Macro

Θέμης Αχτσιόγλου: Δυο-τρία απλά πράγματα για το κόμμα

Ας μιλήσουμε λοιπόν για «το κόμμα που μας έλαχε», όπως έλεγε ο Άγγελος Ελεφάντης για τον τότε Συνασπισμό. Τι κόμμα είμαστε; Τι κόμμα θέλουμε; Τι κόμμα χρειαζόμαστε; Ας μιλήσουμε για τον ΣΥΡΙΖΑ, όχι θεωρητικά και αφηρημένα, αλλά πρακτικά και συγκεκριμένα. Τα περιστατικά, στα οποία γίνεται ενδεικτική αναφορά παρακάτω, είναι αληθινά.

Στην πόλη που ζω, μια πόλη της Βόρειας Ελλάδας, υπάρχουν δύο εγκαταλειμμένα στρατόπεδα, που καταλαμβάνουν μια πολύ μεγάλη έκταση και ανήκουν στο Ταμείο Εθνικής Άμυνας. Η δημοτική Αρχή ήρθε σε συμφωνία με το Ταμείο για την πολεοδόμηση και αξιοποίηση των δύο στρατοπέδων. Τι σημαίνει αξιοποίηση; Σίγουρα τσιμεντοποίηση ενός πολύ μεγάλου μέρους της συγκεκριμένης έκτασης. Μια ομάδα πολιτών έχει κινητοποιηθεί αντιδρώντας στη συμφωνία και επιδιώκοντας ο χώρος να γίνει πάρκο, ένας πνεύμονας πρασίνου για την πόλη. Μας ρωτούν: «Εσείς στον ΣΥΡΙΖΑ τι λέτε; Τι θα κάνετε, αν γίνετε κυβέρνηση;». Αμηχανία και σιωπή. Χρειαζόμαστε λοιπόν πρώτα-πρώτα ένα κόμμα με επεξεργασμένες θέσεις και προτάσεις για κάθε μεγάλο και μικρό ζήτημα που απασχολεί την κοινωνία. Θέσεις και προτάσεις ενός κόμματος της ανανεωτικής και ριζοσπαστικής Αριστεράς.

Την εποχή της «Συμφωνίας των Πρεσπών», στην πόλη μου, όπως και σε άλλες πόλεις της Βόρειας Ελλάδας, έγινε ένα μεγάλο συλλαλητήριο. Φυσικά εναντίον της Συμφωνίας. Το οργάνωσαν ο Δήμος, η Εκκλησία, τοπικοί φορείς και 85 περίπου πολιτιστικοί Σύλλογοι. Το κόμμα μας δεν είχε καμιά απολύτως επιρροή σε κανέναν από τους διοργανωτές, ώστε να ακουστεί και η διαφορετική άποψη. Πλήρης η ιδεολογική ηγεμονία της Δεξιάς. Αν η κατάσταση αυτή συνεχιστεί, ακόμη και αν κερδηθούν οι επόμενες εκλογές, τα πράγματα θα είναι εξαιρετικά δύσκολα για την κυβέρνηση της Αριστεράς, με δεδομένο τον πόλεμο που θα δεχθεί. Χρειαζόμαστε, επομένως, ένα κόμμα «γειωμένο στην κοινωνία», με τους ανθρώπους του να βρίσκονται παντού: στα εργατικά σωματεία, στους αγροτικούς συνεταιρισμούς, στους επιστημονικούς και πολιτιστικούς συλλόγους, στα επιμελητήρια και τους συλλόγους γονέων, στην Αυτοδιοίκηση.

Στην Οργάνωση Μελών του Δήμου μας είναι γραμμένα πάνω από 500 μέλη (το πώς γίνεται βέβαια να υπάρχει οργάνωση με τόσο μεγάλο αριθμό μελών, είναι άλλο θέμα). Οι αθρόες εγγραφές, -ας το ομολογήσουμε,- οφείλονται κυρίως στην κινητοποίηση των γραφείων νυν, πρώην και επίδοξων βουλευτών/τριών, με προφανείς σκοπούς. Στις προηγούμενες εκλογές για τη Νομαρχιακή Επιτροπή και το Συντονιστικό της Ο.Μ. όπως και στις τωρινές εκλογές για τους/τις αντιπροσώπους στο Συνέδριο ψήφισε ένας πολύ μεγάλος αριθμός μελών (τώρα πάνω από 300 και προηγουμένως ακόμη περισσότεροι/ες). Στις προσυνεδριακές συνελεύσεις πήραν μέρος από 15 μέχρι 30 άτομα, δηλαδή λιγότεροι από τους/τις 45 συνέδρους που τελικά εκλέχθηκαν, από τους οποίους/ες πολλοί/ές δεν συμμετείχαν καν στις προσυνεδριακές διαδικασίες. Αυτό όμως που οι ανάγκες απαιτούν δεν είναι ένα κόμμα – εκλογικός μηχανισμός, ένα κόμμα παραγόντων και ψηφοφόρων μιας χρήσης, αλλά ένα κόμμα ενεργών μελών.

Σε Συνελεύσεις της Ο.Μ. έχουν ακουστεί κατά καιρούς από μέλη, προερχόμενα κυρίως από τη «διεύρυνση», καλοπροαίρετους κατά τα άλλα ανθρώπους, κάποιες περίεργες -τουλάχιστον- απόψεις. Από το ότι π.χ. το κόμμα πρέπει να λειτουργεί ρουσφετολογικά, αν θέλει να κερδίσει τις εκλογές, μέχρι το ότι στα Πανεπιστήμια δεν χρειάζεται μόνο αστυνομία, αλλά και περίφραξη. Προφανώς η διεύρυνση είναι απαραίτητη, προφανώς ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να είναι ένα ανοιχτό κόμμα σε όλους και όλες, που ξεκινώντας από διαφορετικές πολιτικές παραδόσεις και ιδεολογικές αφετηρίες θέλουν να γίνουν μέλη του. Έχει όμως υποχρέωση να παίξει και έναν εκπαιδευτικό ρόλο απέναντι σε όλους αυτούς τους ανθρώπους, να κάνει σαφές σε ποιο κόμμα εντάσσονται και ποιες αρχές και αξίες είναι αδιαπραγμάτευτες.

Σε κάποιες προηγούμενες εκλογές, η τότε Ο.Μ. της πόλης, με πολύ λιγότερα μέλη από σήμερα, αλλά και με σαφώς καλύτερη και πιο πολιτική λειτουργία, μετά από αναλυτική συζήτηση σε συνέλευση κατέληξε σε ένα κείμενο, που απευθύνθηκε στην τότε Κεντρική Επιτροπή και τον τότε Γραμματέα του κόμματος (εσωκομματικό κείμενο, που δεν δόθηκε στη δημοσιότητα), με το οποίο ζητούσε να μη συμπεριληφθεί στο ψηφοδέλτιο του νομού, για συγκεκριμένους πολιτικούς λόγους, βουλευτής/τρια προερχόμενος/η από άλλο κόμμα. Δεν ισχυρίζομαι πως η άποψη της Οργάνωσης ήταν a priori ορθή. Προφανώς η ηγεσία του κόμματος εκτίμησε πως υπήρχαν άλλοι σοβαροί λόγοι που επέβαλαν τη συγκεκριμένη υποψηφιότητα. Όφειλε όμως να απαντήσει στην επιστολή της Ο.Μ. και να εξηγήσει την απόφασή της. Τέτοια απάντηση δεν υπήρξε ποτέ. Θέλουμε, επομένως, ένα κόμμα, στο οποίο η ηγεσία θα διαλέγεται (τουλάχιστον) με τη βάση.

Χρειάστηκαν επανειλημμένες εκκλήσεις του Προεδρείου στο Συνέδριο, για να βρεθούν μέλη που θα στελέχωναν τις εφορευτικές επιτροπές για τις ψηφοφορίες. Από την άλλη, εκατοντάδες ήταν οι υποψηφιότητες για τη νέα Κεντρική Επιτροπή. (Διάβαζα προχθές στο βιβλίο «Μπάμπης Δρακόπουλος, ένας δημοκρατικός ηγέτης της Αριστεράς», ότι ο Δρακόπουλος, με τη στέρεη μαρξιστική -και όχι μόνο- παιδεία, με συμμετοχή στους συλλογικούς αγώνες, με δράση στο νεολαιίστικο κίνημα, με πολύχρονη κομματική δουλειά, εκλέχθηκε στην Κ.Ε. του ΚΚΕ, έχοντας στην πλάτη του πολλά χρόνια εξορίας, παρανομίας και φυλάκισης και μια καταδίκη σε θάνατο. Κλείνει η παρένθεση, χωρίς σχόλιο). Φαίνεται λοιπόν πως υπάρχει μια υποτίμηση από τα μέλη του κόμματος για την καθημερινή πρακτική δουλειά. Ίσως γι’ αυτό τα οργανωμένα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ στην πόλη μου έχουν ελάχιστη συμμετοχή στα εργατικά σωματεία, στους αγροτικούς και πολιτιστικούς συλλόγους, στις κινήσεις πολιτών για το περιβάλλον και την αλληλεγγύη στους πρόσφυγες. Αυτό που χρειαζόμαστε όμως είναι ένα κόμμα εργατριών μελισσών και όχι βασιλισσών (πολύ δε περισσότερο κηφήνων).

Γίναμε μάρτυρες στο Συνέδριο της τραμπούκικης συμπεριφοράς συνέδρου προς τον Θοδωρή Δρίτσα, όπου, κατά τα άλλα, (όπως άλλωστε και στις οργανώσεις μας), περίσσεψαν οι προσφωνήσεις «συντρόφισσες και σύντροφοι». Τέτοιου είδους πρακτικές είναι συχνές το τελευταίο διάστημα (τουλάχιστον στις Ο.Μ. του νομού που γνωρίζω): ιδιοκτησιακές αντιλήψεις για το κόμμα, περιφρόνηση και απαξίωση μελών, προσπάθειες αποκλεισμού τους, φατριαστικές λογικές, προσωπικές επιθέσεις, υβριστικές και χυδαίες εκφράσεις, λεκτική βία, διαβολές, ξεκαθάρισμα λογαριασμών κ.λπ.. Αν όμως ο πολιτικός μας φορέας αποτελεί το πρόπλασμα της καινούργιας κοινωνίας που θέλουμε να οικοδομήσουμε, μιας κοινωνίας, ελευθερίας, ισότητας, δημοκρατίας και δικαιοσύνης, τέτοιες συμπεριφορές δεν έχουν καμιά θέση ανάμεσά μας. Θέλουμε συνεπώς ένα κόμμα, στο οποίο, ανεξάρτητα από τις επιμέρους διαφορετικές απόψεις (που δεν θα πρέπει απλώς να είναι ανεκτές ή σεβαστές, αλλά να θεωρούνται πλούτος), θα κυριαρχεί η συντροφικότητα, η αλληλεγγύη και η ψυχική ενότητα των μελών.

Θέμης Αχτσιόγλου