Εμφανίστηκε στα γράμματα το 1983, κέρδισε έναν διθύραμβο από τον Απντάικ, παρέμεινε έξω από τις λογοτεχνικές φατρίες, τιμήθηκε με σημαντικά βραβεία, κυνήγησε παράτολμες εμπειρίες, μάχεται ενάντια στους δαίμονές του και ξεγυμνώνεται στα βιβλία του με έναν τρόπο μοναδικό. Ο Εμανυέλ Καρέρ ρισκάρει να μη λέει ψέματα. Το καινούργιο του αφήγημα, το «Γιόγκα» (Εκδ. του Εικοστού Πρώτου) κορυφώνεται στη Λέρο.
«Είναι ο τόπος όπου δεν λες ψέματα». Αυτόν τον ορισμό δίνει ο Εμανυέλ Καρέρ (Emmanuel Carrere) για τη λογοτεχνία που ασκεί. Και το ξεκαθαρίζει στο Γιόγκα, το καινούργιο του «αφήγημα» (récit), που ανοίγει με ένα σεμινάριο εντατικού διαλογισμού σε μια αγροικία στο Μορβάν της Γαλλίας (καμία σχέση με αυτά που κάνουν οι γκουρού της μόδας) και κορυφώνεται στη Λέρο το 2016 με μαθήματα δημιουργικής γραφής σε ασυνόδευτα προσφυγόπουλα που τα συναντάμε ένα ένα με τις περιπέτειές τους.
Κι αυτό, αφού έχουμε παρακολουθήσει τον εγκλεισμό του διπολικού συγγραφέα σε ψυχιατρική κλινική και την ανταπόκρισή του σε θεραπεία με ηλεκτροσόκ, επίσης τις διακυμάνσεις της σχέσης του με τη γυναίκα του, την αμηχανία του δημοσιογράφου των «Νιου Γιορκ Τάιμς» που προσπαθεί να τον αποκρυπτογραφήσει, παράλληλα με εύγλωττες ερωτικές σκηνές, με σχόλια για βιβλία και ταινίες και με αναστοχαστικές παρατηρήσεις για τις ανθρώπινες σχέσεις και για την αγάπη («μου διέφυγε»). Αλλά παράλληλα και με την εμβάθυνση σε ερωτήματα όπως: «υπάρχει άραγε κάποιο κριτήριο που μας επιτρέπει να μαντέψουμε αν μια ιστορία είναι αληθινή ή επινοημένη;» ή «τι σημαίνει πρωτοτυπία στην τέχνη;» κ.ά. (Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, μτφρ. Γιώργος Καράμπελας).
Πολλοί συγγραφείς δηλώνουν ότι «ξεγυμνώνονται» στα μυθοπλαστικά έργα τους, υπάρχει ρεύμα τα τελευταία χρόνια (ο Κνάουσγκααρντ, η Ρέιτσελ Κασκ, η Ανί Ερνό), αλλά αυτός ο 64χρονος Γάλλος το πραγματώνει στον υπέρτατο βαθμό, ενώ ταυτόχρονα παρατηρεί και σχολιάζει δηκτικά τον εαυτό του μέσα στο κοινωνικο-πολιτισμικό γίγνεσθαι απευθυνόμενος στο αναγνωστικό κοινό.
Το καταπληκτικό είναι ότι δεν βαριέσαι ούτε στιγμή, διότι γράφει χωρίς επιτήδευση, χωρίς υποκρισία, βοηθά και η δομή του βιβλίου σε ζωηρά κεφάλαια-μινιατούρες. Τίποτα στο Γιόγκα δεν θυμίζει την αυτοαναφορική λογοτεχνία της ομφαλοσκόπησης, ούτε τα βιβλία αυτοβελτίωσης ή τα κόλπα του Κοέλιο, ούτε τον Γιάλομ, ούτε και τον γαλλικό βερμπαλισμό.
