Συνεντεύξεις

Τάσος Θεοφίλου: Στη φυλακή δεν βρίσκονται οι πιο επικίνδυνοι άνθρωποι, αλλά οι πιο φτωχοί και αδύναμοι

Η σκληρότερη σκηνή που θυμάμαι είναι όταν κάποιοι ισχυροί κρατούμενοι είχαν βάλει έναν φουκαρά «ρουφιάνο» σε ένα κελί και τον μαστίγωναν. Επικρατούσε μια απόκοσμη και θλιβερή σιωπή στην πτέρυγα όσο για αρκετή ώρα ακούγαμε μόνο τα ουρλιαχτά του.

Το πλαίσιο αυστηροποίησης που οδηγεί ανθρώπους στο να εκτίουν ποινές φυλάκισης ακόμα και για πλημμεληματικού χαρακτήρα αδικήματα είναι το ίδιο που έχει καταργήσει δικαιώματα όπως ολιγοήμερες άδειες στο τέλος της ποινής ή εκπαιδευτικές άδειες και το ίδιο που επιτρέπει να κοιμούνται μαζικά οι κρατούμενοι στο πάτωμα αντί για κρεβάτια

Η φυλακή είναι από τους θεσμούς εκείνους που η κοινωνία κοιτάζει διαρκώς, αλλά σπάνια θέλει πραγματικά να τους δει. Ενα μέρος όπου η περιέργεια συνυπάρχει με τον φόβο, τα στερεότυπα με την άγνοια και η αυστηρότητα με μια εκκωφαντική σιωπή για όσα συμβαίνουν πίσω από τα κάγκελα. Ο εγκλεισμός λειτουργεί ως υπόσχεση ασφάλειας προς τους έξω, την ίδια στιγμή που στο εσωτερικό του συμπυκνώνει ανισότητες και μια διαρκή αναστολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.

Ο Τάσος Θεοφίλου δεν είναι απλώς ένας συγγραφέας που περιγράφει τη φυλακή. Είναι ένας άνθρωπος που έζησε αυτό που περιγράφει. Στο βιβλίο του «Η φυλακή» (Εκδόσεις Αντίποδες), μια σύντομη αλλά καίρια κατάδυση στο εσωτερικό των ελληνικών σωφρονιστικών καταστημάτων, επιχειρεί να ανοίξει το λεγόμενο «μαύρο κουτί» της κοινωνίας, ένα κουτί που η κοινωνική φαντασία γεμίζει ξέχειλα με στερεότυπα.

Η προσωπική του σχέση με τον εγκλεισμό είναι βιωματική, καθώς συνελήφθη το 2012 και παρέμεινε σχεδόν πέντε χρόνια έγκλειστος, καταδικασμένος με βάση ανύπαρκτα στοιχεία, με την υπόθεσή του να αποτελεί ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα δικαστικής πλάνης των τελευταίων δεκαετιών, αφού στο Εφετείο αθωώθηκε ανατρέποντας πλήρως το αφήγημα της ενοχής που είχε επιμελώς χτιστεί σε βάρος του. Ομως μέχρι τότε είχε ήδη βιώσει τον μηχανισμό της ποινικής καταστολής και την πραγματικότητα της ελληνικής φυλακής.

Στο βιβλίο του, ο Τ. Θεοφίλου επιχειρεί να φωτίσει τις πολύπλοκες δομές εξουσίας, τα ταξικά και κοινωνικά φαινόμενα που καθορίζουν τη ζωή εντός και εκτός φυλακών και τους τρόπους με τους οποίους η κοινωνία επιλέγει να αντιλαμβάνεται και να διαχειρίζεται τον εγκλεισμό.

Ο συγγραφέας δεν γράφει για να εξομολογηθεί. Γράφει με την ψυχραιμία του παρατηρητή και αναδεικνύει τις ταξικές διαστρωματώσεις, τις άτυπες ιεραρχίες, την καθημερινή φθορά που προκαλεί η πλήρης απώλεια ελέγχου πάνω στη ζωή, καθώς και την υποκρισία ενός δημόσιου λόγου που μιλά για «ασφάλεια» και «δικαιοσύνη», την ίδια στιγμή που αποδέχεται τον εξευτελισμό και την απανθρωποποίηση ως κανονικότητα.

