Σαφές ιδεολογικό στίγμα στη μάχη που δίνεται
Η πολιτική αντιπαράθεση μεταξύ των κοινοβουλευτικών κομμάτων έχει οξυνθεί από τον Σεπτέμβρη έως σήμερα. Με τι όρους θεωρείτε ότι γίνεται αυτή;
Πριν από ένα χρόνο, στο πλαίσιο της διοργάνωσης μιας ημερίδας για την πολιτική διαμάχη κατά το 2015, είχα κάνει κάποιες σκέψεις που αφορούσαν την επικοινωνιακή και προπαγανδιστική στρατηγική της αντιπολίτευσης. Εντόπισα δύο διαφορετικές τάσεις, οι οποίες αν και προϋπήρχαν, έγιναν πιο ξεκάθαρες από τη στιγμή που τα αστικά κόμματα βρέθηκαν στη θέση της αντιπολίτευσης. Αυτές στηρίζονται σε μια ευρύτερη προπαγανδιστική στρατηγική που μιλάει για «ιδεολογική ηγεμονία της Αριστεράς» από την μεταπολίτευση κι έπειτα. Η μια τάση, η πιο ήπια, θεωρεί πως η Αριστερά με το που έγινε κυβέρνηση προσαρμόστηκε στα μνημόνια και έγινε «ρεαλιστική». Με αυτή την Αριστερά θεωρούσε η αντιπολίτευση ότι δυνάμει μπορεί να συνεργαστεί, με απώτερο στρατηγικό στόχο να παρασυρθεί η Αριστερά προς μια συντηρητική νεοφιλελεύθερη κατεύθυνση. Η άλλη τάση θεωρεί την «ηγεμονία της Αριστεράς» επικίνδυνη για την ελληνική κοινωνία, ιδίως τώρα που η Αριστερά είναι στην κυβέρνηση, και ότι κατά συνέπεια πρέπει να καταπολεμηθεί με μετωπική σύγκρουση. Σχηματικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι η πρώτη τάση είχε ως βασική εκπρόσωπο την Ντόρα Μπακογιάννη, ενώ η άλλη το ακροδεξιό δίδυμο Βορίδη-Γεωργιάδη. Η άποψή μου είναι ότι πλέον τείνει να επικρατήσει η δεύτερη τάση.
Τα ανοιχτά μέτωπα
Εμφανίζεται ότι υπάρχει έντονα το δίπολο Δεξιάς-Αριστεράς, με αποτέλεσμα να παρατηρείται πόλωση στην κοινωνία. Θεωρείτε ότι αυτή υφίσταται ή η αντιπαράθεση δεν γίνεται με ιδεολογικούς όρους;
Ναι, από τη στιγμή που δεχόμαστε πως η κυβέρνηση είναι Αριστερά, γεγονός που δεν αμφισβητώ, παρά τις επιφυλάξεις για την πορεία της. Το δίπολο αυτό, άλλωστε, αναγνωρίζεται και από την πλευρά της αντιπολίτευσης. Ο Κ. Μητσοτάκης στα εγκαίνια των νέων γραφείων της ΝΔ είπε χαρακτηριστικά πως η «ανάκαμψη της Ελλάδας περνά μέσα από την εκλογική και ιδεολογική ήττα του κ. Τσίπρα». Φαίνεται, λοιπόν, ότι και η Δεξιά προσδίδει ένα σαφέστατο ιδεολογικό στίγμα στη μάχη που δίνεται.