Στο Γιόγκα, όπως και στα πιο πρόσφατα αφηγήματά του Ο εχθρός, Ενα ρώσικο μυθιστόρημα, Αλλες ζωές απ’ τη δική μου, Λιμόνοφ κ.ά (κυκλοφορούν από τις Εκδ. του Εικοστού Πρώτου), ο συγγραφέας πετυχαίνει μια δημιουργική ώσμωση του μυθοπλαστικού στοιχείου με το μη μυθοπλαστικό. Ετσι χειραφετείται, λέει, από τη διαμεσολάβηση της παιδείας του και προτείνει έναν λογοτεχνικό δρόμο ταιριαστό στην εποχή μας, που περιμένει από τους συγγραφείς να μην είναι αδιάβροχοι στην καθημερινότητα που βράζει.
Ο Εμανυέλ Καρέρ ζυμώνει αριστοτεχνικά το ιδιωτικό με το δημόσιο και με το παγκόσμιο και καταγράφει τη διασταύρωσή του με τις συνέπειες της «μεγάλης» Ιστορίας. Σε παλαιότερα έργα του επρόκειτο για την αποσιωπημένη υπόθεση του «συνεργάτη» παππού του στον Β’ΠΠ, επίσης για τους επιζήσαντες από το φονικό τσουνάμι στη Σρι Λάνκα (2004) ή για έναν δολοφόνο φυλακισμένο στα ψέματά του (1996).
Εδώ είναι η επίθεση τζιχαντιστών στα γραφεία του σατιρικού περιοδικού «Charlie Hebdo» στο Παρίσι (Ιανουάριος 2015) με τα 12 θύματα, μεταξύ των οποίων ένας φίλος του οικονομολόγος, η κατάσταση στην Βαγδάτη και το «προσφυγικό» στα ελληνικά παράλια. Είναι χαρακτηριστικό ότι αυτόν τον καιρό παρακολουθεί για το ανήσυχο κεντροαριστερό περιοδικό «L’ Obs» τη δίκη για τη φονική επίθεση του «Ισλαμικού κράτους» στον συναυλιακό χώρο «Μπατακλάν» (Νοέμβριος 2015) στο Παρίσι, που άφησε 138 νεκρούς (μεταξύ τους 7 ισλαμιστές) και 354 τραυματίες.
Συγγραφέας, από τους σπουδαιότερους σύγχρονους Γάλλους, αλλά και σεναριογράφος και σκηνοθέτης, ο Καρέρ σε όλη του τη ζωή προσπάθησε να χτίσει την προσωπικότητά του σε αντιδιαστολή με εκείνη της μητέρας του, της διακεκριμένης ιστορικού της Ανατολικής Ευρώπης, Ελέν Καρέρ ντ’ Ενκός, που υπήρξε κεντρικό στέλεχος της συντηρητικής παράταξης, βουλευτίνα και ευρωβουλευτίνα με τον Ζακ Σιράκ. Ετσι διαμόρφωσε τη γραφή του και τη ζωή του όχι σαν ασκήσεις ισορροπίας, αλλά σαν ακροβασία στην άκρη του γκρεμού. Διάλεξε τη διακινδύνευση.
Στο Γιόγκα, που παραπέμπει σε τέσσερα πυκνά χρόνια της ζωής του (2015-2019), αποκαλύπτει: «Μου έχουν πει ότι χρειάζεται πολύ θάρρος για να περιγράφεις τον εαυτό σου όπως κάνω στα βιβλία μου, χωρίς φτιασίδια. Δεν είναι αλήθεια (…) γιατί όποιος γράφει έχει όλη τη δύναμη στα χέρια του, κι εκείνος για τον οποίο γράφει βρίσκεται στο έλεός του. (…) Κυκλοφόρησα ένα αυτοβιογραφικό βιβλίο, το Ρώσικο μυθιστόρημα. Ξεγυμνώθηκα εκεί μια χαρά, εμένα αφορούσε, υπέβαλα όμως στην ίδια μεταχείριση τη μητέρα μου που φοβόταν μήπως αποκαλύψω ένα οικογενειακό μυστικό (σ.σ. για τον εμιγκρέ Γεωργιανό πατέρα της), αλλά και την τότε σύντροφό μου της οποίας φανέρωσα τη συναισθηματική και σεξουαλική ιδιωτική ζωή, με πρόσχημα ότι ήταν αξεδιάλυτα ενωμένη με τη δική μου.(…) Πέρασα μια γραμμή που δεν έπρεπε να την περάσω.» Αυτή τη γραμμή κατηγορήθηκε από τη δεύτερη γυναίκα του πως την ξαναπέρασε με το Γιόγκα. Ετσι, ενώ ήταν το φαβορί για τα βραβεία Γκονκούρ του 2020, αποκλείστηκε. Οπως παραδέχεται στο βιβλίο του: «Εχω εξαιρετικό ταλέντο στο να κάνω μια ζωή που θα είχε τα πάντα για να είναι ευτυχισμένη, αληθινή κόλαση».