Στο βιβλίο σου περιγράφεις τη φυλακή ως «μαύρο κουτί» της κοινωνίας. Τι ακριβώς κρύβει αυτό το κουτί και γιατί πιστεύεις ότι η κοινωνία δεν θέλει να το ανοίξει;

Για την ακρίβεια, ο χαρακτηρισμός της φυλακής ως «μαύρο κουτί» έχει γίνει στην εισαγωγή του βιβλίου από τον Χρήστο Κρυστάλλη, ο οποίος επιμελήθηκε και την έκδοση. Σε κάθε περίπτωση αυτό που βρίσκω ενδιαφέρον είναι ότι η κοινωνία έχει μεγάλο ενδιαφέρον για τις φυλακές και αυτό το επιβεβαιώνει κανείς αν τσεκάρει την επισκεψιμότητα των σχετικών εκπομπών, ντοκιμαντέρ κτλ. Η κοινωνία έχει μεγάλο ενδιαφέρον για το τι γίνεται στις φυλακές. Το πρόβλημα ξεκινάει από το περιεχόμενο που βρίσκει όταν ανοίγει αυτό το μαύρο κουτί μέσα από αυτές τις ηθικοπλαστικού τύπου στερεοτυπικές τηλεοπτικές και κινηματογραφικές αναπαραστάσεις.

● Οι ειδήσεις και ο κινηματογράφος συχνά παρουσιάζουν τη φυλακή μέσα από στερεότυπα. Ποιο είναι, κατά τη γνώμη σου, το πιο επικίνδυνο ψέμα που καλλιεργείται;

Πριν απαντήσω για το τι θεωρώ πιο επικίνδυνο ψέμα, θα σχολιάσω τι θεωρώ τραγελαφικά αντιφατικό σε σχέση με τα στερεότυπα που καλλιεργούνται. Η αντεγκληματική ρητορική παρουσιάζει τις φυλακές ως τον τόπο που η ύπαρξή του γίνεται απαραίτητη κυρίως επειδή προστατεύει την κοινωνία από τους βιαστές, κατηγορία αδικήματος στην οποία επικεντρώνει με τέτοια ένταση που θα πίστευε κανείς ότι στη φυλακή οι βιαστές αποτελούν τον κύριο πληθυσμό. Συγχρόνως όταν κάποιος κατηγορείται για τέτοιο αδίκημα, οι θιασώτες του ποινικού λαϊκισμού, παραδοσιακά, πανηγυρίζουν στην αρένα των σόσιαλ μίντια με τη βεβαιότητα ότι καθώς τελικά οι κρατούμενοι είναι φορείς μιας ανώτερης ηθικής και ο άτυπος κώδικας είναι πολύ αυστηρός απέναντι σε τέτοια αδικήματα, ο βιαστής θα κακοπεράσει.

Εχουμε δηλαδή ανθρώπους που στο όνομα της επιβολής του νόμου πανηγυρίζουν στην προοπτική της κατάλυσής του, με την εφαρμογή μοντέλων δικαιοσύνης του όχλου. Αυτομάτως γίνεται και η επίσης αντιφατική παραδοχή ότι τελικά οι φυλακές δεν έχουν ως κύριο σκοπό να μας προστατεύουν από τους βιαστές, αφού αυτοί τελικά δεν αποτελούν τον κύριο πληθυσμό τους αλλά την εξαίρεσή τους.

Πάντως απαντώντας στην ερώτηση, θεωρώ πως το πιο επικίνδυνο ψέμα που καλλιεργείται είναι ότι στη φυλακή βρίσκονται οι πιο επικίνδυνοι ή σκληροί άνθρωποι, ενώ στην πραγματικότητα βρίσκονται οι πιο φτωχοί και οι πιο αδύναμοι.

● Λες πως οι φυλακές λειτουργούν σαν «σχολείο για το έγκλημα». Πώς το βίωσες αυτό και τι σημαίνει στην καθημερινότητα των κρατουμένων;

Η φυλακή δεν είναι σχολείο για το έγκλημα, δεν μαθαίνεις και πολλά πρακτικά πράγματα. Πιο ακριβές είναι να λέγαμε ότι είναι κάτι σαν το LinkedIn της παραβατικής οικονομίας. Ο τόπος που αποκλεισμένοι από τη νόμιμη εργασία άνθρωποι μπορούν να συνδεθούν με άλλους, να διαφημίσουν την επαγγελματική τους πραμάτεια και να αρπάξουν επαγγελματικές ευκαιρίες στο πεδίο της παρανομίας.

● Εζησες τη φυλακή και ως κρατούμενος και αργότερα ως παρατηρητής. Ποια είναι η πιο σκληρή σου ανάμνηση;

Ο Τζακ Αμποτ, νομίζω, στο βιβλίο του «Στην κοιλιά του κτήνους», είχε γράψει ότι στη φυλακή για να επιβιώσεις δεν χρειάζεται να είσαι σκληρός αλλά ανθεκτικός. Θέλω να πω πως δεν είναι οι σκληρές εμπειρίες ο κύριος παράγοντας που κάνει τη φυλακή ένα σκληρό μέρος. Είναι αυτή η ολοήμερη και συνεχής φθορά που προκαλείται στον άνθρωπο από το γεγονός ότι δεν έχει κανέναν απολύτως έλεγχο στη ζωή του ούτε για το πιο απλό πράγμα. Είναι ένας ενήλικας υπό αυστηρή ιδρυματική κηδεμονία. Ενας διαρκής χωρίς σαφές τέλος περιορισμός σε περιορισμένο χώρο, με κανόνες που δεν ορίζει, με ανθρώπους που δεν επιλέγει και με αυστηρά καθορισμένο πρόγραμμα.

