη σημασία των πολλών επιπέδων, από τα τεχνικά κλιμάκια μέχρι τους πολιτικούς ηγέτες, τη πολυπλοκότητα και των εσωτερικών αντιφάσεων των θεσμών. Μια μεγάλη συμφωνία – a Grand Deal – ανάμεσα στον ίδιο – άντε και μαζί με τον Αλέξη – με τη Μέρκελ και τον Ντράγκι θα έφτανε να κόψει το γόρδιο δεσμό. Η διαπραγμάτευση ως σπαγγέτι γουέστερν.
16/2/20
Στην Κεντρική Επιτροπή επιβεβαιώνεται η αίσθηση μου ότι το εξαιρετικό κείμενο του απολογισμού θα αποτελέσει τη βάση για μια συγκροτημένη συζήτηση για το τι κάναμε καλά, και τι όχι, και μια γέφυρα για την συνεδριακή διαδικασία που έχουμε μπροστά μας.
Επανέρχεται από τον πρόεδρο και από άλλους και άλλες το θέμα «άλλο η κυβέρνηση άλλο η εξουσία» Ο Αλέξης προειδοποιεί ότι στη Δεύτερη Φορά Αριστερά θα πρέπει να έχουμε πιο ενεργητική στάση ενάντια σε διάφορους θεσμούς του κράτους από ελεγκτικούς μέχρι «ανεξάρτητες» αρχές. Σωστά τα λέει. Από την άλλη η στάση της αριστεράς σε αυτά τα θέματα δεν μπορεί να είναι η ίδια με αυτή της ΝΔ. Εμείς χρειαζόμαστε και πυγμή και συναίνεση όπως έχουμε μάθει από τον Γκράμσι και άλλους μαρξιστές θεωρητικούς του κράτους. Κατανοούμε ότι η κρατική εξουσία δεν είναι μόνο θέμα προσώπων, με διαφορετικές αντιλήψεις από τις δικές μας, αλλά πρωτίστως ένα σύμπλεγμα σχέσεων εξουσίας και συσχετισμών δυνάμεων. Σε αυτό το συσχετισμό παίζει ρόλο και η ιδεολογία. Από τη μεταπολίτευση και μετά διάφορες κυβερνήσεις προσπαθήσανε ανεπιτυχώς να παρακάμψουν την δημόσια διοίκηση. Το τελευταίο παράδειγμα βέβαια είναι το επιτελικό κράτος του Κυριάκου Μητσοτάκη που ήδη δείχνει την αδυναμία του να λύσει δύσκολα ζητήματα. Εμείς ούτε πρέπει, ούτε μπορούμε να παρακάμψουμε την δημόσια διοίκηση και άρα πρέπει να μπορέσουμε να δημιουργήσουμε συναινέσεις.
Συγχρόνως, στην Πρώτη Φορά Αριστερά δεν είχαμε την τεχνογνωσία για την διοικητική διαχείριση του κράτους και των θεσμών του. Τώρα πια έχουμε εμπειρία αλλά ακόμα χρειάζεται πολύ συζήτηση και στο επίπεδο της τεχνογνωσίας και στο επίπεδο των πολιτικών αποφάσεων για τις προτεραιότητές μας σε αυτό το θέμα. Και για το θεμιτό και για το εφικτό.
Με αλλά λόγια η αριστερά δεν μπορεί να είναι στην λογική «θα βάλω τους δικούς μου» και θα κάνω το κράτος λάφυρο, αλλά στην λογική της θωράκισης του απέναντι σε όποιον το επιχειρεί και στην δημιουργία της αίσθησης της προσφοράς ανάμεσα στους δημόσιους υπαλλήλους και λειτουργούς. Δύσκολη υπόθεση, σε ένα στημένο από τον αντίπαλο γήπεδο. Αλλά αυτή δεν ήταν πάντα και η θέση της αριστεράς;
18/2/20
Ο κινηματογράφος έχει μεγάλη παράδοση στο να σχολιάζει καυστικά τη δημοσιογραφία και τα ΜΜΕ γενικότερα. Τρία έργα ξεχωρίζουν κατά τη δίκη μου άποψη.
Το πρώτο είναι το Ace in the Hole του Billy Wilder (Το τελευταίο Ατού) με τον Kirk Douglas, που πέθανε πρόσφατα, και που παίζει ένα ξεπεσμένο δημοσιογράφο που θέλει να επανέλθει, ο οποίος εκμεταλλεύεται αδίστακτα μια περιπέτεια ανθρώπου παγιδευμένο σε μια σπηλιά.
Το δεύτερο είναι το Sweet Smell of Success (Σκοτεινοί Δολοφόνοι) του Alexander Mackendrick, όπου ο Burt Lancaster υποδύεται έναν παντοδύναμο δημοσιογράφο κοινωνικού σχολιασμού, κουτσομπολιό για να τα λέμε τα πράγματα με το όνομα τους, που έχει τη δύναμη ανεβάζει αλλά και καταστρέφει άτομα κατά το δοκούν.
Το τρίτο είναι του Volker Schlondorff, Η χαμένη τιμή της Κατερίνας Μπλούμ, από το ομώνυμο βιβλίο του Heinrich Boll, που δείχνει τι μπορεί να τραβήξει μια αθώα γυναίκα στα χέρια των ΜΜΕ. Για να λέμε την αλήθεια και στις τρεις περιπτώσεις το κοινό παίζει ενεργό ρόλο στη χυδαιότητα.
Αλλά, όπως λένε, fact is stranger than fiction, και ακόμα πιο βάναυσο, όπως αποδεικνύει η πρόσφατη ιστορία με το βρέφος από την Συρία όπου τα ΜΜΕ πάτησαν πάνω στα χαμηλότερα ένστικτα της ελληνικής κοινωνίας. Ένα παιδί πεθαίνει από μια εκ γενετής πάθηση, ένας ιατροδικαστής βασίζεται σε ενδείξεις, και αμέσως τα ΜΜΕ και μέρος του κοινού έχουν το επόμενο θέμα τους. «Βιάζουν τα ίδια τα παιδιά τους», «Απειλούν τον πολιτισμό μας», «Τους ξέραμε, είναι βάρβαροι».
Φυσικά, όταν αποδεικνύεται ότι κανένας βιασμός δεν συνέβη, τα ΜΜΕ και οι ασταμάτητοι πολεμιστές του διαδικτύου, δεν ζήτησαν ούτε ένα συγνώμη στους ανθρώπους που πενθώντες διαπομπευτήκαν άδικα. Απάνθρωπο και θλιβερό. Λες και ο πόνος αυτών των ανθρώπων δεν ήταν αρκετός. Το πρώτο βήμα για μια πιο αλληλέγγυα στάση είναι ο σεβασμός μπροστά στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια.
Ευκλείδης Τσακαλώτος
Πηγή: TVXS