Macro

Θανάσης Καμπαγιάννης: Προσοχή, δεν είναι σύνθημα: Μητσοτάκης – Ερντογάν, ίδιος μηχανισμός εκτροπής

Στην πολιτική, η ένταση των επιχειρημάτων μπορεί πολλές φορές να οδηγήσει σε υπερβολές χάριν έμφασης. Τους τελευταίους μήνες, οι συγκρίσεις της πολιτικής του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον αυταρχισμό του Ταγίπ Ερντογάν εμφανίζονται όλο και πιο συχνά στον δημόσιο λόγο.

Ο αντισυνταγματικός νόμος Χρυσοχοΐδη για τις διαδηλώσεις ήταν σίγουρα ένα πρώτο, μεγάλο καμπανάκι. Με τη νομοθέτηση της πανεπιστημιακής αστυνομίας, οι αναλογίες με τη γείτονα, σε μια περίοδο μαζικών κινητοποιήσεων στα Πανεπιστήμια και των δύο χωρών, γίνανε ακόμα πιο ισχυρές και ξεπέρασαν πλέον το στάδιο τυχόν «υπερβολών» (βλ. Δ. Χριστόπουλος, «Η Ελληνική Αστυνομία στο πανεπιστήμιο: Μια γλυκιά τουρκική συνταγή», Lifo, 3/2/2021). Ο χειρισμός, ωστόσο, της απεργίας πείνας του κρατούμενου Δ. Κουφοντίνα είναι το πραγματικό σημείο καμπής.

Τα πράγματα είναι δυστυχώς πιο ανησυχητικά από την αυτονόητη αλήθεια, ότι η Ελληνική Δημοκρατία κινδυνεύει να βρεθεί άμεσα ανάμεσα στις χώρες στις οποίες πεθαίνουν απεργοί πείνας και μάλιστα κρατούμενοι, κάτι που συστηματικά συμβαίνει στην Τουρκία. Η διολίσθηση της κυβέρνησης Μητσοτάκη στον ωμό αυταρχισμό ακολουθεί το ίδιο μοτίβο με την πορεία της γειτονικής μας χώρας.

Πέρα από τα αντιτουρκικά και αντιμουσουλμανικά στερεότυπα, ο Ταγίπ Ερντογάν δεν υιοθέτησε το γνωστό αυταρχικό μοντέλο διακυβέρνησης, επειδή είναι «Σουλτάνος». Τουναντίον, στο ξεκίνημα της πολιτικής και πρωθυπουργικής του πορείας φάνταζε ως μετριοπαθής.

Το αποφασιστικό κεφάλαιο στην πολιτική του εξέλιξη ήταν η επίλυση του Κουρδικού. Αν και αρχικά θιασώτης της ειρηνικής επίλυσης και της διαπραγμάτευσης, ο Ερντογάν απομακρύνθηκε σταδιακά από αυτή την προοπτική. Αυτό ήταν το σημείο καμπής. Οποιος πλέον θύμιζε την ανάγκη για ειρηνική επίλυση, κατηγορούνταν για «συνοδοιπόρος των τρομοκρατών του PKK». Ετσι, ξεκίνησαν οι διώξεις δημοσιογράφων που αρθρογραφούσαν για την ειρήνη, πανεπιστημιακών που υπέγραφαν σχετικές εκκλήσεις, δικηγόρων που εκπροσωπούσαν κατηγορούμενους για τρομοκρατία, μέχρι και κομμάτων (όπως το HDP) και εκλεγμένων βουλευτών.

Το όχημα ήταν η «τρομοκρατία» και η μηδενική ανοχή στους «υποστηρικτές» της, όπως πλέον τσουβαλιάζονταν όλοι όσοι στήριζαν μια πολιτική ειρήνης, χωρίς να σχετίζονται με ένοπλες ενέργειες ή τρομοκρατικές επιθέσεις. Η συνέχεια είναι γνωστή.

Τις τελευταίες εβδομάδες, η κυβέρνηση Μητσοτάκη κατρακυλάει ταχύτατα στον ίδιο επικίνδυνο κατήφορο και, μάλιστα, με τον ίδιο ακριβώς μηχανισμό. Μόνο που, κατά το γνωστό ρητό για την επανάληψη της ιστορίας, αν η περίπτωση της γείτονος ήταν τραγωδία, η δική μας είναι φάρσα.

Κι αυτό γιατί ένα επουσιώδες διοικητικό ζήτημα, δηλαδή ο τόπος έκτισης της ποινής ενός καταδικασμένου κρατούμενου για τη δράση μιας οργάνωσης που έχει τελειώσει πολιτικά για την ελληνική κοινωνία εδώ και μια εικοσαετία, μετατράπηκε με ευθύνη της κυβέρνησης σε μείζον πολιτικό ζήτημα.

Τώρα, όποιος στηρίζει την εφαρμογή του νόμου (που ο κρατούμενος αξιώνει, καθώς φωτογραφικά ψηφίστηκε γι’ αυτόν) και όποιος επαναλαμβάνει -όπως ο γράφων- κοινοτοπίες για το κράτος δικαίου, βαφτίζεται «υποστηρικτής της τρομοκρατίας».

Θαρρείς και μια μαύρη τρύπα έχει ανοίξει στο κέντρο του πολιτικού συστήματος και ρουφάει αχόρταγα ελευθερίες και δικαιώματα: οι πανεπιστημιακοί που υπέγραψαν για τον κρατούμενο στοχοποιούνται, οι δικηγόροι βαφτίζονται «συνήγοροι των τρομοκρατών» και νιώθουν στο πετσί τους την «αύρα» της δημοκρατίας, οι διαδηλώσεις που καλούνται για το ζήτημα καταστέλλονται από τα ΜΑΤ χωρίς να έχουν εκδοθεί καν οι τυπικές απαγορεύσεις, οι φωτορεπόρτερ που τις καλύπτουν δέρνονται.

Ταυτόχρονα, η Αστυνομία προαναγγέλλει ποινικές διώξεις κατά των συλλογικοτήτων που τις κάλεσαν, ανάμεσα στις οποίες περιλαμβάνονται και νεολαίες κοινοβουλευτικών κομμάτων…

Δεν είναι αργά για να έρθει η κυβέρνηση στα συγκαλά της και να πατήσει φρένο έστω και την ύστατη ώρα. Σε αντίθεση με την Τουρκία, η δίνη των τελευταίων εβδομάδων, σε μια περίοδο πραγματικών προκλήσεων όπως η οικονομική κρίση και η διαχείριση της πανδημίας, είναι αποτέλεσμα δικής της επιλογής και ιδεοληψίας.

Οι κυνικοί υπολογισμοί, ότι οι δημοσκοπήσεις δίνουν 70% υπέρ των κυβερνητικών χειρισμών, θα πέσουν τραγικά έξω: αν υπάρξει θάνατος, οι ίδιοι που τώρα αδιαφορούν για την τύχη του κρατούμενου, θα τον αντιληφθούν ως μια αυτοδικία της οικογένειας Μητσοτάκη, στο πλαίσιο του γνωστού βασιλικού της προνομίου. Τότε, όμως, θα είναι αργά.

Θανάσης Καμπαγιάννης

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών