Οχι μόνο είναι παντελώς άδικη η ισοπέδωση της αντιπολίτευσης, αλλά διακατέχεται και από μια στρεβλή αντίληψη της πραγματικότητας.
Ουδέποτε η αντιπολίτευση, απ’ όλες τις αντιπολιτευτικές δυνάμεις, ήταν τόσο ικανή και σκληρή όσο σήμερα απέναντι στη Ν.Δ. και στον κ. Μητσοτάκη. Ολα τα κόμματα του προοδευτικού χώρου, το ΠΑΣΟΚ και ιδιαιτέρως η Αριστερά, σε γενικές γραμμές ασκούν την πιο εμπεριστατωμένη και σκληρή αντιπολίτευση των τελευταίων χρόνων, με υπεύθυνες προτάσεις για όλα τα θέματα και τους τομείς της ζωής (μακρύς ο κατάλογος, περιττό να τον αναφέρουμε).
Το πρόβλημα λοιπόν δεν είναι η αντιπολίτευση, αλλά η απαξιωμένη αντιπολίτευση που ό,τι και αν κάνει δεν κερδίζει τη λαϊκή εκτίμηση και εμπιστοσύνη, ακριβώς γιατί είναι βαθιά απαξιωμένη.
Βιώνουμε ένα πρωτοφανές αδιέξοδο και κενό νοήματος στα μεταπολιτευτικά χρονικά. Μια κρίση εμπιστοσύνης στους θεσμούς, κρίση πολιτικής αντιπροσώπευσης και κρίση ταυτοτική και ιδεολογική. Ιδιαιτέρως η Αριστερά βιώνει τον κατακερματισμό και την απαξία του νοήματός της, για την οποία εκτός των άλλων ευθύνεται και η ίδια.
Φαίνεται λοιπόν πως αυτή η ισοπεδωτική αντίληψη για μια δήθεν ανίκανη αντιπολίτευση δεν έχει συνειδητοποιήσει την καταλυτική δύναμη της απαξίας που έχει διαβρώσει τα πάντα (όλα αυτά προσεγγίζονται στο βιβλίο μου η «Απαξία της Αριστεράς»).
Η απαξία είναι ένας ζωντανός θάνατος, γι’ αυτό και η κοινωνία ποθεί και αναζητά το καινούργιο. Αλλά ποιο είναι αυτό το καινούργιο;
Είναι το στερεότυπο ότι το καινούργιο δεν «γίνεται με παλιά υλικά»; Και ποια είναι τα παλιά υλικά; Αφορούν μόνο την Αριστερά και όχι τη Δεξιά (σε όλες τις μορφές της, παραδοσιακές και ακροκεντρώες), της οποίας η ανακύκλωση του παλιού είναι στη φύση της και το καινούργιο περιορίζεται στην «καινοτόμο επιχειρηματικότητα»;
Δυστυχώς αυτή η ισοπεδωτική αντίληψη για την αντιπολίτευση που δεν συνειδητοποιεί τη γενική απαξία έχει πέσει στην παγίδα της Δεξιάς και της ακροκεντρώας προπαγάνδας περί του ποιο είναι το καινούργιο και μέσα σε αυτήν κινείται και η ακατάσχετη πολιτικολογία γύρω από το ψευτοδίλημμα «εξώστης» ή «πλατεία», αποπροσανατολίζοντας από το έργο στην οθόνη.
Βεβαίως, το βιβλίο «Ιθάκη» λέει αλήθειες, πλην όμως λέει αυτές που έπρεπε να είχαν ήδη ειπωθεί, πολύ πριν τις διαβρώσει η σκουριά της απαξίας και μαζί τους και την Αριστερά. Η σιωπή χρόνων αποδείχτηκε ολέθρια. Μήπως τώρα είναι αργά; Εξαρτάται από το καινούργιο, το είδος και την ποιότητά του.
Πώς λοιπόν ορίζεται το καινούργιο; Με όρους μάρκετινγκ, εχθροπάθειας, εμπάθειας, ακόμα και γραφικότητας αυτών που εμφανίζονται ως καινούργιοι, ενώ οι ιδέες τους και οι θέσεις τους μόνο καινούργιες δεν είναι;
Με όρους ηλικίας; Υπάρχουν ηλικιωμένοι με φρέσκα μυαλά και νέοι με γερασμένα. Ορίζεται με όρους χρησιμότητας; Δηλαδή ό,τι έχει χρησιμεύσει στο παρελθόν είναι παλιό για το μέλλον; Η εμπειρία, η γνώση, η σοφία και οι αγώνες για ένα καλύτερο αύριο δεν χρειάζονται γιατί σηματοδοτούν το παλιό;
Μήπως το καινούργιο είναι μια στροφή προς το λεγόμενο «πολιτικό Κέντρο», όπως επιθυμούν διακαώς τα κυρίαρχα «κανάλια», ώστε να διασφαλίζεται το σύστημα με έναν αποδεκτό δικομματισμό, που θα εξατμίζει εκλογικά την κοινωνική αγανάκτηση και προσδοκία πότε στη μια πλευρά και πότε στην άλλη;
Μα το Κέντρο, που από τη φύση του ακουμπά και από εδώ και από εκεί, δεν μπορεί ποτέ να είναι το καινούργιο. Είναι το «σημείο» του κύκλου που ακουμπά και δεξιά του και αριστερά του αλλά βρίσκεται πάντα στον ίδιο κύκλο.
Η κοινωνία το έχει καταλάβει αυτό, το έχει βιώσει στο πετσί της και έχει κουραστεί να ακούει ότι μόνο το «Κέντρο» φέρνει τη νίκη (ο Μαμντάνι είναι ένα πολύ καλό παράδειγμα για το αντίθετο), το έχει απαξιώσει και απόδειξη είναι η κολλημένη «βελόνα» και προς τα δεξιά και προς τα αριστερά.
Σαφώς και είναι έντιμες οι προθέσεις για το ταξίδι στην «Ιθάκη». Ομως το καινούργιο, από τη φύση του, δεν μπορεί να βρίσκεται στον ίδιο κύκλο, ούτε και η «νέα μεταπολίτευση» μπορεί να αποτελεί ένα «σημείο» εκκίνησης στον ίδιο κύκλο και ακόμα χειρότερα να είναι μόνη της και «αυτοδύναμη», καθώς αυτοδύναμη μεταπολίτευση δεν μπορεί να υπάρξει ούτε ως έννοια.
Επομένως το καινούργιο μόνο ανατρεπτικό και ριζοσπαστικό μπορεί να είναι, βεβαίως ως προς τις εκάστοτε συνθήκες και τον εκάστοτε κύκλο που θέλει να αλλάξει. (Κάνουν μεγάλο λάθος όσοι δεν κατανοούν ότι ακόμα και μια πραγματική-αριστερή σοσιαλδημοκρατία, μόνο με ριζοσπαστικές ιδέες μπορεί να πραγματωθεί.)
Ριζοσπαστικές θέσεις και ιδέες με ήθος και σωφροσύνη και με δημιουργικό αναστοχασμό που να απαντά στην απαξία, να επανασυνδέει το νόημα με την κοινωνική προσδοκία και να την τραβάει μπροστά. Μόνο έτσι το καινούργιο θα γοητεύσει, θα εμπνεύσει και θα κινητοποιήσει, διαφορετικά το όποιο ταξίδι προς την «Ιθάκη» θα συντριβεί ανάμεσα στους «Κύκλωπες» και «Λαιστρυγόνες» του…