Ηταν τα χρόνια που οι δολοφονίες γυναικών «κρύβονταν» πίσω από τον όρο «εγκλήματα τιμής» και ο διασυρμός των γυναικών, των οποίων η κοινωνική και η οικονομική θέση ήταν ασθενέστερη συγκριτικά με σήμερα, γινόταν εύκολα με διαδόσεις για πολλές σχέσεις με άνδρες! Αξιοσημείωτο είναι ότι, παρά τις διαφορές στις συνθήκες των εποχών, εντοπίζονται διαχρονικές αιτίες για αυτές τις πράξεις, όπως «πρωτογονισμός (σ.σ. σε αντιλήψεις) και οικονομική εξάρτηση της γυναίκας, με συνέπεια την αντίληψη πως είναι ένα διαρκώς κηδεμονευόμενο πλάσμα χωρίς δική του θέληση», όπως είχε γράψει σε άρθρο της η διακεκριμένη αγωνίστρια για τα δικαιώματα της γυναίκας και βουλεύτρια της ΕΔΑ Μαρία Σβώλου.
Σε αυτά, εάν προσθέσουμε την έλλειψη επικοινωνίας με την οικογένεια, όπως επεσήμανε το 1960 ο δημοσιογράφος Φρέντυ Γερμανός, με αφορμή ένα τριπλό «έγκλημα τιμής», έχουμε μια σχεδόν ολοκληρωμένη εικόνα των κοινωνικών παθογενειών που υποβάθμιζαν τη θέση της γυναίκας σε «κατοικίδιο ζώο», όπως είχε γράψει ο ίδιος.
Ομως, πριν αναφερθούμε στο «πρωτοφανούς αγριότητος τριπλούν έγκλημα τιμής», με θύματα μια 20χρονη φοιτήτρια, τον συνομήλικο φίλο της και τη μητέρα του και με δράστη τον 29χρονο αδελφό της κοπέλας, που έφερε στον δημόσιο διάλογο τη θέση της γυναίκας, ας δούμε ποια ήταν αυτή στην ελληνική κοινωνία στο μεγαλύτερο μέρος του 20ού αιώνα.
Η Μαρία Σβώλου, σε αγόρευσή της στη Βουλή, τον Μάρτιο του 1962, σε συζήτηση για την προικοδότηση της τότε πριγκίπισσας Σοφίας εν όψει του γάμου της με τον Χουάν Κάρλος, έκανε εκτενή αναφορά:
«Η γυναίκα εις την Ελλάδα, μέχρι και των αρχών του 20ού αιώνος, εθεωρείτο ότι δεν είχεν ιδιαιτέρα προσωπικότητα, εθωρείτο πάντοτε ως ανήλικος και ευρίσκετο υπό την κηδεμονίαν του πατρός, του αδελφού ή του συζύγου. Η γυναίκα δεν είχε δικαιώματα αλλά μόνον υποχρεώσεις».
Παρ’ ότι πολλές γυναίκες δούλευαν ως εργάτριες σε εργοστάσια συνεισφέροντας στην οικογένεια και μετά τους Βαλκανικούς πολέμους, λόγω της επιστράτευσης των ανδρών, κατέκτησαν δημόσιες θέσεις, η γυναίκα «δεν ήτο αυτόνομος οικονομικός παράγων».
«Ητο εξηρτημένη οικονομικώς και διά τούτο στην οικογένειά της ήτο σκλάβα όλων. Η γέννησις του κοριτσιού ήτο δυστύχημα. Εγεννάτο χρέος και όχι άνθρωπος. Ο πατέρας και τα αδέλφια εσκέπτοντο όχι πώς θα την θρέψουν, αλλά κυρίως πώς θα την προικίσουν. Η προίκα αποτελούσε τον βραχνά της οικογένειας […]. Διά να πανδρευθή η κόρη, έκαναν θυσίες υλικάς και ηθικάς ο πατέρας, ο αδελφός ή οι αδελφοί. Και τας θυσίας αυτάς η γυναίκα τας επλήρωνε με τη σκλαβιά της».
Η χορήγηση προίκας ήταν υποχρεωτική βάσει του Αστικού Κώδικα και, παρ’ ότι από το 1930 άρχισε να συζητείται, ουσιαστικά η κατάργησή της έγινε μόλις το 1983!
Εκτός από την οικονομική εξάρτηση, όπως είχε υπογραμμίσει η Σβώλου, «ο άνδρας, πατέρας, αδελφός ή σύζυγος είχεν την ευθύνην και της ηθικής της [γυναίκας] που έφθανε ώς την αντίληψιν ότι έχουν δικαίωμα να την σκοτώσουν αν την παρεβίαζε»…
Ενα τέτοιο «τριπλό έγκλημα τιμής» είχε γίνει τον Μάϊο του 1960 και έφερε στον δημόσιο διάλογο τη δυσμενή θέση της γυναίκας στην κοινωνία. Η 20χρονη Ελευθερία, «μια συνηθισμένη κοπέλα», είχε συνάψει σχέση με έναν συνομήλικό της, ο οποίος φαίνεται ότι φοβούμενος την ανάληψη ευθυνών την πίεζε και του υπέγραψε δύο δηλώσεις, πως δεν θέλει να παντρευτούν και πως εάν έμενε έγκυος θα έκανε μόνη της έκτρωση (απαγορευμένη εκείνη την εποχή).
«Η Ελευθερία αισθάνεται να την κυκλώνει μια σκληρή μοναξιά. Τον Οκτώβριο αποπειράται να αυτοκτονήσει. Δεν ξέρει τι να κάνει για να βγει από το αδιέξοδο. [Ο φίλος της] έχει φθάσει περίπου στο σημείο να της ζητά ύστερα από κάθε ραντεβού τους και ένα σημείωμα. Αργότερα αρχίζει να της ζητά και χρήματα. Πόσο μπορεί να παραταθεί αυτή η ιστορία; […] Ισως αν η άλλη πλευρά, η οικογένεια της Ελευθερίας, της είχε δώσει δείγματα στοργής να μπορούσε να την βοηθήσει να βγει από το αδιέξοδο», γράφει στην εφημερίδα «Ελευθερία» ο Φρέντυ Γερμανός.
Ωστόσο, όταν η οικογένεια της κοπέλας έμαθε τα συμβαίνοντα, ο αδελφός της θέλησε να «ξεπλύνει» την τιμή της οικογένειας και κάνει το φονικό.
«[…] δεν θα μπορούσε αυτός ο γενναίος αδελφός αντί να προστατεύσει την τιμή της οικογενείας του να φρόντιζε να προστατεύσει την αδελφή του; […] να την πλησιάσει, να της μιλήσει τρυφερά και να προσπαθήσει να τη βγάλει από το τραγικό αδιέξοδο στο οποίο βρισκόταν; Θα μπορούσε βέβαια αλλά δεν το έκανε», έγραψε ο ίδιος.
Ομως, ακόμα και ο εισαγγελέας, κατά τη δίκη στο Κακουργιοδικείο, κατέκρινε αυτές τις αντιλήψεις περί «τιμής»:
«Δεν υπάρχουν περιπτώσεις αι οποίαι να δικαιολογούν τα εγκλήματα τιμής. Ανθρωποκτονίαι εκ προθέσεως είναι», για να προσθέσει ότι «δεν είναι άτιμος η γυναίκα η οποία απώλεσε την παρθενίαν της διότι ηγάπησε […] Η τιμή της γυναίκας δεν είναι ζήτημα ανατομίας».
Η Μαρία Σβώλου σε άρθρο της στην «Αυγή» έγραφε ότι «οι γυναίκες σφάζονται άγρια κυρίως στην ύπαιθρο αλλά και στις πόλεις για λόγους “τιμής” που συχνότατα συγκαλύπτουν άλλα ελατήρια κυρίως οικονομικά. […] Τα εγκλήματα “τιμής” αν σήμερα είναι πιο άγρια από άλλοτε αυτό οφείλεται σε μια μεγαλύτερη χαλάρωση των ηθών και εξαγρίωση που παρατηρείται σε εποχή οικονομικής και κοινωνικής κρίσης».
Με αφορμή, δε, την εμφάνιση στη δίκη ενός αμφιλεγόμενου μάρτυρα, που κατέθεσε ότι είχε και αυτός σχέσεις με την 20χρονη Ελευθερία, η Σβώλου σημείωνε:
«Πρόκειται για τους άνδρες νέους και ώριμους που νομίζουν πως έχουν το δικαίωμα να φέρνουν στη δημοσιότητα τις σεξουαλικές σχέσεις τους, ρυπαίνοντας μια γυναίκα που τους δόθηκε χωρίς ιδιοτέλεια. Είναι και αυτό συνέπεια ενός πρωτογονισμού του άρρενος, που καυχιέται για την κατάχτηση, μιας έλλειψης σεβασμού προς τη γυναίκα και μιας βαθύτερης περιφρόνησης προς τον “Ανθρωπον” που εκπροσωπεί. […] Το ότι το φαινόμενο αυτό είναι συχνό, σημαίνει πως δεν υπάρχει αρκετά ισχυρή κοινωνική αντίδραση για τον εξευτελισμό της γυναίκας».
Τελικά, είναι πολλές οι ομοιότητες με το σήμερα, δεν είναι;
Σταύρος Μαλαγκονιάρης