Στη μάχη αυτή έχουν ριχτεί και τα κανάλια, ιδιαίτερα με το νόμο για την αδειοδότησή τους. Ως ειδικός επί της προπαγάνδας, ποια είναι τα μέτωπα που είναι σήμερα ανοιχτά;
Είναι νωρίς ακόμα να αξιολογήσουμε συνολικά τα μέτωπα, διότι ο ερευνητής αναμένει πάντα να ολοκληρωθεί ο κύκλος για να τον ερμηνεύσει. Ωστόσο, μπορούμε να τα εντοπίσουμε. Από τη μια, είναι το μέτωπο των καναλιών, το οποίο είναι εξαιρετικά σημαντικό διότι συνδυάζεται το ζήτημα της οικονομικής ισχύος, από τη στιγμή που οι επίδοξοι καναλάρχες είναι και μεγαλοεπιχειρηματίες, με την επικοινωνιακή και ιδεολογική ισχύ, υπό την έννοια ότι πέρα από τον επηρεασμό της κοινής γνώμης υπέρ κάποιου κόμματος, τα κανάλια είναι εργαλεία άσκησης ιδεολογικής ισχύος ως προς την αποδοχή της λιτότητας ή τη στάση απέναντι στην Ευρώπη κ.λπ. Τέλος, επιχειρούν να ασκήσουν και πολιτική ισχύ, στο βαθμό που έχει να κάνει με τη στήριξη συγκεκριμένων πολιτικών κομμάτων.Επομένως, το ζήτημα των καναλιών και της αδειοδότησής τους παίζει ένα κομβικό ρόλο, διότι συνδυάζει όλα τα επίπεδα του κοινωνικού σχηματισμού. Το άλλο μέτωπο είναι το κομματικό και εκφράζεται γύρω από τη συνεχή επανάληψη του αιτήματος της Νέας Δημοκρατίας για εκλογές. Ένα ακόμα μέτωπο αφορά την Εκκλησία. Παρότι αυτό δεν προσλαμβάνει άμεσα κομματικό χαρακτήρα, για ευνόητους λόγους, εντάσσεται σε ένα γενικότερο αντιαριστερό κλίμα, στο πλαίσιο ότι η Αριστερά δεν σέβεται την παράδοση της ορθόδοξης θρησκείας. Το τελευταίο μέτωπο έχει ενεργοποιήσει τις αντι-αριστερές τάσεις σε όλα τα κόμματα, ακόμα και στα λεγόμενα εκσυγχρονιστικά, όπως το Ποτάμι, που μιλάει για διχασμό στην ελληνική κοινωνία, που επιφέρει αυτή η –κατά την άποψή μου- πολύ συντηρητική προσπάθεια για μεταρρύθμιση που γίνεται με το μάθημα των θρησκευτικών.
Θεωρείτε ότι το κλίμα που δημιουργείται, μπορεί να επηρέασει την κοινή γνώμη, όπως αποτυπώνεται στις δημοσκοπήσεις;
Η δυσαρέσκεια του κόσμου πιστεύω ότι ούτως ή άλλως θα υπήρχε, με δεδομένη την εφαρμογή του τρίτου μνημονίου. Είναι αφελής η σκέψη ότι η προπαγάνδα είναι η μοναδική αιτία για τη μειωμένη δημοτικότητα του ΣΥΡΙΖΑ. Από την άλλη, η αντιπολίτευση δεν εισπράττει σε επίπεδο εκλογικής επιρροής αυτή τη δυσαρέσκεια. Αυτό που μπορούμε να πούμε, όμως, είναι ότι ναι μεν δεν είναι απολύτως καθοριστική η επιρροή της προπαγάνδας των καθεστωτικών Μέσων και της αντιπολίτευσης, ωστόσο διαμορφώνει σε μεγάλο βαθμό την κοινή γνώμη.
Το λάθος της κυβέρνησης
Πώς κρίνετε τον πολιτικό λόγο της κυβέρνησης;
Ένα λάθος της κυβέρνησης, όσον αφορά τον πολιτικό της λόγο, είναι πως έχει βάλει νερό στο κρασί της, ως προς την εγγύτητά της στο τρίτο μνημόνιο. Θεωρώ πως έπρεπε η κυβέρνηση να μην σταματήσει να υπενθυμίζει στον ελληνικό λαό ότι αυτό το μνημόνιο είναι προϊόν εκβιασμού και δεν αποτελεί δική της πολιτική, όπως έκανε στην αρχή, και να προτάσσει το εναλλακτικό πρόγραμμα και πρωτοβουλίες που δεν αφορούν την εφαρμογή του μνημονίου.