Ο Καρέρ στη Λέρο, οι πρόσφυγες στην καρδιά του
Ο Εμανυέλ Καρέρ είχε κάποτε αγοράσει ένα σπίτι στην Πάτμο και στην «αρχή της κρίσης των προσφύγων, όπως ονομάστηκε» βρίσκεται εκεί με τη δημοσιογράφο γυναίκα του και τη δεκάχρονη κόρη του. Αλλά η δηλωμένη ροπή του «προς τη νευρωτική δυστυχία» τον έχει (ξανα)καταλάβει. Οταν λοιπόν μια κοινή φίλη δημοσιογράφος μιλά στο ζευγάρι παθιασμένα για «το θάρρος των μεταναστών» και για μια Αμερικανίδα ιστορικό που «τα παράτησε όλα και κάνει εκεί καταπληκτική δουλειά», ο συγγραφέας παίρνει το βιβλίο που έγραφε για το γιόγκα, «ένα βιβλίο που το ήθελα σκαμπρόζικο», και πηγαίνει στη Λέρο.
Μετά την πολύμηνη διαμονή του εκεί, το βιβλίο του θα αλλάξει ριζικά και θα περιλάβει 73 σελίδες για την εμπειρία του, που διαβάζονται μονορούφι. Διότι εκεί θα συναντήσει τον Χαμίντ, έναν ορφανό 17χρονο «Αφγανό Αλέν Ντελόν», που συνεννοείται στα αγγλικά και περιμένει να συναντηθεί στο Βέλγιο με τον θείο του, τον επίσης 17χρονο Αφγανό Ατίκ με το γελαστό πρόσωπο, τον 16χρονο Μοχάμεντ, έναν «φοβισμένο Πακιστανό», και τον νεότερο, τον πιο μοναχικό, τον πιο τραγικό, πιο φτωχό και πιο περήφανο από όλους, τον 15χρονο Αφγανό Χασάν.
Τα μαθήματα γίνονται σε εγκαταστάσεις του ΠΙΚΠΑ, που υπήρξε παράρτημα του «μουσολινικής αρχιτεκτονικής ψυχιατρικού νοσοκομείου», σε μια αίθουσα τάξης που έχει μετατραπεί σε κοιτώνα. «Τι τύχη να καταλήξεις εδώ και όχι στα κοντέινερ και στο περιφραγμένο χωράφι του hot spot».
Ο Γάλλος συγγραφέας μαζί με την Αμερικανίδα μεσαιωνολόγο θα «τρέξουν» εθελοντικά ένα ευρωπαϊκό πρόγραμμα «εκμάθησης γλωσσών» που προβλέπει και κηπουρική, μαγειρική και γιόγκα. Αλλά εκείνοι θα εστιάσουν στη «δημιουργική γραφή». Και θα προκαλέσουν τους έφηβους πρόσφυγες να αφηγηθούν τις ζωές τους, για να συμφιλιωθούν με τις περιπέτειές τους, με τη νέα τους πραγματικότητα, και το άδηλο μέλλον. Οσοι ξέρουν αγγλικά θα βοηθήσουν τους υπόλοιπους. Και μαζί θα συζητήσουν τα προβληματισμένα μηνύματα στα κινητά τους (μόνο ο Χασάν δεν έχει), θα κάνουν μαθήματα τάι-τσι, και θα κλάψουν. Και εμείς μαζί τους.
Μικέλα Χαρτουλάρη
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών