Το λευκό, το άκυρο και η αποχή έχουν πολλές αποχρώσεις και σημασίες, που καθορίζονται πρωτίστως από την εκάστοτε συγκυρία και τους συσχετισμούς. Έτσι, στις δημοτικές του 1986, όταν το ΚΚΕ και το ΚΚΕ εσωτερικού προέτρεψαν τους εκλογείς στον δεύτερο γύρο, στους μεγάλους δήμους, να ψηφίσουν λευκό, άκυρο ή να απέχουν, ήταν μια απόφαση-τομή, καθοριστικό βήμα για την αυτονόμηση της κομμουνιστικής Αριστερά από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό της με το κυβερνών ΠΑΣΟΚ.
Για πρώτη φορά στη μεταπολίτευση η κομμουνιστική Αριστερά δεν κατέτασσε αυτονοήτως τον εαυτό της στις «λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις», αλλά έψαχνε τον δικό της δρόμο. Η δύσκολη αυτή απόφαση, την οποία στήριξαν οι ψηφοφόροι, οδήγησε στην εκλογή δεξιών δημάρχων στις τρεις μεγάλες πόλεις (Έβερτ, Ανδριανόπουλος και Κούβελας), ωστόσο, η πολιτική της σημασία υπερέβαινε το αποτέλεσμα: σε συνδυασμό με το γεγονός ότι τα δύο κόμματα της κομμουνιστικής Αριστεράς είχαν συγκλίνει και εκλογικά σε κάποιους δήμους, υπηρετούσε το σχέδιο της αυτοτελούς συγκρότησης της Αριστεράς, σε ρήξη με το ΠΑΣΟΚ (με απώτερη απόληξη, το 1989, τη δημιουργία του Συνασπισμού).
Αυτά το 1986. Σήμερα; Μπορεί, την Κυριακή, η λογική του λευκού, του άκυρου ή της αποχής, στις σημερινές συνθήκες να υπηρετήσει μια μάχιμη προποπτική συγκρότησης ενός αυτοτελούς ρεύματος είτε του ΚΚΕ είτε της κινηματικής Αριστεράς; Κατά τη γνώμη όχι. Κι αυτό γιατί πρώτη προτεραιότητα, στους σημερινούς συσχετισμούς, είναι να σπάσει η παντοδυναμία της ΝΔ. Όσο η ΝΔ συνεχίζει να ελέγχει την ενημέρωση, να ασχημονεί στους θεσμούς, να οικοδομεί το κομματικό της κράτος και να δοξάζει την αυθαιρεσία, δημιουργεί βλάβες που πάνε σε βάθος και καταστάσεις που ριζώνουν επικίνδυνα.
Ασφαλώς δεν πιστεύω ότι η εκλογή του Δούκα, του Πελετίδη, του Ρούσου ή του Κουρέτα (αναφέρω επίτηδες ανόμοια παραδείγματα) είναι μαγικό ραβδί. Θεωρώ όμως ότι μπορεί να δημιουργήσουν καλύτερες δυνατότητες δράσης, κριτικής και αμφισβήτησης σε ένα τοπίο που έχει γίνει πολιτικά ασφυκτικό. Με όποιους τρόπους κι αν συμβεί αυτό, με μία απαράβατη εξαίρεση: οι ρωγμές να μην προκύψουν από τα δεξιά ή τα ακροδεξιά, όπως στο Βόρειο Αιγαίο, όπου ο αντίπαλος της ΝΔ, Κώστας Μουτζούρης, έχει κάνει, και σε όλη τη θητεία του, σημαία του την ξενοφοβία.
Γι’ αυτούς τους λόγους θα ψηφίσω Δούκα μεθαύριο, όπως θα ψήφιζα Αγγελούδη στη Θεσσαλονίκη ή Κουρέτα στη Θεσσαλία (και, φυσικά, Πελετίδη στην Πάτρα και Ρούσο στο Χαλάνδρι – αυτό δεν χρειάζεται να το εξηγήσω). Και υπάρχει ένας ακόμα, πολύ σοβαρός λόγο: πιστεύω ότι ο Δούκας θα είναι καλύτερος δήμαρχος: λόγω των προσώπων, αλλά και λόγω του πεδίου που θα διανοιχθεί η Αθήνα μπορεί να γνωρίζει καλύτερες μέρες. Και αυτό, όσο αβέβαιο κι αν είναι, το βρίσκω πιο σημαντικό και πολιτικά πιο ενδιαφέρον από την επανεκλογή Μπακογιάννη.
ΥΓ. Last but not least, οι ιδιαίτερες συνθήκες θέλουν ειδική αξιολόγηση. Το 2014 στον Πειραιά θεωρούσα (και το είχα γράψει) ότι πρέπει να ψηφιστεί ο δεξιός, δεξιότατος Μιχαλολιάκος, ενάντια στο δίδυμο Μαρινάκη-Μώραλη (και τον εφιάλτη Μαρινάκη).
Στρατής Μπουρνάζος