Από σκληρές αναμνήσεις που ξεχωρίζω υπάρχει μια γκάμα περιστατικών που ξεκινάει από ανθρώπους που, λόγω αδυναμίας, δέχονταν διαρκή λεκτική και σωματική βία προκειμένου να υποταχθούν στο στάτους του «ταξί», δηλαδή του υπηρέτη, μέχρι λιντσαρίσματα ανθρώπων επειδή χρωστούσαν λεφτά ή επειδή είχαν καταγγελθεί ως δήθεν ρουφιάνοι λόγω αντιπαλοτήτων με ισχυρούς κρατούμενους. Εχει και λίγο ενδιαφέρον ότι για να γίνει λιντσάρισμα σε κάποιον κρατούμενο επειδή είναι «ρουφιάνος», οι δράστες του λιντσαρίσματος έχουν πάρει πιο πριν την άτυπη και σιωπηρή άδεια της σωφρονιστικής υπηρεσίας…

Η σκληρότερη σκηνή που θυμάμαι είναι όταν κάποιοι ισχυροί κρατούμενοι είχαν βάλει έναν φουκαρά «ρουφιάνο» σε ένα κελί και τον μαστίγωναν. Επικρατούσε μια απόκοσμη και θλιβερή σιωπή στην πτέρυγα όσο για αρκετή ώρα ακούγαμε μόνο τα ουρλιαχτά του.

● Στο βιβλίο αλλά και στα δημοσιογραφικά σου κείμενα μιλάς συχνά για ταξικές διάφορες μέσα στη φυλακή όπως και στον έξω κόσμο. Τι ρόλο παίζουν;

Δεν υπάρχει πάντα η ίδια συνθήκη για το τι ορίζει την ταξική θέση μέσα και έξω από τη φυλακή. Ο κύριος παράγοντας που καθορίζει την ταξική θέση εντός φυλακής είναι η θέση στην παραβατική οικονομία (και όχι η γενική κοινωνική θέση) η οποία είναι καθοριστικής σημασίας για το πώς περνάει κανείς στη φυλακή συγκριτικά με τους υπόλοιπους.

Είναι επίσης γεγονός ότι αν κάποιος μπορεί να καλύψει κάποια στοιχειώδη έξοδα της κράτησης, όπως τηλεκάρτες ή ένα κινητό στη μαύρη αγορά, τσιγάρα και κάποια ψώνια διατροφής από τον μπακάλη, η εμπειρία της φυλακής γίνεται πιο αξιοπρεπής από τον μέσο όρο των υπόλοιπων κρατουμένων.

Σήμερα, βλέποντας το σωφρονιστικό σύστημα στην Ελλάδα, τον ποινικό λαϊκισμό να γιγαντώνεται, πιστεύεις ότι τα δικαιώματα των κρατουμένων αγνοούνται περισσότερο από ποτέ;

Νομίζω ότι υπάρχει άμεση συνάρτηση της αυστηροποίησης της ποινικής καταστολής και του πλαισίου διαβίωσης των κρατουμένων. Οσο η ποινική καταστολή βαθαίνει και στοχοποιεί πλατύτερα κοινωνικά κομμάτια, τόσο συγχρόνως επηρεάζονται οι συνθήκες και τα δικαιώματα των κρατουμένων.

Το πλαίσιο αυστηροποίησης που οδηγεί ανθρώπους στο να εκτίουν ποινές φυλάκισης ακόμα και για πλημμεληματικού χαρακτήρα αδικήματα είναι το ίδιο που έχει καταργήσει δικαιώματα όπως ολιγοήμερες άδειες στο τέλος της ποινής ή εκπαιδευτικές άδειες και το ίδιο που επιτρέπει να κοιμούνται μαζικά οι κρατούμενοι στο πάτωμα αντί για κρεβάτια.

Συγχρόνως το γεγονός ότι το αρμόδιο υπουργείο διακηρύττει ότι θα λύσει το πρόβλημα του υπερπληθυσμού και των προβλημάτων που απορρέουν από αυτόν χτίζοντας ακόμα περισσότερες φυλακές είναι ο ορισμός της σύγχρονης κοινωνικής και πολιτικής δυστοπίας.

Δανάη Κισκήρα-Μπαρτσώκα
ΕΦΗΜΕΡΊΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