Γιορτάζει σήμερα η Θεσσαλονίκη, για τέταρτη φορά με τη βούλα και την υπογραφή του επίσημου κράτους, Π.Δ. 50/9-5-2016 της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, την επέτειο της «απολύτρωσής» της από τα ναζιστικά στρατεύματα κατοχής, πριν από 77 χρόνια, στις 30 Οκτωβρίου 1944. Τη μέρα που θα έπρεπε να ενώνει τους Θεσσαλονικείς, το μετεμφυλιακό κράτος και οι «εθνικόφρονες» ταγοί της πόλης την έριξαν στη λησμονιά ως «μη εθνικώς ορθή», παρά τον κατά καιρούς εορτασμό της από τους προοδευτικούς δημάρχους του κεντρικού και των γύρω δήμων.
Οι ναζί δεν παρέδωσαν αμαχητί τη Θεσσαλονίκη ούτε ο ΕΛΑΣ έκανε «στρατιωτικό περίπατο», όπως ισχυρίζονται οι άσπονδοι εχθροί του. Ο επιτελάρχης της 11ης Μεραρχίας Θανάσης Παπαθανασίου αναφέρει:
«Η απελευθέρωση της πόλης δεν ήταν κάτι που έγινε ως εκ θαύματος. Ήταν το αποτέλεσμα σκληρών συγκρούσεων ανάμεσα στον ΕΛΑΣ και στις άλλες εθνικοαπελευθερωτικές οργανώσεις εναντίον των Γερμανών, οι οποίοι ήταν ασύγκριτα αριθμητικά υπέρτεροι και άριστα εξοπλισμένοι, και των συνεργατών τους… Έτσι λοιπόν ο ΕΛΑΣ αντιμετώπιζε όχι μόνο τις εχθρικές δυνάμεις, αλλά και όλες τις άλλες δυνάμεις οι οποίες ήταν σημαντικές και οι οποίες δρούσαν κατά έναν τρόπο πιο έμπειρο απ΄ ό,τι οι Γερμανοί, διότι γνώριζαν πρόσωπα και πράγματα, τόπους κ.λπ.».
Το «θαύμα» προετοιμάστηκε από τις αρχές του Σεπτεμβρίου. Ήδη στις 2-9-44 ο Μάρκος Καλαμπαλίκης, διοικητής των δυνάμεων του ΕΛΑΣ, τόνιζε: «Πρέπει να κατανοηθή ότι δίδομε πρωταρχική σημασία στην κατάληψη της Θεσσαλονίκης».
Το ίδιο κατηγορηματικός ήταν και ο αρχηγός του ΕΛΑΣ Στ. Σαράφης μια εβδομάδα αργότερα, στις 9-9-44: «Κύριος όγκος δυνάμεων Ομάδος Μεραρχιών Μακεδονίας δέον προσανατολισθή προς πεδιάδα και πόλιν Θες/νίκης. Μετά τούτο διοίκησις Ομάδος δέον έλθη άμεσον επαφήν με διοίκησιν ΕΛΑΣ Πόλεως Θεσ/νίκης δια κατάστρωσιν από κοινού σχεδίου καταλήψεως πόλεως ταύτης».
Από τις πρώτες μέρες του Οκτωβρίου τμήματα αυτών των μονάδων και ο εφεδρικός ΕΛΑΣ είχαν επιδοθεί σε πόλεμο φθοράς κατά των κατοχικών δυνάμεων, ενώ παράλληλα καταλάμβαναν καίρια σημεία και προστάτευαν τις υποδομές της πόλης.
Το μεγάλο εμπόδιο για την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης ήταν «ο Δούρειος Ίππος» της συμφωνίας της Καζέρτας (26/9/1944), που απαγόρευε στον ΕΛΑΣ να μπει στη μαρτυρική, «ανυπότακτη πόλη»:
«Με ερμηνείες και παρερμηνείες της Καζέρτας, Βρετανοί και Κυβέρνησις εκδηλώνουν την επιθυμία να μην εισέλθει ο ΕΛΑΣ στη Θεσσαλονίκη. Και απόφασι να μην καταλάβη την περιοχή μεταξύ των ποταμών Αξιού και Στρυμόνος. Δεν θα γίνη ούτε το δεύτερο και πολύ περισσότερο το πρώτο.
Δεν ενδίδει εύκολα ο Μπακιρτζής (μαζί με τον Μάρκο Βαφειάδη και τον στρατηγό Καλαμπαλίκη ήταν στην ηγεσία της Ομάδας Μεραρχιών Μακεδονίας του ΕΛΑΣ) σε τέτοιες υποδείξεις. Παρουσιάζεται πιο άκαμπτος από τους άλλους ηγέτες του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ… Έτσι με πρωτοβουλίες της ΟΜΜ και παρά τη σχετική αβουλία του Γενικού (Στρατηγείου):
-Θα διαλυθούν όλες οι ελπίδες των εξωεαμικών και των αντιεαμικών για την παραμονή του ΕΛΑΣ έξω και μακρυά από τη Θεσσαλονίκη.