Την επικαιρότητα απασχόλησε την περασμένη βδομάδα η απαράδεκτη καταστολή των συνταξιούχων με χημικά. Ποιο θεωρείτε ότι είναι το αποτέλεσμα αυτού του γεγονότος;
Είναι δεδομένο πως λειτούργησε πολύ βλαπτικά για το προφίλ της κυβέρνησης. Όμως, και αυτό το γεγονός εντάσσεται σε μια επικοινωνιακή πολιτική. Όπως φάνηκε και από τις δηλώσεις του πρωθυπουργού δεν υπάρχει έλεγχος στον κρατικό μηχανισμό και συγκεκριμένα στα σώματα ασφαλείας. Αυτό μπορεί να σημαίνει ότι υπήρχε σκόπιμη διάθεση σε ό,τι συνέβη. Και μάλιστα, πιθανόν να μην είναι τυχαίο ότι αυτό έγινε μία μέρα μετά την απόδοση του Σκοπευτηρίου στο λαό της Καισαριανής.
Αποτυχημένες προσπάθειες
Από την άλλη, γίνονται διεργασίες στο Κέντρο, στο πλαίσιο εκλογικής συμπόρευσης των κομμάτων που προσανατολίζονται σε αυτό το χώρο. Θεωρείτε πως η συζήτηση έχει ιδεολογική βάση ή όχι;
Πιστεύω πως αυτή η προσπάθεια επίσης εντάσσεται σε μια επικοινωνιακή κατεύθυνση. Πρόκειται για μια απεγνωσμένη προσπάθεια να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι η πόλωση μεταξύ Αριστεράς και Δεξιάς δεν είναι αναπόφευκτη. Και δεν είναι νέα η προσπάθεια αποδυνάμωσης της Αριστεράς, μέσω της δημιουργίας ενός «μετριοπαθούς» κεντρώου χώρου. Ωστόσο, θεωρώ πως αυτές οι κινήσεις είναι καταδικασμένες να αποτύχουν, διότι δεν υπάρχει έδαφος για να δημιουργηθεί ένας τέτοιος χώρος, αφού η ελληνική κοινωνία είναι πολωμένη ούτως ή άλλως. Και νομίζω πως αυτό το αναγνωρίζουν και όσοι συμμετέχουν σε αυτές τις συζητήσεις, γι’ αυτό και δεν δέχονται να κάνουν τους αναγκαίους συμβιβασμούς, που θα χρειάζονταν για να έχει αποτέλεσμα η συμπόρευση.
Το κλίμα αλληλεγγύης στους πρόσφυγες φαίνεται ότι αντιστρέφεται τον τελευταίο καιρό. Γιατί πιστεύετε ότι συμβαίνει αυτό, αν αναλογιστούμε το κύμα αλληλεγγύης που είχε εξαπλωθεί στη χώρα το προηγούμενο διάστημα;
Δεν είμαι από αυτούς που θεωρούν ως δεδομένο το γνήσια αντιρατσιστικό κλίμα που υπάρχει στον ελληνικό λαό. Υπό αυτή την έννοια πρέπει να εξετάσουμε πώς προέκυψε το κλίμα αλληλεγγύης, όσο υπήρχε. Και όσο δύσκολο είναι να εξηγήσουμε τη θετική πλευρά του ζητήματος, άλλο τόσο είναι να ερμηνεύσουμε την αρνητική. Μια κρίση, όπως είναι η προσφυγική, σε συνδυασμό με την οικονομική μπορεί να λειτουργήσει προς δύο κατευθύνσεις. Από τη μία, μπορεί να υπερισχύσει το αίσθημα συμπόνιας στον συνάνθρωπο, από την άλλη, μπορεί να υπερισχύσει η άποψη ότι οι πρόσφυγες επιδεινώνουν την ήδη κακή κατάσταση της Ελλάδας. Δεν μπορούμε να προδικάσουμε προς ποια κατεύθυνση θα κινηθεί ο κόσμος. Φαίνεται ότι το προηγούμενο διάστημα υπερίσχυσε η πρώτη -η θετική- κατεύθυνση, με τη στάση της κυβέρνησης να παίζει ρόλο προς αυτή. Σήμερα, φαίνεται πως τα κινδυνολογικά ΜΜΕ και η αντιπολίτευση ωθούν τα πράγματα προς μια κατεύθυνση που καθιστά εξαιρετικά επισφαλή την αλληλεγγύη που έδειξε μέχρι τώρα η ελληνική κοινωνία.
Τη συνέντευξη πήρε η Ιωάννα Δρόσου
Πηγή: Η Εποχή