Πώς να μιλήσουμε για την Τετάρτη 7 Οκτωβρίου, χωρίς «τα λόγια τα μεγάλα, τα ελεύθερα, τα γενναία, τα δυνατά»; Μέρα μοναδική και ανεπανάληπτη. Απόφαση ιστορική για τη δημοκρατία και τη δικαιοσύνη. Στιγμή λυτρωτική για τα θύματα, την αλληλεγγύη και τον αντιφασισμό. Ας τα λέμε αυτά, κι ας ακούγονται κοινότοπα ή αυτονόητα, γιατί κάθε άλλο παρά αυτονόητη ήταν η έκβαση.
Την Τετάρτη, τριάντα ή σαράντα χιλιάδες μαζεύτηκαν έξω από το Εφετείο, κάποιοι μάλιστα και από άλλες πόλεις; Πώς έγινε αυτό το «θαύμα», πώς πολλοί περισσότεροι, σε όλη τη χώρα, συντονίστηκαν, συγκλονίστηκαν, τους συνεπήρε η απόφαση; Δεν μπορούμε βέβαια να ξέρουμε τον λόγο που ώθησε τον καθένα και την καθεμιά, ωστόσο την ερμηνεία δεν πρέπει να την αναζητήσουμε σε ατομικό επίπεδο. Θεωρώ ότι πρέπει να κατανοήσουμε όλα τα παραπάνω ως δείγματα ενός κινήματος, εν τω γεννάσθαι έστω, με χαρακτήρα μαζικό, δημοκρατικό, ενωτικό. Η 7η Οκτωβρίου ήταν η στιγμή της κορύφωσης: το αδύνατο έγινε δυνατό. Πόση δύναμη και χαρά απελευθερώνει, ειδικά τη στιγμή της νίκης, η πίστη ότι το δίκιο μπορεί και πρέπει να νικήσει! Κι έτσι η σπίθα που ξεπήδησε –στα πρόσωπα των ανθρώπων, πρώτα απ’ όλα– μπορεί να ανάψει χιλιάδες μικρές πυρκαγιές. Όχι μόνο για τη συνέχεια του αντιφασιστικού αγώνα, αλλά για την πολιτική δημιουργία και δημιουργικότητα, την επανάκτηση της ζωής μας – για τον καθένα και την καθεμιά στον χώρο του: στις γειτονιές, στους χώρους δουλειάς, στα σχολεία. Μέσα από το φως της στιγμής αυτής, να δούμε αλλιώς τα πράγματα και τη δράση μας.
Η δίκη: μια αποφασιστική τομή
Η ποινική δίωξη και η δίκη ήταν τομή. Σηματοδότησε την αρχή του τέλους της ΧΑ, καθώς έδρασε καταλυτικά στο να μείνει εκτός Βουλής, στις αλλεπάλληλες αποχωρήσεις στελεχών και τις διασπάσεις της, στην εικόνα της στην κοινωνία.
Στη δίκη ξετυλίχθηκε ανατριχιαστικά, μέσα από τις καταθέσεις και τα τεκμήρια, το κουβάρι της εγκληματικής δράσης της ΧΑ, τα Τάγματα Εφόδου, οι εντολές, η ιεραρχία. Ήταν εντυπωσιακό, αλλά διόλου απλό. Χτίστηκε ψηφίδα ψηφίδα, μέσα αλλά και έξω από την αίθουσα, από μια χούφτα, δικηγόρους, δημοσιογράφους, αγωνιστές.
Η συμβολή των δικηγόρων της Πολιτικής Αγωγής ήταν καταλυτική. Μπόρεσαν να δαμάσουν τόνους υλικού, να συνδέσουν τα νήματα, να αναπτύξουν στιβαρή επιχειρηματολογία, να στοιχειοθετήσουν την εγκληματική δράση και, εν τέλει, να πείσουν το δικαστήριο. Και, παράλληλα, να μιλήσουν στην κοινωνία, όντας οι ίδιοι κομμάτι του αντιφασιστικού κινήματος. Ήταν εκεί, πάνω από πέντε χρόνια, σε κάθε δικάσιμο. Και είναι μαχόμενοι δικηγόροι, όχι δικηγόροι-τηλεαστέρες ή εισοδηματίες, να το κάνουν με πολυτέλεια. Έδωσαν από το περίσσευμα της ψυχής τους, σε μια διαδικασία βασανιστική, με μεγάλο κόστος. Η δίκη θα ήταν εντελώς διαφορετική χωρίς την Πολιτική Αγωγή, με μόνο παράγοντα, από τη δικονομική αυτή πλευρά, την ανεκδιήγητη εισαγγελέα. Είναι οι ήρωες μιας εποποιίας.
Όταν ξεκινούσε η δίκη, κάποιοι έλεγαν ότι θα ηρωοποιήσει τους νεοναζί. Δεν τους ηρωοποίησε. Τους διέλυσε. Οι λόγοι δεν είναι τόσο ηθικοί, αξιακοί και υποκειμενικοί όσο ιστορικοί και αντικειμενικοί. Ανέκαθεν η ελληνική Άκρα Δεξιά διατηρούσε στενές σχέσεις (σε επίπεδο προσώπων, δεσμών, δικτύων, χρηματοδότησης, ιδεολογίας) με το κράτος. Το κόψιμο των δεσμών αυτών δεν την ηρωοποιεί, αλλά της καταφέρει αποφασιστικό πλήγμα.