-Θα διαλυθούν, όμως, και όλοι οι φόβοι τους για αιματηρή εισβολή. Αναίμακτος γίνεται και της Συμπρωτεύουσας η απελευθέρωσις…» (Φ.Ν. Γρηγοριάδη «Βρετανοί, το αντάρτικο, απελευθέρωσις» τ. 8, εκδ. Νεόκοσμος, Αθήνα 1974):
Οι κατοχικές δυνάμεις, πριν υποχωρήσουν από την πόλη, ναρκοθετούν τις ζωτικές υποδομές της για να παραλύσουν τη ζωή της. Ανατινάζουν τον λιμενοβραχίονα και επιχειρούν να ανατινάξουν το κεντρικό υδραγωγείο της πόλης, στην περιοχή της Παναγίας Φανερωμένης, και την Ηλεκτρική Εταιρεία στην οδό Αγίου Δημητρίου. Όμως τμήμα του 13ου Συντάγματος τους τρέπει σε φυγή, ενώ λόχος του εφεδρικού ΕΛΑΣ μυλεργατών γλιτώνει από την ανατίναξη τους αλευρόμυλους Αλλατίνι.
Γεμάτη ενθουσιασμό είναι η μαρτυρία του ΕΛΑΣίτη Γιάννη Πατσακίδη, που πολέμησε για την απελευθέρωση της πόλης:
«Οι απελευθερωτικές δυνάμεις παραλάμβαναν τις συνοικίες και το κέντρο της πόλης, ενώ παντού ξεχύνονταν κόσμος χαρούμενος, ευτυχισμένος. Μας σκέπαζαν με λουλούδια, μας γέμιζαν με τρόφιμα και φρούτα… Οι δρόμοι της αγοράς πλημμύρισαν από κόσμο. Ένα αυθόρμητο πανηγύρι που δεν περιγράφεται με λόγια».
ΕΛΑΣ και ΕΑΜ εκδίωξαν τους κατακτητές και ματαίωσαν τα σχέδια των ταγματασφαλιτών που είχαν λάβει εντολή από τον Αθ. Χρυσοχόου, Γενικό Διοικητή Μακεδονίας, «να σπεύσωσι προς απελευθέρωσιν της πόλεως από την κομμουνιστικήν τυραννίαν»(!). Προχώρησαν στην ανασυγκρότησή της και την παρέδωσαν μετά τη Βάρκιζα στις «νόμιμες αρχές». Πρόκειται για μια έμπρακτη απάντηση σε όσους κινδυνολογούσαν -και εξακολουθούν να κινδυνολογούν- για την περίπτωση που οι ΕΛΑΣίτες θα απελευθέρωναν την Αθήνα, γλιτώνοντάς την από τη σφαγή των Δεκεμβριανών.
Συμφωνώντας με τη διαπίστωση του Μ. Χαραλαμπίδη (Τι θυμόμαστε από το παρελθόν μας και πώς το γιορτάζουμε;, Η ΑΥΓΗ 27/10/2019) ότι «οι αναφορές στα ιστορικά γεγονότα δεν γίνονται με χειρουργικές τομές», θα τόνιζα μαζί του πως: «Αν θέλουμε να κατανοήσουμε το παρελθόν, να γιορτάσουμε και να τιμήσουμε ουσιαστικά τη μνήμη των ανθρώπων που έδωσαν τη ζωή τους στον αγώνα ενάντια στον φασισμό, πρέπει να δούμε την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου – και της 30ης Οκτωβρίου 1944 θα συμπλήρωνα – μέσα από τις ρήξεις και τις συνέχειες σε εθνικό και διεθνές πλαίσιο. Η επιστημονική έρευνα μας έχει δώσει πλούσιο υλικό. Λείπει όμως η διάδοσή του στο ευρύ κοινό και οι εθνικές επέτειοι είναι μια πολύ καλή ευκαιρία για να το πράξουμε αυτό εμπλουτίζοντας τον επίσημο λόγο με τα ευρήματα της επιστημονικής έρευνας.»
Προπαντός «να αλλάξει η διδασκαλία της Ιστορίας, έτσι ώστε να μπορούν οι μαθητές-τριες να διαχειρίζονται θέματα συγκρουσιακά, τραυματικά και επίμαχα. Τα συγκρουσιακά θέματα πρέπει να συμπεριληφθούν στη διδασκαλία του μαθήματος της ιστορίας, λόγω της χρησιμότητάς τους στη διαμόρφωση των μελλοντικών πολιτών που καλούνται να ζήσουν σε έναν πολύπλοκο κόσμο. Η διδασκαλία της Ιστορίας στην Ελλάδα πρέπει, λοιπόν, να σταματήσει να χαρακτηρίζεται από εθνοκεντρικά και μονολιθικά στοιχεία που υπηρετούν την κυρίαρχη ιδεολογία και αποσκοπούν στη λεγόμενη εθνοπολιτισμική ομοιογένεια και να συνδεθεί με τη δημοκρατική εκπαίδευση και την πολιτική αγωγή», όπως σωστά προτείνει η Ξένια Ελευθερίου στο βιβλίο της «Η δημόσια ιστορία ως συγκρουσιακό θέμα», εκδ. ΝΕΦΕΛΗ, 2019.
Ο Τριαντάφυλλος Μηταφίδης είναι πρ. βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Θεσσαλονίκης