***
Το ότι η ΧΑ είχε φτάσει να είναι το τρίτο πολιτικό κόμμα αποτελεί στίγμα ανεξίτηλο. Για την ελληνική κοινωνία, το πολιτικό σύστημα, το κράτος δικαίου και τους θεσμούς του. Πώς να ξεχάσουμε πολιτικούς, δημοσιογράφους, κανάλια προσωπικότητες και ιεράρχες που την ανέχονταν, την πριμοδοτούσαν ή την εγκωμίαζαν;
Είναι πολύ βαριά όλα αυτά και δεν τα σβήνει η χαρά της απόφασης. Πρέπει να μιλάμε γι’ αυτά, κοιτάζοντας όμως μπροστά, κι όχι αυτάρεσκα, φωνάζοντας «εμείς εμείς οι μόνοι συνεπείς». Η αντιφασιστική νίκη χρειάστηκε γενναίες ρήξεις αλλά και ευρύτερες συμμαχίες.
Θα θυμάμαι πάντα τον Αμβρόσιο Καλαβρύτων που έλεγε τη ΧΑ «γλυκιά ελπίδα». Αλλά δεν θέλω να μιλήσω γι’ αυτόν σήμερα, τη στιγμή της νίκης. Δεν είναι θέμα αβρότητας. Είναι θέμα ηγεμονίας. Με καίει τι θα κάνουμε απέναντι στο χάλι της Εκκλησίας, αυτού του πυλώνα της ελληνικής Ακροδεξιάς –που ακόμα και σήμερα δεν έχει ψελλίσει κουβέντα ως θεσμός για τη ΧΑ–, όχι απλώς να χλευάσουμε τον Αμβρόσιο.
Λυδία λίθος για κάθε πολιτική δύναμη, ως προς τον αντιφασισμό και τη δημοκρατία, είναι και το να κάνει η ίδια κριτική στις πράξεις της. Παράδειγμα: ο Μπαλτάκος είναι μαύρη κηλίδα. Ο ΣΥΡΙΖΑ όμως δεν μπορεί να μιλάει μόνο γι’ αυτόν, κλείνοντας τα μάτια στα δικά του· πρέπει να μιλήσει και για το Καστελόριζο. Όχι επειδή είναι πιο σημαντικό (ή πιο ασήμαντο), αλλά επειδή είναι η δική του ντροπή. Και η ΝΔ οφείλει να μιλήσει για τον Μπαλτάκο. Είναι κηλίδες αυτά, όχι ράμματα για τη γούνα του αντιπάλου.
Μνεία των δικαίων και των γενναίων
Περιορίζομαι στους άμεσα εμπλεκόμενους στη δίκη:
Οι συνήγοροι πολιτικής αγωγής: Αντώνης Αντανασιώτης, Άγγελος Βρεττός, Ελένη Ζαφειρίου, Θόδωρος Θεοδωρόπουλος, Μάνος Μαλαγάρης, Χάρης Στρατής, Τάκης Σαπουντζάκης, Κώστας Παπαδάκης, Δημήτρης Ζώτος, Κώστας Σκαρμέας, Θανάσης Καμπαγιάννης, Ανδρέας Τζέλης, Χρύσα Παπαδοπούλου, Ελευθερία Τομπατζόγλου.
Οι δικαστές που εξέδωσαν την ομόφωνη καταδικαστική απόφαση: Μαρία Λεπενιώτη, Ανδρέας Ντόκος, Γεθσημανή Τσουλφόγλου.
Οι δικαστικοί που οδήγησαν στην παραπομπή: Ισιδώρα Πόγκα, Αλέξανδρος Σάββας, Ισίδωρος Ντογιάκος, Ιωάννα Κλάπα, Μαρία Δημητροπούλου, Χαράλαμπος Βουρλιώτης, Ευτέρπη Κουτζαμάνη.
Ακόμα: Golden Dawn Watch και Jail Golden Dawn, δυο ανυπολόγιστης αξίας πρωτοβουλίες. Χάρη σε αυτές ό,τι διαδραματιζόταν στην ακροαματική διαδικασία ξέφυγε από τους τοίχους του δικαστηρίου.
Θα έπρεπε ακόμα να μνημονεύσω, αλλά ο χώρος δεν επαρκεί, τους μάρτυρες κατηγορίες, λίγους δημοσιογράφους, έντυπα και μήντια που κάλυψαν με αφοσίωση τη δίκη, αντιφασίστες και αντιφασίστριες σε όλη την Ελλάδα. Θα κάνω μόνο μία εξαίρεση, για τον Δημήτρη Ψαρρά. Με την τιτάνια δουλειά και την αντίληψή του πρόσφερε ακράδαντα στοιχεία και επιχειρήματα, άνοιξε τον δρόμο προς την αλήθεια στους δικαστές. Η συμβολή του υπήρξε καθοριστική και στη δίκη.
Στρατής Μπουρνάζος
Πηγή: Η Εποχή